Νέα (552 άρθρα)

Να γιατί η συνεργασία είναι η απάντηση για όλα τα προβλήματα!

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Είχα ακούσει για αυτή την ιστορία όπου οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να φάνε γιατί ενώ είχαν τροφή τα κουτάλια τους ήταν τόσο μακριά και δεν μπορούσαν. Ώσπου κάποιος βρήκε τη λύση. Όταν είδα το video είπα να το μοιραστώ μαζί σας...

Κατηγορίες:
Νέα

ΤHE GUARDIAN: Οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν το επάγγελμα επειδή το αγαπούν, όχι για τις διακοπές

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Έρευνα στην GUARDIAN

Η συγκεκριμένη έρευνα έγινε πρόσφατα από μία ένωση εκπαιδευτικών και λεκτόρων της Μ. Βρετανίας σε μάχιμους εκπαιδευτικούς της τάξης. Στόχος της έρευνας ήταν να διαπιστώσει ποιοι είναι λόγοι που κάνουν πολλούς να εξασκήσουν το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Δείγμα ήταν 858 εκπαιδευτικοί. Οι παράγοντες που λειτούργησαν θετικά για την επιλογή του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας που δημοσίευσε η εφημερίδα Τhe Guardian  (Five top reasons people become teachers), συνοψίζονται στους παρακάτω :  Μετάφραση: Παντέρας Νίκος

 Γιατί δουλεύουν κοντά σε νέους ανθρώπους και θέλουν να βοηθήσουν την εκπαίδευση να πάει μπροστά. Από τα 858 άτομα( δείγμα έρευνας) που απάντησαν στην ερώτηση: ποιος είναι ο λόγος επιλογής επαγγέλματος , πάνω από το 80 % είπε το έκανε γιατί ήθελε να διδάξει και επειδή απολαμβάνει να δουλεύει κοντά στους νέους. H εντύπωση που επικρατεί ότι η επιλογή του συγκεκριμένου επαγγέλματος γίνεται, για τις μακροχρόνιες διακοπές, ήταν στην πραγματικότητα η λιγότερο δημοφιλής στις απαντήσεις . Μόνο το 20 % των ερωτώμενων δήλωσε ότι σκέφθηκαν να γίνουν δάσκαλοι για αυτό το λόγο.

Η ποικιλία που έχει το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Αυτή ήταν ένας άλλος σημαντικός λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι αρχίζουν τη διδασκαλία , με το 57 % των ερωτηθέντων να απαντούν αυτό . Καμία ημέρα δεν είναι ίδια. Δεν υπάρχει ρουτίνα στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν ακόμη ότι απολαμβάνουν τις έξυπνες ιδέες των μαθητών αλλά και πολλές φορές μαθαίνουν και από αυτούς.

 

Ranked in order of importance. (588 responses)
1. Less work to do in evenings
2. Less unnecessary paperwork
3. More PPA time
4. Smaller classes
5. Less pressure on inspection visits (HMIE and Ofsted etc)
6. Reduction of reporting demands
7. No more education changes eg curriculum
8. More opportunities to collaborate with colleagues - joint eight with:
8. More use of TAs/classroom assistants
9. Fewer school related activities outside working hours

Η διδασκαλία είναι απολαυστική Περίπου το 32% είπαν ότι επέλεξαν να διδάσκουν γιατί η διδασκαλία προσφέρει μια απόλαυση. Η δημιουργικότητα στην τάξη που εμπνέει τους νέους εκπαιδευτικούς ήταν η 5η πιο δημοφιλής απάντηση Όταν ρωτήθηκαν που θα ήθελαν να βελτιωθεί η διδασκαλία τους , το 47% είπαν ότι θέλουν περισσότερη ελευθερία στη διδασκαλία του και το 70 % ζητούν περισσότερο χρόνο, έτσι ώστε να μπορούν να εφαρμόσουν τις πρακτικές που έχουν συζητήσει με συναδέλφους τους.

Marking all that apply. Percentage
Other (specified) 6.70
Limited career options after graduating 7.30
Avoiding having to use childcare if have or starting a family 9.60
Poor experience in my own education 13.40
Family members work in education 16.40
Having longer holidays 19.80
Great experience in my own education 29.80
To have fun 32.50
Love of my subject 36.10
Inspired by my teacher(s) at school 37.50
Variety - every day is different 56.90
Want to make a difference 74.80
Enjoy working with children and young people 80.50

Και οι ίδιοι εμπνεύστηκαν από τους δικούς τους δασκάλους  Το 37 % των ερωτώμενων απαντάει ότι έγιναν εκπαιδευτικοί γιατί εμπνεύστηκαν από τους ίδιους τους δασκάλους τους. . Στην ερώτηση τι θα είχε θετική επίδραση στη διδασκαλία τους, το 42% απάντησε ότι θα επιθυμούσε την καθοδήγηση από έμπειρους συναδέλφους .

Η αγάπη του αντικειμένου της διδασκαλίας Είναι ο πιο σημαντικός λόγος για να επιλέξει κάποιος το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Σχετικά σε μία άλλη έρευνα, για το τι είναι αυτό που κάνει μια διδασκαλία αποτελεσματική, σε ένα δείγμα 400 υποκειμένων το 2014 βρέθηκε ότι είναι η ποιότητα καθοδήγησης και το καλό επίπεδο γνώσης.

Κατηγορίες:
Νέα

Γι αυτό πρέπει να βάζουμε spin στις μπάλες του τέννις!

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Δείτε το Magnus Effect!

Κατηγορίες:
Βίντεο Φυσικής, Νέα

Οι συνήθειες των χαρούμενων ανθρώπων!

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Απίστευτη ζωή

Ο Martin Seligman, «πατέρας» της θετικής ψυχολογίας, υποστηρίζει ότι ενώ το 60% της ευτυχίας που νιώθει κανείς καθορίζεται από τα γονίδιά του και το περιβάλλον στο οποίο ζει, το υπόλοιπο 40% εξαρτάται από τον ίδιο!

Το 2004 ο ίδιος είχε περιγράψει τρία διαφορετικά είδη «ευτυχισμένης ζωής»:

  1. την ευχάριστη ζωή, κατά την οποία γεμίζεις το χρόνο σου με όσο περισσότερα πράγματα σου προσφέρουν ευχαρίστηση μπορείς,
  2. τη ζωή της ενασχόλησης/δέσμευσης, κατά την οποία βρίσκεις «ζωή» στη δουλειά σου, στο να είσαι γονιός, στην αγάπη και τον ελεύθερο χρόνο, και
  3. τη ζωή με νόημα, η οποία συνίσταται στο εξής: «να γνωρίζεις ποια είναι τα πιο δυνατά σου σημεία και να τα χρησιμοποιείς στην υπηρεσία κάτι μεγαλύτερου από εσένα τον ίδιο».

Έχοντας εξερευνήσει τι σημαίνει η «απόλυτη ικανοποίηση», ο Seligman διαπίστωσε ότι η αναζήτηση της ευτυχίας, δε συμβάλλει καθόλου στο αίσθημα «διαρκούς εκπλήρωσης». Αντίθετα, η ευχαρίστηση και η ικανοποίηση είναι «το κερασάκι στην τούρτα», κάτι που προσφέρει για γλυκειά ικανοποίηση στη ζωή μας, κάτι που προέρχεται από την ταυτόχρονη αναζήτηση του «νοήματος της ζωής και της δέσμευσης σε κάτι».

Κι ενώ μπορεί να ακούγεται σαν «μεγάλος άθλος», οι ευτυχισμένοι άνθρωποι έχουν ορισμένες απλές συνήθειες, οι οποίες θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη γενικότερη εικόνα «ευδαιμονίας».

change-your-mind

Ποιες είναι όμως αυτές οι συνήθειες των πολύ χαρούμενων ανθρώπων;

1) Φροντίζουν να συναναστρέφονται άλλους χαρούμενους ανθρώπους: Μην ξεχνάτε άλλωστε ότι το γέλιο είναι... μεταδοτικό. Σύμφωνα, μάλιστα, με ερευνητές από το πρόγραμμα Framingham Heart Study, οι οποίοι μελέτησαν τη «διάδοση» της ευτυχίας για πάνω από 20 χρόνια, βρήκαν ότι εκείνοι που περιτριγυρίζονται από χαρούμενους ανθρώπους, έχουν περισσότερες πιθανότητες να γίνουν χαρούμενοι και οι ίδιοι στο μέλλον.

2) Χαμογελούν όταν το εννοούν: Ακόμη κι αν δεν έχετε τα κέφια σας, μια χαρούμενη σκέψη η οποία συνοδεύεται από ένα χαμόγελο, μπορεί να αυξήσει τα «επίπεδα ευτυχίας» που νιώθετε και να σας κάνει πιο παραγωγικούς. Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζεται μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Academy of Management Journal. Είναι όμως σημαντικό το χαμόγελό σας να είναι αυθεντικό. Το να προσποιηθείτε ένα χαμόγελο, ενώ δε νιώθετε καλά, θα μπορούσε να χειροτερεύσει τη διάθεσή σας.

3) Ξέρουν πώς να καλλιεργούν την ψυχική τους ανάταση: Σύμφωνα με τον ψυχολόγο Peter Kramer η ψυχική ανάταση, κι όχι η ευτυχία, είναι το αντίθετο της κατάθλιψης. Οι χαρούμενοι άνθρωποι ξέρουν πώς να επανέλθουν μετά από μια αποτυχία. Και όπως λέει ένα γιαπωνέζικο ρητό: «Πέφτεις εφτά φορές και σηκώνεσαι οκτώ».

4) Προσπαθούν να είναι χαρούμενοι: Ναι είναι τόσο απλό, όσο ακούγεται. Σύμφωνα με δύο έρευνες που δημοσιεύτηκαν στο Journal of Positive Psychology το να προσπαθεί κανείς να είναι χαρούμενος, μπορεί να ενισχύσει το συναίσθημα αυτό.

5) Αναγνωρίζουν το καλό:
Είναι σημαντικό να γιορτάζει κανείς μια επιτυχία του, ειδικά αν έχει κοπιάσει αρκετά γι’ αυτήν, όμως οι χαρούμενοι άνθρωποι δεν παραμελούν και τις «μικρές κατακτήσεις» της καθημερινότητάς τους.

6) Εκτιμούν τις απλές χαρές: Ένα παγωτό, ένα χαρούμενο σκυλί που κουνά ασταμάτητα την ουρά του κ.ά. Οι χαρούμενοι άνθρωποι εκμεταλλεύονται το χρόνο και εκτιμούν τις απλές χαρές της ζωής.

7) Προσφέρουν λίγο από το χρόνο τους σε τρίτους: Ο εθελοντισμός κάνει καλό τόσο στη φυσική, όσο και στην ψυχική υγεία του ατόμου.

8) Αφήνονται και μερικές φορές «χάνουν το χρόνο»: Όταν αφιερώνεται κανείς σε μια δραστηριότητα που βλέπει ταυτόχρονα ως πρόκληση και αναζωογονητική, βιώνει μια κατάσταση χαράς που καλείται «ροή» (flow). Οι χαρούμενοι άνθρωποι αναζητούν αυτήν την αίσθηση του να «παρασύρονται». «Προκειμένου να βιώσει κανείς τη “ροή”, θα πρέπει να αντιμετωπίζει τη δραστηριότητα ως εθελοντική, ευχάριστη με εγγενή κίνητρα και να απαιτεί δεξιότητες (όχι ιδιαίτερα δύσκολες), με σαφείς στόχους προς την επιτυχία», όπως εξηγεί η ιστοσελίδα Pursuit-of-happiness.org.

9) Μετατρέπουν τις κουβεντούλες σε... συζητήσεις με βαθύτερο νόημα: Σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Psychological Science, βρήκε ότι εκείνοι που συμμετέχουν σε πιο ουσιαστικές συζητήσεις και λιγότερες «κουτσομπολίστικου ύφους συζητήσεις» νιώθουν μεγαλύτερη ικανοποίηση. (Άλλωστε μία από τις συνηθέστερες κουβέντες που λέει κανείς προτού «φύγει» από το μάταιο τούτο κόσμο είναι η εξής: «Μακάρι να είχα το κουράγιο να εκφράσω τα συναισθήματά μου»).

friends_staring

10) Ξοδεύουν χρήματα για άλλους: Ίσως τελικά τα χρήματα να «αγοράζουν» την ευτυχία. Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Science, όταν ξοδεύει κανείς τα χρήματά του για άλλους, νιώθει μεγαλύτερη ευχαρίστηση απ’ ό,τι αν το έκανε για τον εαυτό του.

11) Αφιερώνουν χρόνο στις διαπροσωπικές σχέσεις: Είναι σίγουρα πιο εύκολο να στείλεις ένα μήνυμα, ή ένα email στους φίλους σου. Όμως το να φροντίσεις να τούς δεις στην πραγματικότητα από κοντά (ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα βάλεις το χέρι βαθιά στην τσέπη για να αγοράσεις ένα αεροπορικό εισιτήριο και να πας να τους δεις) προσφέρει περισσότερα στο αίσθημα ευτυχίας που νιώθεις. «Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να νιώθουν ότι ανήκουν κάπου, κι αυτό ενισχύεται όταν διατηρούν προσωπικούς δεσμούς με φίλους και συγγενείς» ανέφερε ο διευθυντής του Κέντρου Γνωστικής και Κοινωνινής Νευροεπιστήμης του πανεπιστημίου του Σικάγο, John Cacioppo. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μάς κρατούν σε επαφή, όμως αυτό δεν έχει καμία σχέση με τη φυσική, σωματική επαφή.

12) Είναι αισιόδοξοι: Η αισιόδοξη στάση προς τη ζωή κάνει καλό και στην υγεία καθώς μειώνει το άγχος και το στρες, γινόμαστε πιο ανθεκτικοί στον πόνο, ενώ όπως έχει βρεθεί προσφέρει και περισσότερο χρόνο ζωής σε όσους πάσχουν από καρδιακές ασθένειες.

13) Εκτιμούν μια καλή λίστα με μουσικά κομμάτια: Η μουσική είναι ισχυρή. Τόσο ισχυρή που στην πραγματικότητα μπορεί να μειώσει το αίσθημα άγχους, όπως ένα καλό μασάζ.

14) Μπορούν να «αποσυνδεθούν»: Είτε ασχολούνται με το διαλογισμό, είτε απλά παίρνουν μερικές βαθιές αναπνοές αφήνοντας στην άκρη λίγο τον υπολογιστή τους και τις ηλεκτρονικές συσκευές, η «αποσύνδεση» με το περιβάλλον παρέχει πολλά πλεονεκτήματα. Όταν μιλά κανείς στο κινητό του τηλέφωνο, αυξάνει η αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα άγχους, ενώ όταν στέκεται κανείς συνεχόμενα μπροστά από μια οθόνη μπορεί να εμφανίσει σημάδια κόπωσης και κατάθλιψης.

15) Δεν αμελούν τη γυμναστική: Με την άσκηση παράγονται ενδορφίνες, που είναι γνωστές και ως «οι ορμόνες της χαράς».

16) Βγαίνουν έξω: Ακόμη και μόλις 20 λεπτά στον καθαρό αέρα, προσφέρουν ένα αίσθημα αναζωογόνησης, όπως αναφέρουν πολλές μελέτες που έχουν δημοσιευτεί στο Journal of Environmental Psychology.

17) Αφιερώνουν λίγο παραπάνω χρόνο στο... μαξιλάρι τους: Ένας καλός ύπνος αυξάνει την καλή διάθεση του ατόμου και μειώνει το άγχος, σύμφωνα με τον Dr. Raymonde Jean διευθυντή της μονάδας ιατρικής του ύπνου στο νοσοκομείο St. Luke’s-Roosevelt.

18) Γελούν δυνατά: Το γέλιο είναι το καλύτερο φάρμακο.

19) Περπατούν καμαρωτά: Όλα έχουν να κάνουν με τη στάση του σώματος, σύμφωνα με μια έρευνα που διεξήγαγε η Sara Snodgrass, ψυχολόγος από το πανεπιστήμιο Florida Atlantic. Η ίδια ζήτησε από εθελοντές να περπατήσουν για τρία λεπτά. Οι μισοί έπρεπε να το κάνουν κρατώντας το κεφάλι τους ψηλά και κουνώντας έντονα τα χέρια τους. Αυτοί στο τέλος της δοκιμασίας ανέφεραν υψηλότερα αισθήματα χαράς από την υπόλοιπη ομάδα.

happiness_bulldogdrummond

Κατηγορίες:
Νέα

Διαδική απελευθέρωση ή υποδούλωση;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

internet_koinonika_diktyaΜολονότι ο κυβερνοχώρος και ο Παγκόσμιος Ιστός μας παρέχουν μια φαινομενικά απεριόριστη δυνατότητα επικοινωνίας, αποθήκευσης και διακίνησης πληροφοριών, ταυτόχρονα αποτελούν έναν ανεξερεύνητο επιστημονικά και άρα αρκετά επισφαλή «τόπο» για τους χρήστες.

Όσο για τη νέα ψηφιακή και διαρκώς επιτηρούμενη διαδικτυακή μας ζωή, αυτή μας προκαλεί πρωτοφανή κοινωνικά, ψυχολογικά και πολιτικά προβλήματα.

Εκατομμύρια άνθρωποι σε κάθε γωνιά του πλανήτη χρησιμοποιούν καθημερινά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media) είτε για να δημιουργήσουν νέες σχέσεις με άγνωστους ανθρώπους είτε για να διατηρήσουν με διαφορετικό τρόπο τις ήδη υπάρχουσες. Οι περισσότεροι από όσους αρχίζουν να επισκέπτονται αυτούς τους διαδικτυακούς τόπους αποκτούν κυριολεκτικά εμμονή με αυτήν τη νέα μορφή κοινωνικής συναναστροφής, στην οποία αφιερώνουν πολύ μεγάλο μέρος του χρόνου τους.

Πρόκειται για ένα φαινόμενο που οι σύγχρονοι ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι το μελετούν συστηματικά τα τελευταία χρόνια με στόχο να ανακαλύψουν τα πιθανά οφέλη αλλά και τους κινδύνους που εγκυμονεί η χρήση αυτής της τεχνολογίας τόσο για τους μεμονωμένους χρήστες όσο και ευρύτερα για την κοινωνία. Ωστόσο, όπως θα δούμε, μια αυστηρά επιστημονική διερεύνηση των πολυάριθμων μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι κάθε άλλο παρά εύκολη: πολύ πριν ολοκληρωθεί η έρευνα, το αντικείμενό της έχει ήδη αλλάξει! Τα ασφαλή επιστημονικά συμπεράσματα απαιτούν χρόνο ενώ οι τεχνολογικές εξελίξεις σε αυτά τα νέα επικοινωνιακά εργαλεία τρέχουν με την ταχύτητα του φωτός.

internet_0Το Διαδίκτυο (Internet) είναι σήμερα ένα πολύπλοκο δίκτυο που συγκροτείται από επιμέρους μικρότερα δίκτυα για την καταγραφή, αποθήκευση και ανταλλαγή πληροφοριών.

Ανάμεσα στις πολλές υπηρεσίες οργάνωσης και πρόσβασης στις πληροφορίες του Διαδικτύου η πιο δημοφιλής υπηρεσία είναι ο Παγκόσμιος Ιστός (World Wide Web ή www), που φιλοξενεί σήμερα εκατοντάδες κοινωνικά δίκτυα (social networks).

Ενα από τα πιο δημοφιλή μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι το Facebook. Ιδρύθηκε το 2004 από τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ (M. Zuckerberg), τότε φοιτητή Πληροφορικής στο Χάρβαρντ, ο οποίος το προόριζε αρχικά για μέσο επικοινωνίας και επαφής μεταξύ των αποφοίτων του Χάρβαρντ.

Εξάλλου η ονομασία «Facebook» παραπέμπει στις ετήσιες επετηρίδες αποφοίτων των αμερικανικών κολεγίων.

Πολύ σύντομα βέβαια ο Ζάκερμπεργκ συνειδητοποίησε -και εκμεταλλεύτηκε με το αζημίωτο!- τις δυνατότητες αυτού του νέου επικοινωνιακού συστήματος.

Σήμερα το Facebook είναι το πλέον διαδεδομένο παγκοσμίως μέσο κοινωνικής δικτύωσης, με πάνω από ένα δισεκατομμύρια εγγεγραμμένους χρήστες.

Πρόκειται για ένα νέο, εύκολο στη χρήση και σχετικά οικονομικό τρόπο επικοινωνίας και ανθρώπινης επαφής που έγινε εφικτός χάρη στις τεχνολογικές εφαρμογές της σύγχρονης πληροφορικής και της επιστήμης των υπολογιστών.

Η χρήση των μέσων εξαρτάται από την προσωπικότητα;

koinonika_diktyaΜέσα σε μια δεκαετία, από το 2005 μέχρι σήμερα, η τυπικά αμερικανική κοινωνική συνήθεια να διατηρούν την επαφή τους -έστω και διαδικτυακά- οι απόφοιτοι ενός κολεγίου μετατράπηκε σε κυρίαρχη κοινωνική συμπεριφορά σε όλον τον πλανήτη.

Τα ψηφιακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, το My Space, το Orkut και το Twitter, μετέτρεψαν τον Παγκόσμιο Ιστό σε μια πολυσύχναστη εικονική «πλατεία» όπου καθημερινά συναντώνται και επικοινωνούν με πρωτοφανή ευκολία άνθρωποι που ζουν στην ίδια γειτονιά χωρίς να έχουν συναντηθεί ποτέ, ή και στα πιο απόμακρα σημεία του πλανήτη.

Ωστόσο, όπως μας υπενθυμίζουν τα πιο έγκυρα μέσα ενημέρωσης, δεν είναι όλα ρόδινα στον νέο επικοινωνιακό παράδεισο.

Οι φανατικοί επισκέπτες των κοινωνικών δικτύων εκτίθενται σε μια σειρά από λίγο-πολύ πραγματικούς κινδύνους.

Για παράδειγμα, από το 2009 μια σειρά από συστηματικές μελέτες του Βρετανού γιατρού Αρικ Ζίγκμαν (Aric Sigman) έδειξαν ότι: «Η αύξηση της εικονικής επικοινωνίας μεταξύ ατόμων που χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα μεταφράζεται πάντοτε, σύμφωνα με τις μελέτες που έχουμε στη διάθεσή μας, σε μια σαφή μείωση της ικανότητάς τους να αλληλεπιδρούν με την πραγματικότητα».

Εκτός όμως από την απώλεια επαφής με την πραγματικότητα, άλλες έρευνες διέγνωσαν στους συστηματικούς χρήστες των κοινωνικών δικτύων μια σαφή μείωση της ικανότητας συγκέντρωσης και εστίασης της προσοχής, ενώ άλλοι ειδικοί διαπίστωσαν δυσχέρειες στη σύναψη πραγματικών ερωτικών σχέσεων.

Αυτές οι ερωτικές δυσλειτουργίες υποτίθεται ότι «εξηγούνται» από την υπερβολική συσσώρευση φαντασίας που επιδεικνύουν οι χρήστες του Διαδικτύου.

Ενα πρώτο σχετικά ασφαλές συμπέρασμα που προκύπτει από αυτές τις μελέτες είναι ότι ο τρόπος χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σχετίζεται στενά με τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά της ή του χρήστη: οι εξωστρεφείς προσωπικότητες τείνουν να χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή επικοινωνία για να εκφράσουν ή να αυξήσουν αυτό το χαρακτηριστικό τους.

Αντίθετα, οι εσωστρεφείς χρήστες θα χρησιμοποιήσουν τις εικονικές επαφές τους ως δικαιολογία για να μειώσουν ή, σε ακραίες περιπτώσεις, για να εξαλείψουν τις πραγματικές κοινωνικές σχέσεις.

Αν τώρα λάβουμε υπόψιν ότι, σύμφωνα με αρκετές ιατρικές έρευνες, τα μοναχικά άτομα που επιδεικνύουν μια αυτιστική συμπεριφορά τείνουν να εκδηλώνουν περισσότερα προβλήματα φυσικής ή ψυχικής υγείας (όχι μόνο κατάθλιψη αλλά καρδιαγγειακές και αυτοάνοσες παθήσεις), κατανοούμε το γιατί αρκετοί γιατροί και ψυχολόγοι θεωρούν τις καταχρήσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ως δυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.

Πάντως, τέτοιες τεχνοφοβικές αντιδράσεις απέναντι στις υπηρεσίες του Παγκόσμιου Ιστού είναι απολύτως προβλέψιμες, όχι όμως πάντα δικαιολογημένες. Διότι βέβαια είναι σαφές ότι η εκρηκτική διάδοση των διαδικτυακών επαφών ήλθε να καλύψει συγκεκριμένα επικοινωνιακά κενά και ατομικά ή συλλογικά αδιέξοδα.

Η ψηφιακή απώλεια της ιδιωτικής μας ζωής

Ενα διαφορετικό αλλά αρκετά ενδιαφέρον πρόβλημα είναι η περιφρούρηση της ιδιωτικής ζωής και της προσωπικής αυτονομίας την εποχή του Διαδικτύου. Μπορεί να ακούγεται ως παράδοξο, όμως, την ίδια στιγμή που όλοι καταγγέλλουν το τέλος της ιδιωτικής ζωής εξαιτίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τα άτομα νεαρής ηλικίας και οι έφηβοι καταφεύγουν σε αυτά για να δημιουργήσουν έναν προσωπικό ιδιωτικό χώρο!

Πράγματι, η λεγόμενη «ψηφιακή γενιά» έχει για το Διαδίκτυο μια εντελώς διαφορετική αντίληψη και σχέση απ’ ό,τι τα πιο ηλικιωμένα άτομα που μεγάλωσαν πριν από την εμφάνιση της νέας τεχνολογίας.

Για τους νεότερους ο εικονικός-ψηφιακός χώρος αποτελεί φυσική προέκταση του πραγματικού και εισέρχονται σε αυτόν για να διευρύνουν, χωρίς χρονικούς ή χωρικούς περιορισμούς, τις πραγματικές κοινωνικές τους σχέσεις.

Οι πιο ηλικιωμένοι, αντίθετα, υιοθετούν συνήθως μια διαφορετική στρατηγική: χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα για να συσφίγξουν ή να επιβεβαιώσουν κάποιες σχέσεις με άτομα που ήδη γνωρίζουν, ή για να προβάλουν αυτάρεσκα τον εαυτό τους σε άγνωστα άτομα που όμως χαίρουν της διαδικτυακής εκτίμησής τους.

H κοινωνιολόγος Ντάνα Μπόιντ |

Η Ντάνα Μπόιντ (Danah Boyd), ίσως η πιο διάσημη ερευνήτρια της λειτουργίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ανέλυσε πριν από μερικά χρόνια τα χαρακτηριστικά των μηνυμάτων που οι άνθρωποι ανταλλάσσουν κατά τη διαδικτυακή τους επικοινωνία.

Οπως διαπίστωσε, πρόκειται συνήθως για τα ίδια πράγματα που συζητάμε σε ένα μπαρ: έρωτας, χρήμα-επάγγελμα, εξουσία, ανθρώπινες σχέσεις.

Μολονότι αρκετά ακριβής, αυτή η κατηγοριοποίηση αποκρύπτει, ωστόσο, μια σημαντική διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στις ανέμελες συζητήσεις με αγνώστους στο μπαρ και στα προσωπικά δεδομένα που εκμυστηρευόμαστε στο Διαδίκτυο.

Στα κοινωνικά δίκτυα τα όσα λέμε ή δείχνουμε καταγράφονται μονίμως και διαχέονται με τρόπους εντελώς απρόβλεπτους. Επιπλέον, αυτές οι ιδιωτικές πληροφορίες είναι εύκολα εντοπίσιμες και ανακλήσιμες χάρη στις πανίσχυρες μηχανές αναζήτησης του Google.

Για παράδειγμα, είναι πολύ δύσκολο να αποκρύψουμε τις ερωτικές μας «αταξίες» όταν αυτές έχουν καταγραφεί στον Παγκόσμιο Ιστό. Το φαινόμενο αυτό περιγράφεται σήμερα ως «ερωτική αναδρομή» (retrosexual).

Πρόκειται για την αναζήτηση στο Facebook πρώην ερωτικών συντρόφων για να μάθουμε πώς είναι και τι κάνουν σήμερα. Με κίνδυνο αυτές οι διαδικτυακές αναζητήσεις μας είτε να ενοχλήσουν τα πρόσωπα αυτά είτε να εξοργίσουν τους σημερινούς ερωτικούς μας συντρόφους.

diadiktyo_internetΙσως γι’ αυτό οι περισσότεροι ειδικοί (ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι) συνιστούν στα ζευγάρια να περιφρουρούν την ιδιωτική τους ζωή στο Διαδίκτυο: ένα ζευγάρι δεν είναι καθόλου απαραίτητο να είναι και «φίλοι» στο Facebook.

Πέρα όμως από αυτά τα υποκριτικά τεχνάσματα, η ιστορία μάς διδάσκει ότι στις τεχνολογικές-κοινωνικές εξελίξεις επιστροφή δεν υπάρχει.

Τα νέα κοινωνικά δίκτυα θα αλλάξουν ριζικά τον τρόπο που είμαστε και συνάπτουμε σχέσεις με τους άλλους.

Δεν πρόκειται βέβαια για κάτι πρωτόγνωρο. Κάτι ανάλογο συνέβη και στο παρελθόν μετά την επινόηση π.χ. της σταθερής και κατόπιν της κινητής τηλεφωνίας.

Ομως, πολύ πιο ανησυχητικές από την αποσάθρωση των ανθρώπινων σχέσεων είναι οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στο κυβερνο-έγκλημα, δηλαδή στη δραστηριότητα των χάκερ.

Οι απομονωμένοι και ρομαντικοί «πειρατές» του Διαδικτύου, απ’ ό,τι φαίνεται, έχουν μετατραπεί σε επαγγελματίες του ψηφιακού εγκλήματος.

Οι άλλοτε μοναχικοί παραβάτες και ανιδιοτελείς καταστροφείς των διαδικτυακών στεγανών και των ψηφιακών εμποδίων έχουν γίνει πλέον οι καλοπληρωμένοι υπάλληλοι του οργανωμένου εγκλήματος ή των μυστικών υπηρεσιών.

Δεν υπάρχουν πια αθώοι εισβολείς ή ρομαντικοί κατασκευαστές ψηφιακών ιών. Η δράση των σημερινών χάκερ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του παγκοσμιοποιημένου, και άρα πλανητικά οργανωμένου, εγκλήματος: μια νέα τεχνολογική μαφία που υπηρετεί τις ανάγκες για κέρδος και εξουσία της παραδοσιακής μαφίας.

Τελικά, όπως συνέβη και με κάθε άλλο επαναστατικό προϊόν της ανθρώπινης τεχνολογίας, η σκοτεινή πλευρά του κυβερνοχώρου αποτελεί την αναπόφευκτη αντανάκλαση του «σκότους» τόσο του δημιουργού της όσο και της κοινωνίας που οικειοποιείται αυτήν την τεχνολογία.

Η ζωή στον κυβερνοχώρο διαστέλλει τον ανθρώπινο χρόνο

kyvernoxorosΗ ψηφιακή τεχνολογία, αφού ανέτρεψε την παραδοσιακή έννοια του χώρου, φαίνεται πως ανατρέπει ριζικά και την έννοια του χρόνου, όπως τουλάχιστον την ορίζαμε συμβατικά και τη βιώναμε μέχρι σήμερα, χωρίζοντας την ημερήσια διάρκειά του σε 24 ώρες.

Το 2008 σχετική έρευνα της Cisco Systems, γνωστής πολυεθνικής εταιρείας η οποία σχεδιάζει και πουλά τεχνολογία και υπηρεσίες επικοινωνίας και διαδικτύωσης, διαπίστωνε ότι η «ψηφιακή» ημέρα ενός μέσου χρήστη του Διαδικτύου διαρκούσε τότε όχι 24 αλλά 36 ώρες και προέβλεπε ότι την επόμενη πενταετία η διάρκειά της θα διπλασιαζόταν.

Και η πρόβλεψη αυτή όχι μόνο επαληθεύτηκε αλλά σήμερα θεωρείται μάλλον συντηρητική!

Το «ψηφιακό 24ωρο» είναι μια νέα έννοια που αναφέρεται στον χρόνο που δαπανά κάποιος όταν κάνει χρήση των πολυάριθμων υπηρεσιών του Διαδικτύου.

Αυτός ο χρόνος υπολογίζεται εάν αθροίσουμε όλες τις εργασίες που εκτελούμε ταυτόχρονα όταν βρισκόμαστε στον κυβερνοχώρο.

Και οι διαδικτυακές εργασίες δεν είναι λίγες, αν συνυπολογίσει κάνεις όχι μόνο τις εργασίες που εκτελεί ως «ενεργός» χρήστης (αναζήτηση πληροφοριών, πληρωμή λογαριασμών, κρατήσεις εισιτηρίων κ.ά.) αλλά και αυτές που «τρέχουν» χωρίς να χρειάζεται η ενεργός συμμετοχή του («κατέβασμα» αρχείων, ταινιών κ.ά.).

Για παράδειγμα, εάν κάποιος «σερφάρει» στο Διαδίκτυο επί μία ώρα, ενώ παράλληλα ακούει μουσική από κάποιον ιστότοπο ή «κατεβάζει» κάποιο βίντεο από το You Tube, τότε ο «ψηφιακός χρόνος» του διπλασιάζεται.

Το εντυπωσιακό είναι ότι ο εκρηκτικός ρυθμός ανάπτυξης της χρήσης του Διαδικτύου δεν φαίνεται να επηρεάζεται από τη διεθνή οικονομική κρίση. Σε πλήρη αντίθεση μάλιστα με άλλα καταναλωτικά αγαθά, οι υπηρεσίες του Διαδικτύου είναι οι μόνες που δεν εμφανίζουν κάμψη.

Κατηγορίες:
Νέα

Ποιούς καλλιτέχνες θα θυμάται ο κόσμος σε 50 χρόνια;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

unnamed

Μία από τις πιο συχνές απορίες που έχουν οι φίλοι της μουσικής είναι για την διαχρονική αξία των καλλιτεχνών που ακούνε σε κάθε εποχή.

Είναι αποδεδειγμένο ότι όλοι οι άνθρωποι βέβαια θυμούνται τα μουσικά είδωλα της εποχής που ήταν νεαροί, ακόμα και όταν περάσουν τα '70 τους χρόνια, όμως το ερώτημα είναι του αν αυτοί οι καλλιτέχνες έχουν απήχηση και στις νεότερες γενιές.

Πριν από μερικές εβδομάδες ένας νεαρός Αμερικανός εξέφρασε την απορία του για το ποιος είναι αυτός ο Paul McCartney που τραγουδάει με τον Kanye West και την Rihanna. Για τους μεγαλύτερους αυτό φάνηκε σαν αστείο, αλλά μπορεί να μην είναι. Για σκεφτείτε, έχουν περάσει 50 χρόνια περίπου από την έκρηξη του ροκ και της ποπ στην δεκαετία του '60 και 60 από την εμφάνιση του ροκ εντ ρολ.

Από την δεκαετία του '50, ο μόνος ίσως που είναι ακόμα ευρύτερα γνωστός, είναι ο Elvis Presley, αν πάμε ακόμα πιο πίσω θα συναντήσουμε μόνο τον Frank Sinatra, σε κάποιο βαθμό τον Duke Εllington και την Billie Holiday.

Πηγαίνοντας ακόμα πιο πίσω, στην δεκαετία του '30 θα συναντήσουμε τον Robert Johnson που όμως ήταν σχεδόν άγνωστος στην εποχή του και έγινε σταδιακά γνωστός από την δεκαετία του '60 με τις διασκευές που έκαναν στα τραγούδια καλλιτέχνες του ροκ όπως οι Rolling Stones.

Aπό την δεκαετία του '60, οι Beatles δείχνουν να έχουν δυναμική που θα τους κρατήσει ακόμα στην επικαιρότητα, αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι θα έχουν ας πούμε την απήχηση που έχουν ακόμα σήμερα  ο Bach, o Mozart και ο Beethoven.

mozart-and-beethovenΣκεφτείτε όμως ότι αυτοί οι ογκόλιθοι της κλασικής μουσικής, δεν ήταν οι μόνοι συνθέτες της εποχής τους, πολλοί άλλοι έχουν σήμερα μια απήχηση, που όμως δεν τους κάνει αναγνωρίσιμους σε όλους τους σημερινούς νέους.

Ακόμα και οι Rolling Stones δύσκολα θα καταφέρουν να είναι αγαπητοί σε νέους που θα ζούνε σε 50 χρόνια από τώρα. Αυτό που κάνει κάθε καλλιτέχνη αγαπητό στις επόμενες γενιές, είναι σε κάποιο βαθμό η επιρροή που έχει στους νεότερους, όπως ας πούμε ο Bob Dylan και η απήχηση που έχουν τα τραγούδια του στο πέρασμα του χρόνου σε κάθε γενιά.

Σήμερα η Taylor Swift είναι εδώ και 9 χρόνια η  τραγουδίστρια που έχει καθολική απήχηση, είναι σχεδόν αδύνατο όμως τα τραγούδια της να περάσουν σε επόμενες γενιές.

Το ίδιο συνέβη βέβαια και με την Madonna που ήδη πέρασε στα αζήτητα, ενώ καλλιτέχνες όπως ο Michael Jackson δεν δείχνουν να έχουν την δύναμη να είναι στο μέλλον κάτι περισσότερο από μια απλή αναφορά.

singersΑντίθετα όμως καλλιτέχνες όπως η Barbra Streisand, οι Pink Floyd, o Miles Davis δείχνουν να σπάνε τον περιορισμό του χρόνου απήχησης στο κοινό, το ίδιο θα συμβεί σε κάποιο βαθμό και με την Nina Simone, που ενώ στην εποχή της είχε μέτρια επιτυχία, στις μέρες μας δείχνει να βελτιώνει συνέχεια την απήχηση που έχει στους νεότερους.

Δεν είναι λοιπόν εγγύηση η μεγάλη επιτυχία για κάποια χρόνια, αλλά η ποιότητα των συνθέσεων και το πόσο ο ήχος του κάθε καλλιτέχνη μπορεί να είναι αποδεκτός στο μέλλον, όπως συνέβη με τους Ray Charles, Marvin Gaye, Bob Marley.

Ο χρόνος είναι ο αμείλικτος κριτής για τα πάντα και οι ιστορικοί περιμένουν την ετυμηγορία του.

Κατηγορίες:
Νέα

Η μίμηση επιθετικών προτύπων

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

social_learning_theoryΟι ψυχολογικές θεωρίες σχετικά με την επιθετικότητα δεν αμφισβητούν το βιοχημικό ή το νευρολογικό υπόβαθρο της επιθετικότητας.

Παρουσιάζουν την κοινή άποψη ότι η επιθετικότητα δεν είναι ένα ένστικτο του ανθρώπου και ότι μαθαίνεται με κάποιο τρόπο από τις αλληλεπιδράσεις του ανθρώπου και του περιβάλλοντος. Η απλούστερη ψυχολογική θεωρία που εξηγεί την ανάπτυξη της επιθετικότητας είναι η θεωρία της μάθησης.

Στη θεωρία της μάθησης, οι βασικές ορμές είναι οι εξής: η πείνα, η δίψα, ο έρωτας και η αποφυγή του πόνου. Η κάθε συγκεκριμένη ορμή δημιουργείται από κάποιο συγκεκριμένο ερέθισμα και κατόπιν ικανοποιείται, π.χ. η ορμή της δίψας δημιουργείται από το ερέθισμα νερό. Επιπλέον η ικανοποίηση της ορμής αυτής έχει ως συνέπεια τη μείωση της έντασης της, γεγονός που αποτελεί αυτό καθ' εαυτό μία ενίσχυση οποιασδήποτε πράξης που συνδέεται με το ερέθισμα "νερό". Επομένως, ο μηχανισμός της μείωσης της έντασης της ορμής έχει μία ενισχυτική ιδιότητα.

Η μιμητική μάθηση του Albert Bandura, εξηγεί ορισμένα φαινόμενα της μάθησης που δεν ερμηνεύονται ούτε με την εξαρτημένη αντανακλαστική μάθηση, ούτε με την συντελεστική μάθηση. Ο Bandura ονομάζει τη θεωρία του "κοινωνική μάθηση", στην οποία δεν περιέχεται η έννοια της ενίσχυσης. Στη θεωρία αυτή η μάθηση πραγματοποιείται από:

  • παρατήρηση της συμπεριφοράς ενός προτύπου και
  • μίμηση της ίδιας συμπεριφοράς. Η μίμηση της συμπεριφοράς ενός προτύπου συνήθως γίνεται ασυνείδητα.

banduraΤο πείραμα 

Στο πείραμα του Bandura που βασίστηκε η θεωρία της κοινωνικής μάθησης, παιδιά παρακολούθησαν επιθετικούς και μη επιθετικούς ενήλικους (πρότυπα) και μετά εξετάστηκε το ποσοστό μίμησης χωρίς το πρότυπο να είναι παρόν. Τα άτομα ήταν 36 αγόρια και 36 κορίτσια όλα από το νηπιαγωγείο. Δύο ενήλικες, ένας άνδρας και μία γυναίκα, χρησίμευαν ως πρότυπα και μία γυναίκα-ερευνητής είχε αναλάβει τη μελέτη για όλα τα παιδιά. 48 από τα παιδιά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: μισά παρακολούθησαν τα επιθετικά πρότυπα (Α ομάδα) και μισά τα μη επιθετικά (Β ομάδα). Τα υπόλοιπα 24 αποτελούσαν τη λεγόμενη ομάδα "μαρτύρων". Ομάδα μαρτύρων είναι η ομάδα που αποτελείται από άτομα που δεν υφίστανται την επίδραση της ανεξάρτητης μεταβλητής. Στην προκειμένη περίπτωση η ομάδα μαρτύρων ήταν τα παιδιά που δεν παρακολούθησαν κανένα πρότυπο (επιθετική ή μη επιθετικό).

Στην αρχή ο ερευνητής οδηγούσε το παιδί στο δωμάτιο που γινόταν το πείραμα και καλούσε το πρότυπο που βρισκόταν στο διάδρομο έξω από το δωμάτιο να έρθει μέσα για να παίξει. Μετά ο ερευνητής οδηγούσε το παιδί σε μία γωνιά του δωματίου. Το παιδί καθόταν μπροστά σε ένα μικρό τραπέζι και ο ερευνητής του έδειχνε πώς να φτιάξει σφραγίδες από πατάτες.

Μετά την εγκατάσταση του παιδιού, ο ερευνητής συνόδευε το πρότυπο (τον ενήλικα δηλαδή) στην απέναντι γωνία του δωματίου όπου βρισκόταν ένα μικρό τραπέζι, μία καρέκλα, ένα παιχνίδι, ένα σφυρί και μία κούκλα (φυσικού ύψους 1,50 μ.). Ο ερευνητής αφού εξηγούσε ότι αυτά ήταν τα παιχνίδια για να παίξει, το πρότυπο έφευγε από το δωμάτιο. Με τα παιδιά της Β ομάδας το πρότυπο συγκέντρωνε τα παιχνίδια με ήρεμο τρόπο και αγνοούσε τελείως την κούκλα.

Αντιθέτως, με τα παιδιά της Α ομάδας, το πρότυπο άρχιζε να μαζεύει τα παιχνίδια αλλά μετά από 1 λεπτό έπιανε την κούκλα και άρχιζε να της συμπεριφέρεται επιθετικά: ξάπλωνε την κούκλα, καθόταν πάνω της και της τσιμπούσε επανειλημμένως τη μύτη. Μετά σήκωνε την κούκλα, έπαιρνε το ξύλινο σφυρί και της χτυπούσε το κεφάλι. Στη συνέχεια την πετούσε στον αέρα και την χτυπούσε. Αυτές οι επιθετικές πράξεις επαναλαμβάνονταν τρεις φορές. Συγχρόνως το πρότυπο έλεγε "τσίμπησέ τη στη μύτη", "πέταξέ την στον αέρα", "κλώτσησέ την", "χτύπα την κάτω" μαζί με μερικά μη επιθετικά σχόλια. Μετά από 10 λεπτά, ο ερευνητής έμπαινε στο δωμάτιο, πληροφορούσε το παιδί ότι θα πήγαινε τώρα σε ένα άλλο δωμάτιο με παιχνίδια και παρακάλεσε το πρότυπο να φύγει.

Έτσι λοιπόν, ο ερευνητής οδηγούσε το παιδί σε ένα δεύτερο δωμάτιο με διάφορα ελκυστικά παιχνίδια. Μόλις το παιδί άρχιζε να παίζει με τα παιχνίδια, ο ερευνητής παρατηρούσε ότι "τα ωραία αυτά παιχνίδια είναι για άλλα παιδιά" και οδηγούσε το παιδί σε διπλανό δωμάτιο να παίξει με άλλα παιχνίδια. Στο δωμάτιο αυτό που έγινε η εξέταση, υπήρχαν διάφορα παιχνίδια. Τα "επιθετικά" παιχνίδια ήταν μία μεγάλη φουσκωτή κούκλα ύψους 1 μέτρου, ένα ξύλινο σφυρί, διάφορα ξύλινα αντικείμενα, δύο παιδικά όπλα και μία μπάλα που κρεμόταν από το ταβάνι. Τα μη επιθετικά παιχνίδια ήταν μία μπάλα, δύο κούκλες, φορτηγά και πλαστικά ζωάκια.

Κάθε παιδί καθόταν 20 λεπτά σε αυτό το δωμάτιο και όλη αυτή την ώρα γινόταν αξιολόγηση της συμπεριφοράς του, σύμφωνα με τις προκαθορισμένες κλίμακες. Τα παιδιά στα οποία δόθηκε η ευκαιρία να παρακολουθήσουν επιθετικά πρότυπα, μιμήθηκαν τη σωματική και τη λεκτική επιθετικότητα, καθώς και άλλες αντιδράσεις του προτύπου. Αντιθέτως τα παιδιά που παρακολούθησαν μη επιθετικά πρότυπα καθώς και εκείνα που δεν παρακολούθησαν κανένα πρότυπο μόνο σπάνια εκδήλωσαν παρόμοιες αντιδράσεις. Το γεγονός ότι τα παιδιά εξέφρασαν επιθετικότητα με τρόπους που σαφώς έμοιαζαν με την (καινούρια) συμπεριφορά του προτύπου, είναι αποδεικτικό στοιχείο ότι η μάθηση καινούριων συμπεριφορών έγινε δυνατή μέσω της μίμησης.

bandura-bobo_doll
Τα αποτελέσματα αυτού του πειράματος, σύμφωνα με το οποίο τα παιδιά μιμήθηκαν αμέσως τα επιθετικά πρότυπα, άτομα δηλαδή που ήταν άγνωστα σε αυτά δείχνουν ότι η απλή παρατήρηση της επιθετικότητας, άσχετα από τη σχέση με το πρότυπο, αρκεί για να προκαλέσει μιμητική επιθετικότητα στα παιδιά. Από παλαιότερες έρευνες επάνω στη μιμητική μάθηση, έχει αποδειχθεί ότι, όσο περισσότερο ένα παιδί εκτιμά ή αγαπά το πρότυπό του, τόσο περισσότερο θα μιμηθεί τη συμπεριφορά του. Άλλα πειράματα έχουν δείξει ότι το παιδί μιμείται τη συμπεριφορά του πιο ισχυρού γονιού.

Επίσης, όσο περισσότερο ο γονιός δέρνει το παιδί του, τόσο περισσότερο επιθετικό γίνεται το παιδί. Δηλαδή όταν αυτό το παιδί διαπληκτίζεται με άλλα παιδιά, θα εκδηλώσει την επιθετικότητά του με τον ίδιο τρόπο που έμαθε από το γονιό του. Η διαδικασία αυτή γίνεται ως εξής: το παιδί είναι άτακτο - ο γονιός θέλει να μάθει στο παιδί να μην είναι άτακτο - ο γονιός δέρνει το παιδί - το παιδί παρατηρεί τη συμπεριφορά του γονιού και επειδή τον αγαπά μιμείται τη συμπεριφορά του και τελικά όταν το παιδί βρεθεί σε κατάσταση διέγερσης, μιμείται τη συμπεριφορά του γονιού και δέρνει τον άλλον. Δηλαδή το παιδί δεν κάνει αυτό που ο γονιός του λέει ότι πρέπει να κάνει. Αντιθέτως, παρατηρεί τη συμπεριφορά του γονιού και μιμείται αυτή την ίδια συμπεριφορά.

O Αlbert Bandura στο video που ακολουθεί, επεξηγεί το πείραμα και τη μίμηση των επιθετικών προτύπων.

 

Κατηγορίες:
Νέα

Things I wish someone had told me when I was learning how to code

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Για τους φίλους μας που ασχολούνται με τους υπολογιστές ένα ενδιαφέρον άρθρο!

And what I’ve learned from teaching others

Before you learn to code, think about what you want to code

Knowing how to code is mostly about building things, and the path is a lot clearer when you have a sense of the end goal. If your goal is “learn to code,” without a clear idea of the kinds of programs you will write and how they will make your life better, you will probably find it a frustrating exercise.

I’m a little ashamed to admit that part of my motivation for studying computer science was that I wanted to prove I was smart, and I wanted to be able to get Smart Person jobs. I also liked thinking about math and theory (this book blew my mind at an impressionable age) and the program was a good fit. It wasn’t enough to sustain me for long, though, until I found ways to connect technology to the things I really loved, like music and literature.

So, what do you want to code? Websites? Games? iPhone apps? A startup that makes you rich? Interactive art? Do you want to be able to impress your boss or automate a tedious task so you can spend more time looking at otter pictures? Perhaps you simply want to be more employable, add a buzzword to your resume, or fulfill the requirements of your educational program. All of these are worthy goals. Make sure you know which one is yours, and study accordingly.

There’s nothing mystical about it

Coding is a skill like any other. Like language learning, there’s grammar and vocabulary to acquire. Like math, there are processes to work through specific types of problems. Like all kinds of craftsmanship and art-making, there are techniques and tools and best practices that people have developed over time, specialized to different tasks, that you’re free to use or modify or discard.

This guy (a very smart guy! Whose other writings I enjoy and frequently agree with!) posits that there is a bright line between people with the True Mind of a Programmer and everyone else, who are lacking the intellectual capacity needed to succeed in the field. That bright line consists, according to him, of pointers and recursion (there are primers here and here for the curious).

I learned about pointers and recursion in school, and when I understood them, it was a delightful jolt to my brain — the kind of intellectual pleasure that made me want to study computer science in the first place. But, outside of classroom exercises, the number of times I’ve had to be familiar with either concept to get things done has been relatively small. And when helping others learn, over and over again, I’ve watched people complete interesting and rewarding projects without knowing anything about either one.

There’s no point in being intimidated or wondering if you’re Smart Enough. Sure, the more complex and esoteric your task, the higher the level of mastery you will need to complete it. But this is true in absolutely every other field. Unless you’re planning to make your living entirely by your code, chances are you don’t have to be a recursion-understanding genius to make the thing you want to make.

It never works the first time

And probably won’t the second or third time

When you first start learning to code, you’ll very quickly run up against this particular experience: you think you’ve set up everything the way you’re supposed to, you’ve checked and re-checked it, and it still. doesn’t. work. You don’t have a clue where to begin trying to fix it, and the error message (if you’re lucky enough to have one at all) might as well say “fuck you.” You might be tempted to give up at this point, thinking that you’ll never figure it out, that you’re not cut out for this. I had that feeling the first time I tried to write a program in C++, ran it, and got only the words “segmentation fault” for my trouble.

But this experience is so common for programmers of all skill levels that it says absolutely nothing about your intelligence, tech-savviness, or suitability for the coding life. It will happen to you as a beginner, but it will also happen to you as an experienced programmer. The main difference will be in how you respond to it.

I’ve found that a big difference between new coders and experienced coders is faith: faith that things are going wrong for a logical and discoverable reason, faith that problems are fixable, faith that there is a way to accomplish the goal. The path from “not working” to “working” might not be obvious, but with patience you can usually find it.

Someone will always tell you you’re doing it wrong

Braces should go on the next line. Braces should go on the same line. Use tabs to indent. But tabs are evil. You should use stored procedures, but actually you shouldn’t use them. You should always comment your code. But good code doesn’t need comments.

There are almost always many different approaches to a particular problem, with no single “right way.” A lot of programmers get very good at advocating for their preferred way, but that doesn’t mean it’s the One True Path. Going head-to-head with people telling me I was Wrong, and trying to figure out if they were right, was one of the more stressful aspects of my early career.

If you’re coding in a team with other people, someone will almost certainly take issue with something that you’re doing. Sometimes they’ll be absolutely correct, and it’s always worth investigating to see whether you are, in fact, Doing It Wrong. But sometimes they will be full of shit, or re-enacting an ancient and meaningless dispute where it would be best to just follow a style guide and forget about it.

On the other hand, if you’re the kind of person who enjoys ancient but meaningless disputes (grammar nerds, I’m looking at you), you’ve come to the right place.

Someone will always tell you you’re not a real coder

HTML isn’t real coding. If you don’t use vi, you’re not really serious. Real programmers know C. Real coders don’t do Windows. Some people will never be able to learn it. You shouldn’t learn to code. You’re not a computer programmer (but I am).

“Coding” means a lot of different things to a lot of different people, and it looks different now from how it used to. And, funnily enough, the tools and packages and frameworks that make it faster and easier for newcomers or even trained developers to build things are most likely to be tarred with the “not for REAL coders” brush. (See: “Return of the Real Programmer”)

Behind all this is the fear that if “anyone” can call themselves a programmer, the title will become meaningless. But I think that this gatekeeping is destructive.

Use the tools that make it easiest to build the things you want to build. If that means your game was made in Stencyl or GameMaker rather than written from scratch, that’s fine. If your first foray into coding is HTML or Excel macros, that’s fine. Work with something you feel you can stick with.

As you get more comfortable, you’ll naturally start to find those tools limiting rather than helpful and look for more powerful ones. But most of the time, few people will ever even look at your code or even ask what you used — It’s what you make with it that counts.

Worrying about “geek cred” will slowly kill you

See above. I used to worry a lot, especially in school, about whether I was identifying myself as “not a real geek” (and therefore less worthy of inclusion in tech communities) through my clothing, my presentation, my choice of reading material and even my software customization choices. It was a terrible waste of energy and I became a lot more functional after I made the decision to let it all go.

You need to internalize this: your ability to get good at coding has nothing to do with how well you fit into the various geek subcultures. This goes double if you know deep down that you’ll never quite fit. The energy you spend proving yourself should be going into making things instead. And, if you’re an indisputable geek with cred leaking from your eye sockets, keep this in mind for when you’re evaluating someone else’s cred level. It may not mean what you think it does.

Sticking with it is more important than the method

There’s no shortage of articles about the “right” or “best” way to learn how to code, and there are lots of potential approaches. You can learn the concepts from a book or by completing interactive exercises or by debugging things that others have written. And, of course, there are lots of languages you might choose as your first to learn, with advocates for each.

A common complaint with “teach yourself to code” programs and workshops is that you’ll breeze happily through the beginner material and then hit a steep curve where things get more difficult very quickly. You know how to print some lines of text on a page but have no idea where to start working on a “real,” useful project. You might feel like you were just following directions without really understanding, and blame the learning materials.

When you get to this stage, most of the tutorials and online resources available to you are much less useful because they assume you’re already an experienced and comfortable programmer. The difficulty is further compounded by the fact that “you don’t know what you don’t know.” Even trying to figure out what to learn next is a puzzle in itself.

You’ll hit this wall no matter what “learn to code” program you follow, and the only way to get past it is to persevere. This means you keep trying new things, learning more information, and figuring out, piece by piece, how to build your project. You’re a lot more likely to find success in the end if you have a clear idea of why you’re learning to code in the first place.

If you keep putting bricks on top of each other, it might take a long time but eventually you’ll have a wall. This is where that faith I mentioned earlier comes in handy. If you believe that with time and patience you can figure the whole coding thing out, in time you almost certainly will.

Κατηγορίες:
Νέα

"Και εγώ ξεφεύγω..." ή ο συναισθηματικος σας λογαριασμός

| 1 ΣΧΟΛΙΑ

Σας δημοσιεύω τώρα ένα άρθρο της γυναίκας μου στο Protagon.

 

  • Photo: Angeliki Panagiotou / SOOC

    Photo: Angeliki Panagiotou / SOOC

 «Εσύ δεν ξεφεύγεις ποτέ; Δεν θυμώνεις; Δεν φωνάζεις;», με ρωτάνε οι γονείς στις ομάδες γονέων. Και κάθε φορά που ακούω αυτή την ερώτηση απαντώ το ίδιο και παραμένω απορημένη. Γιατί άραγε μία ψυχολόγος θα έπρεπε να μην ξεφεύγει ποτέ; Να μην κάνει λάθη; Να είναι σίγουρη για όλα ως μητέρα μιας και είναι και ψυχολόγος; Αυτός είναι ο γονιός που θέλουμε να πετύχουμε; Και κάθε φορά που ξεφεύγω με τα παιδιά μου θυμάμαι αυτήν την ερώτηση αλλά και την απάντησή μου. Για να με καθησυχάσω τη θυμάμαι, όπως προσπαθώ να καθησυχάσω τους γονείς στις ομάδες.

Τους λέω ότι κανείς δεν είναι τέλειος και η ψυχολογία ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι κάτι τέτοιο είναι ο στόχος. Αντίθετα, μία ολόκληρη θεωρητική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία, η λογικοθυμική, προσπαθεί να βοηθήσει τους ανθρώπους, μεταξύ άλλων, να ξεφύγουν από την τελειομανία. Τους λέω ότι η τελειότητα έχει το πλεονέκτημα ότι δεν αναρωτιέσαι ποτέ για τίποτα γιατί είσαι σίγουρος ότι εσύ ξέρεις το «ορθώς πράττειν», αλλά έχει και μειονεκτήματα. Αν είσαι τέλειος γονιός χάνεις τη δυνατότητα να είσαι ένας εξελισσόμενος γονιός. Ένας γονιός που κάθε μέρα προσπαθεί να μάθει, να λύσει τις απορίες του, να εξερευνήσει τα μονοπάτια του κάθε παιδιού του ξεχωριστά, να αναλύσει τα δικά του τυφλά σημεία, να προχωρήσει. Κι αφού «προχωρήσει» να «οπισθοχωρήσει» και πάλι, και να κάνει λάθη ξανά, και να ξεφύγει, και να είναι άνθρωπος…

Μία πρόσφατη προσέγγιση στη θετική ψυχολογία μελετάει την αυτο-συμπόνια (self-compassion). Η αυτο-συμπόνια μας ζητάει να κάνουμε για τον εαυτό μας αυτό που σχετικά εύκολα κάνουμε για τους άλλους. Τι κάνουμε όταν νιώθουμε γλυκά και συμπονετικά για κάποιον άνθρωπο που ζορίζεται; Κατανοούμε τη δυσκολία του, του φερόμαστε γλυκά, με ευγένεια. Αν το ζόρι έχει να κάνει με κάποιο προσωπικό του λάθος, δεν τον κριτικάρουμε αλλά τον βοηθάμε να δει ότι είναι φυσιολογικό το… «ανθρωπίνως σφάλλειν». Πώς τα πάτε με την αυτο-συμπόνια συνολικά και ως γονιός; Τι θα λέγατε σε έναν αγαπημένο φίλο σας αν σας έλεγε πικραμένος ότι ξέφυγε με τα παιδιά του; Τι θα λέγατε για το ίδιο θέμα στον εαυτό σας;

Θα μου πείτε βεβαίως ότι όλο αυτό με την αυτο-συμπόνια έχει και κινδύνους. Υπάρχει το ρίσκο όλα να τα δικαιολογούμε και όλα να τα ξεπερνάμε με τη δικαιολογία ότι είμαστε άνθρωποι. Ναι, θα συμφωνήσω. Κι αυτό είναι το άλλο άκρο. Έχουμε να λύσουμε τα δικά μας τυφλά σημεία που μας οδηγούν σε εξάρσεις και δεν θα μείνουμε στη δικαιολογία. Όμως, σε κάθε περίπτωση, ο γονιός που κάνει λάθη και προσπαθεί να τα διορθώσει, που φέρεται ευγενικά στον εαυτό του όταν ξεφεύγει, βοηθάει τον εαυτό του αλλά και τα παιδιά του με τρόπους που ίσως δεν είναι ορατοί εκ πρώτης όψεως. Τους διδάσκει, με το παράδειγμα του, ότι τα λάθη επιτρέπονται, ότι η προσπάθεια είναι αέναη, ότι δεν αυτομαστιγωνόμαστε όταν κάτι δεν κάνουμε καλά.

Και ξέρετε κάτι; Ένα ακόμα πράγμα που λέω στις ομάδες γονέων είναι για τον λογαριασμό καταθέσεων. Η σχέση γονιού-παιδιού είναι σαν ένας λογαριασμός στην τράπεζα. Μία δύσκολη στιγμή, μία στιγμή που ξέφυγες και ντρέπεσαι γι' αυτό, είναι μία μικρή ανάληψη. Όμως, αν ο «συναισθηματικός σου λογαριασμός» με το παιδί έχει πολλές καταθέσεις μία ανάληψη δεν αρκεί για να τον αδειάσει. Έχετε καταθέσεις; Έχετε αγκαλιές, γλυκές στιγμές, γέλια, γαργαλητά, βόλτες, καλά λόγια από καρδιάς, βλέμματα όλο αγάπη; Έχετε;

* Η Άννυ Μπενέτου (Msc, Phd) είναι ψυχολόγος και ασχολείται με τη συμβουλευτική και τη θετική ψυχολογία.

ένα άρθρο των πρωταγωνιστών

Κατηγορίες:
Νέα

Τα μπαλώματα στους δρόμους μας

| 1 ΣΧΟΛΙΑ

Σας δημοσιεύω το άλλο άρθρο μου στο Protagon.

  • Photo: Mike Mozart/Flickr

    Photo: Mike Mozart/Flickr

 

Είχα ξαναγράψει ένα άρθρο στο protagon για τα αγριόχορτα στους δρόμους και στα διαζώματα.

Τον τελευταίο καιρό με βασανίζει συνέχεια η εικόνα των μπαλωμάτων στους δρόμους μας. Και όχι μόνο η εικόνα αλλά και η αίσθηση, μιας και κινούμαι με μοτοσυκλέτα και τα νιώθω με τις ανωμαλίες τους στο ίδιο μου το σώμα.

Μικρή παρένθεση: Πριν από δέκα χρόνια περίπου βρεθήκαμε με τη γυναίκα μου στην Αγγλία για ιατρικούς λόγους της μεγάλης μας κόρης. Καθώς πηγαίναμε λοιπόν στο ιατρικό κέντρο με το καρότσι μια μέρα είδα κάτι εργάτες που έφτιαχναν μια τρύπα στον δρόμο. Την έφτιαχναν σαν να έβγαζαν από ένα ταψί με καρυδόπιτα ένα κομμάτι. Τόσο προσεγμένα όλα. Ζυγισμένα. Φαντάστηκα ότι μέσα θα πρόσθεταν το υλικό για να γεμίσουν το κενό που είχε δημιουργηθεί. Την άλλη μέρα έψαχνα να βρω τη διορθωμένη λακκούβα και πραγματικά δυσκολεύτηκα να βρω το σημείο! Τόσο ομοιόμορφα είχαν φτιάξει τη λακκούβα!

Στα δικά μας τώρα: Σκέφτομαι πόσες χιλιάδες λακκούβες έχει αυτή η χώρα. Και όλες αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Βάζουμε παραπάνω άσφαλτο που κάνει μια καμπύλωση με σκοπό να πατηθεί και να έρθει στα ίσια του. Έλα όμως που δεν έρχεται ποτέ.

Είμαι φυσικός. Όχι μηχανικός. Αν μου δώσετε όμως το πρόβλημα θα το ψάξω και θα βρω τη γόμωση και τον τρόπο που πρέπει να γίνεται, ώστε να πετύχουμε το αποτέλεσμα των Βρετανών. Ή μήπως δεν θέλουμε; Μήπως θέλουμε να αναταρασσόμαστε στους δρόμους γιατί και αυτό είναι μια μέθοδος αυτοτιμωρίας και εκπαίδευσης στην κουλτούρα μας;

Κατηγορίες:
Νέα
web design by