Τα κεντρικά ερωτήματα που πρέπει εδώ να θέσουμε στον εαυτό μας, επιθυμώ να τα εκφράσω ως εξής: Τι μας έχει φέρει η ελευθερία; Καλό ή κακό; Τι υπερτερεί; Πώς εμφανίζεται η ισορροπία καλού και κακού;
Βρίσκω αυτά τα ερωτήματα άκρως ενδιαφέροντα και θα ήθελα να προσπαθήσω να απαντήσω με όσο το δυνατόν περισσότερο διεισδυτικό και περιεκτικό τρόπο, μέσα από μια σειρά θέσεων.
Η πρώτη θέση μου είναι η ακόλουθη: Ισχυρίζομαι ότι ο κόσμος μας, ο κόσμος των δυτικών δημοκρατιών, όντως δεν είναι ο καλύτερος πιθανός ή λογικά δυνατός πολιτικός κόσμος, αλλά, παρά ταύτα, είναι ο καλύτερος από όλους τους πολιτικούς κόσμους, των οποίων την ιστορική ύπαρξη μπορούμε να γνωρίζουμε. Απ’ αυτή την άποψη, είμαι, λοιπόν, ένας παράφορος οπτιμιστής.
Για να εξηγήσω και να τεκμηριώσω αυτή την πρώτη αισιόδοξη θέση μου, θα ήθελα να πω αρχικά ότι, αν δοξάζω την εποχή μας, δεν το κάνω σκεπτόμενος τη ραγδαία ανάπτυξη ή το οικονομικό θαύμα της – αν και, σίγουρα, δεν είναι μικρό πράγμα, το ότι στην κοινωνία μας υποφέρουν λιγότεροι άνθρωποι από πείνα παρά ποτέ. Αυτό που έχω στο μυαλό μου είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.
Για να το καταστήσω σαφές μέσα από μια αντίθεση, θα ήθελα να παραπέμψω σε μια παρατήρηση του προηγούμενου επισκόπου του Μπράντφορντ, ο οποίος το 1942. καταδίκασε τον Δυτικό Κόσμο μας ως έναν κόσμο του σατανά και παρότρυνε όλους τους πιστούς χριστιανούς να συνεισφέρουν στην εξόντωση αυτού του διαβολικού κατασκευάσματος, βοηθώντας στην επικράτηση του σταλινικού κομουνισμού. Έκτατε, ο σατανισμός του Στάλιν υιοθετήθηκε από τους ίδιους τους κομουνιστές και για μια μάλλον μικρή, αλλά πολύ ανανεωτική περίοδο, ο σατανισμός του Στάλιν ήταν ένα σημαντικό συστατικό της γενικής γραμμής του Κόμματος, αν όχι ακριβώς του προγράμματος του Κόμματος. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμα πιστοί άνθρωποι, και στην Αγγλία βαθιά θρησκευόμενοι και αληθινοί χριστιανοί, που σκέφτονται ακόμα όπως ο προηγούμενος επίσκοπος του Μπράντφορντ.
Για να διατυπώσω τώρα, την πρώτη οπτιμιστική θέση μου με δριμύτητα, θέλω, από την ίδια οπτική που ο Επίσκοπος κατέκρινε τον Δυτικό μας Κόσμο ως ένα σατανικό κατασκεύασμα, να χαρακτηρίσω, εγώ, τον κόσμο μας ως τον καλύτερο, όλων των κόσμων, από όσων έχουμε ιστορική γνώση.
Γιατί ο Επίσκοπος αναφερόταν στις καθαρά ανθρώπινες αξίες – αυτές που ο Καντ ονομάζει ανθρώπινη αξιοπρέπεια και προθυμία για βοήθεια. Αυτές, όπως πίστευε εκείνος, απειλούνταν με εξαφάνιση στη Δύση και ήταν διασφαλισμένες στη Ρωσία. Αλλά εμένα μου φαίνεται ότι, μέσα στον ιδεαλισμό του, δεν είδε τα γεγονότα σωστά. Ποτέ προηγουμένως δεν υπήρξε κοινωνία με τόση λίγη καταπίεση, τόση λίγη ταπείνωση και τόσο λίγο εξευτελισμό, όσο η δική μας. Ποτέ πριν δεν υπήρχαν τόσοι πολλοί που να είναι πρόθυμοι να θυσιαστούν, ώστε να απολυτρώσουν άλλους από την πείνα και την αθλιότητα.
Πιστεύω, λοιπόν, πως εμείς εδώ στη Δύση δεν έχουμε κανένα λόγο να ντρεπόμαστε μπροστά στην Ανατολή. Αλλά με αυτό δεν θέλω να πω ότι εμείς εδώ στη Δύση δεν πρέπει να ασκούμε κριτική στους θεσμούς μας. Απεναντίας, ακόμα κι αν ο κόσμος μας είναι ο καλύτερος όλων των προηγούμενων, υπάρχουν, παρά ταύτα, σε αυτόν, πολλά που είναι άσχημα διευθετημένα. Κι αυτά που έχουμε καταφέρει, μπορεί ανά πάσα στιγμή να τα χάσουμε πάλι. Αυτός ο κίνδυνος είναι μεγάλος και παραμένει πάντα. Μ’ αυτά, έρχομαι στη δεύτερη θέση μου:
Αν και θεωρώ τον πολιτικό μας κόσμο ως τον καλύτερο όλων των κόσμων, απ’ όσους μπορούμε ιστορικά να γνωρίζουμε, πρέπει να φροντίζουμε να αποδίδουμε αυτό το γεγονός στη δημοκρατία ή την ελευθερία. Η ελευθερία δεν είναι κανένας προμηθευτής που μας παραδίδει τα αγαθά της ζωής στο σπίτι. Η δημοκρατία δεν καταφέρνει τίποτε από μόνη της – ούτε καν ένα οικονομικό θαύμα. Είναι λάθος και γενικά επικίνδυνο να εκθειάζουμε την ελευθερία, όταν λέει στους ανθρώπους ότι πρόκειται να ευημερήσουν μόνο αν γίνουν πρώτα ελεύθεροι.
Όπως συμβαίνει και στη ζωή του ανθρώπου, είναι κυρίως θέμα τύχης ή εύνοιας και σε σχετικά μικρό ποσοστό ίσως, θέμα ικανότητας, εργατικότητας και άλλων αρετών. Αυτό που μπορεί να πει κανείς, στην καλύτερη περίπτωση, για τη δημοκρατία ή την ελευθερία, είναι ότι κάνει λίγο αποτελεσματικότερη την επιρροή της προσωπικής μας ικανότητας στην ευημερία μας. Και έτσι έρχομαι στην τρίτη θέση μου:
Δεν πρέπει να επιλέγουμε την ελευθερία γιατί μας υπόσχεται μια ανετότερη ζωή, αλλά γιατί αναπαριστά μια αξία που δεν εξαργυρώνεται με υλικές αξίες. Πρέπει να την επιλέγουμε, κατά τα λόγια του Δημόκριτου:
«Προτιμώ τη ζωή σε μια φτωχική δημοκρατία, παρά τον πλούτο σε μια τυραννίδα»· καθώς και: «Η πενία σε μια δημοκρατία είναι καλύτερη από όλα τα πλούτη κάτω από μια αριστοκρατία ή μια απολυταρχία, γιατί η ελευθερία είναι καλύτερη από τη δουλεία».
Στην τέταρτη θέση μου θέλω να πάω ένα βήμα πιο πέρα. Η ελευθερία, η δημοκρατία και η πίστη μας σε αυτές, μπορούν να μας οδηγήσουν στην καταστροφή. Είναι λάθος να θεωρείται ότι η πίστη στην ελευθερία οδηγεί πάντα στη νίκη· πρέπει να αντιληφθούμε ότι μπορεί να οδηγήσει και σε ήττα. Όταν επιλέγουμε την ελευθερία πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να χαθούμε μαζί της. Η Πολωνία πολέμησε για την ελευθερία όπως καμιά άλλη χώρα. Ο τσέχικος λαός ήταν το 1938 έτοιμος να πολεμήσει για την ελευθερία του: δεν ήταν η έλλειψη θάρρους που όρισε την ήττα του. Η ουγγρική επανάσταση του 1956 -έργο νέων ανθρώπων που δεν είχαν να χάσουν τίποτε άλλο παρά τις αλυσίδες τους- θριάμβευσε και κατόπιν κατέληξε στην αποτυχία.
Ο αγώνας για την ελευθερία μπορεί, επίσης, να αποτύχει και με άλλους τρόπους: Μπορεί να εκφυλιστεί σε τρομοκρατία, όπως στη γαλλική και τη ρωσική επανάσταση. Μπορεί να οδηγήσει σε άκρα σκλαβιά. Η δημοκρατία και η ελευθερία δεν εγγυώνται τη χιλιαστική ουτοπία .Όχι, δεν επιλέγουμε την πολιτική ελευθερία γιατί μας υπόσχεται εκείνο ή το άλλο. Την επιλέγουμε γιατί κάνει δυνατή τη μοναδική αξιοπρεπή μορφή ανθρώπινης συμβίωσης- τη μοναδική μορφή στην οποία μπορούμε να είμαστε απολύτως υπεύθυνοι. Αν καταφέρουμε να πραγματοποιούμε τις δυνατότητές της, αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες – και, πάνω απ’ όλα, από εμάς.
***
Καρλ Πόπερ – Η ζωή είναι επίλυση προβλημάτων