Λογοτεχνία (5 άρθρα)

Χαλίλ Γκιμπράν – Ιστορία ενός φίλου

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

O Λιβανέζος συγγραφέας Χαλίλ Γκιμπράν, γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου του 1883, στο Μπσαρί της ορεινής περιοχής του Βόρειου Λιβάνου.

 

Τον ήξερα σα νέο πού είχε χαθεί στό μονοπάτι τής ζωής, πού τον κέντριζαν οι άγριες παρορμήσεις του καί πού ακολουθούσε τό θάνατο κυνηγώντας τις επιθυμίες του. Τόν ήξερα σάν ένα τρυφερό λουλούδι πού οί άνεμοι τής απερισκεψίας τό είχαν παρασύρει στή θάλασσα τής άσεμνης ηδονής.

Τόν ήξερα από κείνο τό χωριό, σάν ένα κακότροπο αγόρι πού κατέστρεφε μέ τά σκληρά του χέρια τις φωλιές των πουλιών καί σκότωνε τά μικρά πουλιά στις φωλιές τους καί ποδοπατούσε τά όμορφα άνθη τών ευωδιαστών λουλουδιών.

Τόν ήξερα στό σχολείο σάν έναν έφηβο πού άποστρεφόταν τή μάθηση, άλαζονικό, κι εχθρό τής ειρήνης καί τής φιλίας.

Τόν ήξερα στην πόλη σάν ένα νέο πού εμπορευόταν την τιμή τού πατέρα του σ’ άτιμες αγορές, καί ξόδευε τά χρήματα τού πατέρα του σε κακόφημα σπίτια καί παράδινε τό νου του στό χυμό τού σταφυλιού.

‘Ωστόσο, τόν αγαπούσα. Κι ή αγάπη μου γι’ αυτόν ήταν ένα μίγμα λύπης καί συμπάθειας. Τόν αγαπούσα γιατί οί αμαρτίες του δέν είχαν γεννηθεί από κάποιο μικρό μυαλό, αλλά ήταν πιο πολύ καμώματα μιας ψυχής χαμένης καί απελπισμένης.

Τό πνεύμα, αγαπητοί μου, ξεστρατίζει από τό μονοπάτι τής σοφίας απρόθυμα, αλλά ξαναγυρίζει σ’ αυτό πρόθυμα’ όταν οί ανεμοστρόβιλοι τής νιότης σηκώνουν χώμα καί άμμο, τά μάτια τυφλώνονται για κάμποσο καιρό.

 

’Αγαπούσα αυτόν τό νέο γιατί έβλεπα τό περιστέρι τής συνείδησής του νά παλεύει με τό γεράκι τής κακίας του. Κι έβλεπα ότι τό περιστέρι ύπέκυπτε όχι από δειλία άλλα από τή δύναμη του εχθρού του.

Ή συνείδηση είναι ένας δίκαιος άλλα αδύναμος δικαστής. Ή άδυναμία τού στερεί τή δύναμη νά έκτελέσει τήν κρίση του.

Είπα ότι τον αγαπούσα. Κι ή άγάπη έρχεται μέ διαφορετικές μορφές. Μερικές φορές έρχεται μέ τή σοφία καί τή φρόνηση· άλλες φορές, μέ τή δικαιοσύνη’ καί πολλές φορές μέ τήν ελπίδα. Ή άγάπη μου γι’ αυτόν συντηρούσε τήν ελπίδα μου ότι κάποια μέρα θά έβλεπα τό φως νά θριαμβεύει μέσα του πάνω στο σκοτάδι. ’Αλλά δέν ήξερα πότε καί πού ή διαφθορά του θά μετατρεπόταν σέ αγνότητα, ή κτηνωδία του σέ καλοσύνη, ή παραλυσία του σέ σοφία. Ό άνθρωπος δέν ξέρει μέ ποιο τρόπο ή ψυχή απελευθερώνεται άπό τή σκλαβιά τής ύλης, παρά μόνο όταν άπελευθερωθεί. Ούτε γνωρίζει ο άνθρωπος πώς τά λουλούδια χαμογελούν μόνο όταν έρθει ή αυγή.

ΙI

Οί μέρες περνούσαν, ακολουθώντας τις νύχτες, κι εγώ θυμώμουν τό νέο μέ πόνο κι άναστεναγμό’ επαναλάμβανα τ’ όνομά του μέ στοργή πού έκανε τήν καρδιά μου νά ματώνει. Καί νά, χθες, έλαβα ένα γράμμα άπ’ αυτόν πού έλεγε:

«’Έλα νά μέ δεις, φίλε μου, γιατί θέλω νά σέ γνωρίσω μ’ ένα νέο πού ή καρδιά σου θά χαρεί νά τον συναντήσει, κι ή ψυχή σου θά νιώσει αγαλλίαση».

’Εγώ είπα, «’Αλίμονο μου! Θέλει ίσως νά άνακατέψει τή θλιβερή φιλία του μέ κάποια άλλη παρόμοια; Δέν είναι μόνος του άρκετό παράδειγμα στον κόσμο τής πλάνης καί τής αμαρτίας; Θέλει τώρα νά δυναμώσει τις κακίες του μέ τις κακίες τού συντρόφου του έτσι που έγώ να τις δώ δυο φορές πιο σκοτεινές;»

Ύστερα είπα στον εαυτό μου, «Πρέπει να πάω’  ίσως ή σοφή ψυχή νά μαζέψει καρπούς από τ’ αγκάθια, κι ή γεμάτη άγάπη καρδιά νά βγάλει φως απ’ τό σκοτάδι».

“Οταν βράδυασε, πήγα και τον βρήκα μόνο στο δωμάτιό του νά διαβάζει ένα βιβλίο μέ στίχους. «Που είναι ο καινούργιος φίλος σου;» είπα, κι εκείνος απάντησε, «Έγώ είμαι, φίλε μου». Καί φανέρωνε μιά ηρεμία πού ποτέ πρίν δέν είχα δει σ’ αυτόν. Στά μάτια του μπόρεσα τώρα νά δώ ένα παράξενο φως πού φώτιζε τήν καρδιά του. Αυτά τά μάτια όπου είχα δει πρίν τή σκληρότητα, φεγγοβολούσαν τώρα μέ τό φως τής καλοσύνης. Ύστερα, μέ μιά φωνή πού νόμισα ότι ερχόταν από κάποιον άλλο, εκείνος είπε, «Ό νέος πού γνώρισες στά παιδικά σου χρόνια καί πού μαζί του πήγαινες στο σχολείο, έχει πεθάνει πιά. Μέ τό θάνατο εκείνου, γεννήθηκα έγώ. Έγώ είμαι ό καινούργιος σου φίλος’ πάρε τό χέρι μου».

Καθώς έσφιγγα τό χέρι του ένιωσα τήν ύπαρξη ενός ευγενικού πνεύματος πού κυκλοφορούσε μέσα στο είναι του. Τό σιδερένιο πρίν χέρι του είχε γίνει απαλό κι ευγενικό. Τά δάχτυλά του πού χθές ξέσκιζαν σάν τά νύχια τής τίγρης, σήμερα χάϊδευαν τήν καρδιά.

Τότε, μίλησα πάλι. «Ποιος είσαι σύ, καί τί έγινε; Πώς έγινες αυτός ό καινούργιος άνθρωπος; Μήπως τό άγιο πνεύμα μπήκε στήν καρδιά σου καί αγίασε τήν ψυχή σου; ’Ή μήπως παίζεις κάποιο ρόλο, εφεύρημα κάποιου ποιητή;

Κι εκείνος είπε, «’Ά, φίλε μου, τό πνεύμα κατέβηκε σέ μένα καί μ’ ευλόγησε. Μιά μεγάλη άγάπη έκανε τήν καρδιά μου αγνό, ιερό βωμό. Είναι μιά γυναίκα, φίλε μου ή γυναίκα πού ώς χθές έγώ νόμιζα παιχνίδι ατά χέρια τού άντρα — πού μ’ απελευθέρωσε άπ’ τό σκοτάδι τής κόλασης κι άνοιξε μπροστά μου τις πύλες τού παραδείσου όπου καί μπήκα. Μιά άληθινή γυναίκα μέ πήρε στον ’Ιορδάνη ποταμό τής άγάπης της καί, μέ βάφτισε. Ή γυναίκα πού την αδερφή της περιφρονούσα από την άγνοιά μου μέ άνύψωσε στο θρόνο τής δόξας. Ή γυναίκα πού τή συντροφιά της μόλυνα μέ την κακία μου, εξάγνισε την καρδιά μου μέ την αγάπη της. Ή γυναίκα πού τις αδερφές της αγόραζα σά σκλάβες μέ τό χρυσάφι τού πατέρα μου, μ’ ελευθέρωσε μέ την ομορφιά της. Ή γυναίκα πού οδήγησε τον Άδάμ έξω από τον παράδεισο μέ τή δύναμη τής θέλησής της, μέ ξανάμπασε στον παράδεισο μέ την τρυφερότητά της καί τήν ύπακοή μου».

***

από το βιβλίο Χαλίλ Γκιμπράν – Σκέψεις και διαλογισμοί

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Στις 18 Οκτωβρίου του 1979, ο Οδυσσέας Ελύτης βραβεύεται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Σαν σήμερα, στις 18 Οκτωβρίου του 1979, η Σουηδική Ακαδημία αναγγέλλει την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Οδυσσέα Ελύτη «για την ποίησή του, που με φόντο την ελληνική παράδοση, με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική οξύνοια ζωντανεύει τον αγώνα τού σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργία»

Ο Οδυσσέας Ελύτης μιλάει για τις συνέπειες του βραβείου Νόμπελ:

Δύο ειδών μπορεί να είναι οι συνέπειες: ψυχολογικές και πρακτικές. Από τις πρώτες, ευτυχώς, ούτε μία δεν σημειώθηκε στην περίπτωση τη δική μου. Θέλω να πω ότι στην πνευματική μου υπόσταση, το γεγονός αυτό δεν εβάρυνε καθόλου. Θα ήταν ανόητο να νιώσω ότι έγινα ξαφνικά σπουδαίος ή ότι έπρεπε ν’ αλλάξει ο τρόπος που ζω ή αντιμετωπίζω τα πράγματα. Πολύ περισσότερο να προσπαθήσω να προσαρμόσω την τέχνη μου στις απαιτήσεις ενός κοινού που από ελληνικό γινότανε διεθνές. Έχω κληρονομήσει από τους Αρβανίτες προγόνους της μητέρας μου ένα πείσμα που μου βγήκε σε καλό.

Από τα πρώτα μου βήματα μου εδόθηκε να συλλάβω σε γενικές γραμμές το οικοδόμημα που θα ήθελα να πραγματοποιήσω. Το έφερα ως εδώ με μερικές επιτυχίες αλλά και με αβαρίες πολλές. Σήμερα, το μόνο που με νοιάζει είναι να ‘χω υγεία και χρόνους, για να το ολοκληρώσω. Πάντοτε με χίλιες δυσκολίες και πάντοτε πλησιάζοντας κατά προσέγγιση το ιδανικό. Δεν βλέπω λοιπόν σε τι θα μπορούσε το γεγονός του Νόμπελ να ωφελήσει ή να βλάψει, όταν οι επιδιώξεις μου είναι αυτές. «Τομή» από την άποψη την πνευματική, το επαναλαμβάνω, δεν υπάρχει.

Βεβαιότατα όμως υπάρχει από την άποψη την πρακτική. Έγινε η ζωή μου άνω – κάτω. Αυτόν το σωρό από αιτήματα που αναγκαζόμουν ως τώρα με δυσφορία να υφίσταμαι στα όρια τα ελληνικά, φαντασθήτε τον πολλαπλασιασμένο επί 20 ή 30. Στην αρχή είπα: Θα βάλω τα δυνατά μου να τα βγάλω πέρα, εωσότου γίνει η επίσημη απονομή. Κι ύστερα θα ησυχάσω.

Πού να ‘ξερα ότι το μεγάλο κακό θα συνεχιζότανε ύστερα. Ξέρετε, πριν να φύγω από την Στοκχόλμη, πήγα ν’ αποχαιρετήσω τον Γραμματέα της Ακαδημίας, τον κ. Γκύλλενστεν, ένα θαυμάσιο άνθρωπο. «Έχετε υπ’ όψιν σας», μου είπε, «ότι θέλοντας, και μη, δύο χρόνια της ζωής σας θα πάνε χαμένα». Το θεώρησα μιαν υπερβολή, ένα σχήμα λόγου. Και όμως ο ενάμισης χρόνος πέρασε και ακόμα να βρω λίγη ώρα ν’ ανοίξω τα χειρόγραφά μου.

Βέβαια φταίει και ο χαρακτήρας μου. Δεν είχα ποτέ το ταλέντο να βάζω τους άλλους να δουλεύουν για μένα. Συνήθισα να τα κάνω όλα μόνος μου. Έχω απαντήσει με το χέρι μου σε πάνω από χίλια διακόσια γράμματα. Έχω στείλει εκατοντάδες αυτόγραφα. Έχω κάνει εννέα φιλμς για ξένες τηλεοράσεις. Αλλά το πιο δύσκολο απ’ όλα είναι οι αρνήσεις. Επειδή δεν αρκεί ν’ αρνείσαι προσκλήσεις, κάποτε πολύ συγκινητικές, πρέπει και να δικαιολογηθείς και να ευχαριστήσεις.

 

Χώρια το άλλο μαρτύριο: των εκδοτών που ερίζουν μεταξύ τους και σε εμπλέκουν σε μυστηριώδη συμβόλαια ή των μεταφραστών που σου υποβάλλουν τριάντα και σαράντα ερωτήματα και διευκρινίσεις. Αυτά όλα είναι πολύ αντιποιητικά πράγματα που οφείλεις να τα ξεπεράσεις όσο γίνεται πιο γρήγορα. Προσπαθώ. Με τις αρνήσεις μου έχω ήδη δημιουργήσει πολλές δυσαρέσκειες. Αλλ’ αυτό, φαίνεται, είναι το τίμημα του βραβείου εφόσον το δέχτηκες. Κι εγώ το δέχτηκα.

***

Aπό μια συνομιλία του Οδ. Ελύτη με τον Αντώνη Φωστιέρη και το Θανάση Νιάρχο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «η λέξη» Μάρτης – Απρίλης 1981

Πηγή: logomnimon.wordpress.com

Κατηγορίες:
Λεξιλογικά

Οι μοναχικοί άνθρωποι έχουν βλέμμα βαθύ... (Μάρω Βαμβουνάκη)

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Όλες οι δυστυχίες του ανθρώπου απορρέουν απ’ την ανικανότητά του να καθίσει σ’ ένα δωμάτιο μόνος και σιωπηλός.~ ΜΠΛΕΖ ΠΑΣΚΑΛ

Στους καιρούς μας, η μοναξιά θεωρείται απειλή, ήττα. Στο όνομα τούτου του τρόμου, αποφασίζονται και οι βαρύτεροι συμβιβασμοί. Συμβιβασμοί στη συντροφιά, στη δουλειά, στους φίλους, στις ιδεολογίες, στο γάμο.

Υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν να κοιμούνται με τον εχθρό τους, να μοιράζονται την κάθε μέρα τους με κάποιον που περιφρονούν, που τους μειώνει, τους αποδιοργανώνει το χαρακτήρα, παρά να ζήσουν, έστω και για ένα διάστημα, μόνοι.

Λέγεται ότι «φόβος μοναξιάς είναι φόβος εαυτού» ίσως και γι’ αυτό είναι τόσο ισχυρός, ολοκληρωτικός φόβος. Όταν ο ίδιος ο εαυτός μας, μας είναι άγνωστος, απωθημένος, παραποιημένος και ξένος, τον αποφεύγουμε.

Υπάρχουν άνθρωποι που μπορείς να ζεις μέσα τους χωρίς να ζεις μαζί τους. Όπως και άνθρωποι που ενώ ζεις μαζί τους είναι αδύνατον να ζεις μέσα τους, έγραφε ο Γκαίτε.

Με άλλα λόγια, μέσα σε πολυμελή οικογένεια, μέσα σε φασαριόζικη παρέα που γλεντοκοπά, μέσα σε μια ομάδα που εκδράμει, η εσωτερική μοναξιά, η αληθινή γνήσια μοναξιά ενός μέλους μπορεί να φτάνει στην απελπισία. Δεν είναι όλοι γεννημένοι για να παντρευτούν, δεν είναι όλοι γεννημένοι για να γεννούν παιδιά.

Κοινωνικός δεν είναι ο κοσμικός. Κοινωνικός είναι ο άνθρωπος που μπορεί να συμπαθήσει τον άλλο. Να τον ακούσει με βαθιά προσοχή, να του ανοίξει την καρδιά του. Την κοινωνικότητα την ορίζει η ικανότητα της συμπάθειας και της αλληλοκατανόησης, ενώ την κοσμικότητα η σωματική συνύπαρξη για κάποιου είδους υλική συνεργασία: για να φωτογραφηθούμε, για παράδειγμα, σε κάποιο κοσμικό περιοδικό ή για να ανταλλάσσουμε επισκέψεις με σκοπό να παραμείνουμε σε ένα επίπεδο μελών καλής οικονομικής τάξεως κ.λπ.

«Αν και έχω χρόνια να σε δω, δεν έλειψες ποτέ από τη ζωή μου», έγραψε κάποιος σε παλιό του δάσκαλο.

Αυτές όμως είναι εμπειρίες που μόνο οι θαρραλέοι της μοναξιάς μπορούν να χαρούν. Γιατί η μοναξιά σου ασκεί το κουράγιο, σου εκλεπτύνει τη διαίσθηση, σου στερεώνει την αυτάρκεια και τη σεμνότητα που καταλήγει να επιλέγει κάθε σοβαρός άνθρωπος. Γιατί η μοναξιά είναι το σχολειό της αυτογνωσίας. Και όπως λέει ο Λάο-Τσε: «Αν όλο τον κόσμο γνωρίσεις, γνώρισες πολλά. Αν γνωρίσεις τον εαυτό σου, τα έμαθες όλα».

Προσέξτε ότι οι μοναχικοί άνθρωποι έχουν βλέμμα βαθύ, ικανό να περιπλανηθεί συγκεκριμένο μέσα στον βαθύ τους εαυτό και μέσα στον βαθύ άλλον που κοιτάζουν. Δείχνουν να γνωρίζουν κάτι παραπάνω απ’ όλους όσοι ολημερίς τρέχουν κι ανακατώνονται σε ατελείωτες απασχολήσεις, φλυαρίες και παρέες.

Οι άνθρωποι που δεν αντέχουν τη μοναξιά, είναι εκείνοι που κάνουν τις χειρότερες σχέσεις. Με τους φίλους, με τα παιδιά τους, και κυρίως με τον ερωτικό τους σύντροφο. Αντιθέτως, εκείνοι που τα έχουν βρει με την ψυχή τους, καταφέρνουν τους πιο πλούσιους δεσμούς. Αγαπούν και είναι σε θέση να νοιάζονται.

Κάποιος ρώτησε ένα σοφό γέρο: «Μα γιατί δεν μπορώ τελικά να κρατήσω ένα φίλο κοντά μου, αφού το θέλω τόσο πολύ;» Και ο σοφός του απάντησε: «Ακριβώς επειδή το θες πάρα πολύ». Η λαχτάρα για σχέση φαρμακώνεται από τη λαχτάρα για ταύτιση, για εξάρτηση, για προβολές, για ρούφηγμα, για χρήση εντέλει.

Με τέτοιες ανάγκες για στόχους, δε συνδέεσαι. Συνεργάζεσαι μόνο για να ανταλλάσσεις αρρώστιες, παθογόνους ερεθισμούς και προφάσεις. Για να αποφεύγεις την πραγματικότητά σου που τρέμεις. Τέτοιες διαθέσεις σύντομα γίνονται αντιληπτές και κάνουν τον άλλον να ασφυκτιά και να απομακρύνεται.

_______________________

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο παλιάτσος και η Άνιμα» της Μάρως Βαμβουνάκη

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Το «γαϊδούρι» του Νίκου Τσιφόρου, μια ιστορία για τη σταδιοδρομία των παιδιών

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Αυτός ήταν ο καημός μου από παιδί. Μου το ’λεγε ο μακαρίτης ο μπαμπάς, γκρίνιαζε κι η δόλια η μάνα μου.

-Εσύ, παιδί μου, δε θα βάλεις μυαλό ποτέ. Εσύ δε θα γίνεις άνθρωπος. Εσύ θα γίνεις γαϊδούρι.

Και να δεις που τα ’χα όλα τα γνωρίσματα του γαϊδουριού. Φωνακλάς ήμουνα, ασήμαντος ήμουνα, αναίσθητος ήμουνα και το χειρότερο, πεισματάρης ήμουνα. Άλλου είδους πεισματάρης. Τίποτα δεν παραδεχόμουνα.

Τράβαγε τα μαλλιά της η γριά.

-Ντύσου να πας στην εκκλησία.

-Δε θέλω.

-Τι θα πει, δε θέλεις, βρε γαϊδούρι; Τι θα πει; Δεν είσαι χριστιανός εσύ; Δεν είσαι ορθόδοξος;

Πήγαινα να της δώσω να καταλάβει:

-Έστω. Είμαι χριστιανός. Ποιος μ’ έκανε όμως;

-Ο νουνός σου.

-Γιατί να με κάνει; Με ρώτησε;

-Τι θα πει, σε ρώτησε; Έτσι γίνεται μ’ όλα τα παιδιά.

-Ποιος το λέει; Εγώ ήθελα να ’μαι βουδιστής. Εγώ διάβασα τον Βούδα και μ’ αρέσει ο Βούδας. Κι αντί η ταυτότητά μου να γράφει Χου-0 ήθελα να γράφει Που-Βου.

-Τι θα πει Που-Βου;

-Πούρος Βουδιστής!

-Τον κακό σου τον καιρό.

‘Ύστερα μου λέγανε για την καλή ανατροφή:

-Να μη λες ψέματα.

Εγώ έλεγα. Με βάζανε μπροστά:

-Γιατί λες, μωρέ;

-Όλοι λένε!

-Ο πατέρας σου λέει;

-Πώς δε λέει. Αφού έχει μαγαζί. Αφού αγοράζει τον -πήχη εκατό δραχμές, τον πουλάει χίλιες και λέει, «λόγω τιμής», ότι του κοστίζει εννιακόσιες.

-Αυτό δεν είναι ψέμα. Είναι εμπόριο.

Δεν το καταλάβαινα. Ύστερα όμως τα ξεχώρισα. Άμα λες ψέμα για τα να κερδίσεις, λέγεται «εμπόριο», «συμφέρον». Άμα λες ψέμα. γιατί σου κάνει κέφι, είσαι ψεύτης και πρέπει να σε περιχύνουνε με ζεματιστό νερό.

Έχει κι άλλα η ανατροφή. Ερχότανε στο σπίτι ένας κύριος, φίλος του πατέρα μου. Ήτανε σμιχτοφρύδης κι είχε και μια κρεατοελιά. Δεν τον χώνευα. Ήθελα να τον μουντζώσω. Λέγανε:

 

-Μη. Δεν κάνει. Είναι συνεταίρος με τον μπαμπά σου.

-Ε! Ο «μπαμπάς» ας τόνε φιλήσει, εγώ θα τόνε μουντζώσω. Δεν είναι δικός μου συνεταίρος.

Με δέρνανε. Πήγαινα κι εγώ πίσω από την πόρτα και τον μούτρωνα κρυφά! Αυτό μού το επιτρέπανε. Γελάγανε κιόλας. Αλλά μου το δηλώσανε:

-Άμα το ’χει και σε δει, θα σε σαπίσουμε στο ξύλο.

Τότε κατάλαβα ότι μπορείς να μουντζώνεις έναν κύριο, άμα κάνεις δουλειά μαζί του, αλλά να τον μουντζώνεις κρυφά.

Όταν τελείωσα το σχολείο, με ρωτήσανε τι δουλειά μ’ αρέσει. -Φαναρτζής! καμάρωσα.

Έφαγα ένα χαστούκι.

-Θα γίνεις δικηγόρος.

-Μα εγώ θέλω φαναρτζής.

-Στην οικογένειά μας, ποτέ.

-Και ο Κωστάκης, ο ξάδερφός μου, έγινε δικηγόρος και δεν έχει τσιγάρο να φουμάρει.

-Τίποτα. Θα μάθεις γράμματα.

Έμαθα. Αργότερα χτύπησα το κεφάλι μου που ήτανε γεμάτο γράμματα. Έβλεπα κείνους που είχανε φασόλια και φάβα με το τσουβάλι, είχανε τρελαθεί στα λεφτά. Καλύτερα να γέμιζα κι εγώ το κεφάλι μου ξυλοκέρατα. Θα ’μουνα κύριος. Τώρα έκανα τράκες, να πάω με το τραμ. Κι ήξερα απ’ όξω το «Κόρπους Γιούρις Τσιβίλις».Τοτε  κατάλαβα ότι τα όσπρια αξίζουνε πιο πολύ απ’ τα γράμματα, Θέλησα να παντρευτώ. Αγαπούσα μια κοπέλα.

Λέει η μάνα μου:

– Όχι. Θα πάρεις προίκα.

– Μα εγώ δεν αγαπάω την προίκα. Κορίτσι αγαπάω…

– Θα πάρεις προίκα!

~Πήρα την προίκα. Πήρα και μια γυναίκα. Ερχότανε με την προίκα -μαζί. Είπα να μου δώσουνε μόνο την προίκα και ν’ αφήσω τη γυναίκα. Όχι! Μου δώσανε και τη γυναίκα.

Βγήκε μια ιδιότροπη, μια γκρινιάρα. Άσπρο εγώ, μαύρο αυτή. Μέρα εγώ, νύχτα αυτή. Μου ’ρχότανε να πάρω τον μπαλντά. αλλά μου είπαν ότι δεν επιτρέπεται. Κι έλεγε κάθε στιγμή:

-Που με πήρες για την προίκα μου!

Τότε κατάλαβα. Άμα πάρεις γυναίκα, δεν παίρνεις προίκα. Άμα πάρεις προίκα, δεν παίρνεις γυναίκα. Αλλά εκτιμάνε μόνο  την προίκα. Πρέπει να γίνει ένας νόμος να παίρνουνε οι άνθρωποι-προίκες. Μόνο προίκες.

Στο τέλος μου είπανε:

-Να γίνεις βουλευτής.

-Δεν θέλω. Ποιος θα με ψηφίσει;

-Θα τα κανονίσουμε μεις.

Δεν ξέρω πώς τα κανονίσανε, αλλά μου πήρανε του κόσμου τα λεφτά, τυπώσανε φωτογραφίες και φυλλάδες. Φαίνεται ότι ήμουνα πολύ σπουδαίος και δεν το ’ξέρα. Βγήκα βουλευτής.

Τώρα με χαιρετούσανε όλοι. Ζητάγανε και ρουσφέτια. Εγώ ήμουνα γαϊδούρι κι έλεγα όχι. Θυμώνανε, αλλά μ’ εχτιμούσανε Λέγανε: «Είναι άτεγκτος». Κι έγινα υπουργός. Πάω να τα βάλω σε τάξη. Έρχονται κάτι λεφτάδες: «Θα κάνεις αυτόν τον νόμο · μου λένε. Μ’ έσκασε το γαϊδουρίσιο:

-Δεν τον κάνω.

Θυμώσανε.

-Θα σε ρίξουμε.

Τους πλακώνω στο ξύλο. Τους κάνω μπλε. Φωνάζουνε «αίσχος οι μισές εφημερίδες, φωνάζουνε «μπράβο» οι άλλες μισές, γίνεται σαματάς, γελάει ο κόσμος, κι εγώ κατάλαβα. Άμα θέλεις να γίνεις σπουδαίος, να τους πλακώνεις στο ξύλο κάτι τέτοιους, να σου λένε: «Θεός σχωρέσ’ τον πατέρα σου». Η μάνα μου το ’πε:

-Θεός σχωρέσ’ τον μακαρίτη! Έπρεπε να ζούσε, να σ’ έβλεπε Τώρα γίνηκες άνθρωπος.

Και λυπήθηκα μ’ όλη μου την ψυχή. Τι ωραία που ήτανε, όσο ήμουνα γαϊδούρι…

***

Νίκου Τσιφόρου – Ο κόσμος κι ο κοσμάκης

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Ντοστογιέφσκι και μη Ευκλείδειες Γεωμετρίες

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Η Ευκλείδεια Γεωμετρία που μάθατε στο σχολείο ήταν πιθανώς μια μοντέρνα έκδοση του περίφημου βιβλίου «Στοιχεία» που έγραψε γύρω στο 300 π.Χ. ο Ευκλείδης. Λέγεται ότι αυτό το βιβλίο είναι το πιο πολυδιαβασμένο μετά τη βίβλο και θεωρείται ως το αρχέτυπο ενός αυστηρού συμπερασματικού συστήματος. Στο πρώτο από τα δεκατρία «κεφάλαια» των Στοιχείων διατυπώνoνται εκτός από τους ορισμούς και 5 Αιτήματα (ή Αξιώματα) για την Γεωμετρία:

Τα 5 Αιτήματα του Ευκλείδη

1ο Αίτημα: Μπορούμε να φέρουμε μια ευθεία γραμμή από οποιοδήποτε σημείο προς οποιοδήποτε σημείο
2ο Αίτημα: Κάθε πεπερασμένη ευθεία μπορεί να προεκτείνεται συνεχώς και ευθυγράμμως.
3ο Αίτημα: Μπορούμε να γράψουμε έναν κύκλο με οποιοδήποτε κέντρο και ακτίνα.
4ο Αίτημα: Όλες οι ορθές γωνίες είναι ίσες.
5ο Αίτημα: Αν μια ευθεία που τέμνει δυο άλλες ευθείες γραμμές σχηματίζει εντός και επί τα αυτά γωνίες συνολικά λιγότερες από δυο ορθές, οι εν λόγω ευθείες, προεκτεινόμενες απεριόριστα, συναντώνται σε εκείνη την μεριά όπου σχηματίζονται οι γωνίες που είναι λιγότερες από δυο ορθές.

Το 5ο Αίτημα φαίνεται να είναι απόλυτα συμβατό με τη διαίσθησή μας. Αλλά σε πολλούς μαθηματικούς (και όχι μόνο) στους επόμενους 21 αιώνες που ακολούθησαν μετά τον Ευκλείδη, υπήρχε η αίσθηση ότι πρόκειται για κάτι πιο πολύπλοκο για να ονομαστεί αίτημα και μάλλον θα έπρεπε να αποδειχθεί ως πρόταση.

Καὶ ἐὰν εἰς δύο εὐθείας εὐθεῖα ἐμπίπτουσα τὰς ἐντὸς καὶ ἐπὶ τὰ αὐτὰ μέρη γωνίας δύο ὀρθῶν ἐλάσσονας ποιῇ, ἐκβαλλομένας τὰς δύο εὐθείας ἐπ’ ἄπειρον συμπίπτειν, ἐφ’ ἃ μέρη εἰσὶν αἱ τῶν δύο ὀρθῶν ἐλάσσονες

Πέμπτο Αίτημα: Καὶ ἐὰν εἰς δύο εὐθείας εὐθεῖα ἐμπίπτουσα τὰς ἐντὸς καὶ ἐπὶ τὰ αὐτὰ μέρη γωνίας δύο ὀρθῶν ἐλάσσονας ποιῇ, ἐκβαλλομένας τὰς δύο εὐθείας ἐπ’ ἄπειρον συμπίπτειν, ἐφ’ ἃ μέρη εἰσὶν αἱ τῶν δύο ὀρθῶν ἐλάσσονες

Πολλοί μαθηματικοί, που έμεναν ανικανοποίητοι από το 5ο Αίτημα του Ευκλείδη προσπάθησαν να αποδείξουν ότι είναι εξαρτημένο, ότι δηλαδή μπορεί να εξαχθεί από τα άλλα τέσσερα αιτήματα. Πολλοί πίστεψαν ότι το είχαν πετύχει, πάντοτε όμως χρησιμοποιούσαν κάποια επιπλέον υπόθεση που είχε διαφύγει της προσοχής τους. Άλλοι μαθηματικοί διατύπωσαν την άποψη ότι θα έπρεπε να αντικατασταθεί από κάποιο πιο ευλογοφανές αίτημα.

Οδηγήθηκαν έτσι σε αξιώματα ισοδύναμα προς το 5ο Αίτημα του Ευκλείδη, θεωρώντας ότι το νέο τους αξίωμα ήταν και απλούστερο στη διατύπωση και προφανέστερο στη διαίσθηση.

Για παράδειγμα οι επόμενες διατυπώσεις: «από ένα σημείο εκτός δοθείσας ευθείας διέρχεται μόνο μία παράλληλη ευθεία ως προς την δοθείσα»
και
«το άθροισμα των γωνιών κάθε τριγώνου είναι 180ο»
αποδεικνύονται ισοδύναμες με το 5ο Αίτημα του Ευκλείδη.

O Giovanni Girolamo Saccheri (1667 – 1733), ένας ισουίτης ιερέας και καθηγητής των μαθηματικών, στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι το 5ο Αίτημα του Ευκλείδη ήταν εξαρτημένο από τα άλλα τέσσερα, οδηγήθηκε σχεδόν στην ανακάλυψη της μη Ευκλείδειας Γεωμετρίας εκατό χρόνια πριν την τελική της ανακάλυψη. Σύμφωνα με τον J. L. Heath “o Saccheri υπήρξε θύμα της προκατάληψης της εποχής του ότι η μόνη δυνατή γεωμετρία ήταν η Ευκλείδεια, και παρουσιάζει το περίεργο θέαμα ενός ανθρώπου που ανεγείρει ένα οικοδόμημα πάνω σε καινούργια θεμέλια με σπουδή και εργατικότητα, σκοπεύοντας να το γκρεμίσει αμέσως μετά».

Ο Gauss (1777 – 1855) υπήρξε πιθανότατα ο πρώτος που αντιλήφθηκε ότι η μη Ευκλείδεια Γεωμετρία είναι εξίσου έγκυρη με την Ευκλείδεια, και ως λογικό σύστημα και ως περιγραφή του σύμπαντος. Ενώ οι Nikolai Lobachevsky και János Bolyai είχαν δημοσιεύσει τις ανακαλύψεις τους σχετικά με την μη Ευκλείδεια Γεωμετρία, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, το 1829 και 1832, αντίστοιχα, ο Gauss κατείχε την αλήθεια ήδη από το 1813. Δεν του αναγνωρίστηκε η ανακάλυψη, διότι δεν δημοσίευσε τα ευρήματά του.

hyberb

Στην Υπερβολική Γεωμετρία το άθροισμα των γωνιών ενός τριγώνου είναι μικρότερη από 180 μοίρες

Σύμφωνα με την νέα αυτή γεωμετρία (Υπερβολική Γεωμετρία), από ένα σημείο εκτός δοθείσης ευθείας άγονται τουλάχιστον δυο διαφορετικές παράλληλες προς την δοθείσα ευθεία. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το 1854, εμφανίζεται Bernhard Riemann για να προτείνει μια ακόμη διαφορετική γεωμετρία (Σφαιρική Γεωμετρία) στην οποία δεν υπάρχουν παράλληλες ευθείες! Όλες οι ευθείες τέμνονται ανά δυο σε δυο σημεία. Παρότι η Υπερβολική και η Σφαιρική Γεωμετρία έρχονταν σε αντίθεση με την ανθρώπινη διαίσθηση, φαίνονταν να είναι εξίσου συνεπείς με την Ευκλείδειο Γεωμετρία.

Στην Σφαιρική Γεωμετρία το άθροισμα των γωνιών ενός τριγώνου είναι μεγαλύτερη από 180 μοίρες

Στην Σφαιρική Γεωμετρία το άθροισμα των γωνιών ενός τριγώνου είναι μεγαλύτερη από 180 μοίρες

Η σπουδαιότητα της ανακάλυψης αυτής ήταν ανυπολόγιστη, διότι για περισσότερο από δυο χιλιάδες χρόνια κυριαρχούσε η αίσθηση ότι η ότι η Ευκλείδεια Γεωμετρία ήταν απαραίτητα η γεωμετρία του χώρου. Τα Μαθηματικά και η Φυσική συνυφαίνονταν τόσους αιώνες με το νήμα αυτής της πίστης. Οι νέες Γεωμετρίες έδειξαν ότι υπάρχουν και άλλες περιγραφές του χώρου προσιτές στην ανθρώπινη νόηση.

Μέχρι τότε επικρατούσαν οι απόψεις του μεγάλου φιλόσοφου Immanuel Kant (1724 – 1804) που είχε διατυπώσει στην «Κριτική του Καθαρού Λόγου». Σύμφωνα με τον Kant η Γεωμετρία είναι η μελέτη του χώρου, και η γνώση μας για τον χώρο δεν είναι εμπειρική αλλά μάλλον συνέπεια του τρόπου με τον οποίο είναι δομημένο το μυαλό μας. Μάλιστα η δομή του μυαλού μας είναι τέτοια ώστε η Ευκλείδεια Γεωμετρία να αποτελεί τη μόνη Γεωμετρία που αυτό μπορεί να συλλάβει. Κατά συνέπεια, ο λόγος που κάνει κάποιον να αισθάνεται μια φυσική ροπή στην κατεύθυνση της αποδοχής του Ευκλείδειου 5ου Αιτήματος δεν οφείλεται σε πειραματικές παρατηρήσεις αλλά στη δομή του εγκεφάλου μας.

Αυτή η θεωρία μετέτρεψε τις διατυπώσεις της Γεωμετρίας (αιτήματα και προτάσεις) σε κάτι σπάνιο και πολύτιμο – σε a priori συνθετικές κρίσεις. «A priori» σημαίνει ότι προηγούνται της εμπειρίας, ότι η επαλήθευσή τους δεν απαιτεί την εμπειρία (κάτι καλό, αφού η εμπειρία ενέχει τον κίνδυνο του λάθους). «Συνθετικές» σημαίνει ότι η επαλήθευσή τους απαιτεί κάτι περισσότερο από τη σημασία των λέξεων (άρα δεν είναι τετριμμένη). Στην περίπτωση της Γεωμετρίας, αυτό το «κάτι» είναι η δομή του εγκεφάλου, η οποία τον υποχρεώνει να τη δει ως Ευκλείδεια. Βέβαια η μη Ευκλείδεια Γεωμετρία έδειξε ότι οι ισχυρισμοί του Kant δεν ήταν ορθοί.

Το 5ο Αίτημα του Ευκλείδη και οι νέες Γεωμετρίες ξέφυγαν από τα στενά όρια της μαθηματικής κοινότητας του 19ου αιώνα και έγιναν θέματα διαφωνιών και συζήτησης στα ευρωπαϊκά σαλόνια.

Αυτό αποδεικνύεται στο παρακάτω απόσπασμα από τους «Αδελφούς Καραμαζώφ» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι (1821 – 1881), που έγραψε στην διετία 1879-1880. Ο σκοτεινός ήρωας του μυθιστορήματος, Ιβάν Καραμαζώφ, επιχειρηματολογεί υπέρ της Καντιανής άποψης για την Ευκλείδεια Γεωμετρία συνδέοντάς την με την ύπαρξη ή όχι του Θεού:

«… Ωστόσο, να τι πρέπει να σημειώσω: αν ο Θεός υπάρχει κι αν πράγματι δημιούργησε τη γη, τότε, όπως μας είναι γνωστό, τη δημιούργησε κατά την ευκλείδεια γεωμετρία, και τον ανθρώπινο νου με τη δυνατότητα κατανόησης μόνο των τριών διαστάσεων του χώρου.

Παρ’ όλα αυτά, υπήρξαν και υπάρχουν ακόμα και σήμερα γεωμέτρες και φιλόσοφοι, και μάλιστα από τους πιο αξιόλογους, που αμφιβάλλουν ότι όλη οι οικουμένη ή, ευρύτερα, όλο το σύμπαν δημιουργήθηκε μόνον κατά την ευκλείδεια γεωμετρία, τολμούν μάλιστα να σκέφτονται ότι δυο παράλληλες ευθείες, οι οποίες κατά τον Ευκλείδη δεν μπορούν με τίποτα να συναντηθούν στη Γη, ίσως και να συναντιούνταν κάπου στο άπειρο.

Εγώ, αγαπητέ μου, κατέληξα στο ότι, αν δεν μπορώ να το καταλάβω αυτό, πως μπορώ να καταλάβω τα σχετικά με το Θεό; Παραδέχομαι ταπεινά ότι δεν διαθέτω τις ικανότητες να λύσω τέτοια ζητήματα, το μυαλό μου είναι ευκλείδειο, γήινο, άρα πως θα λύσω κάτι που δεν είναι του κόσμου αυτού; Μα κι εσένα σε συμβουλεύω να μην το σκέφτεσαι ποτέ αυτό φίλε μου Αλιόσα, και περισσότερο σχετικά με το Θεό: υπάρχει ή δεν υπάρχει; Όλα αυτά είναι θέματα απολύτως δυσανάλογα ενός νου που έχει φτιαχτεί  για να κατανοεί μόνον τρεις διαστάσεις.

Έτσι, δέχομαι το Θεό, κι όχι μόνο με προθυμία, μα ακόμα περισσότερο, δέχομαι και τη σοφία του, και το σκοπό του, που μας είναι παντελώς άγνωστα, πιστεύω στην τάξη, στο νόημα της ζωής, πιστεύω στην αιώνια αρμονία, στην οποία θα ενσωματωθούμε, λέει, όλοι, πιστεύω στο Λόγο, προς τον οποίο τείνει η οικουμένη και ο οποίος «ήν προς τον Θεόν», και είναι ο ίδιος ο Θεός, και τα λοιπά και τα λοιπά, και ούτω καθεξής επ’ άπειρον. Λόγια έχουν ειπωθεί πολλά σχετικά με αυτό. Μου φαίνεται ότι είμαι σε καλό δρόμο ε;

Ε, λοιπόν, να φανταστείς ότι σε τελική ανάλυση αυτόν τον θεϊκό κόσμο δεν τον αποδέχομαι, και παρότι ξέρω ότι υπάρχει, δεν τον αποδέχομαι καθόλου. Δεν είναι ο Θεός που δεν αποδέχομαι, αλλά τον κόσμο που έχει δημιουργήσει, τον κόσμο του Θεού δεν αποδέχομαι και δεν μπορώ να συμφωνήσω να τον αποδεχτώ.

Εξηγούμαι: είμαι πεπεισμένος, σαν νεογέννητο, ότι οι οδύνες θα καταλαγιάσουν, ότι η προσβλητική κωμικότητα των ανθρώπινων αντιθέσεων θα εξαφανιστεί, σαν θλιβερός αντικατοπτρισμός, σαν αρρωστημένη επινόηση ενός αδύναμου και τόσο μικρού όσο το άτομο ενός ανθρώπινου ευκλείδειου νου, ότι, τέλος, στο φινάλε του κόσμου, τη στιγμή της αιώνιας αρμονίας, θα υπάρξει και θα εμφανιστεί κάτι τόσο πολύτιμο, που είναι αρκετό για όλες τις καρδιές, για τον κατευνασμό όλων των παρεξηγήσεων, την εξαγορά όλων των κακουργημάτων των ανθρώπων, όλου του αίματός τους που χύθηκε εξαιτίας τους, αρκετό και να δικαιολογήσει όλα όσα συνέβησαν με τους ανθρώπους … μα ακόμα, ακόμα κι αν υπάρξει και εμφανιστεί, εγώ δεν το αποδέχομαι και δεν θέλω να το αποδεχτώ! Ακόμα κι αν οι παράλληλες ευθείες συναντηθούν και το δω με τα μάτια μου, το δω και πω ότι συναντήθηκαν, παρ’ όλα αυτά, δεν θα το αποδεχτώ. Αυτή είναι η δική μου ουσία, Αλιόσα, αυτή είναι η θέση μου.»

Πηγές άρθρου:
1. Η φύση και η δύναμη των Μαθηματικών, Donald M. Davis, μετάφραση Δ. Καραγιαννάκης, Μ. Μαγειρόπουλος, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2001
2. ΑΔΕΛΦΟΙ ΚΑΡΑΜΑΖΩΦ, ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ, μετάφραση Ελένη Μπακοπούλου, εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ, 2011
3. Μια ανάρτηση που μπορεί να ενδιαφέρει ένα το πολύ … δυο άτομα

Πηγή: physicsgg.me

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...
web design by