O ‘Ερικ Κάντελ, ο οποίος πραγματοποίησε μια σειρά πειραμάτων που έδωσαν νέα ώθηση στις από καιρό ξεπερασμένες έννοιες τον Φρόιντ. Αρχικά, ο Κάντελ φιλοδοξούσε να γίνει ψυχαναλυτής’ ακόμα θυμάται τη χρυσή εποχή των πνευματικών ζυμώσεων, αλλά τελικά ερωτεύτηκε τη βιολογία του εγκεφάλου. Ο Κάντελ ξεκίνησε ένα ταξίδι ανακάλυψης σχετική με την πραγματική λειτουργία της μνήμης και των περίπλοκων μηχανισμών των κυττάρων της.
Ο εβδομηντατριάχρονος Κάντελ διακρίνεται για τη νεανικότητα τον τρόπου με τον οποίο λειτουργεί. Οι τεχνικές του και τα πεδία των αναζητήσεών του είναι καθοριστικά για το μέλλον του γνωστικού του αντικειμένου, ενώ προσανατολίζονται αναμφίβολα προς μια ριζικά απλουστευμένη προσέγγιση του ανθρώπινου νου.
Μέρος Πρώτο
Ήταν 1953. Τη μέρα της εγχείρησης, έκανε ζέστη, επικρατούσε γαλήνη κι ο γαλανός ουρανός έλαμπε πάνω από το Χάρτφορντ. Ο νεαρός Χένρι έπασχε από επιληψία βαριάς μορφής, και οι κρίσεις ήταν τόσο συχνές που η ζωή του είχε σχεδόν καταστραφεί. Προτού εμφανιστεί η επιληψία, ο Χένρι περνούσε τον καιρό του απολαμβάνοντας τη ζωή του και κάνοντας όνειρα, τότε που το χέρι του ήταν αρκετά σταθερό και μπορούσε να ρίχνει με την καραμπίνα του στα δάση. Ο πατέρας του είχε συγκλονιστεί από την ασθένεια του γιού του. Κάθε φορά που ο Χένρι άφριζε μανιασμένα, η μητέρα του προσπαθούσε να τον συγκροτήσει. Τα φάρμακα δεν είχαν αποτέλεσμα. Η άσκηση δεν βοηθούσε. Η προσευχή δεν έκανε τίποτα. Και τότε, ο Δρ. Σκόβιλ απ’ το νοσοκομείο του Χάρτφορντ, έδωσε στους γονείς του Χένρι τη δυνατότητα μιας πειραματικής θεραπείας. Κι εκείνοι δέχτηκαν.
Ο Χένρι και η οικογένειά του δεν γνώριζαν τον Δρ. Σκόβιλ. Δεν ήξεραν λόγου χάρη ότι ο Δρ. Σκόβιλ είχε αδυναμία στις λοβοτομές– πως είχε ήδη πραγματοποιήσει πάνω από 300 λοβοτομές κι ότι περιφερόταν με το χειροκίνητο τρυπάνι του σε νοσοκομεία ψυχικών νοσημάτων από ασθενή σε ασθενή, μέχρι που άνοιγε τα κεφάλια όλων. Ο Σκόβιλ ήταν ασυνήθιστα γοητευτικός -όλοι το έβλεπαν-, και η οικογένεια του Χένρι ίσως διαισθάνθηκε ότι ο γιατρός προερχόταν από την ανώτερη κοινωνική τάξη. Σίγουρα όμως οι γονείς του παιδιού δεν γνώριζαν ότι ορισμένοι θεωρούσαν πως αυτός που θα χειρουργούσε το γιο τους ήταν παράτολμος.
Στον Σκόβιλ άρεσε να περνάει τον ελεύθερο χρόνο του τρέχοντας με κόκκινες Τζάγκουαρ στις ανοιχτές εθνικές οδούς του Κονέκτικατ και να τον καταδιώκει η αστυνομία. Του άρεσε να ξοδεύει χρήματα, ενώ η γυναίκα του λέει πως, στην προσπάθειά του να την κερδίσει, πήδησε στο μαρσπιέ μιας εν κινήσει Σεβρολέτ. «Είναι καινοτόμος και δεν είναι ποτέ πρόθυμος ν’ αποδεχτεί το κατεστημένο. Πίσω απ’ την επίφαση μιας άοκνης δραστηριότητας που ωθείται από ένα ανικανοποίητο εγώ, αναζητάει τον καλύτερο τρόπο για να κάνει αυτό που θέλει», έγραψε για τον Σκόβιλ ένας συνάδελφός του στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Surgical Neurology.
Σ’ αυτό τον άνδρα λοιπόν εμπιστευόταν το κεφάλι του ο Χένρι. Δεν είχε ιδέα βέβαια. Ο Δρ. Σκόβιλ όμως είχε κάποια ιδέα’ υποψιαζόταν πως οι κρίσεις του Χένρι ίσως ξεκινούσαν δειλά δειλά από την υγρή περιοχή των κροταφικών λοβών, όταν μια μικρή σπίθα φουντώνει γρήγορα και γίνεται φωτιά μέσα σ’ ένα παραγκωνισμένο υποτίθεται τμήμα του εγκεφάλου: τον ιππόκαμπο.
Ο Σκόβιλ σκόπευε να κάνει εκτομή στον ιππόκαμπο του Χένρι. Είχε πραγματοποιήσει την ίδια επέμβαση κι άλλες φορές στο παρελθόν σε αρκετούς επιληπτικούς ασθενείς και φαινόταν πως είχαν θεραπευτεί. Ενημέρωσε σχετικά το Χένρι. Αυτό που δεν του είπε ήταν πως όλοι οι προηγούμενοι ασθενείς πριν από την εγχείρηση έπασχαν από βαριάς μορφής ψυχώσεις κι ότι συνεπώς δεν υπήρχε τρόπος να υπολογιστεί πόση βλάβη μπορεί να τους προκάλεσε η συγκεκριμένη χειρουργική διαδικασία.
Εκείνο τον καιρό δεν γνωρίζαμε πολλά πράγματα για τη βιολογία του εγκεφάλου. Κάποιος ψυχίατρος παρατήρησε πως ένας ψυχωσικός ασθενής του έμοιαζε να ηρεμεί όταν βρισκόταν πάνω σε σιδηροδρομικό συρμό που έτρεχε’ από ’κεί κι έπειτα, η θεραπεία γι’ αυτόν το δύστυχο άνθρωπο ήταν να τον ταρακουνούν για όλο και μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα. Άλλοι γιατροί πίστευαν πως η ελονοσία μπορούσε να θεραπεύσει τη σχιζοφρένεια. Επιστήμονες που είχαν βασιστεί σε πειράματα του Καρλ Λάσλεϊ * πίστευαν πως δεν υπήρχαν συγκεκριμένα σημεία που συνδέονταν με τη μνήμη του εγκεφάλου.
Το 1929, ο Λάσλεϊ αφαίρεσε διαφορετικά τμήματα του εγκεφάλου ζωντανών αρουραίων και είδε ότι κανένα απ’ τα τμήματα που είχαν αφαιρεθεί δεν είχε κάποια επίδραση στη μνήμη. Ο Λάσλεϊ συμπέρανε -όπως άλλωστε πίστευε κι ο Σκόβιλ- ότι η μνήμη ήταν διάσπαρτη, ότι δεν βρισκόταν σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, ότι ήταν σκορπισμένη σε όλο το φλοιό του εγκεφάλου, όπως ακριβώς σκορπίζονται παντού οι σπόροι της σποράς.
Ο Σκόβιλ στηρίχτηκε σ’ αυτήν την τελευταία εικασία και δεν δίστασε ν’ αφαιρέσει τον ιππόκαμπο του Χένρι. Στην αίθουσα του χειρουργείου είχε δροσιά. Ο Χένρι ήταν ξύπνιος και ξαπλωμένος πάνω στο σιδερένιο χειρουργικό κρεβάτι. Επειδή ο εγκέφαλος δεν έχει νεύρα, αυτές οι εγχειρήσεις πραγματοποιούνται ενώ ο ασθενής διατηρεί τις αισθήσεις του και ναρκώνεται τοπικά μόνο το δέρμα του κρανίου. Μια ένεση δοκαίνης και λίγο αργότερα ο Χένρι πρέπει να είδε τον Σκόβιλ να τον πλησιάζει το χειροκίνητο τρυπάνι του και ν’ ανοίγει μια τρύπα πάνω απ’ τ’ ανοιχτά του μάτια. Μέσα σ’ αυτές τις τρύπες, ο Σκόβιλ έβαλε μια μικρή σπάτουλα κι ανασήκωσε τους πρόσθιους λοβούς του εγκεφάλου του Χένρι.
Στο χειρουργείο επικρατούσε ησυχία. Αδελφή, δώσε μου το ετούτο. Αδελφή, δώσε μου εκείνο. Κατά τα άλλα, ούτε κιχ. Ο Σκόβιλ κοιτούσε μέσα στο κεφάλι του Χένρι. Κοιτούσε κάτω από το καπάκι του εγκεφάλου του Χένρι και πόσο όμορφα ήταν κάτω απ’ το φλοιό που έμοιαζε με κοραλλιογενή ύφαλο, μέσα στις εσωτερικές κάψες του εγκεφάλου- εκεί που τα πυραμιδοειδή κύτταρα έχουν το σχήμα του υάκινθου και μοιάζουν με περίπλοκους κώνους- εκεί που οι νευρώνες είναι μικροσκοπικοί αλλά πυκνοί.
Σ’ αυτή τη σκοτεινή περιοχή, ο Σκόβιλ εισάγει τώρα ένα ασημένιο καλαμάκι. Το πέρασε βαθιά μέσα απ’ το ζωντανό εγκέφαλο του Χένρι κι ύστερα, εκεί, απορρόφησε κι απ’ τις δύο πλευρές όλο τον ροδόγκριζο ιππόκαμπο του με το χαρακτηριστικό του σχήμα. Μέσα στο κεφάλι του Χένρι δημιουργήθηκε ένα μεγάλο κενό, μια ακανόνιστη τρύπα όπου κάποτε υπήρχε κάτι ζωντανό.
Τι να αισθάνθηκε ο Χένρι όταν ο Σκόβιλ «ρούφηξε» το ιππόκαμπο του. Εξάλλου, ήταν ξύπνιος, σε απόλυτη εγρήγορση κι ο ιππόκαμπος, μολονότι κανείς δεν το γνώριζε τότε, είναι η έδρα πολλών αναμνήσεών μας. Μήπως ένα και μόνο ρούφηγμα έκανε τον Χένρι να αισθανθεί ότι τον εγκατέλειπε το παρελθόν του; Να αισθάνθηκε άραγε την είσοδο της λήθης σαν το ζύγωμα μιας ψυχρής αίσθησης ή μήπως αυτό που αισθάνθηκε έμοιαζε περισσότερο με την αίσθηση ότι γλιστράει κάπου; Ότι δηλαδή τα πάντα, ο ερωτικός σου σύντροφος, οι δισταγμοί σου, οι γάτες που τα καλοκαίρια φωνάζουν κάτω απ’ τη βεράντα περιέρχονται στην ανυπαρξία;
Στις μέρες που ακολούθησαν μετά την εγχείρηση έγινε φανερό πως ο Χένρι είχε λιγότερες κρίσεις. Ήταν επίσης ολοφάνερο ότι είχε χάσει την ικανότητα να διαμορφώνει αναμνήσεις. Κάποια νοσοκόμα τού συστήθηκε, μετά έφυγε και πέντε λεπτά αργότερα ο Χένρι δεν είχε την παραμικρή ιδέα ποια ήταν. Αναγνώρισε τη μητέρα του, αλλά δεν μπορούσε να συγκροτήσει ποιους συναντούσε ή οτιδήποτε μάθαινε απ’ τη μέρα που έκανε την εγχείρηση κι έπειτα. Πέρασαν πενήντα χρόνια κι ο Χένρι είναι ακόμα σ’ αυτήν την κατάσταση. Τώρα, πολύ ηλικιωμένος πια, ζει σε μια ιδιωτική κλινική κοντά στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ). Η μητέρα του πέθανε τη δεκαετία του 1960 και, κάθε φορά που το ακούει, ο Χένρι βάζει τα κλάματα αφού νομίζει πως το ακούει για πρώτη φορά. Πιστεύει πως Πρόεδρος των είναι ακόμα ο Τρούμαν. Στην κλινική όπου βρίσκεται δεν μπορεί να δημιουργήσει νέες σχέσεις, αφού δεν μπορεί να συγκροτήσει πρόσωπα ή φωνές: φωνή και πρόσωπο, δηλαδή τα βασικά στοιχεία ανακούφισης της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο Χένρι, γνωστός πλέον στην ιατρική βιβλιογραφία με τα αρχικά «Χ.Μ.», δεν βρίσκει ανακούφιση.
Μερικές εβδομάδες μετά την εγχείρηση του Χένρι, όταν η νοητική του σύγχυση δεν έλεγε να ξεκαθαρίσει, ο Δρ. Σκόβιλ συνειδητοποίησε ότι, άθελά του, είχε ακρωτηριάσει το μηχανισμό της μνήμης του Χένρι, καθώς και το γενεσιουργό αίτιο των κρίσεών του. Ο γιατρός μπορεί να φοβήθηκε τότε. Μπορεί να αισθάνθηκε άσχημα. Αυτό όμως που, κατά πάσα πιθανότητα, τον εντυπώσιασε περισσότερο ήταν η επιστημονική σημασία της ιδιότυπης εγχείρησής του, επειδή απέδειξε ότι ο Καρλ Λάσλεϊ είχε κάνει λάθος.
Λάθος! Η μνήμη δεν ήταν διάσπαρτη, δεν ήταν αδύνατο να εντοπιστεί, όπως είχε γράψει ο Λάσλεϊ και έκτοτε τον είχαν πιστέψει όλοι οι επιστήμονες εκείνης της εποχής.Ήταν προφανές ότι ο ιππόκαμπος ήταν ο βασιλικός θώκος της ενθύμησης’ χωρίς αυτόν, ο Χένρι ήταν παραδομένος στην περιοχή του πλέον ισχνού παρόντος. Ο Σκόβιλ δημοσίευσε τα ευρήματά του απ’ αυτό το μεγαλειώδες αλλά αδέξιο πείραμα. Είχε αγγίξει τον ιστό της μνήμης, και δεν υπήρχε τίποτα το υπερφυσικό ή μυθικό στην ιδιοσυστασία της.
Η μνήμη ήταν σάρκα. Μπορούσες να τη δείξεις, όπως δείχνεις μια χώρα πάνω στο χάρτη. Εκεί. Εκεί ζει το παρελθόν σου. Εκεί ζει το μέλλον σου. Στον ιππόκαμπο, στο αλογάκι της θάλασσας. Κάτω απ’ τον κοραλλιογενή ύφαλο του φλοιού. Μέσα σ’ ένα ασημένιο καλαμάκι κάποιου γιατρού.
***
* Καρλ Σπένσερ Λάσλεϊ (1890-1950): Αμερικανός συμπεριφοριστής τον οποίον το όνομα συνδέθηκε περισσότερο με τις έρευνες τον για τη μάθηση και τη μνήμη. Έχοντας αποτύχει να εντοπίσει, σε βιολογικό επίπεδο, τη μνήμη σε κάποιο σημείο του εγκεφάλου, οδηγήθηκε στην υπόθεση ότι αυτή δεν βρίσκεται σε κάποιο συγκεκριμένο τμήμα τον εγκεφάλου αλλά ότι απλώνεται σε ολόκληρο του φλοιό τον.
Lauren Slater – Το κουτί της ψυχής. Εκδόσεις Οξύ.
Πηγή: antikleidi.com