σκέψη (5 άρθρα)

Χρησιμοποιούν οι άνθρωποι μόνο το 10 % του εγκεφάλου τους; (εξετάζοντας τον μύθο)

| 0 ΣΧΟΛΙΑ


Ένας μύθος για τον εγκέφαλο ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν γενικά μόνο το 10% (ή κάποιο άλλο μικρό ποσοστό ) του εγκεφάλου τους . Έχει αποδοθεί λανθασμένα σε πολλούς διάσημους ανθρώπους, ακόμα και στον Άλμπερτ Αϊνστάιν. Θέλει να μας πει ότι ένα άτομο μπορεί να αξιοποιήσει αυτό το αχρησιμοποίητο δυναμικό και να αυξήσει την ευφυΐα του.

Skull_and_brain_normal_human.svg

Αυτή η δημοφιλής αντίληψη ότι μεγάλα μέρη του εγκεφάλου παραμένουν αχρησιμοποίητα, και στη συνέχεια θα μπορούσαν να “ενεργοποιηθούν”, στηρίζεται σε ψευδή δημοσιεύματα που συναρπάζουν τον κόσμο και όχι στην επιστήμη. Αν και πρέπει να περιγραφούν πλήρως συγκεκριμένοι μηχανισμοί σχετικά με τη λειτουργία του εγκεφάλου – π.χ. μνήμη, συνείδηση ​​- η φυσιολογία της χαρτογράφησης του εγκεφάλου υποδηλώνει ότι όλες οι περιοχές του εγκεφάλου λειτουργούν και ότι χρησιμοποιούνται σχεδόν όλη την ώρα.

Η πιθανή προέλευση για τον μύθο του «δέκα τοις εκατό» είναι οι θεωρητικές ενεργειακές θεωρίες των ψυχολόγων του Χάρβαρντ  William James & Boris Sidis που, στη δεκαετία του 1890, δοκίμασαν τη θεωρία στην ταχεία ανάπτυξη του παιδιού θαύματος William Sidis.. Στη συνέχεια, ο William James είπε στο ακροατήριο της διάλεξης ότι οι άνθρωποι γνωρίζουν μόνο ένα κλάσμα του πλήρους ψυχικού τους δυναμικού, το οποίο θεωρείται εύλογο αίτημα.

Η προέλευση του μύθου αποδόθηκε επίσης στον Wilder Penfield , τον γεννημένο στις ΗΠΑ νευροχειρουργό που ήταν ο πρώτος διευθυντής του Νευρολογικού Ινστιτούτου του Μόντρεαλ του Πανεπιστημίου McGill .

Η ιδέα κέρδισε υποστήριξη στο κίνημα αυτοβοήθειας της δεκαετίας του 1920, με το βιβλίο Mind Myths: Exploring Popular Assumptions About the Mind and Brain που περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για το 10% με το μότο  “Δεν υπάρχει όριο σε ό, τι μπορεί να επιτύχει ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Οι επιστήμονες και οι ψυχολόγοι μας λένε ότι χρησιμοποιούμε κλάσμα μόνο της εγκεφαλικής μας δύναμης.”

Αυτό συνεχίστηκε με τον συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας και John Campbell , ο οποίος έγραψε σε ένα διήγημα του 1932 ότι “κανένας άνθρωπος σε όλη την ιστορία δεν χρησιμοποίησε ποτέ ούτε το μισό μέρος της δύναμης του εγκεφάλου του ” και ακολούθησαν πολλοί άλλοι μέχρι σήμερα.

Ο μύθος πιθανότατα προήλθε από μια παρανόηση (ή λανθασμένη παρουσίαση) της νευρολογικής έρευνας στα τέλη του 19ου αιώνα ή στις αρχές του 20ου αιώνα. Για παράδειγμα, οι λειτουργίες πολλών περιοχών του εγκεφάλου (ειδικά στον εγκεφαλικό φλοιό ) είναι αρκετά περίπλοκες ώστε οι επιπτώσεις της βλάβης να είναι λεπτές, προκαλώντας τους τότε νευρολόγους να αναρωτηθούν τι έκαναν αυτές οι περιοχές. Ο εγκέφαλος ανακαλύφθηκε επίσης ότι αποτελείται κυρίως από γλοιακά κύτταρα , τα οποία φάνηκαν να έχουν πολύ μικρές λειτουργίες. Οι νευροεπιστήμονες τη δεκαετία του 1930 γνώριζαν για τον μεγάλο αριθμό «τοπικών» νευρώνων στον εγκέφαλο. Και η παρεξήγηση της λειτουργίας των τοπικών νευρώνων μπορεί να έχει οδηγήσει στο μύθο του 10%.

Ο μύθος θα μπορούσε να είχε πολλαπλασιαστεί απλώς λόιγω της ιδέας ότι ορισμένοι χρησιμοποιούν ένα μικρό ποσοστό του εγκεφάλου τους ανά πάσα στιγμή.

Οι μαγνητικές τομογραφίες του εγκεφάλου έχουν δείξει ότι ανεξάρτητα από το τι κάνει, όλες οι περιοχές του εγκεφάλου είναι πάντα ενεργές. Ορισμένες περιοχές είναι πιο ενεργές ταυτόχρονα από άλλες, αλλά χωρίς να προκαλεί εγκεφαλική βλάβη, δεν υπάρχει κανένα μέρος του εγκεφάλου που δεν λειτουργεί απολύτως. Αποκαλύπτουν οι εξετάσεις ότι ακόμη και κατά τη διάρκεια του ύπνου , όλα τα μέρη του εγκεφάλου παρουσιάζουν κάποιο επίπεδο δραστηριότητας. Μόνο σε περίπτωση σοβαρής βλάβης ο εγκέφαλος έχει «σιωπηλές» περιοχές.

Εάν το 90% ήταν περιττό, θα υπήρχε ένα μεγάλο πλεονέκτημα επιβίωσης για τους ανθρώπους με μικρότερους, πιο αποτελεσματικούς εγκεφάλους. Εάν αυτό ήταν αλήθεια, η διαδικασία της φυσικής επιλογής θα είχε εξαλείψει τα αναποτελεσματικά τμήματα του εγκεφάλου. Είναι επίσης πολύ απίθανο ένας εγκέφαλος με τόση περιττή ύλη να είχε εξελιχθεί αρχικά. Δεδομένου του ιστορικού κινδύνου θανάτου κατά τον τοκετό που σχετίζεται με το μεγάλο μέγεθος του εγκεφάλου (και συνεπώς το μέγεθος του κρανίου) των ανθρώπων, θα υπήρχε μια ισχυρή πίεση επιλογής ενάντια σε ένα τόσο μεγάλο μέγεθος εγκεφάλου εάν μόνο το 10 τοις εκατό ήταν πράγματι σε χρήση.

Συγχρόνως, τα κύτταρα του εγκεφάλου που δεν χρησιμοποιούνται έχουν την τάση να εκφυλίζονται. Ως εκ τούτου, εάν το 90 τοις εκατό του εγκεφάλου ήταν ανενεργό, η αυτοψία φυσιολογικών εγκεφάλων ενηλίκων θα αποκάλυπτε εκφυλισμό μεγάλης κλίμακας.

Κατά την αποδόμηση του μύθου του 10% η νευρολόγος Gabrielle-Ann Torre γράφει ότι ούτε η χρήση 100% του εγκεφάλου κάποιου θα ήταν επιθυμητή. Μια τέτοια απεριόριστη δραστηριότητα σχεδόν σίγουρα θα προκαλούσε επιληπτική κρίση. Η Torre γράφει ότι, ακόμη και σε κατάσταση ηρεμίας, ένα άτομο χρησιμοποιεί κατά πάσα πιθανότητα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του εγκεφάλου του μέσω του δικτύου προεπιλεγμένης λειτουργίας, ενός ευρέως διαδεδομένου δικτύου εγκεφάλου που είναι ενεργό και συγχρονισμένο ακόμη και όταν δεν υπάρχει γνωστική εργασία. Έτσι, “μεγάλα τμήματα του εγκεφάλου δεν είναι ποτέ πραγματικά αδρανή, όπως θα έλεγε ο μύθος του 10%.”

Στη λαϊκή κουλτούρα

Μερικοί υποστηρικτές της πεποίθησης “δέκα τοις εκατό του εγκεφάλου” έχουν από καιρό ισχυριστεί ότι το “αχρησιμοποίητο” ενενήντα τοις εκατό είναι ικανό να επιδείξει ψυχικές δυνάμεις και μπορεί να εκπαιδευτεί για να εκτελεί ψυχοκινησία και εξωσυντηρητική αντίληψη . Αυτή η ιδέα συνδέεται ιδιαίτερα με το προτεινόμενο πεδίο ” psionics ” (psychic + electronics), ένα αγαπημένο έργο του επιδραστικού συντάκτη επιστημονικής φαντασίας John Campbell Jr, στη δεκαετία του 1950 και του ’60. Δεν υπάρχει επιστημονικά ελεγμένο σύνολο αποδεικτικών στοιχείων που να υποστηρίζουν την ύπαρξη τέτοιων δυνάμεων. Τέτοιες πεποιθήσεις παραμένουν διαδεδομένες μεταξύ των υποστηρικτών της New Age μέχρι σήμερα.

Τελικά, δεν είναι ότι χρησιμοποιούμε το 10 τοις εκατό του εγκεφάλου μας, απλώς ότι καταλαβαίνουμε μόνο το 10 τοις εκατό του πώς λειτουργεί.

Πηγή

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Τα πιο διάσημα πειράματα σκέψης

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Τα πειράματα δεν γίνονται μόνο μέσα στα εργαστήρια, ούτε καν στον φυσικό κόσμο που μας περιβάλλει, προκαλώντας μας συνεχώς να λύσουμε τα μυστήριά του. Τα πειράματα γίνονται μέσα στο νου των ανθρώπων πρώτα από όλα κι από κει ξεκινούν το ταξίδι τους, για να δοκιμαστούν και να εφαρμοστούν οπουδήποτε αλλού. Κάποια δε από αυτά παραμένουν εκεί που γεννήθηκαν: στη χώρα του νου. Εκεί λοιπόν θα περιηγηθούμε διαβάζοντας τα πιο διάσημα τέτοια πειράματα σκέψης, που άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μας.

mind-experiments

Οι μπάλες του Γαλιλαίου

Galileos-experiment1-600x375

Σε αντίθεση με τα όσα έχουμε διδαχτεί στο σχολείο, το πιθανότερο είναι ότι ο Γαλιλαίος δεν πετούσε μπάλες από τον πύργο της Πίζας. Εφάρμοσε το πείραμα της βαρύτητας στο εργαστήριο του νου του. Οι σύγχρονοί του τον 16ο αιώνα πίστευαν ότι τα πιο βαριά αντικείμενα πέφτουν γρηγορότερα απ’ ό,τι τα πιο ελαφριά. Έτσι ο Γαλιλαίος φαντάστηκε μία βαριά μπάλα που ήταν δεμένη μέσω ενός σκοινιού με μία ελαφριά μπάλα. Θα μπορούσε η ελαφριά μπάλα να δημιουργήσει μία έλξη στη βαριά και να καθυστερήσει την πτώση της; Όχι, συμπέρανε. Θα χτυπούσαν το έδαφος ταυτόχρονα.

Η γάτα του Schrodinger

Schrödingers-cat

Μία γάτα είναι κλεισμένη σε ένα καλά σφραγισμένο και μονωμένο κουτί που περιέχει ραδιενεργό υλικό, έναν μετρητή Geiger και ένα μηχανισμό που είναι ρυθμισμένος να απελευθερώνει δηλητήριο εάν χτυπήσει ένα φωτόνιο στο σύστημα. Σύμφωνα με τον Schrodinger, η γάτα μέσα στο κουτί δεν είναι ούτε ζωντανή ούτε νεκρή, αλλά υπάρχει συγχρόνως και στις δύο αυτές πιθανές καταστάσεις. Οι δύο αυτές πιθανές καταστάσεις καταλήγουν σε μία (η γάτα είναι είτε νεκρή είτε ζωντανή) μόλις παρατηρηθεί το φαινόμενο από κάποιον παρατηρητή. Μέχρι να γίνει όμως αυτό, η κατάσταση του συστήματος εμπεριέχει συγχρόνως και τις δύο πιθανότητες. Το νοητικό αυτό πείραμα προτάθηκε το 1935 από τον Erwin Schrodinger με στόχο να εξετάσει την κβαντική απροσδιοριστία σε ένα μακροσκοπικό φαινόμενο.

Το κινέζικο δωμάτιο του Searle

Ένας άνθρωπος βρίσκεται μόνος του μέσα σε ένα δωμάτιο. Κάποιος που βρίσκεται έξω από το δωμάτιο, του σπρώχνει κάτω από την πόρτα χαρτιά στα οποία είναι γραμμένο κείμενο στα κινέζικα. Ο άνθρωπος του δωματίου δε γνωρίζει κινέζικα, αλλά έχει ένα βιβλίο το οποίο αντιστοιχίζει τις κατάλληλες αποκρίσεις στα κινέζικα, που ταιριάζουν με τα κείμενα που εισέρχονται στο δωμάτιο. Έτσι, για κάθε κείμενο που λαμβάνει στέλνει έξω την κατάλληλη απάντηση. Για έναν εξωτερικό παρατηρητή, φαίνεται ότι ο άνθρωπος του πειράματος γνωρίζει κινέζικα. Το νοητικό αυτό πείραμα προτάθηκε το 1980 από τον φιλόσοφο John Searle, με σκοπό να καταρρίψει τις θεωρίες που υποστήριζαν την τεχνητή νοημοσύνη. Ο επεξεργαστής ενός υπολογιστή, όπως και ο άνθρωπος του πειράματος, στερείται κατανόησης του τι κάνει και γι’ αυτόν το λόγο δεν έχει πραγματική νοημοσύνη.

Οι χελώνες του Hawking

Το διάσημο βιβλίο του Stephen Hawking ‘Το χρονικό του Χρόνου’ ξεκινάει με την ιστορία ενός επιστήμονα ο οποίος δίνει μια διάλεξη για την αστρονομία.Τελειώνοντας την ομιλία του, μία ηλικιωμένη γυναίκα σηκώνεται και επιμένει ότι η θεωρία που πρότεινε ο επιστήμονας είναι λανθασμένη: η γη δεν είναι στρογγυλή, ούτε γυρίζει γύρω από τον ήλιο. Αντίθετα, είναι μία επίπεδη επιφάνεια που στηρίζεται στην πλάτη μιας γιγάντιας χελώνας. Ο επιστήμονας τη ρώτησε πού στηρίζεται η χελώνα αυτή και η γυναίκα δήλωσε ότι στηρίζεται σε μία άλλη χελώνα κι εκείνη σε μία ακόμα και ούτω καθ’ εξής. Ο Stephen Hawking χρησιμοποίησε την ιστορία αυτή για να συστήσει στους κοσμολόγους να προσέχουν, ώστε να μην χρησιμοποιούν ατεκμηρίωτες θεωρίες ως αποδείξεις για άλλες θεωρίες που δε μπορούν να αποδειχθούν.

Ο Einstein και η ακτίνα του φωτός

Όταν ο Einstein ήταν 16 ετών, φανταζόταν ότι κυνηγάει μία ακτίνα φωτός μέχρι να την πιάσει. Μόλις θα γινόταν αυτό, το κύμα του φωτός θα ‘πάγωνε’. Αυτό όμως ήταν απίθανο σύμφωνα με τη φυσική της εποχής του. Η επιμονή του αυτή να λύσει το συγκεκριμένο πρόβλημα με το κυνήγι της ακτίνας του φωτός, ήταν η αιτία που τον οδήγησε στην Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας. Ίσως αυτή η ιστορία να φαίνεται αρκετά περίεργη, για να μπορεί να δικαιολογήσει πώς έγινε η σύλληψη της Θεωρίας από αυτό το νοητικό πείραμα. Οι φυσικοί εξακολουθούν να διαφωνούν σχετικά με αυτό το ζήτημα.

Οι μαϊμούδες του Borel

maimou-tablet

Παραλλαγές του νοητικού αυτού πειράματος είναι πολύ παλιές, φτάνοντας μέχρι την αρχαία Ελλάδα. Η σύγχρονη εκδοχή του θεωρήματος που αφορά το άπειρο προτάθηκε το 1913 από τον γάλλο μαθηματικό Emile Borel. Η υπόθεση έχει ως εξής: ένας άπειρος αριθμός από μαϊμούδες που θα χτυπούν συνεχώς τα δάχτυλά τους σε γραφομηχανές για άπειρο χρόνο, είναι σχεδόν σίγουρο ότι κάποτε θα καταφέρουν να γράψουν όλα τα έργα του Shakespeare. Φαίνεται απίθανο, γιατί ο νους μας πολύ δύσκολα μπορεί να συλλάβει την έννοια του απείρου. Αλλά από μαθηματικής απόψεως ισχύει.

Ο δαίμων του Maxwell

Maxwells-demon-600x450

Το 1867 ο James Clerk Maxwell φαντάστηκε δύο θαλάμους, τον Α και τον Β, κάθε ένας από τους οποίους θα ήταν γεμάτος με αέριο στην ίδια θερμοκρασία και μεταξύ τους θα υπήρχε μία πόρτα. Ως θυρωρό στην πόρτα αυτή φαντάστηκε ένα δαίμονα, που χωρίς να παράγει ούτε καν το απειροελάχιστο έργο, θα επέτρεπε στα γρηγορότερα κινούμενα σωματίδια να περάσουν από τον Α στον Β θάλαμο και στα πιο αργά να περάσουν από τον Β στον Α. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, η ταχύτητα των σωματιδίων (και επομένως η θερμοκρασία) θα έχει αυξηθεί στο θάλαμο Β. Το απίθανο αυτό πείραμα σκέψης χρησιμοποιήθηκε για να στηρίξει τον δεύτερο θερμοδυναμικό νόμο.

Πηγή

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Η σχέση γλώσσας και σκέψης

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Σήμερα θα μιλήσουμε για τη σχέση γλώσσας και σκέψης. Το θέμα, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι ενδιαφέρον.

Όχι ότι θα δώσουμε απάντηση σ’ αυτό το μεγάλο πρόβλημα που τόσο έχει συζητηθεί και συζητιέται και θα συζητιέται ίσως «ες αεί». Δεν πρόκειται για την απάντηση. Αυτή έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει, αφού δεν έχει δοθεί από τους ειδικούς. Άλλο θα κάνουμε, που νομίζω ότι είναι κι αυτό αρκετά ενδιαφέρον.

Θα αναφερθούμε σ’ εκείνους που ασχολήθηκαν μ’ αυτό το πρόβλημα και θα παρακολουθήσουμε τις απόψεις τους. Θα πάρουμε, έτσι, μιαν ιδέα αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο είδαν τη σχέση γλώσσας και σκέψης φιλόσοφοι, επιστήμονες (γλωσσολόγοι, νευροεπιστήμονες, παιδαγωγοί, ψυχολόγοι, γιατροί) και άλλοι που έσκυψαν πάνω σ’ αυτό το θέμα το τόσο καίριο, τόσο σημαντικό για τη ζωή μας αλλά και τόσο άγνωστο.

Αρχίζουμε, λοιπόν, από τους αρχαίους Έλληνες, διότι, όσο ξέρω, είναι οι πρώτοι στον κόσμο που αντίκρισαν αυτό το θέμα ερευνητικά. Και μάλιστα αρχίζουμε με τον Πλάτωνα. Στο έργο του που φέρει τον τίτλο Σοφιστής, ο Ξένος και ο σοφιστής Θεαίτητος συζητούν ανάμεσα στα άλλα και τη σχέση γλώσσας και σκέψης. Ύστερα μάλιστα από διεξοδική συζήτηση κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η γλώσσα ταυτίζεται με τη σκέψη. Ακούστε τους:

Ξένος: Ούκοΰν, Θεαίτητε, λέει ο Ξένος, διάνοια και λόγος ταύτόν πλήν ό μέν εντός τής ψυχής πρός αυτήν .διάλογος ανευ φωνής γιγνόμενος τούτ’ αυτό ήμΐν έπωνομάσθη διάνοια;

Θεαίτητος: Πάνυ μέν ούν.

Ξένος: Τό δέ γ’ απ’ εκείνης ρεύμα διά τού στόματος ιόν μετά φθόγγου κέκληται λόγος;

Θεαίτητος: ’Αληθή.

Το μεταφέρω στα Νέα Ελληνικά:

Ξένος: Λοιπόν, Θεαίτητε, από όσα συζητήσαμε έως τώρα, συνάγεται ότι η σκέψη και ο λόγος είναι το ίδιο πράγμα. Με μόνη τη διαφορά ότι ονομάστηκε από μας σκέψη ο διάλογος που κάνει μέσα της η ψυχή με τον εαυτό της χωρίς να μετέχει η φωνή;

Θεαίτητος: Βεβαιότατα.

Ξένος: Και από την άλλη μεριά το ρεύμα που βγαίνει απ’ εκείνην και περνάει από το στόμα ενωμένο με τη φωνή, αυτό δεν έχει ονομαστεί λόγος;

Θεαίτητος: Βεβαιότατα,

Επομένως, για τον Πλάτωνα, η σκέψη είναι εσωτερικευμένη γλώσσα, ενώ η γλώσσα είναι εξωτερικευμένη σκέψη. Άλλωστε οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την ίδια λέξη «λόγος», για να δηλώσουν τόσο τη γλώσσα όσο και τη λογική. Σήμερα μιλούμε για ενδόμυχο λόγο και για φωνούμενο λόγο. Είναι αξιοσημείωτο ότι και στις δύο περιπτώσεις μιλούμε για λόγο. Δεν είναι φρόνιμο αυτά να θεωρηθούν τυχαία ή συμπτωματικά.

Λανθάνει η αντίληψη που έχει ο Έλληνας ότι υπάρχει στενός δεσμός ανάμεσα στη γλώσσα και στη σκέψη. Λόγος είναι και η γλώσσα, όπως λόγος είναι και η σκέψη. Μήπως και το ρήμα «συλλογίζομαι» (συνλογίζομαι: σκέφτομαι και κατά τη σκέψη μου χρησιμοποιώ τον λόγο, σκέφτομαι με τον λόγο) δεν σημασιοδοτεί ανάλογη αντίληψη; αντίληψη που δένει άρρηκτα τη γλώσσα με τη σκέψη;

Ανάλογη αντίληψη υποκρύπτουν και τα ρήματα φράζω και φράζομαι στον Όμηρο: φράζω σημαίνει λέγω.

Αυτοί δ’ αΰτε παρά ρόον Ώκεανοΐο ποταμοιο ήομεν οφρα ές τόπον άφικόμεθ’ αν φράσε Κίρκη.

Κι εμείς πάλι πλέαμε στα ρεύματα του Ωκεανού ώσπου φτάσαμε στον τόπο για τον οποίο μας είχε μιλήσει η Κίρκη.

Μιλάει ο Οδυσσέας στο παλάτι του Αλκίνοου, όπου διηγείται στον βασιλιά και στους άλλους άρχοντες τις ατελείωτες περιπέτειές του. Είναι φανερό ότι το ρήμα φράζω σημαίνει εδώ λέγω/μιλώ. Θυμηθείτε και τα νεοελληνικά εκφράζω, παραφράζω, συμφράζω (συμφραζόμενα), φράση, έκφραση, εκφραστικός, εκφραστικότητα κλπ.

 

Στον Όμηρο, πάλι, συναντούμε το βήμα φράζομαι με τη σημασία του σκέπτομαι:

φράζεο, Τυδεΐδη, και χάξεο μηδέ θεοισιν ισα έθελε φρονέειν.

Σκέψου, γιε του Τυδέα, και σχάσου και μη θέλεις να γίνεις ίδιος με τους θεούς.

Είναι φανερό ότι το φράζομαι στο χωρίο αυτό του Ομήρου έχει ανάλογη χρήση με τη χρήση του ρήματος συλλογίζομαι. Μέσα στο φράζομαι άνετα μπορεί κανείς να αναγνώσει τη φράση (φράζω), λέξη ανάλογη στη σημασία με τη λέξη λόγος. Δηλαδή <φράζομαι=σκέπτομαι χρησιμοποιώντας τη φράση (το λόγο).

Στον λόγο, λοιπόν, του ελληνικού λαού από τα χρόνια του Ομήρου (και ποιος μπορεί να ξέρει και πόσους αιώνες πριν) έως σήμερα λανθάνει η αντίληψη ότι η σκέψη γίνεται με τον λόγο. Για την επαλήθευση αυτής της αντίληψης, θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί και άλλα χωρία του Ομήρου καθώς και άλλους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Δεν θα το κάμω, όμως. Αν και θα άξιζε τον κόπο. Έχει γοητεία αυτή η έρευνα. Ο χρόνος δεν μας παίρνει.

Θα αναφερθώ, ωστόσο, στον προσωκρατικό φιλόσοφο Ηράκλειτο (6ος αιώνας π.Χ.), σ’ αυτόν τον μεγάλο και σκοτεινό, όπως τον είπαν, εφέσιο φιλόσοφο, από το έργο του οποίου μόνον αποσπάσματα σώζονται στα Fragmenta philosophorum Graecoruin. Γράφει, λοιπόν, σ’ ένα από αυτά τα αποσπάσματα σχετικά με την ψυχή: Πείρατα ψυχής ούκ άν έξεύροιο πάσαν έπιπορευόμενος οδόν οΰτω βαθύν λόγον έχει· έστι ψυχής λόγος έωυτόν αύξων.

Την άκρη της ψυχής δεν μπορεί κανείς να τη βρει όποιον δρόμο και να πάρει- τόσο βαθύς είναι ο λόγος της· υπάρχει λόγος στην ψυχή που αυξάνει τον εαυτό του.

Δεν θα με απασχολήσει εδώ η σημασία της λέξης λόγος. Πολλά έχουν γραφεί και θα γραφούν ακόμη από τους φιλοσόφους και τους φιλολόγους που ερμηνεύουν τον Ηράκλειτο. Θα πω μόνον ότι ο Ηράκλειτος, για να δηλώσει την απεραντοσύνη της ψυχής επέλεξε τη λέξη λόγος, η οποία, βεβαίως, παραπέμπει στη γλώσσα. Βαθύς ο λόγος της ψυχής. Που θα μπορούσε να σημαίνει ότι η ψυχή είναι τρίσβαθη και απέραντη και ανεξερεύνητη, όπως ο λόγος. Μόνον αυτή η λέξη έχει τη δύναμη να αποδώσει την έκταση και το βάθος της ψυχής, η λέξη λόγος.

Βλέπω, δηλαδή, στο απόσπασμα αυτό του Ηράκλειτου να παραλληλίζεται το βάθος και η απεραντοσύνη της ψυχής με το βάθος και την απεραντοσύνη του λόγου. Θα μπορούσα, φυσικά, να τα παρουσιάσω αυτά πιο απλά, χωρίς να αδικήσω τον Ηράκλειτο και χωρίς να βάλω κανέναν σε πειρασμό: τρίσβαθη και απέραντη η ψυχή όπως ο λόγος, που διαρκώς πολλαπλασιάζει τον εαυτό του. Και αντιστρόφως, τρίσβαθη και απέραντη η γλώσσα (λόγος) όπως η ψυχή. Σημασία για την περίπτωσή μας έχει το γεγονός ότι ο φιλόσοφος επιλέγει και χρησιμοποιεί τη λέξη λόγος προκειμένου να μιλήσει για γνωρίσματα/ιδιότητες που σχετίζονται με το βάθος και την απεραντοσύνη της ψυχής.

Με την ίδια λέξη λόγος θ’ αρχίσει αργότερα, έξι αιώνες μετά τον Ηράκλειτο, το ευαγγέλιό του ο ευαγγελιστής Ιωάννης:

Έν αρχή ήν ό λόγος, θα πει,καί ό λόγος ήν πρός τόν θεόν καί θεός ήν ό λόγος.

Που σημαίνει ότι κι αυτός, όπως ο Ηράκλειτος, επέλεξε τη λέξη λόγος προκειμένου να τη συσχετίσει με τον Θεό, προκειμένου δηλαδή να μιλήσει για κάτι πολύ πολύ σημαντικό, ό,τι πιο σημαντικό θα μπορούσε να υπάρξει. Και μάλιστα για έναν ευαγγελιστή, τον πιο αξιόλογο ευαγγελιστή από τους μαθητές του Χριστού. Έκρινε, με άλλα λόγια, ο Ιωάννης, ότι αυτή είναι η λέξη που θα μπορούσε να παραπέμψει καλύτερα από κάθε άλλην στη μεγαλοσύνη και την απεραντοσύνη και την παντοδυναμία κλπ. του Θεού.

Στα νεότερα χρόνια, στις αρχές του αιώνα μας, μιλάει με ανάλογο τρόπο για τη σχέση γλώσσας και σκέψης ο Ferdinand de Saussure, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και πατέρας της νεότερης γλωσσολογίας με τεράστιο έργο και μεγάλη προσφορά στην έρευνα και τη μελέτη της γλώσσας. Το έργο του αποτελεί σταθμό στην επιστήμη της γλωσσολογίας. Αρχίζει μαζί του μια καινούρια περίοδος στη μελέτη των γλωσσών.

Η γλώσσα, λέει ο Saussure, και η σκέψη δένονται μεταξύ τους όπως δένονται οι δύο πλευρές μιας κόλλας χαρτιού. Όπως, παρατηρεί, δεν μπορούμε να εννοήσουμε μια κόλλα χαρτιού με μια μονάχα πλευρά, έτσι δεν μπορούμε να εννοήσουμε γλώσσα χωρίς σκέψη και σκέψη χωρίς γλώσσα. Και όχι μόνον αυτό· προχωρεί και πιο κει: αν, παρατηρεί, τραυματίσουμε τη μια πλευρά του χαρτιού, θα δεχθεί το τραύμα και η άλλη. Έτσι και με τη γλώσσα και τη σκέψη: αν τραυματίσουμε τη σκέψη, θα τραυματίσουμε τη γλώσσα και, αντιστρόφως, αν τραυματίσουμε τη γλώσσα, θα τραυματίσουμε τη σκέψη. Παρένθεση.

Αυτά που είχε συλλάβει και είχε διατυπώσει ο Saussure για τη σχέση γλώσσας και σκέψης χωρίς εμπειρική έρευνα, φαίνεται να τα επαληθεύουν οι σημερινές επιστήμες με την έρευνά τους την εμπειρική. Έχει εντοπιστεί π.χ. στον εγκέφαλο το «τετράπλευρο της γλώσσας», το οποίο αποτελείται από τέσσερα κέντρα, δύο κινητικά και δύο αισθητικά. Κινητικά είναι το κέντρο του Broca και το κέντρο του Exner· αισθητικά είναι τα κέντρα του Wernicke και του Kunsmal. Ονομάστηκαν όλα, όπως συνηθίζεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, από τα ονόματα των επιστημόνων οι οποίοι τα διαπίστωσαν και τα προσδιόρισαν.

Κλινικές παθήσεις έδειξαν ότι, όταν βλάπτονται τα κέντρα αυτά, βλάπτεται η ανθρώπινη γλώσσα και διαταράσσεται η ανθρώπινη επικοινωνία. Έτσι, βλάβες στα κέντρα του Broca και του Εxner συνεπάγονται αντίστοιχα την αφασία και την αγραφία, ενώ βλάβες στα κέντρα του Wernicke και του Kunsmal επιφέρουν αντίστοιχα τη λεξική κώφωση, κατά την οποία ο άνθρωπος δεν αντιλαμβάνεται τις λέξεις δια της ακοής, και τη λεξική τύφλωση, κατά την οποία παρουσιάζεται αδυναμία ή δυσκολία να αντιληφθεί κανείς με την όραση τις λέξεις.

Γενικά οι επιστήμες που ασχολούνται σήμερα με τα προβλήματα αυτά (νευροεπιστήμες, ψυχογλωσσολογία, παθογλωσσολογία, νευρογλωσσολογία κλπ.) διαπιστώνουν ότι υπάρχει πολύ στενή σχέση ανάμεσα στη γλώσσα και τη σκέψη. Κλείνει η παρένθεση.

Πάντως, για τον F. de Saussure, η γλώσσα δεν είναι υπόθεση ονοματοθεσίας· η λέξη (στη γλωσσολογία την ονομάζουμε με τον γλωσσολογικό όρο σημείο) δεν συνδέει, όπως αφελώς μπορεί να νομίσει κάποιος, ένα όνομα με ένα πράγμα. Η λέξη (το σημείο) έχει εσωτερικότητα, είναι μια ψυχική οντότητα: ενώνει μιαν έννοια με μιαν ακουστική εικόνα.

Ακούστε, όμως, και άλλες σκέψεις του Saussure για τη σχέση γλώσσας και σκέψης —και κλείνω μ’ αυτές. Γράφει:

«Η σκέψη, χαώδης από τη φύση της, υποχρεώνεται να αυτοκαθορίζεται αναλυόμενη. Δεν υπάρχει, λοιπόν, ούτε εξυλοποίηση των σκέψεων, ούτε εκπνευματοποίηση των ήχων, αλλά πρόκειται για το γεγονός, μυστηριακό κατά κάποιον τρόπο, ότι η “σκέψη-ήχος” υπονοεί διαιρέσεις και ότι η γλώσσα επεξεργάζεται τις μονάδες της τοποθετούμενη ανάμεσα σε δύο άμορφες μάζες. Ας φανταστούμε τον αέρα σ’ επαφή με μια μεγάλη έκταση ήρεμου νερού- αν η ατμοσφαιρική πίεση αλλάξει, η επιφάνεια του νερού αναλύεται σε μια σειρά διαιρέσεις, δηλαδή σε κύματα· οι κυματισμοί αυτοί θα δώσουν μιαν ιδέα της ένωσης και, για να το πούμε έτσι, της σύζευξης της σκέψης με τη φωνητική ύλη».

***

Χρίστος Τσολάκης - Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική - Εκδότης: Νησίδες

Πηγή:antikleidi.com

Κατηγορίες:
Λεξιλογικά

Η χαρά της ανακάλυψης (και οι...δεινόσαυροι), από τον Richard P. Feynman

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Στο σπίτι είχαμε μια εγκυκλοπαίδεια Britannica, και από τότε που ήμουν ακόμη πολύ μικρός [ο πατέρας μου] συνήθιζε να με καθίζει στα γόνατα του και να μου διαβάζει διάφορα κείμενα από αυτή.

Ας πούμε πως διαβάζαμε για τους δεινόσαυρους και ότι έλεγε για τους βροντόσαυρους ή για τον τυραννόσαυρο κάτι σαν «αυτό το τέρας έχει 7 μέτρα ύφος, και το κεφάλι του 2 μέτρα πλάτος», καταλαβαίνετε· σε εκείνο το σημείο, ο πατέρας μου θα σταματούσε και θα έλεγε:

«Ας δούμε τι σημαίνει αυτό. Δηλαδή, αν στεκόταν στην αυλή μας, θα ήταν αρκετά ψηλό για να μπορεί να περάσει το κεφάλι του μέσα από το παράθυρο- αλλά πάλι δεν θα τα κατάφερνε εντελώς, διότι έχει κεφάλι φαρδύ, οπότε θα γκρέμιζε το παράθυρο.»

Καθετί που διαβάζαμε θα έπρεπε να μεταφραστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο σε κάτι το πραγματικό, το χειροπιαστό- έτσι έμαθα να κάνω και με ό,τι διαβάζω —προσπαθώ να καταλάβω τι πραγματικά εννοεί, τι στην πραγματικότητα λέει, μεταφράζοντάς το. Έτσι συνήθιζα να διαβάζω την Britannica όταν ήμουν παιδί, με μετάφραση (γέλια).

Εξάλλου, ήταν πολύ συναρπαστικό και ενδιαφέρον να σκέφτομαι ότι υπήρχαν κάποτε ζώα τέτοιου μεγέθους —έπειτα από αυτό δεν φοβόμουν στη σκέψη πως μπορεί να υπήρχε κάποιο και να ερχόταν στο παράθυρο μου—, και μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι κάποια στιγμή όλα πέθαναν, και κανείς δεν ήξερε το γιατί.

Συνηθίζαμε να πηγαίνουμε στα βουνά Κάτσκιλ. Ζούσαμε στη Νέα Υόρκη, και τα βουνά αυτά ήταν τόπος παραθερισμού. Οι πατεράδες μας —μια μεγάλη ομάδα γονέων— έπρεπε κατά τη διάρκεια της εβδομάδας να επιστρέφουν στη Νέα Υόρκη, στις δουλειές τους, και ξαναγύριζαν τα Σαββατοκύριακα. Έτσι, όταν ερχόταν ο πατέρας μου, με έπαιρνε για περιπάτους στα δάση και μου έλεγε διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα που συνέβαιναν σε αυτά, τα οποία θα σας εξηγήσω σε λίγο.

Οι μητέρες των άλλων παιδιών, βλέποντάς μας, το βρήκαν υπέροχη ιδέα και θεώρησαν ότι και οι άλλοι πατεράδες έπρεπε να παίρνουν τα παιδιά τους για τέτοιους περιπάτους. Το προσπάθησαν, χωρίς όμως να καταφέρουν και πολλά.

Image result for new york catskill mountains

Έτσι, έφτασαν να ζητήσουν να πάρει ο πατέρας μου μαζί του όλα τα παιδιά. Εκείνος όμως αρνήθηκε, επειδή οι δυο μας είχαμε μια ειδική σχέση, κάτι πολύ προσωπικό. Τελικά αποφάσισαν ότι οι άλλοι πατεράδες έπρεπε να πάρουν τα παιδιά τους για περίπατο το επόμενο Σαββατοκύριακο.

Την επόμενη Δευτέρα, λοιπόν, όταν γύρισαν όλοι στις δουλειές τους, τα παιδιά παίζαμε στο γήπεδο, οπότε ένα από αυτά μου λέει: «Κοίταξε εκείνο το πουλί, τι είδος είναι;» Εγώ απάντησα πως δεν είχα την παραμικρή ιδέα. Συνέχισε: «Είναι μια καστανόλαιμη τσίχλα», ή κάτι τέτοιο, «δεν σου 'πε τίποτα ο μπαμπάς σου;»

Ωστόσο, συνέβαινε το αντίθετο: ο πατέρας μου με είχε διδάξει. Κοιτώντας ένα πουλί, έλεγε:

«Ξέρεις τι πουλί είναι αυτό; Μια καστανόλαιμη τσίχλα- στα πορτογαλικά το λένε έτσι, στα ιταλικά αλλιώς, στα κινέζικα είναι αυτό, στα γιαπωνέζικα εκείνο κ.λπ. Τώρα πια» συνέχιζε «ξέρεις το όνομα του πουλιού σε όλες τις γλώσσες, αλλά τελικά δεν γνωρίζεις τίποτε για το πουλί. Ξέρεις μόνο πώς το ονομάζουν οι άνθρωποι στα διάφορα μέρη της Γης. Γι αυτό, έλα να μάθουμε περισσότερα για το συγκεκριμένο πουλί.»

Με είχε διδάξει να προσέχω τις λεπτομέρειες. Μια μέρα έπαιζα με ένα τρενάκι —ένα μεταλλικό βαγόνι που μπορούσε να τρέχει πάνω σε κυκλικές ράγες, και τα παιδιά το τραβούσαν και το έσπρωχναν για να παίζουν. Είχε μια μεταλλική μπίλια στο εσωτερικό του —το θυμάμαι καλά—, και εγώ'), καθώς το τράβηξα, παρατήρησα κάτι σχετικά με τον τρόπο που κινήθηκε η μπίλια. Πηγαίνω λοιπόν στον πατέρα και του λέω:

«Όταν τραβάω το βαγονάκι, η μπίλια κυλάει στο πίσω μέρος του, και όταν το σταματάω απότομα, η μπίλια πηγαίνει στο μπροστινό του μέρος. Γιατί συμβαίνει αυτό;»

Ο πατέρας απάντησε ότι κανείς δεν ξέρει το γιατί.

«Είναι μια γενική αρχή· τα σώματα θέλουν να διατηρούν την κατάσταση της κίνησής τους και, όταν ηρεμούν, θέλουν να διατηρούν την κατάσταση της ηρεμίας τους —εκτός κι αν κάποιος τους ασκήσει δύναμη.»

Και πρόσθεσε:

«Αυτή η τάση λέγεται αδράνεια, αλλά κανείς δεν ξέρει γιατί υπάρχει.»

Αυτό το κατάλαβα καλά —δεν μου έδωσε ένα όνομα, ήξερε τη διαφορά ανάμεσα στη γνώση του ονόματος και τη γνώση της ουσίας του θέματος, την οποία διαφορά έμαθα κι εγώ πολύ νωρίς. Συνέχισε λέγοντας:

«Αν κοιτάξεις προσεκτικά, θα διαπιστώσεις ότι δεν κινείται η μπίλια προς τα πίσω, αλλά το πίσω μέρος του βαγονιού, καθώς το σπρώχνεις, έρχεται προς την μπίλια —δηλαδή η μπίλια στέκεται ακίνητη ή, λόγω της τριβής, μάλλον κινείται και λίγο προς τα εμπρός.»

Έφυγα τρέχοντας για το βαγονάκι· έστησα την μπίλια και το τράβηξα. Κοιτάζοντας από τα πλαϊνά τοιχώματα, είδα πράγματι πως ο πατέρας είχε δίκιο: η μπίλια, όσο τραβούσα το βαγονάκι προς τα μπροστά, δεν κινήθηκε καθόλου προς τα πίσω· κινήθηκε προς τα πίσω σε σχέση με το βαγονάκι, αλλά σε σχέση με τις ράγες ή το έδαφος κινήθηκε ελάχιστα προς τα εμπρός, και ακριβώς γι' αυτό την προλάβαινε το πίσω μέρος του βαγονιού.

Με αυτό τον τρόπο διαπαιδαγωγήθηκα από τον πατέρα μου, με τέτοια παραδείγματα, αβίαστα, με ευχάριστη και ενδιαφέρουσα κουβέντα.

Από το βιβλίο " Η χαρά της ανακάλυψης"- Εκδ. Κάτοπτρο.

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Φυσική & Φιλοσοφία

O Τόμας Χομπς, ο χρόνος και η σκέψη των ανθρώπων

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Τόμας Χομπς / Φιλόσοφος – αποδίδεται στον David Beck

 

Ο Άγγλος φιλόσοφος Τόμας Χομπς (Thomas Hobbes, 5 Απριλίου 1588 – 4 Δεκεμβρίου 1679) ήταν ένας από τους πρώτους διανοητές-θεμελιωτές του σύγχρονου κράτους και ιδρυτής της πολιτικής φιλοσοφίας.

Η ζωή του

Ο Τόμας Χομπς γεννήθηκε στο Μαλμέσμπουρυ της Αγγλίας. Σπούδασε στην Οξφόρδη λογική και αριστοτελική φιλοσοφία. Το 1608 προσελήφθη από τον σερ Γουόλτερ Κέιθεντις ως δάσκαλος του γιου του. Στη θέση αυτή υπηρέτησε επί είκοσι χρόνια και αργότερα υπήρξε δάσκαλος και του γιου του μαθητή του.

Ταξίδεψε στη Γαλλία και την Ιταλία, όπου γνώρισε τον Γαλιλαίο, και έμαθε τις αντίστοιχες γλώσσες, καθώς και ελληνικά και λατινικά. Μετέφρασε και εξέδωσε τον Θουκυδίδη [1628], για να «μάθουν οι συμπατριώτες του τις ακρότητες της αθηναϊκής δημοκρατίας».

Επανήλθε στη Γαλλία [1631-1637], όπου μελέτησε φυσικές επιστήμες. Στη Γαλλία κατέφυγε και κατά τον αγγλικό εμφύλιο πόλεμο [1662-1653], Το 1667-1668 υπήρξε δάσκαλος του εξόριστου διαδόχου του θρόνου Καρόλου. Το 1653 επέστρεψε στην Αγγλία και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην κατοικία των Κέιθεντις, υπό την προστασία του Καρόλου που ήταν πλέον Βασιλέας.

Τα θεωρούμενα ως σημαντικότερα έργα του Χομπς είναι τα εξής:

«Human nature» («Ανθρώπινη φύση»), «Elements of Law. Moral and Politik» («Στοιχεία του νόμου, της ηθικής και πολιτικής» – λατινικός τίτλος «De Corpore Politico») και «De Cive» («Περί του πολίτη»),Έγραψε επίσης πολλές πραγματείες σχετικές με τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες.

Αλλά το έργο που τον έκανε διάσημο και ταυτοχρόνως προκάλεσε μεγάλη κατακραυγή εναντίον του ήταν ο «Λεβιάθαν» [1651], φιλομοναρχικό κείμενο πολιτικής φιλοσοφίας με το οποίο διατυπώθηκε η θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου. 0 νόμος είναι η εφαρμογή της σύμβασης μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίοι πριν τη δημιουργία του κράτους -που ιδρύθηκε κατά σύμβαση για να παρέχει προστασία- ζούσαν κατασπαράζοντας ο ένας τον άλλον, σε μία κατάσταση πολέμου όλων εναντίον όλων.

Το έργο δυσαρέστησε τόσο τους μοναρχικούς όσο και τους ρεπουμπλικάνους. και θα τον είχε οδηγήσει στη φυλακή, αν δεν διέθετε την προστασία του βασιλέα. Οπωσδήποτε, δεν μπόρεσε να εκδώσει άλλη φιλοσοφική μελέτη στην Αγγλία

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του συγκέντρωσε τα έργα του στο «De Corpora».

 

Η διδασκαλία του

Ο Χομπς κινήθηκε στο πνεύμα του Μπέικον και απέρριψε την ύπαρξη οποιουδήποτε πνευματικού ή άυλου στοιχείου πέραν των υλικών σωμάτων, θεώρησε τις έννοιες ως αντανακλάσεις της πραγματικότητας στη συνείδηση ίων ανθρώπων. Για το λόγο αυτόν αντιμετώπισε και το χώρο ως φανταστική παράσταση που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Επίσης πίστευε ότι ο χρόνος δεν υπάρχει στα υλικά σώματα, αλλά στη σκέψη των ανθρώπων. Όλες οι λέξεις που εκφράζουν το άυλο και το αόριστο δεν έχουν νόημα για το ανθρώπινο μυαλό, διότι δεν αντιστοιχούν σε κάτι που να δέχονται οι αισθήσεις, θα έπρεπε να εξαλειφθούν από τη φιλοσοφία, διότι είναι μάταια φαντάσματα.

Επίσης, ο Χομπς υποστήριξε ότι δεν υπάρχει άλλο κίνητρο της βούλησης εκτός από τις αισθήσεις της ικανοποίησης και του πόνου, ενώ κίνητρο της ηθικής συμπεριφοράς των ανθρώπων είναι το ένστικτο της αυτοσυντήρησης -άρα ό,τι πράττει κανείς για να διατηρηθεί στη ζωή είναι θεμιτό.

Η βασική αρχή του είναι ότι δεν υπάρχει σκέψη που να μην έχει γεννηθεί από τις αισθήσεις, οι οποίες αποτελούν την αφετηρία της γνώσης. Η λογική αναζητεί το σύνολο προσθέτοντας τα τμήματα που το απαρτίζουν ή οδηγείται στο μέρος αφαιρώντας από το σύνολο τα υπόλοιπα. Από το σημείο αυτό προκύπτει ότι η μετάβαση από το γενικό στο μερικό και το αντίστροφο είναι απλώς μορφές εξίσωσης. Γ αυτό και όλες οι ανθρώπινες αντιλήψεις θα έπρεπε να εκφράζονται με μαθηματική μορφή. Οτιδήποτε δεν μπορεί να εκφραστεί κατά τον τρόπο αυτό δεν είναι κατανοήσιμο από τη διάνοιά μας.

Μια γεύση

«Όταν ένα πράγμα στέκει ακίνητο, θα παραμείνει ακίνητο στο διηνεκές εκτός αν κάποιο άλλο το θέσει σε κίνηση. Αυτό είναι αλήθεια που κανείς δεν αμφισβητεί. Αλλά αν ένα σώμα κινείται, θα κινείται στο διηνεκές, εκτός αν κάποιο άλλο το σταματήσει. Αυτό, αν και η αιτία είναι η ίδια (δηλαδή ότι τίποτε δεν μπορεί να αλλάξει από μόνο του), δεν γίνεται παραδεκτό με την ίδια ευκολία. Αυτό συμβαίνει διότι οι άνθρωποι κρίνουν εξ ιδίων όχι μόνο τους άλλους ανθρώπους, αλλά και όλα τα πράγματα. Και επειδή μετά την κίνηση αισθάνονται καταπονημένοι και εξαντλημένοι, πιστεύουν ότι κάθε άλλο πράγμα κουράζεται από την κίνηση και αναζητεί αυτοβούλως την ανάπαυση. Λίγο τους απασχολεί μήπως υπάρχει κάποιο είδος κίνησης η οποία δεν προκαλεί την επιθυμία της ανάπαυσης που βρίσκουν στον εαυτό τους. Γι’ αυτό λένε οι Σχολαστικοί ότι τα Βαριά σώματα πέφτουν προς τα κάτω από διάθεση ακινησίας και για να διατηρήσουν τη φύση τους στην πλέον αρμόζουσα γι’ αυτά στάση. Έτσι παραλόγως αποδίδουν στα άψυχα πράγματα ορέξεις και γνώσεις για το τι είναι καλό για τη συντήρησή τους (κάτι παραπάνω από αυτό που διαθέτει ο άνθρωπος)».

[Από τον «Λεβιάθαν»]

Συλλογικό –  70 φιλόσοφοι

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Κατηγορίες:
Φυσική & Φιλοσοφία
web design by