Στις εργασίες μου των τελευταίων χρόνων (Πέρα από την αρχή της ηδονής, Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ και το Αυτό), άφησα ελεύθερη την από καιρό καταπιεζόμενη ροπή μου προς την εικοτολογική θεώρηση και συνέλαβα ένα άλλο είδος λύσης του προβλήματος των ορμών. Υπό την έννοια έρως συμπεριέλαβα την αυτοδιατήρηση του είδους και στον άλλο πόλο τοποθέτησα την αθόρυβα εργαζόμενη ορμή του θανάτου ή καταστροφικότητας. Η ορμή συλλαμβάνεται εντελώς γενικά ως ένα είδος ελαστικότητας του ζωντανού πλάσματος, ως μια ώθηση για την επανόρθωση μιας κατάστασης που υπήρχε κάποτε και έχει αρθεί από μια εξωτερική διαταραχή. Αυτή η κατά βάση συντηρητική φύση των ορμών διευκρινίζεται με τα φαινόμενα του ψυχαναγκασμού για επανάληψη. Η συνεργία και η αμοιβαία αντενέργεια του έρωτος και της ορμής του θανάτου συνθέτουν για μας την εικόνα της ζωής.
Είναι άγνωστο αν αυτή η κατασκευή αποδειχθεί χρήσιμη. Διέπεται βέβαια από την επιδίωξη να προσδιοριστούν σταθερά μερικές από τις σημαντικότερες θεωρητικές ιδέες της ψυχανάλυσης, αλλά προχωρεί πέρα από την ψυχανάλυση. Επανειλλημένα άκουσα την υποτιμητική παρατήρηση ότι δεν μπορεί κανείς να έχει μεγάλη ιδέα για μια επιστήμη, της οποίας οι βασικές έννοιες έχουν τόσο ασαφές περίγραμμα, όπως η έννοια της λίμπιντο ή της ορμής στην ψυχανάλυση. Αλλά αυτή η επίκριση στηρίζεται σε πλήρη παραγνώριση των πραγμάτων. Σαφείς βασικές έννοιες και ορισμοί με καθαρό περίγραμμα είναι δυνατόν να υπάρξουν μόνο στις επιστήμες του πνεύματος, όταν θέλουν να εντάξουν ένα πεδίο δεδομένων στο πλαίσιο ενός διανοητικά σχηματισμένου συστήματος. Στις φυσικές επιστήμες, στις οποίες ανήκει η ψυχολογία, μια τέτοια σαφήνεια των βασικών εννοιών είναι περιττή και μάλιστα αδύνατη. Η ζωολογία και η φυτολογία δεν άρχισαν με ορθούς και επαρκείς ορισμούς του ζώου και του φυτού, η βιολογία δεν μπορεί ούτε σήμερα ακόμη να δώσει ασφαλές περιεχόμενο στην έννοια του έμβιου όντος. Ακόμη και η φυσική θα είχε χάσει κάθε δυνατότητα να αναπτυχθεί, αν έπρεπε να περιμένει ώσπου οι έννοιές της, ύλη, δύναμη, βαρύτητα και πολλές άλλες θα αποκτούσαν την επιθυμητή σαφήνεια και ακρίβεια.
Οι βασικές ιδέες ή έννοιες των φυσικοεπιστημονικών κλάδων παραμένουν κατ’ αρχάς πάντοτε απροσδιόριστες, προσωρινά διευκρινίζονται με την επισήμανση του πεδίου των φαινομένων, από το οποίο προέρχονται, και μόνον μέσω της προϊούσας ανάλυσης του υλικού της παρατήρησης γίνονται σαφείς, πλήρεις περιεχομένου και απαλλαγμένες από αντιφάσεις. Θεώρησα πάντοτε πολύ άδικο να μην μεταχειρίζεται κανείς την ψυχανάλυση όπως κάθε άλλη φυσική επιστήμη. Αυτή η άρνηση εκφράστηκε στις πιο επίμονες επικρίσεις. Η ψυχανάλυση ψέγεται για κάθε μη πληρότητα και ατέλεια, ενώ μια επιστήμη βασιζόμενη στην παρατήρηση δεν μπορεί παρά να επεξεργάζεται τα συμπεράσματά της τμηματικά και να λύνει τα προβλήματά της σταδιακά.