Και κάτι άλλο... (277 άρθρα)

Άνθρωποι – Ρομπότ: 0-1; Πού μας οδηγεί η τεχνητή νοημοσύνη;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Oι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης αυξάνονται εκθετικά και ίσως στο προσεχές μέλλον οι μηχανές να αναπτύξουν και συναισθηματική νοημοσύνη. Ομως οι μηχανές μπορούν να δουν το απείρως μικρό και το απείρως μεγάλο, ενώ ο άνθρωπος το απείρως μεσαίο – αυτό που βρίσκεται ανάμεσα στις γραμμές.

Λατρεύω τον καφέ, τη γεύση, το άρωμα, τη διαδικασία παρασκευής του. Και θεωρώ την εμπειρία του καφέ ολοκληρωμένη όταν ο εξειδικευμένος άνθρωπος που θα τον έχει παρασκευάσει θα μου εξηγήσει πως πέτυχε και σε τι συνίσταται αυτή η ξεχωριστή κάθε φορά αίσθηση. Προβληματίστηκα λοιπόν όταν διάβασα πριν λίγες μέρες σε ένα άρθρο ότι εδώ και μερικούς μήνες λειτουργεί στη Σαγκάη ένα καφέ με το όνομα «Ratio» (αναλογία) όπου ο παρασκευαστής καφέ, αλλά και κοκτέιλ, είναι ένα ρομπότ, για την ακρίβεια o βραχίονας ενός ρομπότ, το οποίο χρησιμοποιώντας πάντα την τέλεια αναλογία υλικών προσφέρει και το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ενα ρομπότ-barista. Αλλο ένα επάγγελμα που, αν και πολύ νέο, κινδυνεύει να χαθεί.

Ο προβληματισμός για τη μαζική εξαφάνιση θέσεων εργασίας που θα επιφέρει η κυριαρχία της τεχνητής νοημοσύνης και των ρομπότ είναι πλέον πολύ συχνός στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Διαβάζοντας σχετικά άρθρα αναρωτιέμαι με κάποια αγωνία ποια θα μπορούσε να είναι η εφικτή στροφή στη σταδιοδρομία μου που θα με βγάλει σε επαγγελματικό καταφύγιο από την επέλαση των ρομπότ. Ομως το μέλλον της απασχόλησης δεν είναι τόσο ζοφερό όσο το σχεδιάζει η τάση μας προς την καταστροφολογία. Τουλάχιστον έτσι υποστηρίζει εμφατικά η Ιμνα Μαρτίνεζ (Inma Martinez), αναγνωρισμένη επιστήμονας στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης.

Εργαζόμενος ρομπότ

Σε πρόσφατη ομιλία της στο Μέγαρο Μουσικής εξέφρασε την πεποίθηση ότι στο άμεσο μέλλον και αντίθετα με την αντίληψη που κυριαρχεί, το ανθρώπινο δυναμικό θα αποτελεί το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο μίας επιχείρησης. Η προστιθέμενη αξία θα προέρχεται από τους ανθρώπους και όχι από τις μηχανές (ενδιαφέρουσα ήταν η επισήμανσή της ότι πρέπει να χρησιμοποιείται η λέξη «μηχανή» και όχι «ρομπότ», υποθέτω επειδή η τελευταία συνειρμικά οδηγεί σε υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων και κατ’ επέκταση της απειλής). Με παράδειγμα μια κλασσική εικόνα οπτικής ψευδαίσθησης, στην οποία ενώ αρχικά άλλοι διακρίνουν μία πάπια και άλλοι ένα λαγό, στη συνέχεια και εφόσον γίνει γνωστή η εναλλακτική μπορεί κανείς να διακρίνει και τα δύο, τόνισε ότι μία μηχανή αδυνατεί να δει δύο πράγματα ταυτόχρονα, καθώς βασίζεται σε δυαδική λογική (0 ή 1). Για τη μηχανή υπάρχουν δύο επιλογές μόνο, για τον άνθρωπο όχι.

Ο άνθρωπος μπορεί να παρατηρεί από πολλές οπτικές γωνίες και να διακρίνει διαφορετικές εκδοχές και σημασίες ταυτόχρονα. Η ικανότητα να διακρίνει την πολυσημία και τις αποχρώσεις και έτσι να συγκροτεί μία πληρέστερη εικόνα του κόσμου, είναι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημά του. Ο εντοπισμός της αιτίας μίας συμπεριφοράς ενός συνεργάτη ή η πρόβλεψη της αντίδρασης ενός πελάτη είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης ικανότητας να διαβάζουμε ανάμεσα στις γραμμές.

Αυτή η ικανότητα δεν διδάσκεται και δεν αναλύεται πάντα σε μετρήσιμα δεδομένα που θα μπορούσαν να ενταχθούν σε κάποιο υπολογιστικό σύστημα. Λέγεται ότι ο Τζόζεφ Κένεντι συνειδητοποίησε την επερχόμενη κρίση του 1929 όταν του μίλησε για το χρηματιστήριο ένας λούστρος. Αναρωτιέμαι αν μία τέτοια παράμετρος θα μπορούσε να κωδικοποιηθεί σε έναν αλγόριθμο. Η αίσθηση ότι «κάτι συμβαίνει» δεν μπορεί πάντα να συγκεκριμενοποιηθεί και να ποσοτικοποιηθεί. Μπορώ να φανταστώ μία αφάνταστα έξυπνη μηχανή αλλά όχι μία οξυδερκή.

 

Η αλήθεια είναι ότι οι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης αυξάνονται εκθετικά και ίσως στο προσεχές μέλλον οι μηχανές να αναπτύξουν και συναισθηματική νοημοσύνη, εγείροντας βέβαια ηθικά ζητήματα για τον ορισμό του τι είναι καλό και κακό, τι σωστό και λάθος.

Υπάρχει ήδη ελληνική start-up εταιρεία που αναπτύσσει σύστημα αναγνώρισης συναισθημάτων ομιλούντος ανθρώπου, ενώ άλλη εταιρεία, επίσης ελληνική, έχει κατασκευάσει βραχιόλι που αναγνωρίζει τη συναισθηματική κατάσταση του ανθρώπου που το φοράει και μεταφέροντας τα δεδομένα σε εφαρμογή του κινητού τηλεφώνου παρέχει τις αντίστοιχες συμβουλές, υποκαθιστώντας τον ψυχοθεραπευτή.

Η λίστα με τα ασφαλή επαγγέλματα μικραίνει συνεχώς. Πιστεύω όμως πως θα εμφανιστούν νέα επαγγέλματα, ή θα γίνουν αντιληπτές οι διαστάσεις των υφιστάμενων στις οποίες η ανθρώπινη συνδρομή θα είναι απαραίτητη για το βέλτιστο αποτέλεσμα. Παραφράζοντας τον Γκοντάρ, θα έλεγα ότι οι μηχανές μπορούν να δουν το απείρως μικρό και το απείρως μεγάλο, αλλά ο άνθρωπος το απείρως μεσαίο. Αυτό που βρίσκεται ανάμεσα στις γραμμές.
_______________________

Πηγή: protagon.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Χόρχε Μπουκάι: Ποτέ μην ξεχνάς το καλό που σου έκαναν

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ήταν μια φορά ένας βασιλιάς που ταξίδευε και, περνώντας μέσα από ένα δάσος, του επιτέθηκε μια αγέλη πεινασμένων λύκων. Ο βασιλιάς κατάλαβε πώς δεν μπορούσε να αμυνθεί, οπότε σπιρούνισε το άλογό του προσπαθώντας να ξεφύγει.

Μπαίνοντας πιο βαθιά στο δάσος κατάφερε να απομακρυνθεί από τους λύκους, αλλά χάθηκε. Όσο κι αν προσπαθούσε να προσανατολιστεί, δεν μπορούσε να βρει το δρόμο για να γυρίσει στην πόλη και, όσο πιο πολύ έψαχνε, τόσο περισσότερο χανόταν.

Οι ώρες πέρασαν κι αυτός έκανε κύκλους χωρίς αποτέλεσμα, όταν τρεις ληστές του έκλεισαν το δρόμο. Ήξερε πως ήταν δύσκολο να βγει ζωντανός από αυτή την κατάσταση, ακόμα κι αν τους παρέδιδε τα λίγα πράγματα που είχε μαζί του.

Ο βασιλιάς έβγαλε το στιλέτο του και κατάφερε να πληγώσει τον έναν από αυτούς αλλά δεν μπόρεσε να αποφύγει τον άλλον που, χτυπώντας τον από πίσω, τον έριξε στο έδαφος, και με τη βοήθεια του τρίτου τον ακινητοποίησαν, καθώς του έψαχναν την τσάντα.

Ο βασιλιάς από μέσα του αποχαιρέτησε τη ζωή και, χωρίς να αντιστέκεται άλλο, παραδόθηκε στο θάνατό του. Όλα θα είχαν τελειώσει με τον θάνατο του βασιλιά, αν δεν είχε εμφανιστεί και ένας πέμπτος άντρας στη σκηνή.

Βλέποντας την επίθεση κατά του ταξιδιώτη, και παρόλο που ήταν άοπλος, πλησίασε για να βοηθήσει φωνάζοντας: “Εδώ είναι. Προχωρήστε. Επίθεση! Τρεις αλήτες τον ληστεύουν… Πάνω τους…”

https://www.wiscontext.org/sites/default/files/styles/article_full_size_image/public/assets/images/uplace-forests-history-northwoods.jpg?itok=ev-uTCGm

Οι ληστές δεν στάθηκαν για να εξακριβώσουν πόσοι άντρες έφταναν. Έφυγαν τρέχοντας και εξαφανίστηκαν στο πυκνό δάσος. Ο άντρας βοήθησε τον άρχοντα να σταθεί στα πόδια του, κι εκείνος κοίταξε πάνω από τον ώμο του σωτήρα του, ψάχνοντας για τους υπόλοιπους άντρες, αλλά αμέσως κατάλαβε πως δεν υπήρχαν.

Ξανά πάνω στο άλογό του, και καθώς τον συνόδευε μέχρι έξω από το δάσος, ο άντρας αναγνώρισε τον βασιλιά και προσφέρθηκε να τον συνοδέψει μέχρι το παλάτι. Ο βασιλιάς τον αντάμειψε με πολλά δώρα και, εκτιμώντας το κουράγιο και την εξυπνάδα του, τον έκανε υπουργό της αυλής.

Τα χρόνια πέρασαν. Ο φθόνος και οι αντιπαλότητες ποτέ δεν έλειψαν από το βασίλειο. Μια προδοσία ή κάποιο ψέμα οδήγησαν τον ισχυρό και με επιρροή υπουργό στο εδώλιο του κατηγορουμένου, επειδή είχε απαντήσει με τρόπο που – καθ’ υπερβολήν – θεωρήθηκε πράξη ανυπακοής προς το στέμμα.

Οι δικαστές, επηρεασμένοι από τις ποταπές προθέσεις εκείνων που αποσκοπούσαν στη θέση του υπουργού, τον καταδίκασαν άδικα σε θάνατο.

Αφού του διάβασε την καταδίκη, ο βασιλιάς του είπε: “Επειδή υπήρξες υπουργός της αυλής, έχεις δικαίωμα για μια τελευταία επιθυμία, πριν οδηγηθείς στο ικρίωμα και εκτελεστείς. Ζήτα οτιδήποτε και θα το έχεις.

Ο άντρας απάντησε: “Θέλω να φορέσω τα ρούχα που φορούσα όταν συνόδεψα την μεγαλειότητά σας τη μέρα που σας βρήκα χαμένο στο δάσος, και επίσης η μεγαλειότητά σας να φοράει κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης τα ρούχα εκείνης της μέρας”.

Ο βασιλιάς, ξαφνικά, θυμήθηκε. Μετέτρεψε την ποινή και επέστρεψε στον άντρα τη θέση που ποτέ δεν έπρεπε να του είχε αφαιρέσει. Ο εκ νέου υπουργός, από τη μεριά του, αναγνώρισε το λάθος που είχε κάνει κι έτσι εξασφάλισε την οριστική συγχώρεση του βασιλιά.

~ “Βασίσου πάνω μου” Χόρχε Μπουκάι εκδόσεις Όπερα

Πηγή: enallaktikidrasi.com

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Τη μισή σου ζωή, περπατάς κοιτώντας το κινητό σου!

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ένα διορατικό κείμενο του διάσημου νευρολόγου και συγγραφέα για τις ατμομηχανές, τα smartphones, τον φόβο και την ελπίδα για το μέλλον

Η αγαπημένη μου θεία, η θεία Λεν, στα ογδόντα της, μου είπε ότι δεν είχε και μεγάλη δυσκολία να προσαρμοστεί σε όλα τα πράγματα που ήταν νέα στη ζωή της –τα αεροπλάνα τζετ, τα ταξίδια στο διάστημα, τα πλαστικά, κ.ο.κ.– αλλά δεν μπορούσε να συνηθίσει την εξαφάνιση του παλιού. «Πού πήγαν όλα τα άλογα;» με ρώτησε κάποτε. Γεννημένη το 1892, είχε μεγαλώσει σε ένα Λονδίνο γεμάτο από άμαξες και άλογα.

Κι εμένα μου συμβαίνει κάτι παρόμοιο. Πριν από μερικά χρόνια περπατούσα με την ανιψιά μου, τη Λιζ, σε έναν δρόμο κοντά στο σπίτι που μεγάλωσα στο Λονδίνο και σταματήσαμε σε μια γέφυρα τρένου όπου περνούσα ώρες σκυμμένος σαν παιδί.  Παρακολούθησα πολλά ηλεκτρικά και πετρελαιοκίνητα τρένα που περνούσαν και μετά από μερικά λεπτά, η Λιζ, που είχε εκνευριστεί, με ρώτησε «τι περιμένεις;». Της είπα ότι περίμενα ένα ατμοκίνητο τρένο κι αυτή με κοίταξε λες και ήμουν τρελός.  «Θείε Όλιβερ», είπε,

«δεν υπάρχουν ατμοκίνητα τρένα εδώ και, τουλάχιστον, σαράντα χρόνια».

Δεν έχω προσαρμοστεί όσο καλά προσαρμόστηκε η θεία μου σε μερικές όψεις του καινούργιου – ίσως επειδή ο ρυθμός των κοινωνικών αλλαγών που σχετίζονται με την τεχνολογική ανάπτυξη παραείναι γρήγορος και ριζικός.  Δεν μπορώ να συνηθίσω να βλέπω μυριάδες ανθρώπους στους δρόμους να παρατηρούν μικρά κουτιά ή να τα κρατάνε μπροστά στα πρόσωπά τους, περπατώντας ανέμελα μέσα στην κίνηση, εντελώς αποκομμένοι από το περιβάλλον τους.

Ανησυχώ πολύ για τον περισπασμό και την απροσεξία των νέων γονέων που βλέπω να «καρφώνονται» στα κινητά τους τηλέφωνα την ώρα που περπατούν με τα παιδιά τους ή τα πάνε βόλτα με το καροτσάκι.  Αυτά τα παιδιά, τα οποία δεν καταφέρνουν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των γονιών τους, πρέπει να αισθάνονται παραμελημένα και σίγουρα οι συνέπειες αυτής της αμέλειας θα φανούν τα επόμενα χρόνια.

Στο μυθιστόρημά του, του 2007, «Φεύγει το Φάντασμα» ο Φίλιπ Ροθ μιλάει για το πόσο ριζική φαίνεται η αλλαγή στην πόλη της Νέας Υόρκης σε έναν μοναχικό συγγραφέα που έχει ζήσει μια δεκαετία μακριά της. Αφού αναγκάστηκε να κρυφακούσει τηλεφωνικές συνομιλίες σε κινητά τριγύρω του, αναρωτιέται:

 

«Τι συνέβη αυτά τα δέκα χρόνια κι έχουμε ξαφνικά τόσα πολλά να πούμε – και, μάλιστα, πιεζόμαστε υπερβολικά επειδή ανυπομονούμε να τα πούμε; … Πώς είναι δυνατόν κάποιος να πιστεύει ότι συνεχίζει να ζει ανθρώπινα όταν περπατάει και μιλάει στο κινητό του τη μισή ζωή του;».

Αυτά τα μαραφέτια, που προκαλούσαν ανησυχία ήδη από 2007, μας έχουν απορροφήσει πλέον σε μια εικονική πραγματικότητα υπερβολικά πολύ, πιο συγκεντρωτικά και πολύ πιο απάνθρωπα.

Κάθε μέρα έρχομαι αντιμέτωπος με την πλήρη εξαφάνιση των καλών τρόπων. Η κοινωνική ζωή, η ζωή στον δρόμο και η προσήλωσή μας σε ανθρώπους και πράγματα έχουν χαθεί κατά πολύ, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις, όπου η πλειονότητα είναι πλέον κολλημένη σχεδόν ακατάπαυστα σε τηλέφωνα ή άλλες συσκευές – φλυαρώντας, γράφοντας μηνύματα, παίζοντας παιχνίδια, με το ενδιαφέρον να στρέφεται όλο και πιο πολύ στην εικονική πραγματικότητα κάθε είδους.

Τώρα τα πάντα είναι, δυνητικά, δημόσια: οι σκέψεις κάποιου, οι φωτογραφίες του, οι μετακινήσεις του, οι αγορές του. Δεν υπάρχει ιδιωτική ζωή και προφανώς υπάρχει και λίγη επιθυμία για ιδιωτικότητα σε έναν κόσμο αφιερωμένο στη χωρίς σταματημό χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο, πρέπει να τα σπαταλάει σε μια συσκευή που κρατάει σφιχτά στο χέρι του.

Αυτοί που είναι παγιδευμένοι στον εικονικό κόσμο δεν είναι ποτέ μόνοι και δεν μπορούν ποτέ να συγκεντρωθούν και να εκτιμήσουν τα πράγματα σιωπηλά, με τον δικό τους τρόπο.  Έχουν παραιτηθεί σε μεγάλο βαθμό, και τα επιτεύγματα και οι ανέσεις του πολιτισμού –η απομόνωση και η ψυχαγωγία, το δικαίωμα να είσαι ο εαυτός σου– έχουν απορροφηθεί από την ασχολία τους είτε με ένα έργο τέχνης, μια επιστημονική θεωρία, ένα ηλιοβασίλεμα, είτε από το πρόσωπο κάποιου που αγαπούν.

Πριν από λίγα χρόνια ήμουν προσκεκλημένος σε ένα πάνελ ομιλητών για την πληροφορία και την επικοινωνία στον 21ο αιώνα. Κάποιο από τα μέλη του πάνελ, ένας πρωτοπόρος του Internet, είπε περήφανα ότι η κόρη του σέρφαρε στο δίκτυο για δώδεκα ώρες την ημέρα και είχε πρόσβαση σε τέτοιο εύρος και ποικιλία πληροφοριών που κανένας από την προηγούμενη γενιά δεν θα μπορούσε να φανταστεί.

Τον ρώτησα εάν είχε διαβάσει κάποιο από τα μυθιστορήματα της Jane Austen ή οποιοδήποτε κλασικό μυθιστόρημα.  Όταν μου είπε ότι δεν είχε, αναρωτήθηκα δυνατά εάν μπορούσε να κατανοήσει με ακρίβεια την ανθρώπινη φύση ή την κοινωνία και αυτός απάντησε ότι ενώ είχε τόσο μεγάλο απόθεμα και εύρος πληροφοριών, αυτό ήταν κάτι διαφορετικό από τη γνώση. Το μισό κοινό ζητωκραύγασε και το άλλο μισό γιούχαρε.

Πολλά από αυτά, παραδόξως, τα είχε οραματιστεί ο Έντουαρντ Μόργκαν Φόρστερ το 1909 στην ιστορία του «The Machine Stops», στην οποία φαντάστηκε ένα μέλλον όπου οι άνθρωποι ζουν υπογείως, σε απομονωμένα κελιά, δεν βλέπουν ποτέ ο ένας τον άλλο και επικοινωνούν μεταξύ τους με συσκευές εικόνας και ήχου.   Σε αυτό τον κόσμο που αποθαρρύνονται οι πρωτότυπες ιδέες και η άμεση παρατήρηση, οι εντολές που έχουν οι άνθρωποι είναι «να προσέχουν τις ιδέες από πρώτο χέρι!».

Η ανθρωπότητα έχει κυριευτεί από «τη Μηχανή» η οποία παρέχει όλες τις ανέσεις και ικανοποιεί όλες τις ανάγκες – εκτός από την ανάγκη για ανθρώπινη επαφή.  Ένας νεαρός, ο Κούνο, μέσω μιας τεχνολογίας που θυμίζει το Skype, εκλιπαρεί την μητέρα του: «Θέλω να σε δω εκτός Μηχανής… Θέλω να σου μιλήσω έξω από αυτή την κουραστική Μηχανή».

Τα λέει αυτά στη μητέρα του, η οποία είναι απορροφημένη στη βαρετή, χωρίς νόημα ζωή της: «Έχουμε χάσει την αίσθηση του χώρου… Έχουμε χάσει ένα μέρος του εαυτού μας… Δεν το βλέπεις… ότι πεθαίνουμε και ότι εδώ κάτω το μόνο πράγμα που ζει πραγματικά είναι η Μηχανή;».

Ακριβώς έτσι αισθάνομαι όλο και πιο συχνά κι εγώ για την ξεμυαλισμένη, μαγεμένη από την τεχνολογία κοινωνία μας. Όταν πλησιάζει ο θάνατος κάποιου, ίσως βρίσκει παρηγοριά στην αίσθηση ότι η ζωή συνεχίζεται – κι αν όχι για τον ίδιο, τότε για τα παιδιά του ή για αυτά που έχει δημιουργήσει. Εδώ, τουλάχιστον, κάποιος μπορεί να επενδύσει στην ελπίδα, παρόλο που ίσως να μην υπάρχει ελπίδα για αυτόν σωματικά και (για εκείνους από εμάς που δεν είναι πιστοί χριστιανοί) δεν υπάρχει αίσθηση για οποιαδήποτε «πνευματική» επιβίωση μετά τον σωματικό θάνατο.

Ίσως να μην υπάρχουν αρκετά να δημιουργήσεις, να συνεισφέρεις, να επηρεάσουν τους άλλους, αν κάποιος αισθάνεται, όπως εγώ τώρα, ότι η συγκεκριμένη κουλτούρα μέσα στην οποία κάποιος ανατράφηκε και στην οποία έδωσε σε ανταπόδοση ό, τι καλύτερο είχε, είναι απειλητική για τον εαυτό της.

Παρόλο που οι φίλοι μου, οι αναγνώστες μου παντού στον κόσμο, οι αναμνήσεις της ζωής μου και η ευχαρίστηση από το γράψιμο μού δίνουν τη στήριξη και τα ερεθίσματα που χρειάζομαι, αισθάνομαι, όπως και πολλοί από μας, βαθιούς φόβους για την ευημερία ακόμη και την επιβίωση του κόσμου μας. Αυτοί οι φόβοι έχουν εκφραστεί από ανθρώπους υψηλού επιπέδου διανόησης και ηθικής.

Ο Martin Rees, αστρονόμος και τέως πρόεδρος της Royal Society, δεν είναι άνθρωπος που συνηθίζει να κάνει προφητικές σκέψεις, αλλά το 2003 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με τίτλο «Our Final Hour (Η τελευταία ώρα μας)» και υπότιτλο «Μια επιστημονική προειδοποίηση: Πώς ο τρόμος, το λάθος και η περιβαλλοντολογική καταστροφή απειλούν το μέλλον του ανθρώπινου είδους αυτό τον αιώνα – στη Γη και πέρα από αυτή».  

Πιο πρόσφατα ο Πάπας Φραγκίσκος κυκλοφόρησε τη σημαντική εγκύκλιο «Laudato Si», μια βαθιά μελέτη όχι μόνο για την κλιματική αλλαγή που επιφέρει ο άνθρωπος και την εκτενή οικολογική καταστροφή, αλλά και την απελπιστική κατάσταση των φτωχών και τις αυξανόμενες απειλές του καταναλωτισμού και της κακής χρήσης της τεχνολογίας.

Στους παραδοσιακούς πολέμους έχουν τώρα προστεθεί εξτρεμιστικές ενέργειες, τρομοκρατία, γενοκτονίες και, σε κάποιες περιπτώσεις, η εσκεμμένη καταστροφή της ανθρώπινης κληρονομιάς, της ιστορίας και του ίδιου του πολιτισμού.  Αυτές οι απειλές, φυσικά, με ενδιαφέρουν, αλλά από απόσταση – ανησυχώ περισσότερο για την αμυδρή, επίμονη και χωρίς νόημα αποστράγγιση της κοινωνίας και της κουλτούρας μας από τη στενή επαφή των ανθρώπων.

Όταν ήμουν δεκαοχτώ, διάβασα για πρώτη φορά Ντέιβιντ Χιουμ και τρομοκρατήθηκα από την άποψη που εξέφραζε στο βιβλίο του «Πραγματεία για την ανθρώπινη φύση» τον 18ο αιώνα, στο οποίο έγραψε ότι ανθρώπινο είδος

«δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια δέσμη ή συλλογή από διαφορετικές αντιλήψεις οι οποίες διαδέχονται η μία την άλλη με αδιανόητη ταχύτητα και είναι σε μια αέναη ροή και κίνηση».  

Ως νευρολόγος, έχω δει πολλούς ασθενείς να χάνουν τη μνήμη τους από την καταστροφή του συστημάτων αναμνήσεων στον εγκέφαλό τους και είναι αδύνατο να μη νιώσω ότι αυτοί οι άνθρωποι, έχοντας χάσει κάθε αίσθηση του παρελθόντος ή του μέλλοντος και εγκλωβισμένοι σε ένα κύμα εφήμερων και συνεχώς εναλλασσόμενων εντυπώσεων, έχουν κατά κάποιον τρόπο καταντήσει από ανθρώπινα πλάσματα σε πλάσματα του Χιουμ.

Αρκεί να βγω στους δρόμους της γειτονιάς μου, στο West Village, για να δω χιλιάδες τέτοια θύματα: κυρίως νεαρής ηλικίας άτομα που έχουν μεγαλώσει στην εποχή των social media, δεν έχουν προσωπική μνήμη πώς ήταν η ζωή στο παρελθόν και καθόλου ανοσία στους πειρασμούς της ψηφιακής ζωής.  Αυτό που βλέπουμε –και βλέπουμε και προκαλούμε στους εαυτούς μας– μοιάζει με νευρολογική καταστροφή σε γιγαντιαία κλίμακα. Ωστόσο, τολμώ να ελπίζω ότι, σε πείσμα όλων αυτών, η ανθρώπινη ζωή και ο πλούτος των παραδόσεων θα επιβιώσουν, ακόμη και σε μία κατεστραμμένη γη.

Ενώ κάποιοι βλέπουν την τέχνη ως ένα στήριγμα για τη συλλογική μνήμη, εγώ βλέπω την επιστήμη, με τον πλούτο σκέψης της, τα χειροπιαστά της κατορθώματα και τις προοπτικές της να είναι το ίδιο σημαντική. Και η επιστήμη, η καλή επιστήμη, ακμάζει όσο ποτέ πριν, παρόλο που προχωράει αργά και προσεκτικά, με τις γνώσεις της να τσεκάρονται με συνεχή πειράματα και αυτοελέγχους.

Λατρεύω το καλό γράψιμο και τα εικαστικά και τη μουσική, αλλά θεωρώ ότι μόνο η επιστήμη, με τη βοήθεια της ανθρώπινης ευπρέπειας, της κοινής λογικής, της διορατικότητας και του ενδιαφέροντος για τους φτωχούς και τους κακότυχους, προσφέρει στον κόσμο την ελπίδα που χρειάζεται στο αδιέξοδο του παρόντος. Η ιδέα είναι ξεκάθαρη στην εγκύκλιο του Πάπα Φραγκίσκου και μπορεί να εφαρμοστεί όχι μόνο στην αχανή συγκεντρωτική τεχνολογία, αλλά και από εργάτες, τεχνίτες και αγρότες στα χωριά όλου του κόσμου.

Μεταξύ μας, σίγουρα μπορούμε να βγάλουμε τον κόσμο από την παρούσα κρίση και να ανοίξουμε τον δρόμο για ένα καλύτερο μέλλον.

Καθώς ατενίζω την επερχόμενη αναχώρησή μου από τον κόσμο, πρέπει να πιστέψω σε αυτό: ότι το ανθρώπινο είδος και ο πλανήτης μας θα επιβιώσουν, ότι η ζωή θα συνεχιστεί και ότι αυτή δεν είναι η έσχατη ώρα μας.

***

Πηγή: lifo.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Ψυχολογία και Τέχνη «συναντιούνται» σε 15 διάσημα έργα

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Metamorphosis of Narcissus 1937 Salvador Dali (1904-1989)

Διάσημοι πίνακες σπουδαίων καλλιτεχνών που απαθανατίζουν σημαντικές ιδέες της ψυχολογίας.

Υπάρχουν σπουδαία έργα τέχνης που εδώ και αιώνες έχουν τεράστια απήχηση, επειδή μας μιλούν σε βαθύ, συναισθηματικό επίπεδο.

Πολλά από τα αριστουργήματα της τέχνης μας είναι ελκυστικά ακριβώς επειδή καταπιάνονται με καθολικά ανθρώπινα θέματα όπως η αγάπη, ο θάνατος, η γέννηση, η ευτυχία, η απελπισία και μία ποικιλία εμπειριών που έχουν να κάνουν με μεταβαλλόμενες καταστάσεις συνείδησης ή την κατανόηση της πραγματικότητας.

Ο Εαυτός (η εικόνα του Εαυτού)

Ρενέ Μαγκρίτ (1898-1967), The False Mirror, 1928

Πρόκειται για μια ισχυρή εικόνα ενός ματιού που κοιτάζει τον θεατή, με σύννεφα να διέρχονται από την ίριδα του ματιού. Θεωρούμε τα μάτια ως τα παράθυρα της ψυχής ή ότι μας παρέχουν πληροφορίες για την προσωπικότητα κάποιου. Η σουρεαλιστική εικόνα της εμφάνισης των σύννεφων αντί της ίριδας, μπορεί να σημαίνει ότι κοιτάζουμε τον εαυτό μας ή κοιτάζοντας προς τα έξω διερευνώντας το μάτι και το μυαλό κάποιου άλλου. Εναλλακτικά, αυτός ο πίνακας θα μπορούσε να είναι ένα ωραίο, εναλλακτικό ξεκίνημα σε μια διάλεξη ψυχολογίας σχετικά με την εικόνα του εαυτού. Και στις δύο περιπτώσεις, η εικόνα είναι μια συναρπαστική εικόνα που παίζει με την επιθυμία μας να κατανοήσουμε τους άλλους, αν όχι τους εαυτούς μας, κοιτάζοντας τα μάτια τους.

~~~~~

H ψυχική ασθένεια και ο εγκλεισμός σε ίδρυμα

Βίνσεντ βαν Γκογκ (1853-1890), Corridor in the Asylum, 1889

Οι εμπειρίες του Βαν Γκογκ κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του μοιάζουν να προωθούν μια προφανή σύνδεση ανάμεσα στην ψυχολογία και την τέχνη. Οι τελευταίοι πίνακες του Βαν Γκογκ φαίνεται να πληρούν τις προϋποθέσεις για την απεικόνιση των θεμάτων της «παραφροσύνης» και της δημιουργικότητας. Αυτός ο συγκεκριμένος πίνακας, που δείχνει ένα μακρύ διάδρομο που ξεθωριάζει, αιχμαλωτίζει τη μοναξιά και την αποδιοργάνωση της ζωής σε ένα ίδρυμα στα τέλη του 19ου αιώνα.

~~~~~

H θεωρία της προσκόλλησης

Μπερτ Μοριζό (1841-1895), The Craddle, 1872

Η μητέρα που κοιτάζει με αγάπη το μωρό της που κοιμάται στην κούνια του, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα γλυκανάλατο έργο, αλλά ο πίνακας αυτός (από μία από τις λίγες γυναίκες ιμπρεσιονίστριες ζωγράφους) επικεντρώνεται στο περιποιητικό πρόσωπο της μητέρας και όχι στο χαριτωμένο μωρό στην κούνια. Την βλέπουμε να κοιτάζει επιμελώς το παιδί, έχοντας ένα ελαφρύ χαμόγελο στο πρόσωπό της. Η θεωρία της προσκόλλησης στην ψυχολογία περιγράφει τη σύνδεση του παιδιού με τον γονέα, αλλά αυτός ο πίνακας δείχνει το αντίστροφο, δηλαδή, το δέσιμο που βιώνει και η μητέρα.

~~~~~

Όνειρα

Μαρκ Σαγκάλ (1887-1985), The Flying Carriage, 1913

Αυτός ο περίτεχνος πίνακας που απεικονίζει έναν άνδρα με ένα άλογο να απογειώνονται από το έδαφος δίπλα σε ένα μικρό σπίτι, όπως και πολλά από τα έργα του, έχει μια ονειρική ποιότητα τόσο στις αέρινες πινελιές του όσο και στο αντικείμενο που παρουσιάζει. Ο πίνακας Ο Βιολιστής του Σαγκάλ, ομοίως, που απεικονίζει το Βιολιστή στη Στέγη που ενσαρκώνει το ομώνυμο μιούζικαλ, αναδεικνύει επίσης μια εξέχουσα αλληλουχία ονείρων. Ο Σαγκάλ, αποτυπώνοντας στον καμβά εικόνες από τη νιότη του, μας περνάει μέσα από τις πρώτες αναμνήσεις του, οι οποίες μπορεί να συνέθεσαν και πολλά από τα όνειρά του.

~~~~~

Η γνωστική λειτουργία

Σαλβαδόρ Νταλί (1904-1989), The Persistence of Memory, 1931

Ο πίνακας αυτός του Νταλί που απεικονίζει μία έρημο γεμάτη με ρολόγια που λιώνουν, έχει αναφερθεί για τους συμβολισμούς του σε διάφορα βιβλία ψυχολογίας, όπως αναφορικά με την αδυναμία της ανθρώπινης μνήμης. Το γεγονός ότι ο Νταλί αναφέρθηκε απευθείας σε αυτή την ανθρώπινη αδυναμία στον τίτλο του έργου του, δείχνει ότι ήθελε να συλλογιστούμε την ειρωνεία ότι τα μυαλά μας δεν είναι σαν τα μηχανήματα και ότι χαλάνε όλο και περισσότερο όσο περνάει ο καιρός.

 

~~~~~

Το συναίσθημα

Έντβαρτ Μουνκ (1863-1944), The Scream, 1895

Η εικόνα ενός ανθρώπου που κρατάει το πρόσωπό του, καθώς κραυγάζει από αγωνία είναι η τέλεια εικόνα της νεύρωσης. Ο Μουνκ, του οποίου η δουλειά προηγήθηκε του εξπρεσιονιστικού κινήματος, απεικονίζει το συναίσθημα της αγωνίας ή του άγχους σε αυτόν τον πίνακα. Όσο και αν προσπαθούν οι ψυχολόγοι να περιγράψουν και να κατανοήσουν τα συναισθήματα με θεωρίες και δεδομένα, αυτός ο άνθρωπος που κραυγάζει, αιχμαλωτίζει την εμπειρία του με τρόπους που ούτε οι λέξεις ούτε οι αριθμοί δεν μπορούν να αποδώσουν.

~~~~~

Η νευροεπιστήμη

Μιχαήλ Άγγελος (1475-1564), The Creation of Adam, (στην οροφή της Καπέλλα Σιστίνα), 1508-1512

Παρόλο που αυτή η σκηνή της δημιουργίας του Αδάμ με το δάκτυλό του να δείχνει στο Θεό, συνήθως ερμηνεύεται με θρησκευτικούς όρους, από ψυχολογική άποψη υπάρχει και μια μεταφορά για τη«σύναψη». Οι νευρώνες επικοινωνούν μεταξύ τους μέσα σε ένα κενό, δεν είναι άμεσα συνδεδεμένοι. Σε αυτό το κενό, πολλά μπορεί να πάνε στραβά. Μπορεί να υπάρχουν αρκετοί νευροδιαβιβαστές ή πολύ λίγοι. Ομοίως, στην περίπτωση του Θεού και του Αδάμ, εάν ο Θεός είχε δημιουργήσει κυριολεκτικά έναν κλώνο του, τότε ο Αδάμ θα ήταν «τέλειος». Στην περίπτωση της δημιουργίας και της συνάψεως, το κενό δημιουργεί μια σειρά από ενδιαφέρουσες δυνατότητες.

~~~~~

Η γήρανση

Ρέμπραντ (1606-1669),

Αυτοπροσωπογραφία με μπερέ (1630)

Αυτοπροσωπογραφία σε γεροντική ηλικία (1669)

Ανάμεσα σε πολλές από τις αριστουργηματικές δημιουργίες του Ρέμπραντ βρίσκεται μια σειρά αυτοπροσωπογραφιών που καταγράφουν τις αλλαγές καθ’ όλη τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του. Συγκρίνοντας την αρχή και το τέλος της ζωής, αυτοί οι δύο πίνακες δείχνουν την εξέλιξη του Ρέμπραντ από την δροσερή, γεμάτη αυτοπεποίθηση νιότη στονθαμπό και υποτονικό ηλικωμένο άνθρωπο. Η εναλλαγή των πινελιών από εξαιρετικά λεπτομερείς σε πιο ιμπρεσιονιστικές, θεωρείται από ορισμένους ψυχολόγους ως παράδειγμα «του στυλ μεγαλύτερης ηλικίας», όπου οι μεγαλύτερης ηλικίας καλλιτέχνες ενδιαφέρονται περισσότερο να απεικονίζουν τα συναισθήματα και τη διάθεση, παρά ακριβείς αναπαραστάσεις του αντικειμένου τους.

~~~~~

Η αντίληψη

Μαουρίτς Κορνέλις Έσερ (1898-1972)

Ascending and Descending, 1960

Οι άκρως δημοφιλείς πίνακες που ο Έσερ δημιούργησε, «παίζουν» με τις διαδικασίες της αντίληψης μας «από την κορυφή προς τα κάτω», όπου αναμένουμε ότι ο τρισδιάστατος κόσμος θα έχει μία συγκεκριμένη όψη. Μόλις αρχίσετε να ακολουθείτε τις σκάλες και τα μπαλκόνια, ωστόσο, συνειδητοποιείτε ότι οι προσδοκίες σας έχουν πλέον διαψευσθεί. Τα παραπλανητικά σημάδια παρέχουν πληροφορίες για τους παράγοντες που συνήθως σας καθοδηγούν για να δείτε το βάθος και που στην πορεία γίνονται διασκεδαστικά.

~~~~~

Η αίσθηση

Τζόρτζια Ο'Κιφ (1887-1986) Shell # 1, 1928

Σε αυτόν τον πίνακα ενός κελύφους σαλιγκαριού να γεμίζει τον καμβά, η Τζόρτζια Ο' Κιφ επικεντρώνει την προσοχή μας στις μικρές λεπτομέρειες ενός αντικειμένου που στην πραγματικότητα είναι πολύ μικρό. Αυτό το παιχνίδι με το μέγεθος είναι πληροφοριακό από μόνο του, αλλά το κέλυφος έχει το ίδιο σχήμα με τον κοχλία και επομένως αυτό παρέχει μια ωραία απεικόνιση της δομής που παίζει κρίσιμο ρόλο στην ακοή.

~~~~~

Η σεξουαλικότητα

Γκούσταφ Κλιμτ (1862-1918) The Kiss, 1907-08

Η οικειότητα αυτού του ζευγαριού αποτελεί το επίκεντρο αυτού του πολυτελή πίνακα με τις εντυπωσιακές αποχρώσεις του χρυσού, οι οποίες, στην πραγματικότητα, διακοσμούνται με φύλλα χρυσού. Εμφανίζονται συναισθηματικά καθώς και σωματικά τυλιγμένοι μεταξύ τους. Κλεισμένοι μέσα σε έναν κύκλο, αντιπροσωπεύουν την άποψη της οικειότητας ως μία μορφή συναισθηματικής σύνδεσης. Ο πίνακας δείχνει επίσης τη σωματική τους οικειότητα, αν και το συναισθηματικό κομμάτι σχεδόν εξουδετερώνει τη σωματική σύνδεση.

~~~~~

Το στρες

Πητ Μοντριάν (1872-1944), Broadway Boogie Woogie, 1942-43

Οι κίτρινες γραμμές που υπογραμμίζονται με μαύρες και κόκκινες κουκίδες δίνουν την εντύπωση ενός πολυσύχναστου δικτύου κυκλοφορίας της Νέας Υόρκης. Η ζωγραφική εμπνεύστηκε από την τζαζ μουσική (εξ ου και η ονομασία «boogie woogie») αλλά δείχνει επίσης την πίεση της σύγχρονης ζωής. Αντίθετα από ένα ειδυλλιακό τοπίο, αυτή η εικόνα όχι μόνο αντιπροσωπεύει, αλλά μπορεί να προκαλέσει, συναισθήματα στρες στον θεατή.

Κοινωνική Ψυχολογία 1 (Η πειθώ)

Άντι Γουόρχολ (1930-1987) 100 Cans, 1962

Οι εικονικές κονσέρβες σούπας Campbell που φαίνονται σε αυτόν τον πίνακα είναι πολύ τυπικά του ποπ-καλλιτεχνικού κινήματος της δεκαετίας του '60. Στην πραγματικότητα, ο Γουόρχολ βοήθησε στην εφεύρεση αυτού του κινήματος. Η ετικέτα της σούπας μπορεί να προκαλεί θετικά συναισθήματα, επειδή συνδέεται με ένα από τα φαγητά που ξυπνούν ευχάριστες αναμνήσεις. Το γεγονός ότι η εταιρεία Campbell εκμεταλλεύεται αναμφισβήτητα αυτή τη σύνδεση, την καθιστά ένα καλό παράδειγμα τακτικής στη διαφήμιση.

~~~~~

Κοινωνική Ψυχολογία 2 (Επιθετικότητα)

Πάμπλο Πικάσο (1881-1973) Guernica, 1937

Το βασικό θέμα αυτής της αφηρημένης απεικόνισης μιας ένοπλης σύγκρουσης είναι αυτό της επιθετικότητας και της ομαδικής ψυχολογίας. Παρόλο που ο Picasso ζωγράφισε αυτόν τον πίνακα από μία πολιτικά πλεονεκτική θέση, ο πίνακας προκαλεί έντονα συναισθήματα και μας κάνει να σκεφτούμε αν είμαστε έμφυτα επιθετικοί ή αν θα μπορούσαμε ποτέ να υπερνικήσουμε αυτές τις δυνατές παρορμήσεις μας για να βλάψουμε τους συνανθρώπους μας.

~~~~~

Το κίνητρο

Κλωντ Μονέ (1840-1926) Water Lilies, 1915-1926

Στο άλλο άκρο του φάσματος, τα νούφαρα του Μονέ απεικονίζουν αιώνια ομορφιά και ηρεμία. Όμως, όσο όμορφα και αν είναι, η προσπάθεια που αντιπροσωπεύει αυτός ο πίνακας μπορεί να αποτελέσει έμπνευση. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Μονέ ανέπτυξε καταρράκτη που παρεμπόδισε την ικανότητά του να βλέπει αποχρώσεις του μπλε και του πράσινου. Υποβλήθηκε σε μία επιτυχημένη χειρουργική επέμβαση καταρράκτη και όταν δημιούργησε αυτόν και άλλους πίνακες του, η έγχρωμη όρασή του είχε αποκατασταθεί. Για έναν άνθρωπο ηλικίας 80 ετών που έπρεπε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση καταρράκτη, μια τεχνική που περιλάμβανε σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο και δυσφορία σε σχέση με σήμερα, απαιτούσε αξιοσημείωτα υψηλά επίπεδα κινήτρων.

__________

   Πηγή: psychologytoday.com

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

«Να μιλήσουμε λίγο για την κατάθλιψη;», του κωμικού Στέλιου Ανατολίτη

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Όχι αυτήν που φαντάζεται ο κόσμος, αυτό το περίεργο που είσαι λίγο blues, αλλά την ασθένεια, την καταγεγραμμένη και μελετημένη και καταχωρημένη στα ιατρικά βιβλία ως μια κανονική ασθένεια όπως ακριβώς είναι και ο σακχαρώδης διαβήτης.

Η αφορμή είναι το ότι χάσαμε όχι μόνο τον Φλιντ, αλλά και τον Κορνέλ, και τον Τσέστερ κι όλους αυτούς που κάθε χρόνο κρεμιούνται ή πηδάνε από κάπου ή δίνουν τέλος στη ζωή τους με κάποιον τρόπο. Γιατί λέω χάσαμε; Γιατί κάθε φορά που ένας καταθλιπτικός αυτοκτονεί, όλοι οι καταθλιπτικοί χάνουμε λίγο την ελπίδα μας ότι εμείς θα νικήσουμε. Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε.  Με βάση τον Φλιντ όμως είδα και πάλι αυτά τα κείμενα περί ύβρις στη ζωή και κακομαθημένους ανθρώπους και λοιπά.

Μύθος 1

«Είναι στο μυαλό σου»

Αν αυτή την «λαϊκή ρήση» την αναλύσουμε ελάχιστα, βλέπουμε ότι πολύς κόσμος πιστεύει ότι νιώθει χάλια και θέλει να πεθάνει γιατί φαντάζεται πράγματα. Λες και συμβαίνει μια Τετάρτη ξέρω γω σε όλους μας να θες να πεθάνεις γιατί δεν έχεις ελπίδα.

Για την ακρίβεια, η επιστημονική κοινότητα δεν ξέρει αν είναι απλά στο μυαλό σου ή αν συμμετέχουν κι άλλα όργανα στη διαδικασία, με το έντερο να παίρνει τη σκυτάλη. Δεν χρειάζεται να μιλήσουμε για τα σωματικά συμπτώματα που έχει η προχωρημένη κατάθλιψη που είναι ανισορροπίες στον ύπνο, πόνοι στις αρθρώσεις, διαλυμένο μεταβολισμό, μεταβολές στο σάκχαρο κλπ. Όχι. Καταγεγραμμένα κι αυτά εδώ και δεκαετίες. Μήπως χρειάζεται να μιλήσουμε και γι’ αυτά;

Όχι, δύσκολο να το πιστέψουμε. Περίμενε.

Μύθος 2

«Τα παιδιά του δεν τα σκέφτηκε;»

Αυτό είναι από τα αγαπημένα μου γιατί όταν το λένε, πάντα χαίρομαι. Γιατί ξέρω ότι για να το πεις αυτό, δεν είχες ποτέ την παραμικρή επαφή με την κατάθλιψη. Κι αυτό είναι καλό. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να μάθεις. Το λοιπόν. Όταν η κατάθλιψη προχωρήσει και τα διαλύσει όλα, νιώθεις ότι είσαι βάρος για όλους και για όλα. Ότι αν πραγματικά υπάρχει ένα πράγμα να κάνεις, τότε αυτό είναι να απαλλάξεις τον κόσμο από αυτό το βάρος. Και ποιον αγαπάμε υπέρμετρα, ανιδιοτελώς και θα κάναμε τα πάντα για αυτόν; Τα παιδιά μας. Γι’ αυτό και όταν ένας καταθλιπτικός με παιδιά αυτοκτονεί, η τελευταία του σκέψη είναι «Ευτυχώς θα φύγω από τη ζωή τους και θα μεγαλώσουν ευτυχισμένα».

Δε βγάζει νόημα; Περίμενε.

https://hips.hearstapps.com/mac.h-cdn.co/assets/15/15/1428532330-sad-money.jpg

Μύθος 3

«Τόσα λεφτά, γιατί είχε κατάθλιψη»

Αν γράψω το «τόσα λεφτά είχε, γιατί έπαθε ίκτερο;» βγάζει νόημα; Όχι. Βγάζει νόημα μόνο αν πιστεύουμε στον Μύθο 1, ότι αυτή η ασθένεια, η καταγεγραμμένη -το τονίζω- στα ιατρικά βιβλία ως ασθένεια, κοιτάει τα λεφτά, την τάξη, το στρώμα, το χρώμα, το φύλο (για την ακρίβεια το φύλο λίγο, ελάχιστα, ίσως το κοιτάει αλλά για κοινωνικούς λόγους απ’ ότι φαίνεται).
Βέβαια, το βρίσκω εκπληκτικό το ότι κάθε χρόνο ένας διάσημος, λεφτάς γίνεται αυτόχειρας αλλά τα μυαλά μερικών δεν φτάνουν στο συμπέρασμα «Μάλλον δεν παίζει ρόλο». Αντ’ αυτού σε πείσμα κάθε λογικής διεργασίας, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «Όλοι οι πλούσιοι είναι βλαμμένοι».

Μύθος 4

«Μια χαρά ήταν, μου χαμογελούσε»

Οκ, αυτό το καταλαβαίνω ότι είναι περίεργο. Αλλά δώσε βάση. Πιστεύεις ότι ένας καταθλιπτικός ενήλικος άνθρωπος δεν ξέρει να παίξει το ρόλο του υγιούς στους γύρω του; Πιστεύεις ότι δεν μπορεί να σε ξεγελάσει όταν το κριτήριο της κοινωνίας για την κατάθλιψη είναι το χαμόγελο; Σιγά τα ωά.

Και γιατί να σε ξεγελάσει; Γιατί δεν καταλαβαίνεις. Ούτε εσύ, ούτε κανένας. Στο μυαλό του καταθλιπτικού, όλα είναι κενά και στερούνται νοήματος. Άπαξ κι αρχίσει ο ιδεασμός, τότε όλα επιβεβαιώνουν την επιθυμία του να πεθάνει.

Ούτε κι αυτό το πιστεύουμε;

Ωραία.

Καταλαβαίνω ότι ο ανθρώπινος νους δεν χωράει την αυτοχειρία. Δεν θα έπρεπε. Ούτε σαν ιδέα, ούτε σαν πράξη. Είμαστε προγραμματισμένοι να μην την καταλαβαίνουμε. Γιατί αλλιώς θα αυτοκτονούσαμε δεξιά κι αριστερά σαν τα κοτόπουλα.

Πρέπει όμως να καταλάβουμε επιτέλους ότι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η κατάθλιψη είναι μια κανονική, αληθινή ασθένεια με το πιο σοβαρό σύμπτωμα την αυτοκτονία. Ναι. Η αυτοκτονία είναι σύμπτωμα. Όπως στη γρίπη έχουμε βήχα ή καταρροή, στην κατάθλιψη ο ασθενής αυτοκτονεί. Αν ζούσε μετά δε θα μας έκανε εντύπωση. Αν το σύμπτωμα ήταν ο χορός μέχρι τα ξημερώματα, μια χαρά θα περνούσαμε όλοι. Δυστυχώς είναι σκοτάδι τέρμα η φάση κι όσο κι αν το αρνείσαι, αυτή είναι η αλήθεια.

Πρέπει επίσης να καταλάβουμε ότι η κατάθλιψη δεν ξεκινάει Δευτέρα και τελειώνει Παρασκευή. Ούτε είναι 8ωρο με ένσημα. Είναι μια συνεχόμενη διαδικασία που μπορεί να κρατήσει μέχρι και δεκαετίες. Και σου προκαλεί τόσο πόνο, είτε συναισθηματικό είτε σωματικό που δεν μπορείς να τον αντέξεις. Και προσπαθείς να τον μειώσεις είτε με αλκοόλ, είτε με ναρκωτικά ή αν είσαι τυχερός, με έναν καλό γιατρό και φάρμακα. Το τελευταίο είναι η μόνη σου ελπίδα μαζί με την ψυχοθεραπεία.

Όταν λέμε πόνο θέλω να φανταστείτε τον χειρότερο πόνο της ζωής σας. Γέννα, ατύχημα, χωρισμός, πένθος. Οτιδήποτε. Και πολλαπλασιάστε το με το ένα εκατομμύριο. Δεν υπερβάλλω. Να ξυπνάς, να βλέπεις τον ήλιο και να λες «Γαμώ το, ξύπνησα και σήμερα». Να μην σταματάει ποτέ, σαν την βοή, να μην έχει τέλος, διέξοδο, ένα μόνιμο βουητό που δεν φεύγει ποτέ.

Και σου τρώει τον εγκέφαλο. ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ. Σου διαλύει τη βιοχημεία. Όπως χαλάει το συκώτι, έτσι χαλάει και το κεφάλι. Το Αλτσχάιμερ δεν το ξέρετε; Τη σχιζοφρένεια; Δεν μπορείς να παράξεις τις ορμόνες που παράγουν άλλοι ή και να τις παράγεις δεν αξιοποιούνται γιατί είναι τόσο μεγάλη η ζημιά που απλά τις κατουράς.

Να μιλήσουμε για τον αυτοκτονικό ιδεασμό; Να πούμε τι είναι πραγματικά; Είναι ο εγκέφαλός σου που χαλάει τόσο πολύ που σου προτείνει, αν όλα πάνε χάλια, να φουντάρεις από κάπου στα 70 σου. Κι όσο χαλάει, τόσο σου κατεβάζει και την ηλικία. Και το εβδομήντα γίνεται μεθαύριο.

Κι όλα γίνονται από έγχρωμα, γκρι, μετά ασπρόμαυρα και μετά είναι φως και σκοτάδι. Τίποτε άλλο. Και το φως πονάει γιατί είναι πολύ φανταχτερό και δεν πας προς τα εκεί. Πας προς το σκοτάδι που νιώθεις πιο άνετα. Και μετά αποφασίζεις να το τελειώσεις γιατί δεν αντέχεται άλλο αυτός ο πόνος, δεν υπάρχουν άλλα ναρκωτικά, από αλκοόλ τα ήπιες όλα, έτσι κι αλλιώς τόσο χάλια που έχεις φερθεί στο σώμα σου δεν θα αντέξει και πολύ ακόμη.

Και μετά καληνύχτα.

Οπότε τώρα όσοι το διαβάσατε ξέρετε. Και μην πείτε ότι δεν ξέρετε. Γιατί ξέρετε λίγα παραπάνω από όσα πριν. Και πείτε τα σε όλους, να ξέρουν. Δεν είναι κακό. Δεν είναι ντροπή. Δεν είναι αδυναμία. Οι πιο δυνατοί άνθρωποι που ξέρω είναι καταθλιπτικοί.

Να μιλάτε, να μιλάτε, να μιλάτε.
Δεν φαντάζεστε πόσοι άνθρωποι θέλουν και μπορούν να βοηθήσουν.
Να αγκαλιάζεστε, να αγαπιέστε και χέρι-χέρι θα περάσει.

Σίγουρα θα περάσει.

Γραμμή αυτοκτονίας: 1018

Υ.Γ. Ο γράφων πάσχει από διπολική διαταραχή, μια νόσο που μαζί με άλλα, προκαλεί πολλαπλά επεισόδια κατάθλιψης σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ασθενούς. Κάποια από τα παραπάνω αποτελούν τον δικό του φαινότυπο της κατάθλιψης, αλλά ταυτόχρονα έχει λάβει υπόψη του συζητήσεις με επαγγελματίες στον τομέα της ψυχικής υγείας κι ασθενείς. Είναι άλλωστε αυτή η ομοιομορφία που εμφανίζεται στους ασθενείς που καθιστά δυνατή τη συστηματική μελέτη της κατάθλιψης, όχι μόνο ως φαινόμενο ή «θεματάκι» αλλά ως μια πραγματική, σύγχρονη κι ολοκληρωμένη ασθένεια.

 ------------------------------------------------------------------------

Ο Στέλιος Ανατολίτης είναι (μεταξύ αρκετών άλλων) κωμικός.

Πηγή: facebook.com/st.anatoltis

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Πάμπλο Πινέδα, ο πρώτος δάσκαλος με σύνδρομο Down

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ο 34χρονος Ισπανός Πάμπλο Πινέδα είναι ο πρώτος στην Ευρώπη πτυχιούχος πανεπιστημίου που έχει σύνδρομο Down. Χρειάζεται να περάσει ακόμη τέσσερις εξετάσεις, για να πραγματοποιήσει το όνειρό του: να γίνει δάσκαλος. Αυτό δεν είναι τόσο ασυνήθιστο: στην Ισπανία το 85% των παιδιών με σύνδρομο Down πηγαίνουν στο κανονικό σχολείο. Η WELT ONLINE μίλησε με τον Πινέδα για τη μάθηση, την “καθυστέρηση” και για τα υπερπροστρατευμένα παιδιά.

Ο Πάμπλο Πινέδα τελείωσε τις σπουδές του παιδαγωγού και αυτό το Μάρτη έκανε την πρακτική εξάσκηση στην Κόρδοβα. Ο Πινέδα αυτήν την εποχή προετοιμάζεται για τις εξετάσεις για την άδεια άσκησης επαγγέλματος και του μένουν μόνο τέσσερις εξετάσεις για να τελειώσει τις σπουδές του στην ψυχολογία και παιδαγωγικά. Στο φεστιβάλ κινηματογράφου της Μάλαγκα στα τέλη Απρίλη προβλήθηκε η ταινία «Και εγώ επίσης» που είναι εμπνευσμένη από τη ζωή του Πινέδα και στην οποία ο ίδιος κρατά τον βασικό ρόλο: Ζωή, Αγάπη, Λύπη και Χαρά κατά τη διάρκεια των σπουδών.

Με τον Πινέδα μίλησε ο Jan Marot.

WELT ONLINE: Πώς βιώσατε προσωπικά το σύνδρομο Down;

Πάμπλο Πινέδα: Δεν ήταν οι γονείς μου που μου το είπαν. Ήταν ο δάσκαλός μου. Ήμουν περίπου εφτά χρονών, όταν με ρώτησε αν ήξερα τι είναι το σύνδρομο Down. Φυσικά απάντησα ναι. Με κοίταξε έντονα και μου εξήγησε τη γενετική του σύνδρομου Down. Στην ηλικία αυτή ήταν πραγματικά πολύ σκληρό. Για μένα αυτό ακουγόταν σαν αραμαϊκά. Ήταν πολύ βαρύ. Του έθεσα μόνο δύο ερωτήσεις: «Είμαι χαζός;» Απάντησε : «Όχι.» «Μπορώ να συνεχίσω να πηγαίνω στο σχολείο με τους φίλους μου;» Απάντησε : «Κανένα πρόβλημα» . Τα υπόλοιπα μου ήταν παντελώς αδιάφορα.

WELT ONLINE: Όπως η πλειοψηφία των παιδιών με σύνδρομο Down στην Ισπανία. Το 85% πηγαίνουν σε ένα κανονικό σχολείο.

Πινέδα: Ναι, τώρα. Όμως παλαιότερα δεν υπήρχε η ένταξη. Αυτό είναι η κορυφή μιας ανάπτυξης. Εγώ ήμουνα ο πρώτος μαθητής με σύνδρομο Down που πήγα σε ένα δημόσιο σχολείο.

WELT ONLINE: Τι αναμνήσεις έχετε από τα χρόνια του σχολείου;

Πινέδα: Στο σχολείο διασκέδαζα πολύ, περνούσα πολύ καλύτερα απ’ ό,τι με τους φίλους μου. Είχα υπέροχες, ενδιαφέρουσες και πολύ σκληρές εμπειρίες. Συνολικά ήταν μια απίστευτα πλούσια φάση της ζωής μου. Υπήρχαν καλύτερες και χειρότερες μέρες. Ιδιαίτερα η εφηβεία ήταν σκληρή. Αλλά αυτή είναι πάντα μια δύσκολη περίοδος. Εγώ δεν μπορούσα μερικές φορές να ζήσω με το σώμα μου και μέσα σ’ αυτό

WELT ONLINE: Γιατί επιλέξατε τις παιδαγωγικές σπουδές;

Πινέδα: Σαν παιδί είχα πολλές ιδέες. ΄Ηθελα να γίνω δικηγόρος, κατόπιν δημοσιογράφος. Τότε ένας καθηγητής και μέντοράς μου με συμβούλεψε να γίνω δάσκαλος, γιατί τα παιδαγωγικά προσφέρουν περισσότερες επιλογές. Μου είπε ότι οι άλλες επιστήμες είναι σκληρές και ανταγωνιστικές. Δεν το έχω μετανιώσει ούτε δευτερόλεπτο. Μου αρέσει να εργάζομαι με παιδιά, νιώθω πολύ χρήσιμος.

WELT ONLINE: Ακολουθείτε αυστηρά κάποιο σταθερό ημερήσιο πρόγραμμα μελέτης;

Πινέδα: Από το τίποτα βγαίνει τίποτα. Μελετώ περίπου 6-7 ώρες τη μέρα. Τα βράδια τα έχω ελεύθερα. Διαβάζω πάντα με μουσική. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς, οι σπουδές δεν είναι εύκολες και το σύνδρομο Down με περιορίζει κατά 30% , πράγμα που τις καθιστά δυσκολότερες. Ο καθένας πρέπει να παλεύει για το μέλλον του.

WELT ONLINE: Τι σημαίνει και τι σημασιοδοτεί το είναι κανείς ο πρώτος με σύνδρομο Down πτυχιούχος στην Ευρώπη;

Πινέδα: Είναι μια μεγάλη ευθύνη. Γνωρίζω ότι οι πατέρες και οι μητέρες που έχουν παιδιά με σύνδρομο Down χρειάζονται κάποιον να τους δείξει και να τους πει : «Το παιδί σου μπορεί να το κάνει αυτό». Και τα μέσα μπορούν να συνδράμουν, καθώς ψάχνουν για αξιόλογες ειδήσεις. Θέλω να δώσω πρόσωπο σε ένα κομμάτι του πληθυσμού , που σχεδόν ποτέ δεν θεωρείται αντικείμενο είδησης. Αρέσω στα μέσα – μου τηλεφωνούν τριάντα φορές τη μέρα. Αυτό είναι μερικές φορές εξαντλητικό.

WELT ONLINE: Σας έχουν ήδη προσφέρει θέσεις εργασίας;

Πινέδα: Όχι ακόμη. Όταν πετύχω τις εξετάσεις και πάρω την άδεια άσκησης επαγγέλματος του δάσκαλου, θα πλησιάσω το στόχο μου, να έχω δηλαδή ένα σταθερό εισόδημα. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας στη Σεβίλλη συγκατοικούσα με ένα συνάδελφο. Για μένα έχει μεγάλη σημασία να οργανώσω την ανεξαρτησία μου .Δεν ξέρω ακόμη πού θα εργαστώ. Μπορεί στην επιμόρφωση, στον επαγγελματικό προσανατολισμό, στην συμβουλευτική, ποιος ξέρει. Είμαι ευέλικτος

WELT ONLINE: Τι είναι, κατά τη γνώμη σας, η « οπισθοδρομική / καθυστερημένη κοινωνία»;

Πινέδα: Το μεγαλύτερο έλλειμμα της κοινωνίας είναι το ότι δεν μπορεί να κατανοήσει τη διαφορετικότητα. Λόγω της έλλειψης κατανόησης κολλά κάποιος/ α ταμπέλες. «Οι ομοφυλόφιλοι», «οι Ξένοι/ μετανάστες» και φτάνει μέχρι του σημείου «Οι γυναίκες» .Χωρίζουν σε ομάδες, δεν ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν «το διαφορετικό». Το απομονώνουν , το απλοποιούν ή το αποφεύγουν με κάθε τρόπο. Δημιουργούνται στερεότυπα, προκαταλήψεις μέχρι και λέξεις, όπως “discapacidad” (ανικανότητα) στα ισπανικά για να δηλωθεί η έννοια της υστέρησης ή καθυστέρησης..

WELT ONLINE: Ποια εναλλακτική λύση θα υπήρχε για σας; Διότι και η ισπανική λέξη «Minusvalido» («κατώτερος/ κατώτερης αξίας») δεν είναι σε καμιά περίπτωση κατάλληλη…

Πινέδα: Είναι προσβολή να αποκαλείς κάποιον «ανίκανο» ή «καθυστερημένο». Γιατί να μην τον αποκαλείς «αλλιώτικο» ή « διαφορετικό άνθρωπο»; Με τον όρο σύνδρομο Down περιγράφεται μια γενετική μετάλλαξη κατά την οποία το χρωμόσωμα 21παρουσιάζεται τρεις φορές (εξού και ο όρος τρισωμία -21).

WELT ONLINE: Ποια είναι η γνώμη σας για την έκτρωση εμβρύων στα οποία έχει προγεννητικά διαγνωστεί κάποια καθυστέρηση, πράγμα που αποτελεί αντικείμενο αντιπαράθεσης αυτή την εποχή στη Γερμανία;

Πινέδα: Είμαι αντίθετος στην έκτρωση. Όχι για ηθικούς λόγους αλλά λόγω της εμπειρίας μου. Είναι δύσκολες καταστάσεις και εμπειρίες ,αλλά σε εμπλουτίζουν ως άνθρωπο. Εξαιτίας της έκτρωσης κάποιος/α δεν θα τις βιώσει ποτέ .Γονείς με παιδιά που είναι «διαφορετικά» γίνονται καλύτεροι γονείς. Γίνονται ανεκτικότεροι και πιο αλληλέγγυοι. Δεν είναι καλό να επιλέγεις ένα παιδί “`a la carte”. Σε τελική ανάλυση επιλέγουμε το τέλειο. Και όταν όλοι είναι ίδιοι, τότε είμαστε σε πολλά φτωχότεροι. Ακόμη και τα λουλούδια διαφέρουν ,αλλά όλα είναι όμορφα.. Αυτή η τάση για ομογενοποίηση είναι κακή .Όταν όλοι σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο, έχουν την ίδια εμφάνιση, είναι όλοι ομοιόμορφοι, αυτό είναι ο Φασισμός.

https://www.dinfo.gr/wp-content/uploads/2016/08/ptyxiouxos-syndromo-down-2.jpg

WELT ONLINE: Η ταινία, που είχε τη ζωή σας ως έμπνευση, είχε ρομαντικά στοιχεία (στιγμές). Ονειρεύεστε να κάνετε τη δική σας οικογένεια;

Πινέδα: Αυτό είναι δύσκολο. Η λογοτεχνία για το σύνδρομο Down στρέφεται κυρίως γύρω από τη γενετική, την αντίληψη ή τη συμπεριφορά. Ποτέ δεν συζητιέται η συμπάθεια μεταξύ ανθρώπων με σύνδρομο Down. Σ’ αυτό ακριβώς φαίνεται η μεγάλη δύναμη της ηθικής. Στην Ισπανία, μετά από 40 χρόνια δικτατορίας του Φράνκο και με μια σταθερά διαμαρτυρόμενη καθολική εκκλησία, αυτό αποτελεί θέμα ταμπού. Είναι δύσκολο να μιλήσεις για σεξ. Πρέπει τελικά κανείς να διαχωρίσει την ηθική από την πράξη. Μερικά Μέσα έχουν μια σχεδόν άρρωστη απληστία να δημιουργούν εντυπώσεις (να προκαλούν). Αρνήθηκα μια πρόσκληση για συμμετοχή σε ένα talk show, που ονομάζεται “La Noria” όπου το θέμα θα ήταν σχετικό με Σεξ και Αναπηρία. Μου ήταν αδύνατο να πάω, είναι πολύ προκλητικό και μόνο για δημιουργία εντυπώσεων. Αυτό είναι ένα ιδιωτικό, ακανθώδες θέμα, ακόμα και κάποιοι φίλοι μου με απέτρεψαν από το να συμμετέχω. Και οι άνθρωποι της τηλεόρασης έμειναν άναυδοι μετά την άρνησή μου.

WELT ONLINE: Στην Αυστρία και στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του ναζισμού δολοφονήθηκε αμέτρητο πλήθος ανθρώπων με σύνδρομο Down Από μεταπολεμικές μελέτες για χρόνια ήταν διαδεδομένη η εντύπωση ότι το σύνδρομο Down συνδέεται με προσδόκιμο ζωής τα 30 χρόνια;

Πινέδα: Αυτά είναι μύθοι που δημιουργούνται σύμφωνα με την ιστορία των κρατών και της επιστήμης. Η κατάσταση σήμερα είναι τελείως διαφορετική. Φτάνουμε στα γηρατειά. Εξαρτάται από το πόσο υγιείς διατηρούμαστε , σωματικά και πνευματικά. Εγώ, όπως και πολλοί νέοι άνθρωποι με σύνδρομο Down ήμουν υπέρβαρος. Με γυμναστική και σωστή διατροφή έχασα 12 κιλά. Είχα, επίσης, την τύχη να μεγαλώσω σε μια οικογένεια με πνευματικά ενδιαφέροντα. Με εφημερίδες και μια βιβλιοθήκη γι’ αυτό από πολύ νωρίς είχα περιέργεια και ενδιαφέροντα. Όταν απαγορεύεις σε κάποιον την καλλιέργεια, κατά έναν τρόπο τον σκοτώνεις.

WELT ONLINE: Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το ουσιαστικό κατά την ανατροφή παιδιών με σύνδρομο Down;

Πινέδα: Η Αυστρία, η Ελβετία και η Γερμανία πολιτισμικά διαφέρουν από την Ισπανία. Ίσως εκεί (Ισπανία) με καταλαβαίνουν περισσότερο. 1ον: Πρέπει να συμπεριφέρεστε στο παιδί σας όπως σε ένα παιδί και όχι όπως σε έναν «ανάπηρο». Έτσι πρέπει να το αναθρέψετε και να το εκπαιδεύσετε (μορφώσετε). Πρέπει να μιλάτε με το παιδί σας, γιατί ο χειρότερος εχθρός για τα παιδιά με σύνδρομο Down. είναι η σιωπή. Δεν πρέπει να έχετε κανένα κόμπλεξ . Βγείτε μαζί τους έξω στον κόσμο. Πρέπει να δείξετε στους άλλους ότι αυτό είναι το παιδί σας. Δεν πρέπει ποτέ να είστε υπερπροστατευτικοί, ποτέ. Πρέπει να του δίνετε φυσικά και πνευματικά ερεθίσματα και έτσι να το διδάξετε να είναι αυτόνομο. Γιατί τι θα συμβεί όταν κάποτε δεν θα είστε πια κοντά του ως γονείς;

Μετάφραση: Μαρίνα Μάλλιου, Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών

Πηγή: alfavita.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Θοδωρής Καλλιφατίδης, ο κορυφαίος εν ζωή συγγραφέας στη Σουηδία (συνέντευξη)

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ο ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ γεννήθηκε στους Μολάους Λακωνίας το 1938. Γιος δασκάλου από τον Πόντο, μετακόμισε στην Αθήνα το 1946 και αποφοίτησε από το 5ο Γυμνάσιο Αρρένων. Φοίτησε στη σχολή του Καρόλου Κουν και μετά τη στρατιωτική του θητεία, το 1964, εγκαταστάθηκε στη Σουηδία, όπου σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Αργότερα δίδαξε φιλοσοφία στο ίδιο πανεπιστήμιο. Επί τέσσερα χρόνια διηύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό Bonniers Litterära Magasin. Άρχισε να γράφει στα σουηδικά το 1969 και από το 1976 ζει αποκλειστικά από το γράψιμο. Από το 1994 γράφει τα βιβλία του και στα ελληνικά.
Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές, ταξιδιωτικά δοκίμια, θεατρικά έργα· έχει γράψει κινηματογραφικά σενάρια και έχει σκηνοθετήσει μία ταινία (Kärleken, παραγωγής 1980). Έχει τιμηθεί με σημαντικά διεθνή λογοτεχνικά βραβεία για το έργο του, όπως το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο Χρονικού – Μαρτυρίας 2013 για το βιβλίο Τα περασμένα δεν είναι όνειρο, το Μέγα Βραβείο Μυθιστορήματος στη Σουηδία (1981), το Βραβείο Τιμής της Στοκχόλμης (1992) και το Βραβείο Signe Ekblad- Eldhs (2008) της Σουηδικής Ακαδημίας. Σχεδόν όλα τα βιβλία του κυκλοφορούν μεταφρασμένα σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ, στην Κυριακή Μπεϊόγλου

Συναντώ τον συγγραφέα και καθηγητή Φιλοσοφίας Θοδωρή Καλλιφατίδη δυο μέρες πριν επιστρέψει στη Σουηδία. Η αλήθεια είναι πως με δυσκολία έκρυψα το δέος που αισθανόμουν για τον άνθρωπο που είναι σήμερα ένα εθνικό λογοτεχνικό κεφάλαιο για τη Σουηδία.

Εχει γράψει πάνω από τριάντα βιβλία, τα οποία έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες του κόσμου.

Η Ελλάδα τον «ανακάλυψε» αργότερα, όταν ο Σάμης Γαβριηλίδης άρχισε να εκδίδει τα βιβλία του. Εχουν μια παλιά δυνατή στενή σχέση εκδότη-συγγραφέα που κρατάει μέχρι σήμερα.

Το καινούργιο σ’ αυτή τη σχέση είναι ότι ο Θοδωρής Καλλιφατίδης δεν κάνει αυτό που έκανε πάντα, να γράφει δηλαδή στα σουηδικά. Το τελευταίο του βιβλίο «Μια ζωή ακόμα» γράφτηκε κατ’ ευθείαν στα ελληνικά. Οχι χωρίς λόγο.

Θα τον ανακαλύψετε μέσα σ’ αυτή τη συνέντευξη που ξεκίνησε από τους Μολάους της Λακωνίας για να φτάσει μέχρι τη Σουηδία και να επιστρέψει πίσω στην Αθήνα μια πολύ ζεστή μέρα του Μαΐου.

Βασίλης Μαθιουδάκης

● Κύριε Καλλιφατίδη, πώς αντέξατε τόσα χρόνια στην ξενιτιά; Δεν βγήκε από το αίμα σας το φαρμάκι που, όπως είπατε, κάποτε σας έδιωξε μακριά;

Η ξενιτιά δεν είναι για όλους. Δεν ήταν ας πούμε για τον φίλο μου τον Κώστα που τον έχω αναφέρει πολλές φορές στα βιβλία μου.

Πανέξυπνος άνθρωπος, μιλούσε για τη σκοτεινή ύλη όταν ακόμα στην Ελλάδα κανείς δεν ήξερε γι' αυτή.

Οταν όμως μετανάστευσε στη Σουηδία δεν ήταν έτοιμος να βγάλει την Ελλάδα από μέσα του.

Του έλεγα «εδώ υπάρχουν πανεπιστήμια, θα κάνεις ωραία πράγματα», αλλά η Ελλάδα τον καλούσε κάθε μέρα. Και έφυγε. Εγώ έφυγα από δω πάρα πολύ πικραμένος.

Καταλαβαίνω ότι δεν το καταλαβαίνετε εσείς γιατί μας χωρίζουν το λιγότερο 40 χρόνια.

● Θα μας το εξηγήσετε;

Μεγάλωσα στη γερμανική κατοχή, είδα τον πατέρα μου και τα αδέρφια μου στη φυλακή, δαρμένους και κυνηγημένους. Τον μεγαλύτερο αδερφό μου στα δέκα του χρόνια τον έδειραν μέχρι αναισθησίας, όπως κι εμένα που ήμουν μόλις οκτώ.

Ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος. Το χωριό μας ήταν οι Μολάοι.

Κάτω από την πλατεία ήταν το σπίτι μας. Παντρεύτηκε τη μητέρα μου που ήταν πολύ νεότερή του. Γεννήθηκα το '38.

Τον Ιούνιο του 1941 μπήκαν οι Γερμανοί στο χωριό. Και έμειναν πολύ, και τα 4 χρόνια της κατοχής. Κατασκεύασαν σιγά σιγά εκεί ένα αεροδρόμιο.

Ο πατέρας μου επέζησε του πολέμου, ήταν ένας από τους δύο που απελευθέρωσε από τις φυλακές της Σπάρτης ο απελευθερωτικός στρατός.

Ηρθε με τα πόδια στους Μολάους και κρατούσε το δεματάκι με τρόφιμα που του έδωσαν, «για τα παιδιά...» είπε στη μάνα μου, είχε να φάει τέσσερις μέρες.

Στον Εμφύλιο είδα να γίνονται φοβερά πράγματα και από τις δύο πλευρές. Εφυγα το '46 από κει γιατί θα με σκότωναν, ήμουν «κουμμουνιστόσπορος».

● Και ήρθατε στην Αθήνα...

Ηρθα στην Αθήνα με τον παππού μου. Πήγα στο 5ο Γυμνάσιο Αρρένων. Δύσκολη εποχή. Πέφτανε χειροβομβίδες από το πουθενά.

Οι καθηγητές ήταν λίγο-πολύ όλοι παράξενοι. Είχαν χάσει παιδιά, είχανε κάνει εξορία... Υπήρχαν όμως και εξαιρετικοί καθηγητές.

Αυτή η μετανάστευση ήταν πιο δύσκολη από αυτή που ακολούθησε μετά. Ολα πάνω μου ήταν λάθος.

Μιλούσα τη διάλεκτό μας, το «αυτό» εμείς το λέγαμε «έντο», τα ρούχα και για λόγους φτώχειας αλλά και αισθητικής. Εάν δεν είχα τύχη ήμουν στο τσακ να γίνω παραβατικός.

● Τι είναι τύχη;

Τύχη είναι οι συμπτώσεις. Οι περισσότεροι από μας έχουμε μια ικανότητα που εκφράζεται με το ότι αγαπάμε τους ανθρώπους που νοιαζόμαστε. Κυρίως. Η τύχη μας είναι να βρεθούν μπροστά μας αυτοί οι άνθρωποι.

● Ποιοι άνθρωποι σας βοήθησαν τότε;

Οι καθηγητές μου με επηρέασαν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Δύο από αυτούς με καθόρισαν ως άνθρωπο.

Ο φιλόλογος ο Ραΐσης που μ’ έβαζε να μεταφράζω ερωτικά ποιήματα από τα λατινικά. Οταν έβγαλα την πρώτη μου ποιητική συλλογή στη Σουηδία τον βρήκε ο αδερφός μου στον δρόμο -τον είχε κι αυτός δάσκαλο- και του είπε «κύριε, ο Θοδωράκης έγινε ποιητής στη Σουηδία» κι εκείνος είπε «το ξέρω, εγώ τον έκανα!».

Και ο καθηγητής της Ιστορίας, υπέροχος άνθρωπος, ο οποίος με «έδεσε» για πάντα.

Είχε κάνει δυο διδακτορικά εδώ και ένα στη Σορβόνη, μου χάρισε τη διατριβή του και έγραψε πάνω «στον καλύτερο μαθητή που είχα ποτέ» και με έβαλε να του υποσχεθώ ότι θα σπουδάσω Φιλοσοφία.

● Τι γράφατε τότε;

Στα 16-17 έγραφα ποιήματα που τα διάβαζα στους φίλους μου. Κάτω από τις μουριές, στην πλατεία Γκύζη.

Εκείνες οι παρέες είχαν μια άπλα, επέτρεπαν στον καθένα μας να είναι αυτός που είναι.

Δεν υπήρχε τότε η τρομοκρατία ότι πρέπει να είσαι σώνει και καλά όπως οι άλλοι. Είχαμε ας πούμε ανθρώπους οι οποίοι ήταν μονίμως ερωτευμένοι...

● Εσείς ήσασταν ερωτευμένος;

Εγώ; Κάθε μέρα!

● Το θυμάστε εκείνο το κορίτσι;

Ε, βέβαια. Η πρώτη ήταν η Μαίρη, η δεύτερη η Μαρία, η τρίτη η Ελευθερία... και πάει λέγοντας!

● Τους γράφατε ποιήματα;

Οχι, σ’ αυτές μόνο μιλούσα... Κάναμε σοβαρές συζητήσεις, ήταν και οι τρεις μπροστά για την εποχή τους, φεμινίστριες. Μιλούσαμε για τον Μαξ Νορντάου και τα «κατά συνθήκη ψεύδη». Ψάχναμε για κάποιες λύσεις που θα άλλαζαν τη ζωή μας.

● Πώς έγινε και ταιριάξατε ως παρέα με τον Γιάννη Φέρτη και τον Διαγόρα Χρονόπουλο;

Ταιριάξαμε για διάφορους λόγους... Ο Γιάννης ήξερε πάρα πολύ νωρίς ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός, όταν βαριόταν στο μάθημα έκανε ότι λιποθυμούσε και ο Διαγόρας κι εγώ τον πηγαίναμε σπίτι και την κοπανάγαμε και οι τρεις!

Το όμορφο μ’ αυτή τη φιλία -τώρα ο Διαγόρας δυστυχώς έχει φύγει- είναι ότι πάρα πολύ νέοι ξέραμε κι οι τρεις περίπου τι θέλαμε να κάνουμε στη ζωή μας.

Εγώ έλεγα ότι θα γράψω αλλά το έλεγα με λίγο φόβο, γιατί τότε αν έλεγες πως γράφεις σε θεωρούσανε και λίγο ψώνιο. Γίναμε και οι τρεις αυτό που θέλαμε. Αν κρίνει κανείς από τις συνθήκες που ζούσαμε...

● Τα παιδιά του πολέμου δεν ξεκίνησαν από μια κοινή αφετηρία, η οποία ήταν βασικά η φτώχεια;

Δεν το θυμάμαι έτσι. Υπήρχαν γειτονιές και γειτονιές. Στου Γκύζη ήμασταν έτσι, αλλά στο Κολωνάκι όχι. Κάποιοι είχαν βγει από τον πόλεμο πάμπλουτοι, οι μαυραγορίτες, οι δωσίλογοι, οι συνεργάτες των Γερμανών...

Οι διαφορές ξεκινούσαν περισσότερο από τις διαφορετικές ιδεολογίες. Σκεφτείτε το, μπορούσα εγώ να γίνω κάτι άλλο εκτός από αριστερός; Θα μπορούσα ποτέ να καρφώσω τον πατέρα μου;

● Μπήκατε και οι τρεις φίλοι λοιπόν στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν;

Χάρη στον Γιάννη. Κάναμε τους υποβολείς στις ατάκες του, στο τέλος μάθαμε απ' έξω τα έργα και είπαμε «Δεν δίνουμε κι εμείς εξετάσεις;» Και μας πήρανε.

Αλλά εγώ δεν έκανα, δεν ήταν κάτι που ήθελα, δεν με έβλεπα ως ηθοποιό, ήθελα να γράψω.

● Γιατί επιλέξατε τη Σουηδία;

Για έναν πάρα πολύ απλό λόγο: ήταν η μόνη χώρα που έπαιρνε ξένους, όλες οι άλλες είχαν κλείσει τα σύνορά τους το ‘61 για την εργατική μετανάστευση.

Ο πατέρας μου είπε κλαίγοντας: «Φύγε, δεν σε χωράει, δεν σε θέλει η Ελλάδα». Πρέπει να ήταν η πιο πικρή κουβέντα που είχε πει στη ζωή του. Εφυγα φορώντας ένα παλιό του σακάκι.

Δεν ήξερα ούτε μία λέξη. Μόνο το «καλημέρα». Πήγα με το τρένο. Τέσσερις μέρες κάναμε να φτάσουμε. Ημουν εντελώς μόνος, αλλά το τρένο ήταν γεμάτο Ελληνες που φεύγανε.

Εκείνη τη χρονιά φύγανε 150.000 νέοι από την Ελλάδα.

● Και μόλις κατεβήκατε από το τρένο;

Το θυμάμαι σαν και σήμερα. Εφτασα στη Στοκχόλμη. Δεν είχα κανένα αίσθημα, ένιωθα κενός. Αδειος. Στο κέντρο της πλατείας εντός του σιδηροδρομικού σταθμού, υπάρχει η περίφημη «τρύπα» που είναι γνωστή σε όλους τους μετανάστες.

Είναι ένας κύκλος με πολύ καλλιτεχνικά κάγκελα ενός γνωστού Σουηδού γλύπτη. Εκεί μαζεύονταν όλα τα «κοράκια» της ξενιτιάς και κουβεντιάζανε.

Ενας Ελληνας με ρώτησε «είσαι από την Ελλάδα;» «ναι» του λέω και με πήρε σπίτι του, κοιμήθηκα εκεί το πρώτο βράδυ. Μετά βρήκα την άκρη με τον θείο ενός φίλου από την Ελλάδα.

Με έβαλαν να κοιμηθώ στο διαμέρισμα που έμεναν. Τέσσερις άνδρες σε ένα δωμάτιο και μια γυναίκα κοιμόταν στην κουζίνα.

Η γυναίκα αυτή ήταν το πρώτο θύμα μετανάστευσης που είδα. Αυτοκτόνησε. Κι εμείς οι ίδιοι τη θάψαμε.

Για μια αποτυχημένη αγάπη είπαν, αλλά η ξενιτιά όλα τα μεγαλώνει.

● Πώς γίνατε καθηγητής Φιλοσοφίας και δεν παραμείνατε ένας εργάτης;

Ολα τα έκανα. Πρώτα καθάριζα πατάτες, μετά αναβαθμίστηκα και έπλενα πιάτα. Η αναβάθμιση ήταν πολύ χρήσιμη γιατί στο υπόγειο υπήρχαν μόνο ξένοι και δεν μπορούσα να μάθω ούτε μια λέξη σουηδικά.

Στο ισόγειο άρχισα να μαθαίνω κάποιες εκφράσεις, να μαθαίνω κάποιες συνήθειες επιβίωσης σχετικά με το φαγητό, γιατί το μεγάλο μας θέμα ήταν η διαφορετική διατροφή και κυρίως η ζάχαρη.

Πολλή ζάχαρη στη Σουηδία, μέσα σε έξι μήνες έκανα δεκαοχτώ τρύπες στα δόντια. Από τρία πράγματα υπέφεραν οι μετανάστες από δόντια, στομάχι και πλάτη.

Τα δόντια από τη ζάχαρη, το στομάχι και η πλάτη λόγω της συνεχούς αβεβαιότητας... Και η φοβερή μοναξιά. Εγραφα για παρηγοριά.

Εμαθα μόνος μου σουηδικά και πήγα και γράφτηκα στο πανεπιστήμιο. Στη φιλοσοφική σχολή.

Μετά έγινα αμέσως καθηγητής Φιλοσοφίας σε ένα γυμνάσιο. Αργότερα έγινα καθηγητής πανεπιστημίου.

● Αλλαξε η ζωή σας. Μπήκατε πια στην καρδιά της σουηδικής κοινωνίας, φαντάζομαι.

Αυτός ήταν ο σκοπός μου από την αρχή. Το έβλεπα τελείως πρακτικά. Δεν είχε νόημα να κάνεις ένα τόσο μεγάλο ταξίδι και να μην κάνεις το παν να μάθεις την καινούργια σου χώρα για να την μάθεις και να την καταλάβεις...

● Και να την αγαπήσεις;

Αυτό είναι το τελευταίο κεφάλαιο. Αλλά πρέπει και να την αγαπήσεις.

● Τα κορίτσια εκεί πώς σας φαίνονταν; Πολύ εξωτικά;

Στην αρχή ούτε μ’ έβλεπαν. Το θεωρούσα όμως φυσικό. Τις θεωρούσα απλησίαστες. Στο εστιατόριο που δούλευα ερχόταν μια κοπελίτσα 19 ετών, η οποία ήταν σαν άγγελος.

Μου φερόταν πολύ ευγενικά, αλλά δεν έγινε τίποτα. Αργότερα τη συνάντησα, είχε γίνει μια πολύ γνωστή φοβερή ηθοποιός.

Και μάλιστα ο πρώην άντρας της που ήταν σκηνοθέτης έκανε ταινία ένα βιβλίο μου.

● Πότε αρχίσατε να γράφετε ποίηση και αποφασίζετε να εκδώσετε την πρώτη σας ποιητική συλλογή;

Περπατώντας στους δρόμους, μου ερχόταν πολλά πράγματα στο κεφάλι αλλά δεν τα σημείωνα.

Τα Χριστούγεννα του 1968 και ενώ ήμασταν στο σπίτι των γονιών της μελλοντικής γυναίκας μου, της λέω κάποια στιγμή το βράδυ «εγώ πρέπει να φύγω για να πάω να γράψω».

Εφυγα, είχε φοβερό κρύο, τα βήματα μου τρίζανε στο χιόνι. Εφτασα στο σπίτι μου, κλείδωσα την πόρτα και είπα δεν ξαναβγαίνω αν δεν τελειώσουν τα ποιήματα. Και το έκανα. Κι έτσι βγήκε η «Μνήμη Εξορίας».

● Γράψατε από την αρχή στα σουηδικά. Πόσο καιρό σάς πήρε να μιλάτε στον εαυτό σας και να σκέφτεστε σουηδικά;

Πέντε χρόνια.

● Οταν έρχεστε στην Ελλάδα; Σκέφτεστε στα σουηδικά;

Εδώ μιλάω στον εαυτό μου σε διάφορες γλώσσες. Είναι από τα πράγματα που έχω μάθει με τα χρόνια: Οτι η κάθε γλώσσα έχει τη δική της δύναμη.

● Ηταν μια περισσότερο δημοκρατική χώρα η Σουηδία που πρωτογνωρίσατε σε σχέση με σήμερα;

Η Σουηδία είχε διατηρήσει όλη της τη βιομηχανία κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν είχε λάβει μέρος, δεν υπέφερε.

Υπήρχε μια συνεννόηση ανάμεσα στο κεφάλαιο και στους δημοκράτες, υπήρχε ειρήνη στην αγορά εργασίας.

Σήμερα άλλαξαν τα πράγματα, τα σχολεία ιδιωτικοποιήθηκαν όπως και τα νοσοκομεία, οι συγκοινωνίες και οι εταιρείες νερού και ηλεκτρισμού.

Εχει περάσει στη φάση του νεοφιλελεύθερου νεοκαπιταλισμού, ο οποίος θα τα διαλύσει όλα. Κάποια μέρα θα ξυπνήσουμε και δεν θα ξέρουμε πού είμαστε...

● Αρχίσατε από τα πρώτα κιόλας βιβλία να αποκτάτε στη Σουηδία ένα μεγάλο αναγνωστικό κοινό. Ηταν εύκολο για έναν «ξένο» συγγραφέα να μπει στους εκεί λογοτεχνικούς κύκλους;

Οταν βγαίνει ο πιο γνωστός κριτικός βιβλίων της χώρας στην πιο μεγάλη εφημερίδα και γράφει «σήμερα βρήκα έναν νέο μεγάλο συγγραφέα», ε, μετράει! Αν δεν το είχε γράψει τότε μπορεί να μη με δέχονταν...

● Γίνατε όμως και διευθυντής αργότερα στο σημαντικότερο λογοτεχνικό περιοδικό της χώρας. Οταν είδα τα γραφεία και μόνο, στο ντοκιμαντέρ που έκανε για σας ο Λευτέρης Ξανθόπουλος. εντυπωσιάστηκα από το μέγεθος, ήρθαν στο μυαλό μου κάποια γραφεία άλλων δικών μας περιοδικών που στριμώχνονται σ’ ένα δωματιάκι...

Ε, κι αυτό τύχη ήταν.

● Νομίζω πως σας έχουν ευνοήσει οι θεοί... Πιστεύετε στον Θεό;

Οχι. Στις συμπτώσεις πιστεύω. Το ζήτημα του Θεού με απασχόλησε από πάρα πολύ μικρό. Είχα αποφασίσει σε ηλικία 12 ετών ότι δεν μπορεί να υπάρχει Θεός.

Οσο για το περιοδικό, εκεί που καθόμουν στο γραφείο μου στο πανεπιστήμιο με πήρε ο διευθυντής και μου πρότεινε να γίνω διευθυντής.

Του άρεσαν πολύ τα ποιήματά μου, το ήξερα από παλιά. Εμεινα εκεί τέσσερα χρόνια.

Μετά κουράστηκα, δεν είναι εύκολο να είσαι διευθυντής ενός τέτοιου περιοδικού.

● Μετά από μια μεγάλη και επιτυχημένη πορεία γιατί δεν σκεφτήκατε να αγοράσετε ένα σπίτι στην Ελλάδα;

Για να κρατήσω πάντα το αίσθημα της νοσταλγίας μέσα μου. Δεν φοβόμουν τον γυρισμό.

Αν όμως είχα ένα σπίτι κι έμενα δυο τρεις μήνες το καλοκαίρι τελικά θα ξέφτιζε η νοσταλγία μου.

Θα γινόμουν τουρίστας στη χώρα μου, αυτό δεν ήθελα.

● Τώρα έρχεστε για λίγες μέρες κάθε χρόνο, πριν ένα χρόνο ήρθατε καλεσμένος σε μια σχολική παράσταση του χωριού σας-μάλιστα σε μια περίοδο όπου είχατε κατεβάσει το μολύβι σας- σε μια τελετή που έγινε για να πάρει το σχολείο το όνομά σας. Τι έγινε, και ξύπνησε μέσα σας η ελληνική γλώσσα και αρχίσατε μετά από τόσα χρόνια να γράφετε στα ελληνικά;

Εκεί έγινε η μεγάλη στροφή. Συνταράχτηκα από τη γλώσσα μας και από τα λόγια του Αισχύλου σε εκείνη την παράσταση των παιδιών.

Η πρώτη φράση που έγραψα ήταν: «Πέρσι τον χειμώνα...». Το άρχισα σαν γράμμα στον φίλο μου και επί πολλά χρόνια εκδότη μου στη Σουηδία.

● Πόσα βιβλία έχετε γράψει;

Εχω γράψει πάνω από τριάντα βιβλία, έχω το μέλλον μου πίσω μου που λένε.

● Ναι, αλλά το καινούργιο σας βιβλίο λέγεται «Μια ζωή ακόμα» (Γαβριηλίδης);

Θα γράψω κι άλλα, δεν υπάρχει αμφιβολία, ήδη γράφω το καινούργιο. Λέγεται «La vie ça va» από ένα τραγούδι της Πια Κολομπό, «η ζωή περνά...».

● Κύριε Καλλιφατίδη, γνωρίζοντας τόσο καλά δύο λαούς, ποια πιστεύεται ότι είναι η υπέρτατη ανάγκη των ανθρώπων;

Κατά την ταπεινή μου γνώμη, αυτό που πρέπει να μάθουμε να χειριζόμαστε είναι η ελευθερία μας.

Ολες αυτές τις ελευθερίες που κάποτε ήταν αδιανόητο πως θα αποκτήσουμε. Για την ώρα δεν το έχουμε μάθει...

● Πώς αρχίζει το καινούργιο σας βιβλίο;

Μ’ αυτό που περιέγραψα προηγουμένως. Γράφω «Την έβλεπα κάθε απόγευμα να παίζει με την κόρη της...»

● Παράνομος έρωτας; Από ό,τι έχω διαβάσει έχετε σφόδρα ερωτευτεί όλες τις ηρωίδες σας;

Είναι έρωτας του ήρωα, όχι δικός μου! Αλλά πάντα ερωτεύομαι τις ηρωίδες μου, αλλιώς δεν τις καταλαβαίνω...

Πηγή: efsyn.gr

 

 

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Η χαμένη τέχνη της χαλάρωσης

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Η Ολίβια Κίσπερ είναι 29 ετών. Γεννήθηκε στην Τσεχία και εδώ και μία δεκαετία ζει στη Βρετανία. Έχει περίπου 300.000 subscribers στο κανάλι της στο YouTube και τα βίντεό της έχουν σχεδόν 100 εκατ. views. Σε αυτά μιλάει αργά και χαμηλόφωνα στην κάμερα, τσαλακώνει χαρτιά περιτυλίγματος, χτυπά με τα νύχια της μεταλλικά ή γυάλινα αντικείμενα, γρατζουνά τα «δόντια» μιας βούρτσας μαλλιών, ψεκάζει τον αέρα γύρω της με αρωματικά σπρέι. Πρόκειται για τα διάσημα βίντεο ASMR (automonous sensory meridian response – αυθόρμητη αισθητήρια απόκριση του μεσημβρινού), αυτά που προκαλούν δηλαδή μια ανατριχίλα στο τριχωτό της κεφαλής και στη σπονδυλική στήλη και οδηγούν σε μια αίσθηση ευχαρίστησης και χαλάρωσης.

 Υπάρχουν σχεδόν 13 εκατ. τέτοια βίντεο στο YouTube. Αν πληκτρολογήσετε relaxation στο Google, θα εμφανιστούν 1 δισεκατομμύριο 60 εκατομμύρια αποτελέσματα, στη συντριπτική τους πλειονότητα links με συμβουλές και τεχνικές για το πώς μπορεί κανείς να χαλαρώσει. Έχουμε λοιπόν ξεχάσει να χαλαρώνουμε; Στο τέλος μιας κουραστικής ημέρας, το Σαββατοκύριακο, στην ετήσια άδειά μας, αναζητούμε μάταια το κουμπί του off, αδυνατώντας να αφήσουμε πίσω μας ή να βγάλουμε από το μυαλό μας τις εργασιακές και οικογενειακές υποχρεώσεις, τα άγχη και τις δυσκολίες της καθημερινότητας;

Η Άννα Στεργίου είναι 37 ετών, μητέρα δύο παιδιών, και εργάζεται σε διευθυντική θέση στον ιδιωτικό τομέα. Εδώ και λίγους μήνες συνειδητοποίησε ότι: «Όταν επιστρέφω αργά το απόγευμα στο σπίτι, αφού ασχοληθώ με τις ανάγκες των παιδιών και περάσω λίγο χρόνο μαζί τους, όσο εξαντλημένη και να είμαι, πάντα θα υπάρχει ένα ακόμα μέιλ να απαντήσω, ένα ραντεβού να προγραμματίσω, κάποια δουλειά στο σπίτι. Και μετά θα αφεθώ στην παρηγοριά της τηλεόρασης ή του τάμπλετ, όπου θα τσεκάρω Facebook και Instagram. Ποτέ όμως δεν νιώθω ότι έχω πραγματικά χαλαρώσει».

«Χαλάρωση είναι να μπορείς να μένεις μόνος με τον εαυτό σου, χωρίς αυτό να σε τρομάζει, και να του δίνεις χώρο και χρόνο να επεξεργαστεί αυτά που του συμβαίνουν», εξηγεί η Κατερίνα Μαγγανά, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια-συγγραφέας. Το κατά πόσο κανείς μπορεί να επιτύχει μια κατάσταση χαλάρωσης «έχει να κάνει με το πώς έχει βιωθεί από μικρή ηλικία το αίσθημα του να μπορεί να μένει μόνος με τον εαυτό του, χωρίς να αισθάνεται ότι κινδυνεύει από κάτι.

Όταν μένουμε μόνοι με τον εαυτό μας, μένουμε μόνοι με τις σκέψεις μας, τις επιθυμίες μας, τα όνειρά μας. Όλο αυτό είναι μια διαπραγμάτευση με τον εαυτό μας και συνδέεται με την ικανότητα να ονειροπολεί ένας άνθρωπος γύρω από τον ίδιο και τις επιθυμίες και όχι εναντίον του εαυτού, σκεπτόμενος για παράδειγμα τα προβλήματα και τις αποτυχίες», σημειώνει. Ουσιαστικά, αυτό που συμβαίνει είναι ότι δισεκατομμύρια άνθρωποι γεμίζουν κάθε λεπτό της ημέρας τους με δραστηριότητες που θα τους εμποδίσουν από το να βρεθούν σε ένα τετ-α-τετ με τον εαυτό τους. Επιστρατεύουν εργασιακές και κοινωνικές υποχρεώσεις, την «επιβεβλημένη» παρουσία στα social media ή την «υποχρέωση» να γνωρίζουν τι συμβαίνει σε φίλους, γνωστούς και την παγκόσμια κοινότητα. Περισσότεροι από 5 δισ. άνθρωποι κατέχουν κινητά τηλέφωνα παγκοσμίως και τα μισά από αυτά υπολογίζεται ότι είναι smartphones – το ένα τρίτο του πληθυσμού της Γης έχει «έξυπνο» κινητό, ενώ, σύμφωνα με βρετανική έρευνα, στις ηλικίες 16 έως 24 ετών εκτιμάται ότι περίπου το 95% είναι χρήστες smartphones, τα οποία τσεκάρουν σχεδόν ανά δέκα λεπτά.

Ποιες διακοπές;

Ο παράγων «εργασία» είναι αλήθεια ότι συχνά παίζει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία άγχους και στη συρρίκνωση του ελεύθερου χρόνου, αυτού που δυνητικά θα αξιοποιούνταν για χαλάρωση. Σε έρευνα που έγινε σε 3.000 Βρετανούς εργαζομένους, διαπιστώθηκε ότι το 69% των ερωτηθέντων συνήθως χρειάζεται να εργάζονται πέραν του ωραρίου τους – η εργασιακή πραγματικότητα δεν είναι πολύ διαφορετική στη χώρα μας ή και αλλού, κυρίως λόγω της ανασφάλειας που νιώθουν και του φόβου ότι μπορεί να χάσουν τη δουλειά τους. Επίσης, τα τεχνολογικά εργαλεία που διατίθενται διευκολύνουν την εξ αποστάσεως εργασία, αλλά έχουν επιμηκύνει τις εργάσιμες ώρες, που πλέον καλύπτουν σχεδόν όλο το 24ωρο. Κατά κανόνα, ένας εργαζόμενος απαντά σε μέιλ ή μηνύματα, προετοιμάζεται για συναντήσεις ή παρουσιάσεις και πρακτικά δουλεύει από νωρίς το πρωί έως αργά το βράδυ και το Σαββατοκύριακο. Έρευνα της διαδικτυακής ταξιδιωτικής εταιρείας Expedia κατέδειξε ότι το 53% των εργαζομένων επιστρέφουν από τις διακοπές τους χωρίς να έχουν ξεκουραστεί, επειδή χρειάστηκε να ασχοληθούν με τη δουλειά τους.

 

Τα social media, από την άλλη, επιστρατεύονται, εξηγεί η Κατερίνα Μαγγανά, επειδή «το να είσαι μόνος διαψεύδεται με το σκρολάρισμα και το ζάπινγκ. Αυτά τα μέσα τεχνολογίας προσφέρουν την ψευδαίσθηση ότι κανείς δεν μένει ποτέ μόνος». Γι’ αυτόν τον λόγο, ο χρόνος παραμονής μπροστά σε οθόνες δεν συνυπολογίζεται στον χρόνο χαλάρωσης, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι κατά κανόνα δεν καταγράφεται ως δραστηριότητα ή ως πληροφορία στον εγκέφαλο, δηλαδή ένας χρήστης που έχει περάσει δύο ώρες μπροστά σε μια οθόνη, όταν την κλείνει, δεν θυμάται τι είδε ή άκουσε. Η κυρία Μαγγανά τονίζει, δε, ότι «η χαλάρωση συνδέεται στενά με τη δημιουργικότητα. Δηλαδή, το να μπορέσεις να μείνεις μόνος με το βιβλίο και να διαβάσεις σημαίνει ότι έχεις αποκλείσει την εικόνα, ότι μπορείς να εσωτερικεύσεις πράγματα, να φαντασιωθείς, να ονειροπολήσεις, να κάνεις εσύ τις εικόνες επί αυτού που διαβάζεις, άρα κάνεις μια δημιουργική πράξη διαβάζοντας». Αντίστοιχα δημιουργικές, απολαυστικές, χαλαρωτικές δραστηριότητες είναι η μαγειρική, η κηπουρική, οι καλές τέχνες.

Χαλαρώστε, κάνει καλό

Στο βιβλίο του «The Off-Switch» o καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ Μαρκ Κρόπλεϊ υποστηρίζει, μιλώντας στην Guardian, ότι «ψυχολογικά, οι άνθρωποι που δεν μπορούν να “κατεβάσουν τον διακόπτη” είναι στρεσαρισμένοι και ευερέθιστοι, έχουν υψηλή πίεση και καρδιακούς παλμούς, και αυτό επιβαρύνει το καρδιαγγειακό σύστημα. Έχουμε επίσης αποδείξει ότι έχουν υψηλά επίπεδα κορτιζόνης, η οποία θεωρείται η ορμόνη του στρες». Και συνεχίζει: «Από άποψη συμπεριφοράς, οι μελέτες μας καταδεικνύουν ότι οι άνθρωποι που δεν μπορούν να χαλαρώσουν το βραδάκι τείνουν να καταναλώνουν περισσότερα φαγητά με ζάχαρη και λίπη, όπως πατατάκια, μπισκότα και κέικ. Μάλλον χρησιμοποιούν το φαγητό για να χορταίνουν τα συναισθήματά τους... Μακροπρόθεσμα, αυτό προσθέτει κορεσμένα λίπη στον οργανισμό, που προκαλεί αύξηση της χοληστερόλης». Στον αντίποδα, έρευνες έχουν αποδείξει ότι οι επιπλέον ώρες χαλάρωσης και ξεκούρασης είναι ευεργετικές σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα ενός εργαζομένου – έρευνα της Ernst & Young στους υπαλλήλους της κατέδειξε ότι οι δέκα επιπλέον ώρες εκτός εργασίας αύξησαν την παραγωγικότητά τους κατά 8%. Αντιθέτως, σύμφωνα με μελέτη του Αμερικανικού Ινστιτούτου Στρες, το άγχος που σχετίζεται με την εργασία κοστίζει 300 δισ. δολάρια ετησίως σε χαμένη παραγωγικότητα στις ΗΠΑ.

Η τιμή της χαλάρωσης

Ο Άλεξ Του κέρδισε το πρώτο του εκατομμύριο δολάρια στα 21 του, με μια ιστοσελίδα που πωλούσε διαφημιστικό χώρο στο ίντερνετ. Σήμερα, ο 34χρονος Άγγλος ζει στις ΗΠΑ και είναι επίσης ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της start-up Calm, που, μέσω μιας εφαρμογής, προσφέρει χαλαρωτικές αφηγήσεις και προγράμματα διαλογισμού σχεδιασμένα να ηρεμούν το μυαλό του χρήστη. Η εφαρμογή έχει 8 εκατ. χρήστες. Πριν από μερικούς μήνες, ο 45χρονος βουδιστής πρώην μοναχός Άντι Πάντικομπ αποφάσισε να μοιραστεί με τους συνανθρώπους του όσα έμαθε σε ένα βουδιστικό μοναστήρι στα Ιμαλάια και λάνσαρε την εφαρμογή Headspace, με συμβουλές για διαλογισμό, η οποία έχει ήδη 31 εκατ. χρήστες σε περισσότερες από 190 χώρες. Η αξία των Calm και Headspace μαζί εκτιμάται στα 250 εκατ. δολάρια. Έχει υπολογιστεί ότι το 2017 η αγορά προϊόντων διαλογισμού και mindfulness είχε κύκλο εργασιών σχεδόν 1,1 δισ. δολάρια και οι πωλήσεις βιβλίων που δίνουν πνευματική καθοδήγηση για να επιβιώσει κανείς στον «τρελό» σύγχρονο κόσμο είδαν αύξηση της τάξεως του 13,3% την περσινή χρονιά. Μεγάλη κερδισμένη στον αγώνα της χαλάρωσης αναδεικνύεται και η αγορά της γιόγκα, που εκτιμάται στα 80 δισ. παγκοσμίως, ενώ σε φάση ανάπτυξης (σχεδόν 16% την τελευταία πενταετία) βρίσκεται η αγορά χαλαρωτικών ποτών, με κύκλο εργασιών περίπου 300 εκατ. δολαρίων το 2018, όπως και αυτή του τσαγιού.

Πηγή: kathimerini.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Μια ανοησία, δεν είναι περισσότερο αληθής αν την υποστηρίζουν χιλιάδες

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Πηγαίνετε σε μια συναυλία. Στη γωνία του δρόμου πέφτετε πάνω σε μια ομάδα ατόμων που κοιτάζουν τον ουρανό. Χωρίς να σκεφτείτε, σηκώνετε το κεφάλι. Γιατί; Λόγω του φαινομένου που ονομάζουμε κοινωνική απόδειξη.

Στη μέση του κονσέρτου, σ’ ένα κομμάτι που ο σολίστας εκτελεί με μπρίο, κάποιος μέσα στο κοινό αρχίζει να χειροκροτεί και, ένα δευτερόλεπτο αργότερα, όλη η αίθουσα κάνει το ίδιο. Το ίδιο κι εσείς. Γιατί; Πάλι η κοινωνική απόδειξη.

Μετά τo κονσέρτο πηγαίνετε στο βεστιάριο για να πάρετε το παλτό σας. Παρατηρείτε ότι τα άτομα που στέκονται μπροστά σας στην ουρά αφήνουν νομίσματα σ’ ένα πιάτο, ενώ το βεστιάριο περιλαμβάνεται στην τιμή του εισιτηρίου. Τι κάνετε; Αφήνετε κι εσείς πουρμπουάρ. Λόγω της κοινωνικής απόδειξης (που αποκαλείται ενίοτε πνεύμα κοπαδιού, αγελαίο ένστικτο ή, γενικότερα,κομφορμισμός), συμπεριφέρομαι όπως οι άλλοι. Με άλλα λόγια, όσο περισσότερα άτομα επιδοκιμάζουν μια ιδέα, τόσο καλύτερη είναι αυτή η ιδέα- πράγμα, φυσικά, παράλογο.

Πίσω από τις κερδοσκοπικές φούσκες και τις κινήσεις χρηματιστηριακού πανικού κρύβεται η κοινωνική απόδειξη. Τη βλέπουμε επί τω έργω στον κόσμο της μόδας, στις τεχνικές μάνατζμεντ, στα χόμπι, στις δίαιτες, στις θρησκευτικές πεποιθήσεις κτλ. Η κοινωνική απόδειξη μπορεί να παραλύσει ολόκληρους πολιτισμούς- σκεφτείτε, παραδείγματος χάρη, τις ομαδικές αυτοκτονίες που οργανώνουν ορισμένες αιρέσεις.

Το πείραμα που έκανε για πρώτη φορά ο ψυχολόγος Σόλομον Ας, το 1950, αποδεικνύει πόσο η κοινωνική πίεση μπορεί να διαστρεβλώσει τη σωστή κρίση.

Ο ερευνητής δείχνει γραμμές διαφορετικού μήκους σ’ έναν εθελοντή που πρέπει κάθε φορά να δηλώνει αν η γραμμή είναι μακρύτερη, κοντύτερη ή ίση με μια γραμμή αναφοράς. Όταν ο εθελοντής είναι μόνος του στον χώρο εκτιμά σωστά το μήκος των γραμμών που του δείχνουν- η άσκηση είναι πραγματικά εύκολη. Έπειτα ο ερευνητής φέρνει άλλα εφτά άτομα στον ίδιο χώρο — τους «συνενόχους» του, αλλά ο εθελοντής δεν το ξέρει. Οι νεοφερμένοι, ο ένας μετά τον άλλο, δίνουν λανθασμένη απάντηση δηλώνοντας ότι η εν λόγω γραμμή είναι πιο κοντή, ενώ είναι ολοφάνερα πιο μακριά από τη γραμμή αναφοράς. Ύστερα έρχεται η σειρά του εθελοντή να απαντήσει. Στο 30% των περιπτώσεων δίνει την ίδια λάθος απάντηση με τους προηγούμενους, από καθαρή κοινωνική πίεση.

 

Γιατί; Διότι αυτή η συμπεριφορά αποδείχτηκε αποτελεσματική στρατηγική επιβίωσης κατά την εξέλιξη. Ας υποθέσουμε ότι ζείτε 50.000 χρόνια πριν και ότι περπατάτε στη σαβάνα με τους κυνηγούς συντρόφους σας και, ξαφνικά, εκείνοι το βάζουν στα πόδια. Τι κάνετε; Στέκεστε ακίνητος ξύνοντας το πιγούνι και αναρωτιέστε αν αυτό που βλέπετε είναι πράγματι λιοντάρι ή κάποιο ακίνδυνο ζώο που μοιάζει με λιοντάρι; Όχι βέβαια! Εξαφανίζεστε κι εσείς γρήγορα. Μπορείτε να σκεφτείτε αργότερα, όταν θα είστε ασφαλής.

Εκείνος που συμπεριφέρθηκε διαφορετικά στη σαβάνα του Σερενγκέτι δεν επέζησε για να μεταβιβάσει τα γονίδιά του στους απογόνους του. Αυτός ο τύπος συμπεριφοράς είναι τόσο ριζωμένος μέσα μας, που εξακολουθούμε να τον χρησιμοποιούμε, ενώ δε μας προσφέρει πια κανένα πλεονέκτημα επιβίωσης. Το μόνο παράδειγμα που μπορώ να σκεφτώ όπου η κοινωνική απόδειξη είναι χρήσιμη είναι να έχετε εισιτήρια για ένα ποδοσφαιρικό ματς σε μια ξένη πόλη και να μην ξέρετε πού βρίσκεται το στάδιο – στην περίπτωση αυτή είναι μάλλον λογικό να ακολουθήσετε τα άτομα που μοιάζουν με φιλάθλους.

Οι κωμωδίες καταστάσεων και τα τοκ σόου χρησιμοποιούν την κοινωνική απόδειξη μεταδίδοντας σε καίριες στιγμές ηχογραφημένα γέλια για να προκαλέσουν το γέλιο των τηλεθεατών. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά παραδείγματα κοινωνικής απόδειξης είναι χωρίς αμφιβολία ο λόγος του Γιόζεφ Γκέμπελς στις 18 Φεβρουάριου του 1943 με τίτλο «Θέλετε τον ολοκληρωτικό πόλεμο;». (Στο YouTube υπάρχει βίντεο αυτής της ομιλίας.) Αν είχε θέσει την ερώτηση σε κάθε άτομο ξεχωριστά και ανωνύμως, κανένα δε θα είχε απαντήσει καταφατικά στη θεοπάλαβη πρότασή του.

Η διαφήμιση εκμεταλλεύεται συστηματικά την αδυναμία μας να υποκύπτουμε στην πίεση της κοινωνικής απόδειξης. Είναι μάλιστα πιο αποτελεσματική όταν υπάρχει πληθώρα προϊόντων τα χαρακτηριστικά των οποίων δεν έχουν ευδιάκριτες διαφορές μεταξύ τους (για παράδειγμα, όταν πρέπει να διαλέξετε ανάμεσα σε διάφορες μάρκες αυτοκινήτων, απορρυπαντικών, καλλυντικών που, τελικά είναι ισάξια) και όπου εμφανίζονται άνθρωποι “όπως εσείς κι εγώ”. Γι’ αυτό δε θα δείτε ποτέ στην τηλεόραση μια Αφρικανή νοικοκυρά να επαινεί ένα προϊόν καθαρισμού.

Να είστε δύσπιστοι όταν μια επιχείρηση διατείνεται ότι το προϊόν της είναι “πρώτο σε πωλήσεις” . Παράλογο επιχείρημα, διότι δε σημαίνει ότι είναι καλύτερο μόνο και μόνο επειδή πουλιέται πολύ. Όπως έλεγε ο συγγραφέας Σόμερσετ Μομ, το ότι πενήντα εκατομμύρια άτομα υποστηρίζουν μια ανοησία αυτό δε σημαίνει ότι είναι αλήθεια.

 

(Εικόνα: Misha Gordi)

Ρολφ Ντομπέλλι - Η τέχνη της καθαρής σκέψης. Εκδόσεις Πατάκη. Μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου

Πηγή: lecturesbureau.gr

 

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Η μνήμη και η αμνησία (στην ταινία Memento)

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

«...Κανείς δεν σε πιστεύει. Είναι απίστευτο τι μπορεί να κάνει στην αξιοπιστία σου μία μικρή εγκεφαλική βλάβη. Υποθέτω είναι ένα είδος ποιητικής δικαιοσύνης, επειδή δεν πίστεψα τον Σάμι. Θέλεις την αλήθεια για την πάθησή μου, αστυνόμε; Δεν ξέρεις τίποτα. Αισθάνεσαι θυμωμένος, δεν ξέρεις γιατί, αισθάνεσαι τύψεις, δεν έχεις ιδέα γιατί. Θα μπορούσες να κάνεις οτιδήποτε και να μην το θυμάσαι έπειτα από δέκα λεπτά, όπως ο Σάμι… Αν είχα κάνει ότι έκανε ο Σάμι... Δεν σου είπα τι συνέβη στον Σάμι και τη γυναίκα του;» «Leonard Shelby – Memento»

Η μνήμη είναι ένα από τα καλύτερα φυλαγμένα μυστικά της φύσης. Νευροεπιστήμονες, ψυχολόγοι και κινηματογραφιστές τη βρίσκουν συναρπαστική. Ίσως φταίει η φευγαλέα της φύση. Την επικαλούμαστε για να ορίσουμε τις βεβαιότητές μας για τη ζωή, για παράδειγμα λέμε «έτσι έγινε, το θυμάμαι σαν να ήταν χθες», ωστόσο δεν φαίνεται να την ελέγχουμε απόλυτα. Συχνά θυμόμαστε αυτά που προσπαθούμε να ξεχάσουμε και ξεχνάμε αυτά που πασχίζουμε να θυμηθούμε.

Το μυστήριο της μνήμης βαθαίνει περαιτέρω όταν συνειδητοποιήσεις ότι δύο άνθρωποι που ανακαλούν το ίδιο γεγονός μπορεί να θυμούνται εντελώς διαφορετικά πράγματα. Ορισμένοι θυμούνται πράγματα που δεν συνέβησαν ποτέ. Όταν χάνουμε τη μνήμη μας, η αίσθηση του εαυτού δέχεται καίριο πλήγμα, ενώ οποιαδήποτε διαταραχή στη λειτουργία της αρκεί για να φέρει τα πάνω κάτω.

Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Κρίστοφερ Νόλαν χρησιμοποιεί ως έμπνευση τη μνήμη για να δημιουργήσει ένα από τα πιο αριστοτεχνικά εκτελεσμένα κινηματογραφικά σενάρια. Η ταινία του «Mementο» αποτελεί ένα πρωτότυπο παιχνίδι για το μυαλό. Ο πρωταγωνιστής Λέοναρντ πέφτει πάνω στους δολοφόνους της γυναίκας του, οι οποίοι τον ξυλοκοπούν άγρια. Έπειτα από αυτό χάνει τη δυνατότητα να σχηματίσει νέες βραχυπρόθεσμες μνήμες. Ξυπνά κάθε πρωί σε ένα ανώνυμο μοτέλ και το μόνο που θυμάται είναι ο φόνος και ότι θέλει να πάρει εκδίκηση.

Πρόκειται για μια ιστορία μυστηρίου στην οποία ο «ντετέκτιβ» δεν μπορεί να θυμηθεί τι ανακάλυψε χθες ή και πριν από λίγη ώρα. Τον σισύφειο αυτό άθλο αντιμετωπίζει ο πρωταγωνιστής φτιάχνοντας εξωτερικά υποκατάστατα ενός συστήματος μνήμης για τον εαυτό του. Γράφει σημειώματα, χρησιμοποιεί polaroid για να συνδέσει πρόσωπα με πληροφορίες και αποθηκεύει μόνιμα τα πιο ουσιαστικά στοιχεία κάνοντας τατουάζ. Είναι ένας τρόπος ώστε να μπορεί να στηριχτεί στη μνήμη του. Η μνήμη όμως είναι σαθρή ακόμα κι όταν δεν έχεις υποστεί εγκεφαλικό τραύμα.

Για πολλά χρόνια οι άνθρωποι θεωρούσαν πως η μνήμη είναι η απαραίτητη εξελικτική προσαρμογή που μας επιτρέπει να κρατάμε ένα λίγο - πολύ ακριβές αρχείο των εμπειριών μας. Η μνήμη πράγματι εξυπηρετεί αυτό τον εξελικτικό σκοπό, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η μνήμη είναι ατελής. Δεν αποτελείται από τέλεια «φωτογραφικά» αρχεία γεγονότων, τα οποία αποθηκεύουμε ως έχουν.

 

Η φύση της μνήμης έχει να κάνει περισσότερο με την ανακατασκευή, παρά με την αναπαραγωγή αναμνήσεων. Για να εξηγήσει τη διάκριση αυτή, ο ψυχολόγος Ούρλικ Νέισερ κάνει μία αναλογία. Όταν θυμόμαστε το παρελθόν, μοιάζουμε με παλαιοντολόγους, οι οποίοι, αφού έχουν ξεθάψει θραύσματα από τα κόκαλα δεινοσαύρων, προσπαθούν να ανακατασκευάσουν πλήρως τον δεινόσαυρο από τα μικρά αυτά θραύσματα.

Όταν θυμόμαστε κάτι, ο εγκέφαλος ξαναπαίζει το μοτίβο νευρωνικής δραστηριότητας που είχε δημιουργηθεί αρχικά, ως απάντηση σε ένα συγκεκριμένο γεγονός, και με αυτό τον τρόπο αντανακλά την αντίληψη του εγκεφάλου για το πραγματικό γεγονός. Όταν βιώνουμε κάτι, ερμηνεύουμε την εμπειρία αυτή και η ερμηνεία μας επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες. Οι γνώσεις και οι εμπειρίες μας, τα κίνητρά μας, οι στόχοι μας και το κοινωνικό πλαίσιο είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες αυτούς. Δύο άνθρωποι μπορεί να θυμούνται διαφορετικά το ίδιο γεγονός και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί με τους οι αυτόπτες μάρτυρες. Στο σενάριο της ταινίας υπάρχουν αναπάντεχα διαμάντια επιστημονικής ακρίβειας ως προς τη διάσταση αυτή (βλ. κείμενο σε πλαίσιο), ωστόσο και ο ίδιος ο ήρωας δεν καταφέρνει να αποφύγει τις παγίδες.

«Η μνήμη μπορεί να αλλάξει το σχήμα ενός δωματίου, το χρώμα ενός αυτοκινήτου. Και οι αναμνήσεις μπορεί να είναι παραμορφωμένες. Είναι απλώς μία ερμηνεία, δεν είναι καταγραφή και είναι άσχετες αν έχεις τα γεγονότα»

Αυτό που κάνει το «Mementο» ενδιαφέρον είναι το ότι εισάγει τον θεατή στην εμπειρία της αμνησίας. Η ιστορία κινείται ταυτόχρονα προς τα εμπρός και προς τα πίσω, φροντίζοντας να μπερδέψει τόσο πολύ τον θεατή, ώστε να νομίζει ότι βρίσκεται στο μυαλό του Λέοναρντ και υποφέρει και ο ίδιος από την πάθησή του. Ο Νόλαν ξεκινά την ιστορία τού ήρωα από το τέλος και αφήνει τον θεατή να ανακαλύπτει μαζί με τον πρωταγωνιστή στοιχεία. Στα κινηματογραφικά μυστήρια, ο θεατής βρίσκεται συνήθως σε προνομιακή θέση. Βλέπει πράγματα που συμβαίνουν ταυτόχρονα και διαθέτει στοιχεία που δεν γνωρίζουν οι χαρακτήρες. Αυτό δεν συμβαίνει στο «Mementο». Τα στοιχεία έρχονται σε ανάποδη σειρά, δεν ξέρεις πού κολλάνε και υπερφορτώνεις τη βραχυπρόθεσμή σου μνήμη τόσο, ώστε αισθάνεσαι την αγωνία του ήρωα. Ο σκηνοθέτης διασκεδάζει μαζί μας παίζοντας με την αίσθηση του εαυτού, τον χρόνο και το εφήμερο της μνήμης.

Ανίκανος να δημιουργήσει ή να συγκρατήσει νέες μνήμες, ο ήρωας αφήνεται χωρίς τα εργαλεία για να σχηματίσει μία λίγο ή πολύ βιώσιμη ταυτότητα. Χαμένος σε έναν ωκεανό απροσδιοριστίας, προσπαθεί απελπισμένα να αποδείξει αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Φαίνεται ωστόσο παγιδευμένος σε μια ατέρμονη λούπα. Πώς ξεπερνάς το πένθος αν δεν έχεις αίσθηση του χρόνου που περνά; Πώς ξετυλίγεται το νήμα της ζωής σου όταν ο εγκέφαλός σου έχει κολλήσει σε ένα σημείο; Πώς γνωρίζεις ποιος είσαι αν δεν μπορείς να φτιάξεις νέες μνήμες;

Η ανατροπή στο αριστοτεχνικό φινάλε ρίχνει άπλετο υπαρξιακό φως στην ιστορία του Λέοναρντ. Αφήνει ήρωα και θεατές αβοήθητους, να αναλογιστούν ποια είναι τελικά τα στοιχεία που δίνουν νόημα στη ζωή και αν μπορεί να υπάρχει νόημα χωρίς μνήμη, χωρίς βεβαιότητα και χωρίς συνέχεια… όταν το νήμα της ζωής διακόπτεται συνεχώς. Η μάχη φαίνεται άνιση…

Πηγή: avgi.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...
web design by