εκπαίδευση (10 άρθρα)

Πρέπει να διαβάζουν τα παιδιά τα σχολικά μαθήματά τους το καλοκαίρι;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ


Μελέτη το καλοκαίρι; Μα τι διακοπές είναι άραγε αυτές που απαιτούν διάβασμα; Η Denise Pope Cooper λέκτορας του Πανεπιστημίου Stanford στο τμήμα εκπαίδευσης αναλύει κι αιτιολογεί αν και κατά πόσο ωφελεί ένα παιδί η μελέτη σχολικών μαθημάτων μέσα στο καλοκαίρι.

Ο Harris Cooper, πρόεδρος του τμήματος Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών του Πανεπιστημίου Duke, επισημαίνει ότι παρ’ όλο που δεν υπάρχουν επίσημες έρευνες και στατιστικά νούμερα για το πόσες ώρες μελετάνε τα παιδιά κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών, παρατηρεί μια αύξηση των ωρών μελέτης τα δύο τελευταία χρόνια.

Τι λένε οι δάσκαλοι και οι καθηγητές….

Συχνά οι εκπαιδευτικοί συμβουλεύουν τους γονείς: «Το καλοκαίρι τα παιδιά πρέπει να κάνουν επανάληψη την ύλη της τάξης τους… μία ωρίτσα διάβασμα την ημέρα…. όχι παραπάνω και θα δείτε μεγάλη διαφορά στην επίδοσή τους του χρόνου».

Στον αντίποδα υπάρχουν εκπαιδευτικοί που υποστηρίζουν ότι «η καλοκαιρινή μελέτη δεν συγκρίνεται με την μελέτη κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Η καλοκαιρινή μελέτη είναι μία πλήρης απασχόληση και αυτό δεν πρέπει κανένας γονέας να το ξεχνάει. Τα παιδιά πρέπει να χαλαρώνουν και να αποτοξινώνονται από μία σχολική χρονιά που συνήθως είναι εντατική και διόλου ευχάριστη»

kid-reading-995002_790730897611103_1619945644_n_4

Τι λένε οι γονείς.

Διακοπές μετά μελέτης… 

Η άποψη ότι στις διακοπές τα παιδιά πρέπει να μελετούν βρίσκει αρκετούς υποστηρικτές στις μέρες μας. Ιδιαίτερα όταν τα παιδιά μεταβαίνουν από μία εκπαιδευτική βαθμίδα σε μία άλλη (π.χ από το νηπιαγωγείο στο Δημοτικό, από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, από το Γυμνάσιο στο Λύκειο).

Διακοπές άνευ μελέτης… 

Από την άλλη υπάρχουν γονείς που πρεσβεύουν ότι τα παιδιά μας έχουν ανάγκη από ένα καλοκαίρι παλιομοδίτικο, χωρίς καθόλου εγκεφαλική κούραση αλλά με πολύ σωματική κίνηση, έτσι ακριβώς όπως το ζούσαμε εμείς. Γονείς που ισχυρίζονται ότι η καλοκαιρινή μελέτη δεν είναι τίποτε περισσότερο από ανιαρή δουλειά που εξουθενώνει τα παιδιά μας, αφού τους στερεί τον αυθορμητισμό, την ανεμελιά και τη φρεσκάδα που συμβολίζει το καλοκαίρι …

Η Denise Pope Cooper λέκτορας του Πανεπιστημίου Stanford στο τμήμα εκπαίδευσης αναρωτιέται: «Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι τα παιδιά εξασκούν το μυαλό τους κατά τη διάρκεια των διακοπών, τι πραγματικά διατηρούν στην μνήμη τους επιστρέφοντας το Φθινόπωρο;».

Και απαντάει σε αυτούς τους γονείς που θεωρούν ότι τρεις μήνες απραξίας και αποχής από τα μαθήματα είναι ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα για τα παιδιά τους, λέγοντας το εξής απλό: «….δεν είμαι σίγουρη ότι οι φωτοτυπίες και τα καλοκαιρινά βιβλία βοηθούν» Γιατί; Γιατί κατά τη γνώμη της για να διατηρηθεί η νέα γνώση στο μυαλό ενός παιδιού και να εμπεδωθεί, είναι απαραίτητο ο μαθητής να συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία της μάθηση ποκιλοτρόπως: γνωστικά, συμπεριφοριστικά κ.τ.λ. και φυσικά πρέπει να υπάρχει κι ένα εσωτερικό κίνητρο για να γίνει αβίαστα αυτή η διαδικασία. Και κάτι ακόμη. Χρειάζεται απαραιτήτως και την εμπλοκή του δασκάλου αλλά και των συμμαθητών… ακόμη και την αξιολόγηση που οικοδομεί αυτό που ονομάζουμε μάθηση.  Το να φορτωθεί ένα παιδί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού με έναν όγκο συστηματικής δουλειάς, δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται, γιατί κάτι τέτοιο απαιτεί την εμπλοκή και του γονέα, έστω με τη μορφή του συντονισμού, αφού το παιδί δεν μπορεί από μόνο του. Κάτι τέτοιο είναι καλώς ή κακώς ένα έξτρα βάρος για τους γονείς.

Αλήθεια ας θυμηθούμε για λίγο τα νιάτα μας… είχαμε  εμείς ποτέ διαβάσει στις διακοπές; Μα τι σόι διακοπές είναι άραγε αυτές που απαιτούν διάβασμα; Οι καλοκαιρινές διακοπές συμβόλιζαν το ανέμελο παιχνίδι, την «τεμπελιά», την καλώς νοούμενη βαριεστιμάρα, τις οικογενειακές στιγμές, χωρίς βαθμούς, χωρίς διορθώσεις, χωρίς σχόλια τύπου «προσπάθησε περισσότερα» …άντε το πολύ διάβασμα στην παραλία, ξεφύλλισμα περιοδικών με πολύ πολύ παγωτό.

_________________

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Ένα γράμμα προς το εκπαιδευτικό σύστημα, από μια μαθήτρια της Β' Λυκείου.

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ένα γράμμα προς το εκπαιδευτικό σύστημα

Της Μαριαλένας Ζαμάγια*

Αγαπητό εκπαιδευτικό σύστημα,

    Ένιωσα την ανάγκη να σου γράψω ένα γράμμα, να σου εκφράσω τα παράπονα μου. Μην με πάρεις με στραβό μάτι. Άκουσε με. Τελευταία έχεις γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Και πίστεψε με, βιώνω όλες τις πτυχές σου, σε έχω μάθει πια.

     Ήθελα να σου πω, πως τελευταία προβληματίζομαι. Βρίσκω τον εαυτό μου να αναρωτιέται συνεχώς με κύρια ερωτήματα το πώς και το γιατί. Προσπαθώ να καταλάβω το σκεπτικό σου, πασχίζω να εμπεδώσω τη λογική σου. Αλήθεια στο λέω προσπαθώ. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο με ταλανίζει αυτή η διερευνητική προσπάθεια.

     Σκυμμένη πάνω από το βιβλίο της Ιστορίας αγανακτώ να μάθω αυτολεξεί τις αμέτρητες σελίδες, που φαντάζουν βουνό. Και ειδικά τώρα στην Δευτέρα Λυκείου. Και όταν ξεχνώ μια φράση, απελπίζομαι. Αλήθεια απελπίζομαι. Μετά από πέντε, έξι μέρες αισθάνομαι ένα κενό, το απόλυτο κενό, δεν έχω συγκρατήσει τίποτα.

      Έτσι σκέφτηκα πως θα πρέπει να σου πω πως με την στείρα αποστήθιση δυστυχώς δεν έμαθε ποτέ κανείς… Λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να στο κρύψω. Αισθάνομαι πως δεν θα μπορέσω να αγγίξω την μάθηση χωρίς βιώματα. Ναι βιώματα. Βιώματα αναζητάμε όλοι οι έφηβοι. Βιώματα αναζητώ και εγώ. Πιστεύω πως με τα βιώματα, τις εμπειρίες, έτσι θα γίνω καλύτερος  και σοφότερος άνθρωπος, έτσι θα μπορέσω να ανακαλύψω την ταυτότητα μου.

       Μαθαίνοντας την Ιστορία και την Κοινωνιολογία, βλέπω τον εαυτό μου σαν ρομπότ. Όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη, προσπαθώντας να αυτοεξεταστώ, αισθάνομαι πως όλος αυτός ο όγκος πληροφορίας δεν πηγάζει από βαθιά μέσα μου. Δεν αισθάνομαι πως εντυπώνεται η πληροφορία στο μυαλό μου και σίγουρα δεν αφήνει ανεξίτηλο αποτύπωμα στην προσωπικότητα μου.

    Προσπαθώ και θα συνεχίσω να προσπαθώ για τα επόμενα δύο χρόνια. Θα σταματήσω να σκέφτομαι, αν αυτό χρειάζεται προκειμένου να  μπορέσω να «παπαγαλίσω». Θα κάνω τα πάντα για να επιτύχω σε αυτή την τρίωρη εξέταση που θα διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στη ζωή μου.

      Σου λέω λοιπόν αυτές τις σκέψεις και τους προβληματισμούς μου, ευελπιστώντας πως ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον θα αλλάξεις, θα γίνεις και εσύ ας πούμε «καλύτερος άνθρωπος». Αλλά μέχρι τότε εγώ θα μάθω να σε αγαπώ. Θα σε αγαπήσω παρά τα ελαττώματα σου.

      Γιατί εσύ είσαι το μέσο μου για να φτάσω στο όνειρο, το όνειρο που είχα έχω και θα συνεχίσω να έχω.

Με εκτίμηση

*Η Μαριαλένα Ζαμάγια είναι μαθήτρια της Β΄Λυκείου, ανθρωπιστική κατεύθυνση.

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Το αμφιλεγόμενο πείραμα του Πόλγκαρ· δημιουργώντας μια ιδιοφυΐα από το μηδέν.

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Πριν 50, περίπου, χρόνια στις 19 Απριλίου του 1969, γεννήθηκε στη Βουδαπέστη η Σούζαν Πόλγκαρ η οποία αποτέλεσε το κατεξοχήν «όχημα» για ένα από τα πιο αξιοθαύμαστα πειράματα όλων των εποχών. Το ερώτημα είναι τόσο παλιό όσο και η ιστορία της εκπαίδευσης. Γεννιέσαι η γίνεσαι ιδιοφυής; Είναι το ταλέντο, η κλίση, τα γονίδια ή η σκληρή δουλειά που κάνει κάποιον να ξεχωρίσει με διαφορά από τους υπόλοιπους;

Ακόμα και σήμερα όπου έχουμε αποκωδικοποιήσει πολλά από τα μυστικά της ανθρώπινης νόησης, κανένας δεν έχει καταφέρει να δώσει την αποφασιστική απάντηση που θα αποστομώσει την άλλη πλευρά. Κανείς, εκτός από έναν: τον Λάζλο Πόλγκαρ., τον εμπνευστή του πειράματος και ιθύνων νου του όλου εγχειρήματος. Ένας ψυχολόγος με ειδίκευση στην εκπαίδευση και την παιδαγωγική, και ερασιτέχνης σκακιστής, εκτός των άλλων. Από πολύ νεαρή ηλικία, ο Λάζλο Πόλγκαρ ενδιαφέρθηκε έντονα για ένα κλασικό ερώτημα: «το ταλέντο και η ιδιοφυΐα, είναι κάτι έμφυτο ή επίκτητο;».

Είναι η φύση (γονίδια) κάποιου που τον κάνει να ξεχωρίζει σε κάποιον συγκεκριμένο τομέα (π.χ. μαθηματικά, συγγραφή, αθλήματα κτλ) ή η ανατροφή του (περιβάλλον, εκπαίδευση κτλ.);

Ο Πόλγκαρ μελέτησε επισταμένως τις βιογραφίες πάνω από 400 προσωπικοτήτων που θεωρούνταν ιδιοφυίες στον τομέα τους, από τον Μότσαρτ ως τον Αϊνστάιν και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλοι τους μέχρι την ηλικία των 3 ετών είχαν έρθει σε επαφή με το μελλοντικό τους αντικείμενο, ενώ από την ηλικία των 6 είχαν ξεκινήσει εντατική και εξειδικευμένη εκπαίδευση στο αντικείμενο αυτό.

Το μοτό του ήταν «Κάθε παιδί που γεννιέται και μεγαλώνει υγιές είναι μια εν δυνάμει ιδιοφυΐα». Αποφάσισε, μάλιστα, να περάσει από τη θεωρία (έχοντας εκδώσει ένα βιβλίο που ανέπτυσσε τις ιδέες του) στην πράξη, εφαρμόζοντας τη θεωρία του στα μελλοντικά του παιδιά.

Έτσι, προτού καν γίνει πατέρας ο Πόλγκαρ, ήξερε πώς θα τα ανέτρεφε ή -μπορεί κάποιος να πει ότι- αποφάσισε να γίνει πατέρας για να τεστάρει τη θεωρία του. Η ίδια η εκλογή συζύγου φανερώνει την αφιέρωσή του σε αυτόν τον σκοπό, μιας και η αλληλογραφία του με μια Ουκρανέζα εκπαιδευτικό, ονόματι Κλάρα, είχε ως αντικείμενο παιδαγωγικές ιδέες και το μεγαλόπνοο σχέδιο του και όχι λόγια αγάπης και έρωτα. Η Κλάρα γοητεύτηκε από το σχέδιο του Πόλγκαρ και δέχτηκε να γίνει σύζυγος και αρωγός στο εγχείρημα, το οποίο ξεκίνησε ουσιαστικά με την γέννηση της πρώτης κόρης του ζεύγους, της Σουζαν, το 1969.

 

Ο Λάζλο Πόλγκαρ.

Η πρώτη δυσκολία είχε να κάνει με την ταραχώδη κοινωνικοπολιτική περίοδο της εποχής. Ο Πόλγκαρ αποφάσισε η κόρη του να μην πάει σχολείο, αλλά να ασχοληθεί ο ίδιος αποκλειστικά με την ανατροφή της. Η σκέψη του ήταν ότι τα σχολεία με την υπάρχουσα δομή τους δεν βοηθάνε τα παιδιά που ήδη έχουν ένα εκπαιδευτικό προβάδισμα, λόγω π.χ. πρότερης εκπαίδευσης στο σπίτι. Ωστόσο, δυσκολεύτηκε πολύ να πάρει την έγκριση του κράτους, το οποίο ήταν ακόμα κάτω από την κομμουνιστική επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης.

Αφού ξεπεράστηκε αυτός ο σκόπελος, το σημαντικότερο ζήτημα ανέκυψε: ποιος θα ήταν ο τομέας εξειδίκευσης και πώς θα επιλεγόταν αυτός; Όπως θυμάται ο ίδιος ο Πόλγκαρ: «θα μπορούσε να είχε επιλεχθεί οποιοσδήποτε τομέας. Μάλιστα, αρχικά η Σούζαν είχε ξεκινήσει να μαθαίνει ξένες γλώσσες και μαθηματικά. Όμως, εντέλει, αποφασίστηκε το σκάκι, κάτι που πληρούσε ορισμένες προϋποθέσεις.

Πρώτον, στο σκάκι, κατεξοχήν πνευματική δραστηριότητα, υπάρχουν κάποια αντικειμενικά και άμεσα κριτήρια αξιολόγησης, προόδου και βελτίωσης (το σύστημα βαθμολόγησης ELO από τη Διεθνή Σκακιστική Ομοσπονδία, FIDE) σε σχέση π.χ. με την ζωγραφική, όπου το αν σου αρέσει ή όχι ένα έργο τέχνης είναι κάτι υποκειμενικό, ενώ η αναγνώριση της αξίας του καλλιτέχνη μπορεί να αργήσει χρόνια.

Επίσης, το γεγονός ότι το σκάκι είναι μια κατεξοχήν ανδροκρατούμενη δραστηριότητα, και το πρώτο μας παιδί ήταν κορίτσι μας έδωσε το εξτρά κίνητρο να αποδείξουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε ακόμα και εκεί που θεωρούνταν αδύνατο. Τέλος, σε πιο γενική ανάλυση, το σκάκι είναι μια πολύπλοκη και πανέμορφη δραστηριότητα, η οποία είναι παιχνίδι, επιστήμη, άθλημα και τέχνη ταυτόχρονα».

Η ίδια η Σούζαν ανακαλεί: «μια μέρα, όταν ήμουν 3-4 χρονών, ενώ σκάλιζα κάτι συρτάρια ψάχνοντας ένα καινούργιο παιχνίδι, βρήκα μια σκακιέρα και τα κομμάτια της. Ρώτησα την μαμά τι ήταν αυτό και μου απάντησε ότι η ίδια δεν είχε ιδέα πώς παιζόταν το παιχνίδι, αλλά ότι ο πατέρας της θα της έδειχνε ευχαρίστως πως παίζεται όταν γύριζε σπίτι». Έτσι, ξεκίνησαν όλα.

Εξάλλου, ο Πόλγκαρ ήξερε πως για να υπάρξουν προϋποθέσεις επιτυχίας θα πρέπει το παιδί να είναι πρόθυμος μαθητής και να αγαπά το αντικείμενο βαθιά. Μάλιστα, αυτό θεωρεί ότι ίσως ήταν και το δυσκολότερο κομμάτι του εγχειρήματος, μιας και μπορούσε εύκολα να μάθει τους κανόνες του παιχνιδιού στην Σούζαν, αλλά θα έπρεπε να βρει τρόπους να διατηρήσει το ενδιαφέρον του παιδιού και σιγά σιγά από μόνο του το παιδί να θέλει να μαθαίνει και να ασχολείται με το παιχνίδι.

Η Σούζαν Πολγκάρ μέσα στα χρόνια.

Επίσης, θα έπρεπε να είναι προσεκτικός με την προοδευτική αύξηση δυσκολίας μιας και από την μια έπρεπε να πιέζει το παιδί για να βελτιωθεί αλλά από την άλλη να μην απογοητεύεται/αποθαρρύνεται το παιδί σε ενδεχόμενες αποτυχίες. Ο ίδιος ο Λάζλο είχε υπολογίσει την αναλογία επιτυχιών/αποτυχιών σε 9/1. Δηλαδή, σε κάθε 9 επιτυχίες (λύσεις προβλημάτων, νίκες σε παρτίδες, σωστές παρατηρήσεις κτλ.) αντιστοιχούσε 1 αποτυχία (ήττα σε παρτίδα κτλ.).

Τέλος, φρόντισε να επικεντρώσει την κόρη του περισσότερο στη διαδικασία μάθησης και λιγότερο στα αποτελέσματα, κάτι που συνέβαλλε ώστε οι αναπόφευκτες επιτυχίες να μην την κάνουν να χάσει το ενδιαφέρον της για το παιχνίδι.

Επίσης, όλο το περιβάλλον έπρεπε να διαμορφωθεί έτσι ώστε να βοηθήσει το παιδί στον στόχο του. Έτσι, το σπίτι των Πόλγκαρ μεταμορφώθηκε. Οι τοίχοι γέμισαν με σχεδιαγράμματα του παιχνιδιού, ενώ στις βιβλιοθήκες υπήρχαν «ουρές» ολόκληρες, βιβλία αφιερωμένα στο σκάκι και ό,τι έχει σχέση με αυτό (ανοίγματα, παρτίδες κτλ), όλα κατηγοριοποιημένα και οργανωμένα από τον Πόλγκαρ.

Όσο για το «πρόγραμμα σπουδών»; Καθημερινά, 4-5 ώρες εντατικής εξάσκησης στο σκάκι, 1-2 ώρες άθλησης, ενώ υπήρχε και χρόνος για ξένες γλώσσες (η Σούζαν μιλά 6-7) και μαθήματα γενικών ενδιαφερόντων (μαθηματικά, κοινωνικές επιστήμες κτλ).

Έξι μήνες μετά, μια πρώτη δοκιμή έγινε. Ο Πόλγκαρ πήρε την τετράχρονη κόρη του από το χέρι και την οδήγησε στην τοπική σκακιστική λέσχη όπου η μικρή Σούζαν έπαιξε και κατατρόπωσε όλους τους αντιπάλους της. «Δεν ξέρω ποιος είχε εκπλαγεί περισσότερο από το αποτέλεσμα, εκείνοι ή εγώ», θυμάται η ίδια.

Λίγο αργότερα, γεννήθηκε η δεύτερη κόρη της οικογένειας ,η Σοφία, και αργότερα η τρίτη, η Τζούντιθ. Οι δυο τους ακολούθησαν τα χνάρια της μεγαλύτερης αδελφής της, ενώ ο Λάζλο βρήκε έναν ακόμα τρόπο να να δώσει κίνητρο στην Σούζαν, αφού πλέον η ίδια έκανε μαθήματα στις αδελφές της, οι οποίες σύντομα μαγεύτηκαν από το παιχνίδι.

Η περιέργεια τους είχε εξαφθεί, όταν έβλεπαν τον πατέρα τους να παίζει ατελείωτα σκάκι με την Σούζαν και, φυσιολογικά, θέλησαν να συμμετέχουν και αυτές. Η Σούζαν, από την άλλη, ξεκίνησε να δείχνει τις ικανότητές της και σύντομα αυτές την εκτόξευσαν: σε ηλικία 4 χρόνων, κατέκτησε το πρωτάθλημα κάτω των 11 ετών με σκορ 10-0, σε ηλικία 12 ετών κατέκτησε το Παγκόσμιο κάτω των 16, ενώ στα 15 της ήταν η κορυφαία γυναίκα σκακιστής στον κόσμο.

Αργότερα, μαζί με τις αδελφές της Σοφία και Τζούντιθ (τότε 14 και 12 ετών αντίστοιχα) και την Ιντίλκο Μάντλ, εκπροσώπησαν την Ουγγαρία στην Ολυμπιάδα Σκακιού, το 1988, στη Θεσσαλονίκη.

Σοφία, Τζούντιθ και Σούζαν Πόλγκαρ στη Θεσσαλονίκη.

Προσωπικά, ακόμα θυμάμαι εκείνη την περίοδο, αφού μας είχε επισκεφτεί στην Αθήνα ο θείος μου, Λουίς Σάντος, Διεθνής Μαιτρ, ο οποίος θα διαγωνιζόταν με την ομάδα της Πορτογαλίας. Η γυναικεία ουγγρική ομάδα κατέκτησε το πρωτάθλημα και ήταν η πρώτη φορά, ως τότε, που το κατακτούσε άλλη ομάδα εκτός της πανίσχυρης ομάδας της Σοβιετικής Ένωσης.

Το 1991, απονεμήθηκε στην -21 ετών, τότε- Σούζαν Πόλγκαρ ο τίτλος του Διεθνούς Γκρανμαίτρ, ο υψηλότερος τίτλος στη σκακιστική κατάταξη. Τα επιτεύγματα των αδελφών της, επίσης, κυμάνθηκαν σε υψηλά επίπεδα.

Η Σοφία, σε ηλικία 14 ετών, σε ένα τουρνουά στην Ρώμη κατόρθωσε το σχεδόν απόλυτο με 8 νίκες και 1 ισοπαλία σε αγώνες απέναντι σε άνδρες με πέντε από αυτούς Διεθνείς Γκρανμαίτρ.

«Η Σοφία ήταν η κοπέλα με τη μεγαλύτερη προοπτική και δυναμική στο σκάκι από όλες μας, με βασικό προσόν της τη φαντασία και την επιθετικότητα στις παρτίδες. Ωστόσο, δεν ήταν τόσο αφοσιωμένη και επιμελής, όπως εγώ και η Σούζαν, ενώ δεν είχε διάθεση για σκληρή δουλεία και της έλειπε η στρατηγική υπομονή που απαιτούν πολλές παρτίδες», όπως ανακαλεί η Τζούντιθ.

Η ίδια η Τζούντιθ, πάντως, παρότι άργησε λίγο να πάρει μπρος, μετά εξελίχθηκε αλματωδώς. Έδειξε τεράστια θέληση να μάθει το παιχνίδι, έγινε Διεθνής Γκρανμαιτρ σε ηλικία 15 ετών, ήταν στο Νο1 της γυναικείας κατάταξης για 26 συναπτά έτη, μπήκε στη λίστα των 100 κορυφαίων σκακιστών ανεξαρτήτως φύλου, είναι η μοναδική γυναίκα που προκρίθηκε σε τουρνουά για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και γενικά θεωρείται η καλύτερη γυναίκα σκακίστρια όλων των εποχών.


Ποιος όμως είναι ο μηχανισμός που βοήθησε την Σούζαν, και ενδεχομένως και τις αδελφές της, βέβαια, να γίνει αυτό που έγινε, και τι ρόλο έπαιξε η εξειδικευμένη εκπαίδευση στον μηχανισμό αυτό;

Μόλις πριν λίγα χρόνια, η επιστήμη κατόρθωσε να βρει ένα μέρος από τη διαδικασία που επιτελέστηκε. Για να κατανοήσουμε τη διαδικασία, θα χρειαστεί να ανοίξουμε μια παρένθεση και να μιλήσουμε για ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που πρέπει να έχει ένας επίδοξος σκακιστής: τη μνήμη.

Γενικά, υπάρχουν δύο είδη μνήμης: η βραχυπρόθεσμη (short term) και η μακροπρόθεσμη (long term). Η βραχυπρόθεσμη μνήμη μας επιτρέπει να απομνημονεύσουμε πληροφορίες (από 5-9 διαφορετικά αντικείμενα την φορά), διαρκεί όμως για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και μετά οι πληροφορίες χάνονται. Βεβαίως, το μυαλό μας βρίσκει τρόπους να παρακάμπτει τον περιορισμό των 5-9 αντικειμένων με διάφορους τρόπους.

Ας πάρουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Φανταστείτε την παρακάτω τυχαία αλληλουχία γραμμάτων: α,δ,π,γ,χ,δ,ρ,ο,ε,ψ,ε,ε,σ. Μπορείτε να την επαναλάβετε από μνήμης; Οι περισσότεροι θα δυσκολευτείτε αρκετά, αν και με εντατική προσήλωση ίσως τα καταφέρετε. Αν όμως η αλληλουχία είναι η εξής: α,υ,τ,ο,κ,ι,ν,η,τ,ο,τ,ρ,ε,χ,ω,ε,ν,α,ς; Βρίσκοντας έναν σύνδεσμο μεταξύ των γραμμάτων (στην προκειμένη 3 λέξεις που τις απομνημονεύουμε ως κομμάτια και όχι ως μεμονωμένα γράμματα), είναι πολύ εύκολο να επαναλάβουμε από μνήμης περισσότερα γράμματα από πριν που δεν τα καταφέραμε (19 έναντι 13).

Η ίδια αντιστοιχία (γράμματα/λέξεις) ισχύει και στο σκάκι. Εκεί ρόλο γραμμάτων παίζουν τα κομμάτια (πιόνια, αξιωματικοί, βασιλιάς κτλ.). Ρόλο λέξεων όμως;

Μια παρτίδα σκάκι μπορεί να εξελιχθεί με πρακτικά άπειρους τρόπους. Ωστόσο, κάποιες διατάξεις κομματιών απαντώνται πολύ συχνότερα από άλλες. Έτσι, λοιπόν, η Σούζαν Πόλγκαρ (και σίγουρα οι περισσότεροι σκακιστές) «βλέπουν» τα κομμάτια στην σκακιέρα -όχι ως μεμονωμένα κομμάτια αλλά- ως τμηματικές μονάδες, όπου κάποιες διατάξεις κομματιών στη σκακιέρα που απαντώνται συχνά λογίζονται ως μια πληροφορία, και απομνημονεύονται έτσι.

 Παραδείγματος χάριν, στην παραπάνω εικόνα, η διάταξη κάτω δεξιά με τον βασιλιά, τον πύργο δίπλα του, τα τρία πιόνια στην παραπάνω σειρά και το άλογο, ακριβώς από πάνω, για έναν σκακιστή είναι ένα τμήμα πολύ εύκολο να απομνημονευτεί ως μονάδα, κ.ο.κ..

Ουσιαστικά, λοιπόν, η Σούζαν Πόλγκαρ από πολύ μικρή ηλικία βρέθηκε να βλέπει και να αναλύει χιλιάδες τέτοια τμήματα καθημερινώς και αυτό είχε ως αποτέλεσμα αρχικά τα μεμονωμένα κομμάτια να δημιουργήσουν τμήματα και μετά τα τμήματα αυτά μέσω της επανάληψης να περάσουν από την βραχυπρόθεσμη μνήμη, στην μακροπρόθεσμη μνήμη με τη δημιουργία μόνιμων νευρωνικών δεσμών.

Επίσης, μέσω αυτής της συνεχούς επανάληψης, αναπτύχθηκε η διαίσθηση της, η ικανότητα δηλαδή να χρησιμοποιεί την εμπειρία της για να αναγνωρίζει και να αντιδρά ταχύτατα σε κάθε σκακιστική θέση και να επιλέγει την σωστότερη κίνηση για καθεμία. Ωστόσο, είναι άλλο πράγμα να υπάρχει ένας τεράστιος όγκος πληροφορίας αποθηκευμένος στον εγκέφαλο και άλλο πράγμα να μπορείς να τον ανασύρεις πάραυτα.

Οπότε, πώς μπορεί η Σούζαν να ανασύρει τα χιλιάδες διαφορετικά τμήματα σκακιστικής πληροφορίας εν ριπή οφθαλμού;

Σε αυτό, την βοηθά η ατρακτοειδής περιοχή προσώπου (Fusiform Face Area-FFA), περιοχή του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη για την αναγνώριση προσώπων. Ο εγκέφαλος της Σούζαν, όμως, έχει ουσιαστικά οικειοποιηθεί αυτήν την περιοχή του εγκεφάλου και την χρησιμοποιεί οποτεδήποτε παίζει σκάκι για την αναγνώριση και ανάσυρση από τη μνήμη σκακιστικών τμημάτων και σκακιστικών θέσεων, τις οποίες έχει συναντήσει στο παρελθόν. Αυτή η διαδικασία οικειοποίησης έλαβε χώρα κατά την επίμοχθη και εξιδικευμένη εκπαίδευση που έλαβε από μικρή ηλικία και ουσιαστικά ανάγκασε τον εγκέφαλό της να μεταλλαχθεί/προσαρμοστεί για τον τομέα εξιδίκευσής της: το σκάκι.

Τα παραπάνω εξηγούν εν μέρει και το πώς γίνεται αυτό που ο Πόλγκαρ πάντα πρέσβευε: «Κάθε υγιές παιδί  μπορεί, μέσω μιας συγκεκριμένης διαδικασίας, να μετατραπεί σε ιδιοφυΐα σε κάποιον επιλεγμένο τομέα».

Το πείραμα του Πόλγκαρ βέβαια, όπως είναι λογικό, δίχασε. Άλλοι τον θεωρούν οραματιστή παιδαγωγό που έδειξε μια οδό που μέχρι τότε δεν υπήρχε για την ανατροφή των παιδιών, ενώ άλλοι τον κατηγορούν ότι ουσιαστικά «θυσίασε» τα παιδιά του και τους στέρησε μια ανέμελη παιδική ηλικία για να ικανοποιήσει την ματαιοδοξία του.

Ο ίδιος πάντως σημειώνει ότι «από ένα σημείο και μετά, δεν μπορείς να αναγκάσεις τα παιδιά να κάνουν κάτι και να βελτιωθούν σε αυτό, αν δεν το θέλουν με πάθος και τα ίδια. Επίσης, και οι τρεις τους έχουν ζήσει μια ευτυχισμένη ζωή, έχουν κάνει οικογένειες και δεν διαφέρουν σε τίποτα όσον αφορά την κοινωνικοποίησή τους από άλλους ενήλικες».

Σίγουρα, απάντηση εύκολη και σαφής δεν μπορεί να υπάρξει έτσι απλά. Ωστόσο, είναι γεγονός πως πολύ συχνά και σε πολλούς τομείς, αυτός που φέρνει και εφαρμόζει πρωτοποριακές ιδέες αντιμετωπίζεται με χλεύη και θεωρείται τρελός, μέχρι οι ιδέες του να αποδειχτούν σωστές… «Ο πατέρας μου πιστεύει ότι το έμφυτο ταλέντο δεν υπάρχει, αλλά ότι η επιτυχία είναι 99% σκληρή δουλειά. Συμφωνώ μαζί του», συνοψίζει η Σούζαν Πόλγκαρ, η οποία πλέον είναι παγκόσμια πρέσβειρα του σκακιού, προωθώντας το παιχνίδι στα σχολεία και δη στα κορίτσια.

~~~

Η Τζούντιτ δεν έχει νικήσει μόνο τον Κασπάροφ, αλλά συνολικά 10 πρώην παγκόσμιους πρωταθλητές, καθώς και τον εν ενεργεία Μάγκνους Κάρλσεν. To 2000 παντρεύτηκε και το 2004 έμεινε έγκυος, κάνοντας ένα διάλειμμα από το παιχνίδι. Αυτή που τη διαδέχτηκε τότε στο νούμερο 1 της παγκόσμιας κατάταξης γυναικών ήταν – σωστά φανταστήκατε – η Σούζαν! Επί σειρά ετών δύο μέλη της ίδιας οικογένειας ήταν το Νο. 1 και το Νο. 2 στον κόσμο. Μια σύγκριση με τις αδερφές Γουίλιαμς στο τένις θα ήταν… ατυχής, αφού η Βίνους δεν έμεινε για πολύ καιρό στο Top-2.

Αν δεν έκανε οικογένεια η Τζούντιτ μπορεί και να κατακτούσε τον παγκόσμιο τίτλο, όπως είχαν εικάσει αρκετοί γκραν-μετρ. Αν συμπεριλάβουμε το σκάκι στα αθλήματα, είναι από τα πιο επίπονα αυτών – ο Κασπάροφ το έχει χαρακτηρίσει το «πιο σκληρό». Πέραν της απόλυτης αφοσίωσης που απαιτείται σε επίπεδο προπόνησης, μια παρτίδα μπορεί να διαρκέσει έως και εφτά ώρες.

Σε top-επίπεδο τα ταξίδια για τουρνουά είναι συνεχή και για την Τζούντιτ, που το 2006 απέκτησε και δεύτερο παιδί, δεν ήταν καθόλου εύκολο να συνεχίσει σε αυτούς τους ρυθμούς ως μητέρα. Τον Αύγουστο του 2014 ανακοίνωσε την απόσυρση της από το αγωνιστικό σκάκι. Από το 1989 έως τον Μάρτιο του 2015 ήταν το Νο. 1 στις γυναίκες, με εκείνο μόνο το μικρό διάλειμμα της πρώτης εγκυμοσύνης της. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης δεν είχε αποχωριστεί την κορυφή…

Μόνο η μεσαία από τις τρεις αδελφές δεν έφτασε σε τόσο υψηλό επίπεδο. Εκείνη ανήλθε μόνο στο Νο… 6 του κόσμου, αλλά κι αυτό για λίγο. Σε ηλικία 14 ετών η Σοφία έκανε ένα απίθανο τουρνουά στη Ρώμη, τερματίζοντας πρώτη, πάνω από πέντε Grand-masters. Οι επιδόσεις της σε αυτό το τουρνουά αντιστοιχούν σε ELO 2.879, ένα από τα μεγαλύτερα της ιστορίας.

Όλοι στην οικογένεια της συμφωνούν ότι ήταν η πιο ταλαντούχα απ’ όλες. Την κέρδισαν όμως και άλλα ενδιαφέροντα. Η Σούζαν τη χαρακτηρίζει «λιγάκι τεμπέλα». Δεν είχε διάθεση για τόσο σκληρή δουλειά, ούτε τη στρατηγική υπομονή που απαιτεί το σκάκι, όταν μπαίνεις σε μια μάχη αναμονής και φθοράς με τον αντίπαλο. Της άρεσε να παίζει μόνο επίθεση και σε επίπεδο φαντασίας ο πατέρας της μαρτυρά ότι ήταν «η πιο λαμπρή απ’ όλες».

Η Σοφία είχε εγκαταλείψει ήδη το αγωνιστικό σκάκι όταν το 1999 παντρεύτηκε τον Ισραηλινό Grand-master (και ορθοπεδικό χειρουργό) Γιόνα Κοσασβίλι. Σπούδασε ζωγραφική και εσωτερική διακόσμηση, έχει σήμερα δύο παιδιά και ζει στο Τελ Αβίβ. Δεν μετανιώνει που εγκατέλειψε το παιχνίδι, δεν αποκλείει όμως και το ενδεχόμενο να «επιστρέψω κάποια στιγμή σε επαγγελματικό επίπεδο». Άλλωστε την επαφή δεν την έχασε ποτέ, είναι προπονήτρια σκάκι στο Ισραήλ, παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα.

Από αριστερά προς τα δεξιά η Σοφία, η Σούζαν και η Τζούντιτ

Η Σούζαν παντρεύτηκε το 1994 έναν Αμερικανό προγραμματιστή υπολογιστών και μετακόμισε στις ΗΠΑ. Σταμάτησε για τρία χρόνια το σκάκι, αφότου γέννησε και το δεύτερο γιο της, το 2000. «Για αυτό πάντα θα παίζουν λιγότερες γυναίκες απ’ ότι άνδρες σκάκι. Σε πολλά επαγγέλματα αρκεί να είσαι απλά καλός για να βγάζεις τα προς το ζην. Στο σκάκι δεν αρκεί αυτό. Πρέπει να είσαι από τους κορυφαίους για να το κάνεις δουλειά σου», λέει η ίδια, αποτυπώνοντας την πραγματικότητα.

Αναδείχτηκε στις ΗΠΑ σε σύμβολο του γυναικείου σκακιού, ιδρύοντας τη δική της σκακιστική σχολή και αναλαμβάνοντας προπονήτρια στην Εθνική Ομάδα των ΗΠΑ. Το 2002 χώρισε με τον άνδρα της και το 2006 παντρεύτηκε έναν επί σειρά ετών επαγγελματικό συνεργάτη της. Σήμερα ζει στο Μιζούρι του Σεντ Λούις και είναι παγκόσμια πρέσβειρα του παιχνιδιού, το οποίο προμοτάρει με συνεχείς συνεδρίες σε σχολεία. Από το 2009 είναι παράλληλα συμπρόεδρος της επιτροπής του γυναικείου σκακιού της FIDE.

Η Τζούντιτ ζει στη Βουδαπέστη με την οικογένειά της και από τον Ιούνιο του 2015 είναι αρχηγός και head coach της Εθνικής Ανδρών της Ουγγαρίας. Έχει λάβει την ανώτατη τιμή που μπορεί να λάβει ένας πολίτης από την ουγγρική κυβέρνηση (το μεγάλο σταυρό του τάγματος του Αγίου Στεφάνου) και απολαμβάνει φυσικά τον καθολικό σεβασμό των συμπατριωτών της.

Ο Λάζλο Πόλγκαρ με τις κόρες του

Το εκπαιδευτικό πείραμα της ουγγρικής οικογένειας έχει κασταστεί πια αντικείμενο έρευνας από διάφορες κατηγορίες επιστημόνων. Για χάρη του έχουν γραφτεί τρία βιβλία, ενώ μεταφέρθηκε και στη μικρή οθόνη, μέσω ενός ντοκιμαντέρ της ισραηλινής τηλεόρασης, το 2012.

Ο Λάζλο Πόλγκαρ ενέπνευσε, αλλά και δίχασε. Οι θαυμαστές του τον αποκαλούν «Χουντίνι», υπάρχουν όμως και επικριτές, που του έχουν αποδώσει τον όρο «Φρανκενστάιν». Υπό την έννοια ότι μετέτρεψε τα παιδιά του σε πειραματόζωα, στερώντας τους βασικές αρχές της παιδικής ηλικίας, όπως η κοινωνικοποίηση και το παιχνίδι.

Αντικειμενική αξιολόγηση προφανώς δεν μπορεί να γίνει. Είναι στην κρίση του καθενός να μελετήσει την παιδαγωγική μέθοδο και ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά να εκτιμήσει αν θα ήταν το ιδεατό να οδηγήσει σε ένα τέτοιο μονοπάτι το παιδί του.

Όπως και να ‘χει, ένα είναι βέβαιο. Ο Λάζλο Πόλγκαρ ταύτισε το ιδεατό (για εκείνον) με το εφικτό, αποδεικνύοντας ότι τα όρια στην ανθρώπινη νόηση είναι αχανή. Ακόμα και σήμερα που έχουμε αποκωδικοποιήσει πολλά από τα μυστικά της, κανείς δεν έχει καταφέρει να δώσει αποφασιστική απάντηση για το αν είναι το ταλέντο και τα γονίδια ή η σκληρή δουλειά που επιτρέπουν σε κάποιον να ξεχωρίσει εκτυφλωτικά από το μέσο όρο. Κανείς εκτός από έναν. Κι αυτός ο ένας το απέδειξε τόσο εμφατικά, που φτάνεις να αναρωτιέσαι αν ήταν ο ίδιος που (δεν έγινε, αλλά) γεννήθηκε ιδιοφυΐα…

_______________________

Πηγή: athletestories.gr ,menshouse.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Θέλουμε, λέμε, την ευτυχία των παιδιών μας. Μήπως εννοούμε την επιτυχία;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Οι επιτυχίες των παιδιών είναι το απόλυτο τοτέμ της ελληνικής οικογένειας. Εκεί προσκυνάει, εκεί ελπίζει, εκεί πιστεύει.

Αν πραγματοποιούταν μια έρευνα που θα έθετε στους Έλληνες γονείς την ερώτηση «επιτυχία ή ευτυχία είναι αυτό που θέλετε για τα παιδιά σας;», η συντριπτική πλειοψηφία θα απαντούσε, χωρίς δεύτερη σκέψη, «την ευτυχία τους, εννοείται». Κάποιοι πιθανόν να απαντούσαν: «μα η επιτυχία βοηθάει στην ευτυχία, άρα και τα δύο». Κανείς όμως δεν θα απαντούσε σκέτο «επιτυχία». Το συμπέρασμα λοιπόν της έρευνας θα ήταν ότι οι Έλληνες γονείς αισθάνονται ως πρώτη τους επιθυμία την ευτυχία των παιδιών τους και μετά έρχεται η επιτυχία τους. Προσωπικά όμως θα είχα εντελώς διαφορετική άποψη: θα θεωρούσα την έρευνα άκυρη και ένα τέτοιο συμπέρασμα ψευδές. Ψευδές, όχι γιατί οι γονείς θα απαντούσαν ηθελημένα ψέματα αλλά γιατί έχουν μια ψευδή ιδέα όσον αφορά τις προσδοκίες που έχουν από τα παιδιά τους. Άλλα όνειρα έχουν για τα παιδιά τους και άλλα θέλουν να πιστεύουν ότι έχουν.

Ποιες είναι οι πιο συνηθισμένες ευχές που δίνουμε στα παιδιά; «Καλή πρόοδο», «καλή επιτυχία στις εξετάσεις», «συγχαρητήρια που πήρες το τάδε δίπλωμα ή πτυχίο». Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει γονείς να εκφράζουν ως απολογισμό ζωής: «κατάφερα και σπούδασα τα παιδιά μου» ή «έβγαλα ένα γιατρό και μια δικηγόρο»; Καμαρώνουμε για τα παιδιά μας όταν είναι καλοί μαθητές, επιτυχόντες σε εξετάσεις, επιτυχημένοι επαγγελματίες και καλά κάνουμε. Αλλά πότε ήταν η τελευταία φορά που καμαρώσαμε επειδή απλά είδαμε το παιδί μας να χαμογελάει, επειδή το είδαμε να νοιάζεται για άλλους ανθρώπους ή να κάνει μία καλή πράξη ή επειδή είπε ένα ωραίο αστείο ή ανέπτυξε ένα καλό επιχείρημα σε μια συζήτηση; Πότε νιώσαμε ότι αυτό το πλάσμα είναι απλά ένα δώρο που δεν χρειάζεται κανένα παράσημο, καμία επιτυχία, καμία λάμψη για να μας ομορφαίνει τη ζωή; Αλήθεια κοιτάμε ποτέ τα παιδιά μας με τα δικά μας μάτια ή μόνο με τα μάτια των άλλων;

Τα μάτια των άλλων

Αυτά τα μάτια των άλλων δυστυχώς είναι αιτία πολλών δεινών. Συγκρινόμαστε, ετεροπροσδιοριζόμαστε και ανταγωνιζόμαστε ποιος έχει τα πιο επιτυχημένα παιδιά. Κάθε φορά που το παιδί μας έχει μια επιτυχία ερχόμαστε και του λέμε: «δεν ξέρεις πόσο υπερήφανους μας έκανες;». Στην πραγματικότητα εννοούμε: «μας έδωσες μετρήσιμους λόγους για να μπορούμε να υπερηφανευόμαστε στους άλλους».

Ας είμαστε ειλικρινείς. Οι γονείς στη χώρα μας έχουμε απίστευτα απωθημένα με την κοινωνική καταξίωση μέσω των επιτυχιών των παιδιών μας, σε τέτοιο βαθμό που φτάνει να καθορίζει απόλυτα τη σχέση μας με αυτά. Απόδειξη είναι ότι ολόκληρη βαριά βιομηχανία έχει αναπτυχθεί εξαιτίας αυτών των απωθημένων. Είναι η βιομηχανία επιτυχόντων και προσόντων. Πτυχία, διπλώματα, αριστεία, βραβεία, έπαινοι,  γεμίζουν ασφυκτικά τα δωμάτια των παιδιών μας και κρύβουν από τα μάτια μας τα ίδια μας τα παιδιά. Και όλα αυτά για το «τι θα πει ο κόσμος». Και το χειρότερο από όλα είναι ότι στην πραγματικότητα ο κόσμος δεν δίνει δεκάρα. Έχει τα δικά του προβλήματα και απωθημένα να αντιμετωπίσει. Δηλαδή όλο αυτό το κατασκεύασμα της μέσω των παιδιών κοινωνικής αναρρίχησης ουσιαστικά πρόκειται για μια πλάνη, μια φούσκα που υπάρχει μόνο στο δικό μας μυαλό. Το τραγικό λάθος που κάνουμε είναι που αντιμετωπίζουμε την γονεϊκή ικανότητα ως μετρήσιμο μέγεθος που αντικειμενοποιείται από τις επιτυχίες των παιδιών μας ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για κάτι εντελώς υποκειμενικό και άρα μη αξιολογήσιμο. Στο φινάλε, στα μόνα που πέφτει λόγος να μας αξιολογήσουν ως γονείς είναι τα ίδια μας τα παιδιά και εμάς μας ενδιαφέρει μόνο η γνώμη όλων των άλλων.

Όταν τα παιδιά επενδύουν στην ευτυχία τους

Σίγουρα η σχολική και η επαγγελματική επιτυχία είναι συστατικά που μπορούν να βοηθήσουν έναν άνθρωπο να γίνει πιο ευτυχισμένος, αλλά δεν είναι τα μόνα. Υπάρχουν πολλά άλλα που πρέπει να καλλιεργήσει ένα παιδί ώστε αύριο ως ενήλικας να είναι ένας ισορροπημένος, ώριμος, δημιουργικός και εντέλει ευτυχισμένος άνθρωπος. Αυτές τις «άλλες» επενδύσεις ευτυχίας θα αναφέρουμε παρακάτω:

 

1) Να επιτρέπεται στα παιδιά μας να ζήσουν την παιδική τους και την εφηβική τους ηλικία. Σήμερα έχουμε το φαινόμενο του πρόωρου διωγμού των παιδιών από τον παράδεισο της παιδικής τους ηλικίας. Έχουμε την πρόωρη ευθυγράμμιση του παιδιού με τον ενήλικο. Όμως κάθε πράγμα στην ώρα του. Να το πούμε και αλλιώς: πως μπορεί κάποιος «να μεγαλώσει» όταν δεν έχει αφεθεί να υπάρξει ποτέ του μικρός;

2) Να αναγνωρίζουν την εκ διαμέτρου διαφορά μεταξύ της δύναμης και της σκληρότητας. Ότι ο πραγματικά δυνατός άνθρωπος δεν είναι ποτέ σκληρός και ότι εκείνος που είναι σκληρός στην πραγματικότητα είναι αδύναμος. Δηλητηριάζουμε τα παιδιά μας όταν τους λέμε ανοησίες του τύπου: «η ζωή είναι μια μάχη και ο σκληρότερος επιβιώνει».

3) Να μάθουν να βλέπουν την ομορφιά του κόσμου μας ξέροντας ότι υπάρχει και ασκήμια. Ούτε να ζουν στον δικό τους παραμυθένιο κόσμο όπου όλα είναι αγγελικά πλασμένα αλλά ούτε και να τα βλέπουν όλα χάλια. Να μάθουν να χαίρονται τα όμορφα πράγματα και να προσπαθούν να βελτιώσουν ή τουλάχιστον να αντέχουν τα άσκημα.

4) Να κυνηγούν με πάθος τη βελτίωση αλλά να φυλάγονται από της τελειομανίας την παγίδα. Ο στόχος τους να είναι να ξεπεράσουν τον δικό τους εαυτό και όχι να επικρατήσουν έναντι των άλλων λες και η ζωή είναι καμία μονομαχία.

5) Να μάθουν να μην έχουν αδιέξοδα, δηλαδή πως ακόμα και αν αισθανθούν ότι τα πράγματα έχουν ζορίσει να αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης μιας κατάστασης. Να παλεύουν με όλες τους τις δυνάμεις αλλά να μη διστάζουν να ζητούν βοήθεια όταν το πρόβλημα είναι πιο δυνατό από εκείνα. Να ξέρουν ότι το να δηλώσεις αδυναμία και να ζητάς βοήθεια από ανθρώπους που νοιάζονται δεν είναι ντροπή. Ντροπή είναι να ζητάς ελεημοσύνη και χάρες από ανθρώπους που δεν δίνουν δεκάρα για σένα.

6) Να εμπιστεύονται τους άλλους ανθρώπους. Να έχουν μεν τα μάτια τους ανοικτά αλλά χωρίς καχυποψία, προκαταλήψεις, στερεότυπα. Να ξέρουν ότι το να πληγωθούν από σχέσεις είναι μέσα στο παιγνίδι και ο μόνος τρόπος για να ωριμάσουν. Όταν κάποιος είναι κλειστός με τους ανθρώπους πιθανόν αυτό να τον προφυλάσσει από το να πληγωθεί από εκείνους. Όμως δεν συνειδητοποιεί ότι πληγώνει βαθιά τον ίδιο του τον εαυτό. Το αίσθημα της συντροφιάς και της επικοινωνίας είναι το ίδιο απαραίτητο στον άνθρωπο με αυτό της τροφής. Λέμε στα παιδιά πολλές φορές: «πρόσεξε με ποιον σχετίζεσαι γιατί μπορεί να πληγωθείς». Ε λοιπόν λίγος πόνος δεν κάνει κακό και σίγουρα δεν είναι χειρότερο από το να μην εμπιστεύεσαι κανέναν.

7) Να έχουν το θάρρος της γνώμης τους, δηλαδή να μπορούν να διαφωνούν με επιχειρήματα χωρίς να γίνονται επιθετικά ή να προσβάλλουν, να μην είναι πνεύματα αντιλογίας  και να μην διστάζουν να αλλάξουν γνώμη όταν συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν δίκιο. Να ακούνε χωρίς να προσπαθούν να διακόψουν τους άλλους και να θεωρούν τον έντονο διάλογο τρόπο επικοινωνίας και όχι επιβολής γνώμης.

8) Να μην παίρνουν πάντα τον εαυτό τους στα σοβαρά, να μπορούν με όπλο το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό να τσαλακώσουν την εικόνα τους. Να γνωρίζουν την διαφορά μεταξύ της σοβαρότητας και της σοβαροφάνειας. Να ξέρουν διαισθητικά ότι μια δόση ελαφρότητας απέναντι στα πράγματα μπορεί να αποδειχτεί σωτήρια απέναντι σε πολλές στραβοτιμονιές της ζωής.

9) Να μπορούν αύριο ως επάγγελμα να κάνουν  αυτό που αγαπούν και να αγαπούν αυτό που κάνουν. Για να βρουν όμως τι αγαπούν πρέπει να είναι διατεθειμένα να δοκιμάσουν διάφορα. Άρα πρέπει να είναι ανοικτά σε νέες προκλήσεις, σε νέα ερεθίσματα και να ψαχθούν πριν καταλήξουν. Να επιλέξουν τελικά να κάνουν αυτό που θα θέλουν με λαχτάρα τα ίδια και όχι αυτό που τους είπαν οι γονείς τους να θέλουν.

10) Να σέβονται το διαφορετικό, τις άλλες πατρίδες, το άλλο φύλο, τις άλλες θρησκείες, το άλλο χρώμα δέρματος, τις άλλες αντιλήψεις και ιδεολογίες, τους άλλες παραδόσεις και πολιτισμούς. Να χαίρονται με πάθος την ποικιλομορφία του κόσμου τούτου.

11) Να επιτρέπουν στον εαυτό τους να κάνουν λάθη και να έχουν αποτυχίες. Να γνωρίζουν ότι μόνο αυτός που ρισκάρει και κάνει λάθη έχει μεγάλες πιθανότητες να πετύχει τους στόχους στη ζωή του ή να μάθει. Βέβαια εδώ τα παιδιά θα βρεθούν απέναντι σε ένα ολόκληρο σύστημα που όχι απλά δεν καλωσορίζει τα λάθη τους αλλά τα τιμωρεί και από πάνω: οι περισσότεροι γονείς και εκπαιδευτικοί αφιερώνουν υπερβολικά μεγάλο μέρος της ενέργειά τους στην εξαφάνιση των λαθών των παιδιών μην επιτρέποντας, πολλές φορές, ούτε καν την εκδήλωσή τους. Όμως με αυτό τον τρόπο τα λάθη αυτά ποτέ δεν διορθώνονται απλά μπαλώνονται όπως-όπως με συνέπεια την επανεμφάνισή τους. Και το χειρότερο είναι η πλήρης απενεργοποίηση ενός σπουδαίου εργαλείου μάθησης όπως είναι τα λάθη των παιδιών.

12) Να καλλιεργούν το πάθος τους για την γνώση, την περιέργειά τους και την φαντασία τους. Δυστυχώς τα παιδιά σήμερα βλέπουν την γνώση χρησιμοθηρικά και με μια μόνο μάλιστα χρήση: να τα βοηθήσει να πάρουν καλό βαθμό ή να έχουν επιτυχία σε εξετάσεις.

13) Να μάθουν να νοιάζονται για άλλους ανθρώπους έξω από τον εαυτό τους. Τα παιδιά βέβαια κοιτάζουν τον κόσμο μέσω ενός εγωκεντρικού πρίσματος. Πρέπει όμως μεγαλώνοντας να καταλάβουν ότι δεν είναι το κέντρο του σύμπαντος αν και η ελληνική οικογένεια δεν βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση αφού είναι ακραία παιδοκεντρική. Αυτού του είδους παντοδυναμία των παιδιών τελικά είναι σίγουρο ότι θα βλάψει τα ίδια. Είναι κρίσιμο να συνειδητοποιήσουν τα παιδιά ότι δεν γίνεται μόνο να παίρνουν αλλά και να δίνουν.

Αντί επιλόγου: Αν η επιτυχία είναι το παν, τότε τα παιδιά που δεν την έχουν δεν αξίζουν τίποτα; 

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Οι επιτυχίες των παιδιών είναι το απόλυτο τοτέμ της ελληνικής οικογένειας. Εκεί προσκυνάει, εκεί ελπίζει, εκεί πιστεύει. Μπορεί να νομίζουμε ότι θέλουμε την ευτυχία των παιδιών μας αλλά στην πραγματικότητα αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η δική μας, δηλαδή η αυτοεπιβεβαίωσή μας μέσω των επιτυχιών τους. Ας προσέξουμε καλά όμως. Τα παιδιά μας χρειάζονται πολύ περισσότερα πράγματα για να είναι ευτυχισμένα πέρα από την επιτυχία και αν επενδύσουν μόνο σε αυτήν μαθηματικά και αργά ή γρήγορα  θα οδηγηθούν στην ματαίωση. Και ας έχουμε κατά νου ότι πολλά παιδιά πιθανόν να μην έχουν καν επιτυχία, ούτε σχολική, ούτε επαγγελματική. Και μας ακούνε. Και νιώθουν ότι μας απογοήτεψαν και ότι είναι «το απόλυτο τίποτα». Όμως η ζωή δεν είναι πρωταθλητισμός, είναι παιχνίδι όπου όλοι μπορούν να παίξουν με τον δικό τους τρόπο.

_______________________

~ Δημήτρης Τσιριγώτης, Φυσικός

Πηγή:  alfavita.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Η άλλη όψη του brain-drain: Αυτοί που μένουν πίσω...

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ο Τάσος Ταπεινόπουλος, διεθνολόγος και η σύζυγός του, γιατρός, είναι μέρος του φαινόμενου του brain-drain (κυκλική μετανάστευση επιστημονικού και τεχνολογικού ανθρωπίνου δυναμικού). Πριν από ενάμιση χρόνο άφησαν την Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη και ζουν στο Μπέρμιγχαμ, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τους ίδιους και τα δύο μικρά παιδιά τους.

Ο Τάσος εργάζεται ως διαχειριστής συγχρηματοδοτούμενων έργων στο Birmingham City University (BCU). Πίσω όμως άφησε την ηλικιωμένη μητέρα του. Ευτυχώς η κυρία Μαρίκα, ποντιακής καταγωγής, είναι δυναμική και μπορεί να φροντίζει τον εαυτό της. Αν και ο αποχωρισμός δεν είναι εύκολος -“του είπα πέντε χρόνια αντέχω, για μετά …δεν ξέρω“- χαίρεται που βλέπει την οικογένεια του παιδιού της ευτυχισμένη.

Η (οικονομική και όχι μόνο) μετανάστευση ανθρώπων στην πιο παραγωγική τους ηλικία έχει και την άλλη όψη: αυτή των ηλικιωμένων γονέων, που τις περισσότερες φορές μένουν πίσω μόνοι. Κατά κανόνα είναι ο αποχωρισμός και η απόσταση που πονά, γιατί και οι δυο πλευρές έχουν ενδιαφέρον, αγάπη, νοιάξιμο.

“Πίσω στην Ελλάδα έχω αφήσει μια μάνα, τη Μαρίκα, είναι 77 ετών (κρύβει δύο χρόνια). Η μάνα μου, όταν της ανακοίνωσα πως θα φύγουμε άρχισε να ξεχνάει. Και πριν ξεχνούσε, αλλά αυτό το γεγονός επιδείνωσε αισθητά τη κατάσταση της. Πιστεύω πιο πολύ από το σοκ και την αλλαγή που θα έφερνε αυτό στη ζωή και την καθημερινότητά της” λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Τάσος Ταπεινόπουλος.

“Της μάνας μου της αρέσει η πόλη της, η γειτονιά της, οι φιλενάδες της, η εκκλησία της. Η μαμά μου είναι καλός και κοινωνικός άνθρωπος, ανοικτός χαρακτήρας, δεν θα ντραπεί να ζητήσει βοήθεια, να κάνει οτοστόπ, να ρωτήσει από ποιο χωριό είσαι. Η μαμά μου είναι Πόντια. Αυτό με κάνει να αισθάνομαι ασφαλής πως αν κάτι γίνει θα υπάρχει κάποιος να επιληφθεί άμεσα μέχρι να πάρω το πρώτο αεροπλάνο και να πεταχτώ να τη δω”.

Συγκρουόμενα αυναισθήματα, ψυχικός πόνος και εκλογίκευση

Η μετανάστευση αποτελεί διαχρονικό και πολυδιάστατο φαινόμενο, ο ελληνικός λαός το έχει γνωρίσει από τον προηγούμενο αιώνα, τονίζει στο ΑΠΕ ΜΠΕ η ψυχολόγος MSc – ψυχοθεραπεύτρια, Άννα Καλυμνιού. “Η απόφαση της μετανάστευσης εγείρει έντονα συγκρουόμενα συναισθήματα, τόσο στα άτομα που μεταναστεύουν, όσο και σε αυτούς που μένουν πίσω: αφενός υπάρχει η ανάγκη και επιθυμία για μια καλύτερη ζωή και εξέλιξη και αφετέρου προκύπτει μια σημαντική απώλεια, ένας αποχωρισμός που εμπεριέχει θλίψη και ψυχικό πόνο”.

 

Η κα Καλυμνιού σημειώνει ότι ανακύπτει και στις δύο πλευρές το δίλημμα: “να είναι τα παιδιά κοντά στους γονείς τους, άνεργα και με αβέβαιο μέλλον ή μακριά, οικονομικά ασφαλή και με θετικές προοπτικές. Συχνά για τους γονείς που μένουν πίσω το δίλημμα αυτό πυροδοτεί ταυτόχρονα έντονο άγχος και αισθήματα αναξιότητας και ενοχής ότι δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν στο παιδί τους ένα αξιοπρεπές μέλλον. Μπροστά σε αυτό το δίλημμα αρκετοί ‘Ελληνες γονείς φαίνεται να υιοθετούν μία στάση κατανόησης και να προσαρμόζονται ευκολότερα σε μια τέτοια απόφαση των παιδιών τους, παρά τα συναισθήματα απώλειας που μπορεί να βιώνουν. Σε αυτό έχει συμβάλλει και η εξέλιξη των σύγχρονων μέσων συγκοινωνίας που έχει «ελαχιστοποιήσει» τις αποστάσεις καθώς και οι νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο που διευκολύνουν την επικοινωνία σε πραγματικό χρόνο, σε αντίθεση με ρεύματα μετανάστευσης προηγούμενων ετών, όπου για αυτούς ξενιτεύονταν ήταν αμφίβολο το αν και πότε θα έσμιγαν ξανά με τους ανθρώπους που άφηναν πίσω”.

«Τον έβλεπα πριν φύγει ήταν δυστυχισμένος, “μαμά δεν με πληρώνουν” μου έλεγε. Στεναχωρήθηκα πολύ που έφυγαν, όμως είναι καλά εκεί, πήγα τους είδα, ο γιος μου έχει φίλους, ωραία δουλειά, και η γυναίκα του επίσης, τα εγγόνια μου ζουν καλύτερα, χάρηκα. Από την άλλη, όλες τις δουλειές εδώ, εφορίες, τράπεζες, τις έκανε ο Τάσος…» μονολογεί η κα Μαρίκα, μητέρα του Τάσου. Έχω ανιψιές, αν χρειαστώ κάτι έκτακτο θα τρέξουν, άσε που με βοηθούν και στις βιντεοκλήσεις!» σημειώνει.

“Τα πράγματα γίνονται δύσκολα όταν έχει μείνει ένας γονιός και κυρίως όταν είναι ανήμπορος”

“Είναι πολύ σπάνιες οι περιπτώσεις εγκατάλειψης, τα παιδιά έρχονται συχνά, και παρακολουθούν στενά τους γονείς. Όσο για τους ηλικιωμένους, τα πράγματα γίνονται δύσκολα όταν έχει μείνει ένας γονιός και κυρίως όταν είναι ανήμπορος”, τονίζει η πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων του προγράμματος «Βοήθεια στο σπίτι» Κεντρικής Μακεδονίας, Ζωή Ιωακειμίδου, επισημαίνοντας ότι οι περισσότεροι επειδή βλέπουν τα παιδιά τους να είναι καλά εκλογικεύουν την πικρή νοσταλγία.

“Πολύ πριν την κρίση, ηλικιωμένοι γονείς έμεναν μόνοι τους κυρίως σε άγονες και ακριτικές περιοχές και χωριά αφού οι νέοι αναζητούσαν την τύχη τους στα αστικά κέντρα. Αυτό το παλιό ζήτημα έφτασε και στις αστικές περιοχές με την οικονομική κρίση, επίσης, λόγω αυτής, επιδεινώθηκε στα ακριτικά χωριά και δεν αφορά μόνον αυτούς που φεύγουν στο εξωτερικό”, σχολιάζει η πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων του προγράμματος «Βοήθεια στο σπίτι» Κ. Μακεδονίας, “και η εσωτερική μετανάστευση, όταν η απόσταση είναι σημαντική είναι το ίδιο επώδυνη”.

«Ως εργαζόμενοι στο πρόγραμμα “Βοήθεια στο σπίτι” έχουμε περιπτώσεις δύσκολες… Φροντίζουμε ηλικιωμένη, ο ένας της γιος πάρα πολλά χρόνια ζει σε άλλη ήπειρο, ο άλλος γιος είχε στήσει το σπιτικό του εδώ κοντά στους γονείς, είχε φτιάξει και σπίτι, αναγκάστηκε να φύγει στο εξωτερικό με την οικογένεια. Η γιαγιά έχασε και τον παππού και τώρα παρουσιάζει συμπτώματα Αλτσχάιμερ. Γιος έφυγε για δουλειά με την οικογένεια εντός Ελλάδας, η ηλικιωμένη μητέρα του, χήρα και με τον δεύτερο γιο ΑμεΑ έχει να αντιμετωπίσει και την δική της άνοια, έναν μικρό καθημερινό “γολγοθά”» σημειώνει η κ.Ιωακειμίδου.

Καθημερινότητα και πρακτικές δυσκολίες

«Να σας πω μόνο ότι εγώ που εργάζομαι στη Δ. Ε. Δοϊράνης, οι πιο πολλοί που έχουν ηλικιωμένους γονείς έρχονται το καλοκαίρι και ούτε για μπάνιο στη θάλασσα δεν πάνε, δεν τους κάνει η καρδιά να φύγουν. Με τους περισσότερους ανθρώπους που ζουν μακριά έχουμε και επικοινωνία, είμαστε σε ανοικτή γραμμή, ανησυχούν. Για τους ηλικιωμένους η καθημερινότητα και τα πρακτικά είναι δύσκολα, μετακινήσεις, γιατροί, φάρμακα, δημόσιες υπηρεσίες και τράπεζες, συγκοινωνίες ειδικά σε μικρά χωριά, όλα αυτά τους δυσκολεύουν. Εμείς οι εργαζόμενοι στο “Βοήθεια στο σπίτι” προσφέρουμε όσο μπορούμε, ανά ειδικότητα, εξειδικεύοντας τις ανάγκες τους. Άλλοι χρειάζονται ψυχολογική στήριξη, σε άλλους γέροντες παρακολουθούμε την κατάσταση της υγείας τους τους λέμε πότε πρέπει να πάνε σε γιατρό ή νοσοκομείο, δεν είναι λίγες οι φορές που τους συνοδεύουμε. Σε κάποιες περιπτώσεις έχουν ανάγκη από καθάρισμα στο σπίτι ένα μαγείρεμα, προσωπική υγιεινή, βασικά πράγματα» σημειώνει η πρόεδρος των εργαζομένων Κ. Μακεδονίας στο πρόγραμμα «Βοήθεια στο σπίτι». «Εισπράττουν αγάπη και νοσταλγούν τα παιδιά τους και δίνουν και σε εμάς τους εργαζόμενους αγάπη… Στην αρχή έρχονταν οι γιοι και οι κόρες και πολλοί τους έλεγαν “ελάτε να τα γνωρίσετε, αυτά είναι τα άλλα μας παιδιά”».

Α. Καλυμνιού: Οι καθοριστικοί παράγοντες στη γρήγορη προσαρμογή των ηλικιωμένων

Η ψυχολόγος- ψυχοθεραπεύτρια Άννα Καλυμνιού επισημαίνει ότι δεν αντιδρούν όλοι οι γονείς με τον ίδιο τρόπο στην απόφαση των παιδιών τους να μεταναστεύσουν. “Παράγοντες που καθορίζουν τη στάση τους μπροστά σε αυτή τη μεγάλη αλλαγή είναι η προσωπικότητα των γονέων και η δυνατότητα προσαρμογής τους σε νέες καταστάσεις, η ηλικία και φάση ζωής τους (π.χ. όταν συμπίπτει με την έναρξη της συνταξιοδότησης συχνά υπάρχει μεγαλύτερη δυσκολία), η ύπαρξη προβλημάτων υγείας, ή ύπαρξη κοινωνικού/συγγενικού υποστηρικτικού πλαισίου, η πίστη προς το παιδί τους ότι είναι ικανό αλλά και η ικανότητα του παιδιού να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα και να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που θα συναντήσει”, τονίζει μεταξύ άλλων η κ. Άννα Καλυμνιού.

_______________________

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

 

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Νόαμ Τσόμσκι – Ο σκοπός της εκπαίδευσης

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

 

Ας αναρωτηθούμε, ποιος είναι ο σκοπός ενός εκπαιδευτικού συστήματος;

Φυσικά, υπάρχουν έντονες αντιθέσεις πάνω στο θέμα. Η παραδοσιακή αντίληψη, που πηγάζει από την Αναγέννηση, θέτει ως ύψιστους στόχους ζωής το να ερευνάς και να δημιουργείς- να ερευνάς τον πλούτο του παρελθόντος και να εσωτερικεύεις τα σημαντικά για σένα σημεία, να συνεχίζεις διευρύνοντας αυτή την αναζήτηση κατανόησης των πραγμάτων με το δικό σου προσωπικό τρόπο.

Από αυτή την οπτική, σκοπός της εκπαίδευσης είναι να βοηθά τους ανθρώπους να προσδιορίσουν πώς θα μαθαίνουν μόνοι τους. Είσαι εσύ, ο μαθητευόμενος, που επιτελεί στη διάρκεια της μαθητείας του και είναι δική σου υπόθεση το τί θα μάθεις, το πού θα πας, πώς θα το χρησιμοποιήσεις, πώς θα προχωρήσεις για να παράξεις κάτι νέο και συναρπαστικό για σένα, και πιθανόν για τους άλλους. Αυτή είναι η μια αντίληψη της εκπαίδευσης.

Η άλλη αντίληψη είναι, ουσιαστικά, χειραγώγηση. Ορισμένοι έχουν την εντύπωση ότι οι νεαροί άνθρωποι, από παιδική ηλικία, πρέπει να μπουν σε ένα πλαίσιο όπου θα ακολουθούν οδηγίες, θα αποδέχονται τα υπάρχοντα πλαίσια, δεν θα αμφισβητούν κλπ – και αυτό είναι σαφές εξ αρχής.

Έτσι, για παράδειγμα, μετά τον ακτιβισμό των χρόνων του ’60, πολλοί, στο χώρο της διανόησης, θεώρησαν κρίσιμο θέμα ότι οι νέοι άνθρωποι παραήταν ελεύθεροι και ανεξάρτητοι, ότι η χώρα παραήταν δημοκρατική, και όλα τούτα.

Μάλιστα υπάρχει και μια σημαντική μελέτη πάνω στην, ας πούμε, κρίση της δημοκρατίας – δημοκρατία υπέρ το δέον – που ισχυρίζεται ότι “υπάρχουν κάποια κέντρα χειραγώγησης των νέων που δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους” – δικά τους λόγια, δηλαδή σχολεία, πανεπιστήμια, εκκλησίες – που πρέπει να τα “αλλάξουμε” για να χειραγωγούν και να ελέγχουν πιο αποτελεσματικά.

 

Κι αυτό προέρχεται από το χώρο των φιλελεύθερων διεθνιστών, μια από τις άκρες του φάσματος των διανοουμένων. Πράγματι, από τότε έχουν παρθεί αρκετά μέτρα σε μια προσπάθεια ανακατεύθυνσης της εκπαίδευσης προς περισσότερο έλεγχο, περισσότερη χειραγώγηση, περισσότερη επαγγελματική κατάρτιση… επιβάλλοντας το χρέος που εγκλωβίζει τους φοιτητές, τους νέους, σε μια ζωή υποταγής.

Είναι το ακριβώς αντίθετο αυτού που αποκαλώ αναγεννησιακή παράδοση, και υπάρχει συνεχής τριβή ανάμεσα στις δύο αντιλήψεις. Στα πανεπιστήμια, στα σχολεία, εκπαιδεύεσαι για να περάσεις εξετάσεις ή προετοιμάζεσαι για τη δημιουργική έρευνα, ακολουθώντας ενδιαφέροντα που εσύ επέλεξες ως απόρροια της παρουσίασης του εκπαιδευτικού υλικού είτε κατά μόνας, είτε σε συνεργασία με άλλους. Κι αυτό ισχύει για όλες τις βαθμίδες, μέχρι και τα μεταπτυχιακά και τα ερευνητικά.

Απλώς, δύο διαφορετικοί τρόποι κοσμοαντίληψης. Όταν φτάσεις να βρίσκεσαι σε ένα ερευνητικό ίδρυμα, όπως αυτό που βρισκόμαστε τώρα (MIT), στο μεταπτυχιακό επίπεδο, ουσιαστικά ακολουθείται η αναγεννησιακή παράδοση.

Είναι γεγονός ότι η επιστήμη δε θα μπορούσε να προχωρήσει αν δεν βασίζονταν στην τάση για αντιλογία, στην αμφισβήτηση του δόγματος και της αυθεντίας, στην αναζήτηση εναλλακτικών, στη χρήση της φαντασίας, στην παρορμητική ελεύθερη ενασχόληση, στη συνεργασία, που μπορείς να τη δεις να εξελίσσεται σταθερά καθώς περνάς από τις αίθουσες.

Αυτό είναι το εκπαιδευτικό σύστημα που θα ήθελα να εφαρμόζεται από το νηπιαγωγείο. Ωστόσο, υπάρχουν αναμφισβήτητα ισχυρές δομές στην κοινωνία μας που προτιμούν να είναι οι άνθρωποι χειραγωγήσιμοι, συμμορφώσιμοι, να μην κάνουν πολλές ερωτήσεις, να είναι υπάκουοι, να εκτελούν τους ρόλους που τους έχουν ανατεθεί, και να μην αναταράσσουν τα συστήματα εξουσίας.
Αυτές είναι λοιπόν οι επιλογές μας, όπου κι αν βρισκόμαστε στο εκπαιδευτικό σύστημα, ως μαθητές, ως δάσκαλοι, ως άνθρωποι που προσπαθούν να βοηθήσουν από τα έξω ώστε να πάρει την κατεύθυνση που θεωρούμε ότι θα πρέπει να πάρει.

Ο αντίκτυπος της τεχνολογίας

Σίγουρα, υπήρξε μια πολύ σημαντική ανάπτυξη νέων τεχνολογιών- η τεχνολογία της επικοινωνίας, της πληροφορίας, της προσβασιμότητας, των ανταλλαγών- μια πραγματικά σημαντική αλλαγή στην ουσία του πολιτισμού και της κοινωνίας.

Ωστόσο, πρέπει να καταλάβουμε ότι οι τωρινές τεχνολογικές αλλαγές μπορεί να φαντάζουν σπουδαίες, αλλά ο αντίκτυπός τους δεν συγκρίνεται με την επίδραση της τεχνολογικής προόδου που πραγματοποιήθηκε πριν περίπου έναν αιώνα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις επικοινωνίες: η μετακίνηση από τη γραφομηχανή στο κομπιούτερ, ή από το τηλέφωνο στο e-mail, είναι σημαντική αλλά ούτε καν συγκρίνεται με την αλλαγή από το ταχυδρομικό πλοίο στον τηλέγραφο.

Η σμίκρυνση του χρόνου επικοινωνίας, μεταξύ π.χ. της Αγγλίας και των ΗΠΑ, ήταν το κάτι άλλο σε σύγκριση με τις αλλαγές που συμβαίνουν τώρα. Το ίδιο ισχύει και για άλλους τομείς της τεχνολογίας. Όπως για παράδειγμα με την εφαρμογή των υδραυλικών εγκαταστάσεων. Η συστηματική εγκατάσταση υδραυλικών στις πόλεις είχε τεράστια επίδραση στην υγεία, πολύ μεγαλύτερη από αυτή των αντιβιοτικών.

Επομένως, οι αλλαγές είναι πραγματικές και σημαντικές, αλλά δεν πρέπει να αγνοούμε όσες συνέβησαν πριν και υπήρξαν περισσότερο δραστικές. Όσο για την τεχνολογία σε σχέση με την εκπαίδευση…  βασικά, η τεχνολογία είναι κάτι ουδέτερο. Είναι σαν το σφυρί! Το σφυρί δε νοιάζεται αν το χρησιμοποιείς για να φτιάξεις ένα σπίτι ή αν ο βασανιστής σπάει με αυτό το κρανίο κάποιου. Το σφυρί μπορεί να κάνει και τα δύο! Το ίδιο και οι νέες τεχνολογίες, το ίντερνετ κλπ

Το Ίντερνετ είναι εξαιρετικά πολύτιμο, αν ξέρεις τι ψάχνεις. Το χρησιμοποιώ καθημερινά για έρευνα, και φαντάζομαι ότι όλοι το κάνουμε. Αν ξέρεις τι ψάχνεις, αν έχεις ένα πλαίσιο κατανόησης που σε κατευθύνει σε συγκεκριμένα πράγματα και σου επιτρέπει να ξεσκαρτάρεις πολλά, άλλα τότε γίνεται ένα ιδιαίτερα πολύτιμο εργαλείο. Θα πρέπει βέβαια να είσαι έτοιμος να αναρωτηθείς: “έχω το σωστό πλαίσιο;” 

Μπορεί να χρειάζεται τροποποιήσεις, ή να ξανασκεφτώ την οπτική μου. Δεν μπορείς όμως να αναζητάς τις όποιες πληροφορίες, χωρίς να έχεις ένα σχετικά ξεκάθαρο πλαίσιο που να κατευθύνει την έρευνά σου, που να σε βοηθά να ξεχωρίσεις το ασήμαντο από το σημαντικό, τι θα πρέπει να ακολουθήσεις και τι όχι, τι θα απορρίψεις και τι θα χρειαστεί να αναπτύξεις.

Δεν γίνεται κανείς βιολόγος με το να του δώσεις πρόσβαση στη βιβλιοθήκη βιολογίας του Χάρβαρντ και να του πεις: “ρίξε μια ματιά”!  Δεν θα του δώσει τίποτα. Και το Ιντερνετ είναι το ίδιο πράγμα, σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.

Αν δεν ξέρεις τι ψάχνεις, αν δεν έχεις κατανόηση του ουσιώδους, με την προϋπόθεση βέβαια ότι είσαι έτοιμος να αναθεωρήσεις αν τα πράγματα φαίνεται να παίρνουν λάθος δρόμο, αν δεν τα έχεις αυτά, τότε η εξερεύνηση του διαδικτύου γίνεται μια τυχαία συλλογή ψευδοδεδομένων (factoids) που δεν σημαίνουν τίποτα.

Συνεπώς, για να έχει νόημα η χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών – του ίντερνετ, των συστημάτων επικοινωνίας, των γραφικών κλπ – θα πρέπει να υπάρχει υπόβαθρο ενός καλά σχεδιασμένου βασικού κατευθυντήριου μηχανισμού. Διαφορετικά, αντί να είναι ωφέλιμη μπορεί να αποβεί επιζήμια.

Αίφνης, η τυχαία αναζήτηση στο διαδίκτυο καταλήγει σε συλλογή ανοήτων – ψευδοδεδομένα από δω κι από κει, κάποιος που τα στηρίζει – και ξαφνικά καταλήγεις σε μια αποσπασματική εικόνα που μπορεί να βασίζεται σε κάποια αληθινά γεγονότα, δεν έχει όμως σχέση με την πραγματικότητα. Πρέπει να ξέρεις πώς να αξιολογείς, να ερμηνεύεις, να κατανοείς.

Πάρε για παράδειγμα τη βιολογία. Το πρόσωπο που παίρνει το Νόμπελ στη Βιολογία δεν είναι αυτός που διάβασε τις περισσότερες δημοσιεύσεις και πήρε τις περισσότερες σημειώσεις, αλλά αυτός που ήξερε τι έψαχνε να βρει. Η καλλιέργεια της ικανότητας να αναζητάς το ουσιώδες και να είσαι πάντα έτοιμος να επανεξετάσεις τις κατευθύνσεις σου, αυτός είναι και θα είναι ο ρόλος της εκπαίδευσης, είτε χρησιμοποιεί κομπιούτερ ή χαρτί και μολύβι ή βιβλία.

Κόστος ή Επένδυση

Γίνεται συζήτηση για το κατά πόσο η εκπαίδευση είναι μια ικανοποιητική επένδυση, για το αν παράγει ανθρώπινο κεφάλαιο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την οικονομική ανάπτυξη κλπ. Είναι, νομίζω, ένας πολύ παράξενος, διαστροφικός τρόπος διατύπωσης του ερωτήματος. Θέλουμε μια κοινωνία ελεύθερων, ανεξάρτητων, δημιουργικών ατόμων που να είναι σε θέση να εκτιμήσουν και να αξιοποιήσουν τα πολιτισμικά επιτεύγματα του παρελθόντος; ή θέλουμε ανθρώπους που θα αυξήσουν απλά το ΑΕΠ;

Σαφώς και δεν είναι το ίδιο πράγμα! Η εκπαίδευση για την οποία μίλησαν ο Μπέρτραντ Ράσσελ, ο Τζων Ντιούι και άλλοι, είναι από μόνη της μία αξία.

Η όποια επίδρασή της στην κοινωνία παράγει αξία επειδή βοηθά στη δημιουργία καλύτερων ανθρώπων. Αυτός θα πρέπει να είναι εξάλλου ο ρόλος ενός εκπαιδευτικού συστήματος.

Αν θέλεις πάλι να το δεις από τη μεριά κόστους-οφέλους, από πού προήλθαν οι νέες τεχνολογίες για τις οποίες μιλήσαμε πριν λίγο; Πράγματι, μεγάλο μέρος τους αναπτύχθηκε στο σημείο που βρισκόμαστε τώρα…

Στον κάτω όροφο υπήρχε στα 1950 το κεντρικό εργαστήριο, στο οποίο δούλεψα κι εγώ ο ίδιος, που ήταν γεμάτο από επιστήμονες, μηχανικούς, φιλόσοφους οι οποίοι ανέπτυσσαν το βασικό χαρακτήρα αλλά και τα κύρια εργαλεία της τεχνολογίας που σήμερα μοιραζόμαστε. Τα κομπιούτερ και το διαδίκτυο π.χ. ήταν σε μεγάλο βαθμό δημοσίως διαθέσιμα για δεκαετίες εξαιτίας τέτοιων εργαστηρίων, όπου άνθρωποι εξερευνούσαν νέες δυνατότητες που μέχρι εκείνο τον καιρό υπήρχαν μόνο στη φαντασία, κάποιες από τις ιδέες απέτυχαν, αυτές που πέτυχαν εξελίχθηκαν τελικά στα εργαλεία που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν.

Αυτός είναι ο τρόπος που εξελίσσεται η επιστήμη, που εξελίσσεται γενικά ο πολιτισμός. Οι κλασσικοί καλλιτέχνες για παράδειγμα προήλθαν από μια καλλιτεχνική παράδοση που αναπτύχθηκε σε βάθος χρόνου μέσα από μάστορες καλλιτέχνες και άλλους, στους ώμους των οποίων στηρίχθηκαν και έφτιαξαν θαυμάσια δημιουργήματα.

Αυτό δεν έρχεται από το πουθενά! Αν δεν υπάρχει ένα ζωντανό πολιτιστικό, εκπαιδευτικό σύστημα που να ενθαρρύνει τη δημιουργική αναζήτηση, την ανεξαρτησία στη σκέψη, τη λαχτάρα για ξεπέρασμα των κατεστημένων ορίων, αν δεν τα έχεις αυτά, δεν θα φτάσεις στη τεχνολογία που θα οδηγήσει σε οικονομικά οφέλη. Συνεπώς, δε νομίζω ότι μπορούν να είναι ο κύριος στόχος ενός πολιτιστικού εμπλουτισμού και φυσικά της εκπαίδευσης η οποία αποτελεί μέρος του.

Εξετάσεις και Αυτονομία

Υπάρχει, ιδιαίτερα στην τρέχουσα περίοδο, μια κλιμακούμενη εξετασιοκεντρική διαμόρφωση της εκπαίδευσης, από τις μικρές ηλικίες. Η εξέταση μπορεί να αποβεί χρήσιμη και για τον εξεταζόμενο – να δω τι ξέρω, που βρίσκομαι, τι έχω και τι δεν έχω πετύχει – και για τους εκπαιδευτές -τι να αλλάξω, να βελτιώσω στην εκπαιδευτική διαδικασία.

Πέρα όμως από αυτό, δε έχει να προσφέρει και πολλά πράγματα. Για πολλά χρόνια τώρα, έχω χρηματίσει προσωπικά σε επιτροπές εισαγωγής μεταπτυχιακών. Ασφαλώς και δίνουμε κάποια σημασία στα αποτελέσματα εξετάσεων, αλλά όχι ιδιαίτερη. Μπορεί κάποιος να τα πάει περίφημα στα τεστ, αλλά να μην κατανοεί και πολλά.

Όλοι μας έχουμε περάσει από σχολεία, κολέγια, πανεπιστήμια και ξέρουμε περί τίνος πρόκειται. Έχεις ένα μάθημα που δε σε ενδιαφέρει ιδιαίτερα αλλά υπάρχει η απαίτηση να περάσεις τα τεστ, μελετάς σκληρά για το τεστ και αριστεύεις στις εξετάσεις. Δυο βδομάδες αργότερα, ξεχνάς ποιο ήταν το θέμα! Όλοι έχουμε σίγουρα τέτοιες εμπειρίες. Εγώ πάντως είχα!

Μπορεί να είναι χρήσιμος ως μηχανισμός, αρκεί να συνεισφέρει στις εποικοδομητικές επιδιώξεις της εκπαίδευσης. Αν είναι μόνο μια σειρά από εμπόδια που πρέπει να περάσεις, τότε, όχι μόνο θα είναι άνευ σημασίας αλλά και ενδεχομένως να σε απομακρύνει από αυτά που θα ήθελες να κάνεις.

Το βλέπω αυτό τακτικά όταν μιλώ σε δασκάλους. Μερικές βδομάδες πριν, έτυχε να μιλήσω σε μια ομάδα που είχε αρκετούς δασκάλους. Μία από αυτούς ήταν δασκάλα της Στ’ – παιδιά 10-12 χρονώ. Ήρθε να μου μιλήσει στο τέλος και, καθώς είχα ήδη θίξει το θέμα, μου είπε για μια εμπειρία της. Στο τέλος του μαθήματος την πλησίασε μια μαθητριούλα και της δήλωσε ότι ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για ένα από τα θέματα που προέκυψαν στο μάθημα. Θα μπορούσε η δασκάλα να της δώσει ιδέες για το πώς θα μπορούσε να το μελετήσει;

Κι η δασκάλα ήταν αναγκασμένη να της πει: “Με συγχωρείς αλλά δε μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο. Πρέπει να μελετήσεις για να περάσεις τις γενικές εξετάσεις. Αυτές θα ορίσουν το μέλλον σου.” “Και,” πράγμα που δεν το είπε αλλά εννοείτε, “το δικό μου μέλλον, τα αν θα με προσλάβουν του χρόνου.” Έτσι ακριβώς δημιουργείται η κατάσταση όπου τα παιδιά αγωνίζονται μετ’ εμποδίων, όχι όμως για να μάθουν, να κατανοήσουν και να εξερευνήσουν.

Σε πολύ καλύτερη θέση θα ήταν το κοριτσάκι αν της δίνονταν η ευκαιρία να ασχοληθεί με αυτό που την ενδιέφερε, κι ας μην τα πήγαινε τόσο καλά στα τεστ για πράγματα που δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα. Θα τα μάθαινε αργότερα, όταν θα προσαρμόζονταν στα ενδιαφέροντά της. Δε λέω ότι οι εξετάσεις θα πρέπει να καταργηθούν, μπορούν να γίνουν ένα χρήσιμο εκπαιδευτικό εργαλείο, αλλά πάντα βοηθητικό, που μας βοηθά – εμάς, τους εκπαιδευτές και άλλους – να βελτιώσουμε αυτό που κάνουμε, να ξέρουμε που βρισκόμαστε.

Μια επιτυχία στις εξετάσεις δε συγκρίνεται με τίποτα με τη δυνατότητα εξερεύνησης, αναζήτησης σε θέματα που μας ενεργοποιούν και μας συναρπάζουν. Είναι πολύ πιο σημαντικό από το να περνάς εξετάσεις. Κι αν ακολουθήσεις καριέρα στην εκπαίδευση, θα θυμάσαι πάντοτε τα πράγματα που ανακάλυψες.

Ένας παγκοσμίου φήμης φυσικός που δίδασκε εδώ στο ΜΙΤ, όταν τον ρωτούσαν οι φοιτητές του “Τι ύλη θα καλύψουμε αυτό το εξάμηνο;” απαντούσε:

“Σημασία δεν έχει τι θα καλύψουμε, αλλά τι θα ανακαλύψετε”!

Κι αυτό είναι το σωστό.

  • Η διδασκαλία πρέπει να εμπνέει τους μαθητές να ανακαλύπτουν μόνοι τους. 
  • Να επανεξετάζουν κάτι με το οποίο δεν συμφωνούν.
  • Να ψάχνουν για εναλλακτικές εάν νομίζουν πως υπάρχουν καλύτερες.
  • Να μελετούν τα μεγάλα επιτεύγματα του παρελθόντος και να εμπεδώνουν επειδή οι ίδιοι τα βρίσκουν ενδιαφέροντα.

Αν η διδασκαλία γίνεται με αυτό τον τρόπο, τότε θα υπάρχει πραγματικό όφελος για τους μαθητές, και όχι μόνο θα θυμούνται τι διδάχτηκαν αλλά και θα μπορούν να το χρησιμοποιήσουν ως βάση για να μαθαίνουν από μόνοι τους. Για μια φορά ακόμα, η εκπαίδευση στοχεύει στο να βοηθήσει τον μαθητή να φτάσει στο σημείο όπου θα αρχίσει να μαθαίνει μόνος του.

Επειδή αυτό ακριβώς θα κάνεις στη ζωή σου. Δεν θα αποδέχεσαι και θα επαναλαμβάνεις απλά αυτά που σου μετέφεραν κάποιοι τρίτοι!

Η συμμετοχή του Νόαμ Τσόμσκι στη συζήτηση “Μάθηση Δίχως Σύνορα”, με τίτλο “Ο Σκοπός της Εκπαίδευσης” – The Purpose of Education. Λήψη βίντεο: Ιανουάριος 2012 στο MIT. 1η Προβολή: Φεβρουάριος 2012 στον ιστότοπο Learning Without Frontiers

***

Πηγή: xeimarros.blogspot

Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Κατηγορίες:
Νέα

Μια “άλλη” πρόταση για την εκπαίδευση

| 0 ΣΧΟΛΙΑ
 

 

Το σχολείο είναι σχεδόν ταυτόσημο στο νου του μαθητή με το πρωινό ξύπνημα, το άγχος, την αποστήθιση, τα διαγωνίσματα και τις εξετάσεις, τους βαθμούς. Αν αυτό είναι πράγματι το σχολείο, δεν αξίζει κανείς να πηγαίνει.

Αν, απεναντίας, έχει ένα προορισμό ανυψωτικό του ανθρώπου, αν είναι ένας χώρος όπου ξεδιπλώνονται οι εσωτερικές δυνάμεις του κάθε νέου, ένας χώρος όπου εξελίσσεται το πνεύμα του, μορφοποιείται και αποκτά φυσιογνωμία ο χαρακτήρας του, ένας χώρος στοχασμού, δημιουργικής πρόσληψης της γνώσης, δημιουργικότητας, χαράς και ζωντάνιας, τότε αξίζει τα πάντα.

Ο Έριχ Φρόμ παρατηρεί πως η ρίζα της λέξης education ανάγεται στο educere, με τη σημασία βγάζω προς τα έξω, προς τα μπροστά ή κάνω να εκδηλωθεί κάτι εν δυνάμει παρόν. Η εκπαίδευση έχει προσλάβει έναν άχαρο και συνάμα ατελέσφορο παθητικό χαρακτήρα, της λείπει εκείνη η ενεργητικότητα που θα προάγει το μαθητευόμενο, που θα κάνει τη γνώση πηγή χαράς και παραγωγικότητας. Η εκπαίδευση, στενά περιορισμένη στην κάλυψη της καθορισμένης ύλης, περιορισμένη εν πολλοίς από τις κατευθυντήριες γραμμές που δίνονται, χάνει την αύρα της ελευθερίας και της δημιουργίας, αποκομμένη από την συστατική της ουσία, την παιδευτική της, δηλαδή, αποστολή.

Δεν είναι τωρινή η διαπίστωση πως η εκπαίδευση πάσχει. Είναι εξατασιοκεντρική, βαθμοθηρική, προωθεί την ξερή απομνημόνευση, κι όχι την ενεργητική γνώση, μπορεί να περιορίζει αντί να χαράσσει νέους δρόμους στον κόσμο της γνώσης, κι άλλα μύρια που θα μπορούσαν να της προσαφθούν.

Συνήθως περιμένουμε από τους άλλους να κάνουν την αλλαγή, να δώσουν το βήμα και εμείς κατόπι τους να ακολουθήσουμε. Οι μεγάλες αλλαγές, εντούτοις, όπως έχει καταδείξει και η ιστορία, ξεκινούν από μεγάλες-παράτολμες μονάδες, πράγμα που μεταθέτει την ευθύνη από το «εσύ» στο «εγώ». Ο εκπαιδευτικός δεν μπορεί να απεμπολήσει την υπόσχεση του, το ἐπάγγελμά του, φέρει μεγάλη ευθύνη, λόγω της φύσης του λειτουργήματός του, απέναντι στους γονείς, στα παιδιά, απέναντι σε όλη την κοινωνία.

Η γνώση είναι μία μύηση, χωρίς σκοταδισμό και αποκρυφισμό αλλά εναπόθεση μπροστά στο άπλετο φως. Η παιδεία είναι θέμα έρωτα, όπως και όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Εκπορεύεται από μία διάχυτη αγάπη του εκπαιδευτικού προς τη γνώση και γεννά αγάπη για τη γνώση. Η πρόκληση αυτής της βιωματικής συγκίνησης στον εσωτερικό κόσμο του μαθητή πρέπει να είναι η συνισταμένη της εκπαίδευσης· δεν επιτυγχάνεται, όμως, δια μαγείας, είναι ο τερματισμός της αφετηρίας.

Δεν θα γινόταν ελκυστικότερη η γλωσσική διαπαιδαγώγηση, αν εμπεριείχε γλωσσικά παιχνίδια (όπως ο αναγραμματισμός), χειροπιαστή τριβή με το λεξικό, γνωστοποίηση του ιστορικού βάρους των λέξεων, γλωσσικές συνάψεις κάθε είδους(συνώνυμα, αντώνυμα, μερώνυμα, πολύσημα); Ο καθένας μας αποτελεί μία μοναδική προσωπικότητα· στο γλωσσικό κόσμο αυτό μεταφράζεται και συστοιχείται ως μοναδική άρθρωση των φθόγγων, ως διαμόρφωση του ατομικού λεξιλογίου και τρόπου έκφρασης, της ιδιολέκτου. Στις γλωσσικές ασκήσεις, στις οποίες θα μπορούσε να συγκαταλεχθεί και η έκθεση, ο εκπαιδευτικός δεν πρέπει να μεταποιήσει το ύφος του μαθητή αλλά να το προσαρμόσει στις επικοινωνιακές συνθήκες και να το απαλλάξει από την απλοϊκότητα σε πολλές περιπτώσεις της σκέψης και της διατύπωσης.

Η εκπαίδευση θα αποκτούσε έναν πνέοντα αέρα, μια ζωντάνια, αν ο εκπαιδευτικός είχε να προσφέρει εκείνες τις πληροφορίες, που αποτελούν τροφή για σκέψη, που προσελκύουν και εν πολλοίς καθηλώνουν, που δημιουργούν συνάψεις και συνειρμούς. Ένα γνωμικό θα μπορούσε, επί παραδείγματι, εν καιρώ να εκπληρώσει το παραπάνω. Στη διδασκαλία της Αντιγόνης ή της Ελένης (όσο εξακολουθούν να διδάσκονται!) θα μπορούσε να δοθεί ο δυναμικός ορισμός της τραγωδίας από το Χέγκελ: «Τραγωδία είναι η σύγκρουση του καλού με το καλό», με τους μαθητές να κληθούν να τον εφαρμόσουν στις εν λόγω τραγωδίες. Τη δημιουργικότητα των νέων θα μπορούσε να ενεργοποιήσει και η εφαρμογή σε νεοελληνικά – και μη – κείμενα της λεγόμενης αισθητικής της πρόσληψης, με τη δέουσα βέβαια προσοχή, ώστε να μην τους εντυπώνεται η ιδέα ότι η λογοτεχνία μπορεί να ερμηνεύεται υποκειμενικά και άρα αυθαίρετα.

Θα έχει αποτύχει η γενικότερη αποστολή του σχολείου, αν δεν είναι μία δεξαμενή ερεθισμάτων. Η μία γνώση θα πρέπει να οδηγεί στην άλλη, ώστε να συμπληρώνεται σιγά-σιγά το πάζλ, χωρίς σε κάθε περίπτωση να ολοκληρώνεται ποτέ· η γνώση καθ’ ολοκληρία δεν κατακτιέται ποτέ. Είμαστε πολύ για το τίποτα και λίγο για το κάτι, όπως έχει λεχθεί. Αν δεν προτείνει λοιπόν το ίδιο το σχολείο αναγνώσματα, ποιος θα το κάνει; Αναγνώσματα, εντούτοις, που χρειάζεται να ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα του κάθε νέου. Ο εκπαιδευτικός εν προκειμένω θα πρέπει να γίνει μια μηχανή αναζήτησης, που, ωστόσο, θα έχει κατεβεί στο ύψος του μαθητή. Μια δανειστική βιβλιοθήκη θα μπορούσε να λειτουργεί σε κάθε σχολείο, ενώ σε ορισμένα διαστήματα θα μπορούσαν να γίνονταν παρουσιάσεις και συζητήσεις πάνω σε ποικίλες θεματικές από το αναγνωσμένα βιβλία, λογοτεχνικά, δοκιμιακά, ελαφρώς επιστημονικά, γεωγραφικά, ιστορικά κλπ. Ας μην ξεχνάμε πως η εκπαίδευση είναι εκείνη που, μέσα από την ποικιλία των μαθημάτων που προσφέρει, καλείται να ανασύρει τις ιδιαίτερες δημιουργικές δυνάμεις, που είναι κρυμμένες στον καθένα.

Στη διδασκαλία των κειμένων μία παραστατική ανάγνωση και μετάφραση τους – αν πρόκειται για αρχαιοελληνικό κείμενο – δεσμεύει λίγο-πολύ το μαθητή να την παρ-ακολουθήσει. Στην ερμηνεία τους τώρα, κάτι το οποίο έχει παραθεωρηθεί είναι πως το πρώτο κλειδί ερμηνείας το δίνει το ίδιο το κείμενο, μέσα από τις πολλαπλές αναγνώσεις και τις επακόλουθες λογικές διασυνδέσεις. Κατά δεύτερον υποβοηθητικά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν οι απόψεις των ερευνητών, κι όχι τα σχόλια που δίνουν τα διάφορα βοηθήματα. Οι αντικρουόμενες σε κάποιες περιπτώσεις γνώμες των ερευνητών θα καταδείξουν στο νέο πως δεν υπάρχει μία και μοναδική προσέγγιση, πως η ομορφιά της γνώσης βρίσκεται στην πολλαπλότητα και στη διαρκή ανανέωση. Η Γραμματική και το Συντακτικό δεν είναι κανόνες προς αποστήθιση, είναι η αποκωδικοποίηση των κειμένων, και σε αυτή την προοπτική θα πρέπει να διδάσκονται, όχι ως αυτοσκοπός. Μια ενδιαφέρουσα πλευρά των κειμένων είναι, ακόμη, η ιστορική τους διαδρομή μέχρι να παραδοθούν σε μας: κείμενα ευρισκόμενα σε χωματερές της Αιγύπτου, σε μούμιες, κείμενα που αλλεπάλληλα αντιγράφηκαν και εν πολλοίς αλλοιώθηκαν, είναι τα κείμενα μας.

Το σχολείο είναι ένας χώρος γνώσης και προβληματισμού, την ίδια στιγμή, εντούτοις, είναι ένας χώρος έν-πνευσης και διαμόρφωσης ήθους και αξιών. Μήπως η επίπληξη που θα κάνει ο εκπαιδευτικός, όταν ακούσει ένα μαθητή του να αθυροστομεί, δεν κινείται σε αυτή την κατεύθυνση; Σε μία εποχή ανακατατάξεων, και ίσως διαστρέβλωσης των πραγμάτων, το ποιες αξίες θα πρέπει να προωθούνται καλό θα ήταν να γίνεται σε συμμόρφωση με τον κοινώς αποδεκτό αξιακό κώδικα της κοινωνίας και του πολιτισμού αλλά και σε συνεννόηση με τους γονείς των μαθητευόμενων.

Όπως ο σπόρος που σπέρνεται, εν καιρώ βλαστάνει και δίνει πολλούς καρπούς, παρομοίως ο εκπαιδευτικός σπέρνει γνώση, παρέχει εφόδια, αναδεικνύει τις πολυμέτωπες ανάγκες της ψυχοσωματικής ανθρώπινης οντότητας, χωρίς πολλές φορές να δει να καρπίζουν. Δεν χάνονται, όμως, έχουν καταγραφεί στο ασυνείδητο και στον κατάλληλο καιρό θα καρποφορήσουν.

Ο δάσκαλος μέσα στην τάξη πρέπει να αναγνωρίζει πρόσωπα με τα οποία έχει οικοδομήσει προσωπική σχέση, όχι κεφάλια. Η παιδεία περνάει από πρόσωπα- σταθμούς στη ζωή του καθενός κατά το μάλλον ή ήττον.

Η εκπαίδευση έχει ανάγκη να αναβλέψει λίγο προς το σαχτουρικό ουρανό και να μεταδώσει αυτό που είδε, να ανανεωθεί με τρόπους παλιούς, μα παραλλήλως κλασικούς, ώστε να γίνει ένας ζωντανός οργανισμός, στον οποίο θα αγαπά να εργάζεται ο εκπαιδευτικός και στον οποίο θα αγαπά να πηγαίνει ο μαθητής. Η εκπαίδευση είναι ανάγκη να εκκολάπτει ανθρώπους κριτικούς, χωρίς πνευματικές αγκυλώσεις, ευτυχισμένους και παραγωγικούς, ικανούς να σταθούν γερά στα πόδια τους εμπιστευόμενοι τις δυνάμεις της αλλά και να επανδρώσουν το πλοίο της πολιτείας μας, να γίνουν, με άλλα λόγια, ενεργά μέλη της κοινωνίας όπου ζούμε.

Του Γαβριήλ Μπομπέτση

Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Κατηγορίες:
Νέα

Ο επιτυχημένος δάσκαλος

| 0 ΣΧΟΛΙΑ
 

teacher4

 

Κατά τον Brophy (1983), οι επιτυχημένοι δάσκαλοι όχι μόνο χρησιμοποι­ούν τον έπαινο για την υιοθέτηση εσωτερικών προσδιορισμών και τη δημιουργία εσωτερικών κινήτρων στους μαθητές τους αλλά διαθέτουν και ορι­σμένα χαρακτηριστικά στη διδασκαλία τους που τους ξεχωρίζουν.

helpΈνα τέτοιο χαρακτηριστικό είναι ότι λαμβάνουν υπόψη τις ατομικές διαφορές των μαθητών τους, που έχουν να κάνουν με την ηλικία και την τάξη στην οποία βρίσκονται, το φύλο τους, την ευφυΐα και το επίπεδο επίτευξης του μαθητή, Τήν προσωπικότητα των μαθητών και τα κίνητρά τους. Αυτό σημαίνει ότι άλλου είδους αλληλεπίδραση θα έχουν με τους μικρότερους και πιο αδύνα­μους μαθητές (ένα προς ένα επαφή και πιο δομημένη διδασκαλία) και άλλn με τους μεγαλύτερους και πιο προχωρημένους μαθητές (περισσότερη ελευθερία και ανακαλυπτική μάθηση, αλληλεπίδραση σε επίπεδο ιδεών).

Μερικά άλλα κρίσιμα χαρακτηριστικά των πετυχημένων δασκάλων εί­ναι:

1) Η προσδοκία ότι θα πετύχουν στη διδασκαλία τους και πως οι μαθη­τές τους θα μάθουν. Αν μια μέθοδος αποτυχαίνει, τότε χρησιμοποιούν άλ­λη, μέχρι που να πετύχουν το στόχο τους.

ορθή κατανομή του χρόνου του σχολείου σε δραστηριότητες μάθησης . Υπάρχει προσανατολισμός προς τα έργα που πρέπει να επιτευ­χθούν, και η σχολική εργασία είναι εντατική αλλά σε περιβάλλον ευχάριστο και φιλικό. Παρά τις υψηλές προσδοκίες επίτευξης, δεν υπάρχει τιμωρητικό περιβάλλον που δημιουργεί άγχος. Υπάρχει ενθουσιασμός με τη μάθηση και την επίτευξη.

3)   Ο χειρισμός και επίβλεψη της τάξης είναι συνεχής. Ο δάσκαλος συντηρεί τη συνεχεία του μαθήματος με επικάλυψη με τα προηγούμενα κε­φάλαια, με πρόκληση της προσοχής στο αντικείμενο της διδασκαλίας και με ποικιλία στις ζητούμενες εργασίες. Κρατά τους μαθητές απασχολημέ­νους ώστε να μην υπάρχει διασπαστική συμπεριφορά. Εξασφαλίζει ότι οι μαθητές γνωρίζουν τι περιμένει ο δάσκαλος από αυτούς και πώς θα το πε­τύχουν.

partnership4)   Η διευθέτηση των βημάτων της διδασκαλίας είναι τέτοια που ο ρυθ­μός του μαθήματος να μην είναι αργός —οπότε προκαλεί χαλάρωση της προσοχής —, ούτε πολύ γρήγορος, γιατί δεν μπορούν να τον παρακολου­θήσουν οι μαθητές. Ο ρυθμός βάδην (μικρά βήματα σε γρήγορο ρυθμό) φαίνεται ότι είναι κατάλληλος για τη συντήρηση της προσοχής και τη μάθη­ση. Ο ρυθμός αυτός αλλάζει ανάλογα με τη δυσκολία του αντικειμένου του μαθήματος. Πιο δύσκολα θέματα απαιτούν αργότερους ρυθμούς. Επίσης, ο ρυθμός επιτυχίας στο κάθε επιμέρους έργο πρέπει να είναι πολύ υψη­λός, ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή μετάβαση στα επόμενα Βήματα της δι­δασκαλίας.

5)   Η διδασκαλία είναι ενεργητική, με επίδειξη δεξιοτήτων, επεξήγηση εννοιών, δημιουργία συνθηκών συμμετοχής και άσκησης, ερμηνεία του πώς γίνεται η άσκηση πριν τα παιδιά αρχίσουν την προσπάθεια με αυτήν.

6)   Η διδασκαλία δε σταματά μέχρι να υπάρξει υπερμάθηση, δηλαδή πλήρης κατοχή και επανάληψη, σε σημείο που να μην υπάρχουν κενά στη γνώση.

Πραγματικά, η διδασκαλία είναι μια τέχνη που συχνά είναι δύσκολο να περιγράφει και να εφαρμοστεί, γιατί υπάρχει μια συνεχής προσαρμογή των μεθόδων και πρακτικών ανάλογα με την τάξη και τους μαθητές που έ­χει κανείς απέναντι του. Αυτό που φαίνεται να έχει σημασία είναι ο ενθου­σιασμός του δασκάλου με τη δουλειά του, ο οποίος παρασύρει και τους μαθητές σε αυτήν. Ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο ενθουσιασμός στην αρχή της μάθησης, όταν ο μαθητής δε διαθέτει ακόμη κίνητρα δικά του και προσδιορισμούς εσωτερικούς που θα συντηρούν την προσπάθειά του. Όσο προχωρεί ο μαθητής και πλησιάζει την περιοχή του ειδικού (του δα­σκάλου ή του καθηγητή), τόσο αλλάζει και η μορφή της διδασκαλίας, μια και τότε χρειάζεται η μύηση του μαθητή στη βαθύτερη κατανόηση των σχέ­σεων που διέπουν τα φαινόμενα. Τότε η διδασκαλία γίνεται πιο εξειδικευ­μένη και πιο λεπτομερειακή, και η υπάρχουσα εσωτερική ευχαρίστηση ενισχύεται από την επίτευξη νέων επιπέδων κατανόησης και επίδοσης.

kinitronΑ. Κωσταρίδου-Ευκλείδη  – Ψυχολογία Κινήτρων 

Πηγή: http://antikleidi.com

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Καστοριάδης: αν δεν υπάρχει έρωτας μες στην εκπαίδευση, δεν υπάρχει εκπαίδευση

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Κατηγορίες:
Νέα

Ο πιο καλός... καθηγητής πρέπει να διδάσκει· αξιοκρατία στο εκπαιδευτικό σύστημα

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Η ποιότητα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε μια χώρα δεν εξαρτάται ούτε από τις κρατικές δαπάνες, ούτε από το μέγεθος της τάξης, ούτε από τον «προοδευτικό» χαρακτήρα των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων! Εξαρτάται από έναν και μοναδικό παράγοντα: την ποιότητα του εκπαιδευτικού προσωπικού.

Τα επιτυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο είναι εκείνα που καταφέρνουν να εντάσσουν στο διδακτικό τους προσωπικό τους πιο ταλαντούχους. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η έρευνα την οποία έκανε η γνωστή εταιρεία συμβούλων McKinsey. Στόχος της ογκώδους έρευνας -που πραγματοποιήθηκε τα έτη 2000 με 2007- ήταν να εντοπίσει τους παράγοντες εκείνους που παίζουν τον καθοριστικό ρόλο στην ποιότητα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας παιδείας.

Παίρνοντας ως άξονα αναφοράς τις επιδόσεις των διάφορων εκπαιδευτικών συστημάτων στον κόσμο -όπως προκύπτει από τη γνωστή έκθεση Piza του ΟΟΣΑ καθώς και άλλες ανάλογες μελέτες- καθώς και συνεντεύξεις με πάνω από 100 ειδικούς, πολιτικούς και εκπαιδευτικούς σε όλο τον κόσμο, η έρευνα της McKinsey προσπάθησε να εντοπίσει τα κοινά στοιχεία τα οποία έχουν όλα τα top εκπαιδευτικά συστήματα- όπως της Φινλανδίας, της Σιγκαπούρης, της Νότιας Κορέας κ.λπ. Ενα από τα πρώτα συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι οι δαπάνες για την παιδεία καθώς και το μέγεθος της τάξης δεν φαίνεται να παίζουν ουσιαστικό ρόλο στις επιδόσεις των μαθητών.

Μεταξύ των ετών 1980 και 2005, οι δημόσιες εκπαιδευτικές δαπάνες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στις ΗΠΑ ανά μαθητή αυξήθηκαν κατά (αποπληθωρισμένο) 73%. Την ίδια περίοδο οι ΗΠΑ προσέλαβαν περισσότερους δάσκαλους/καθηγητές με αποτέλεσμα η αναλογία εκπαιδευτικών/μαθητών να μειωθεί κατά 18%. Το μέγεθος των τάξεων στις ΗΠΑ το 2005 ήταν το μικρότερο στην ιστορία της χώρας. Ομως οι επιδόσεις των μαθητών το 2005 παρέμειναν στα επίπεδα του 1980. Ανάλογα είναι και τα αποτελέσματα και σε άλλες χώρες. Μεταξύ των ετών 1995-2004 χώρες όπως η Νέα Ζηλανδία, η Αυστραλία, η Σουηδία, η Νορβηγία, η Ολλανδία και η Ιαπωνία αύξησαν θεαματικά τις δαπάνες τους για την παιδεία. Ομως οι μέσες επιδόσεις των παιδιών στα μαθηματικά ηλικίας 13 και 14 ετών, είτε παρέμεναν οι ίδιες είτε χειροτέρευσαν.

Τα τελευταία έτη κάθε χώρα στον ΟΟΣΑ αύξησε τον αριθμό του εκπαιδευτικού προσωπικού σε σχέση με τον αριθμό των μαθητών. Ομως όλες οι έρευνες δείχνουν ότι η μείωση του μεγέθους της τάξης δεν έχει σημαντικές επιπτώσεις στις επιδόσεις των μαθητών. Από τις 112 μελέτες, μόνο οι 9 έδειξαν ότι υπάρχει ένας θετικός συσχετισμός. Οι άλλες 103 βρήκαν είτε ότι δεν υπάρχει καμιά σχέση είτε ότι υπάρχει αρνητική σχέση -δηλαδή η μείωση του αριθμού των μαθητών σε μια τάξη όχι μόνο δεν βελτιώνει τις επιδόσεις αλλά ενίοτε τις χειροτερεύει. Η εξήγηση είναι απλή: στο βαθμό που η μείωση του μεγέθους των τάξεων σημαίνει περισσότερους καθηγητές, αυτό συνεπάγεται -με σταθερό το επίπεδο των δαπανών- αφ’ ενός λιγότερα χρήματα για κάθε καθηγητή και αφετέρου -και αυτό είναι το πιο σημαντικό- μειωμένες απαιτήσεις στην επιλογή του διδακτικού προσωπικού.

Ο κυριότερος παράγοντας που φαίνεται να επηρεάζει τις μαθητικές επιδόσεις είναι η ποιότητα του εκπαιδευτικού προσωπικού. Διάφορες μελέτες που λαμβάνουν υπόψη τους όλους τους παράγοντες δείχνουν ότι οι μαθητές που διδάσκονται από καλούς εκπαιδευτικούς θα προχωρήσουν με τριπλάσια ταχύτητα από ό,τι μαθητές με κακούς εκπαιδευτικούς. Οι επιπτώσεις για τον μαθητή, σύμφωνα με την έκθεση, ενός χαμηλής ποιότητας δασκάλου στα πρώτα χρόνια του σχολείου, μπορεί όχι απλώς να είναι αρνητικές αλλά και μη αντιστρέψιμες. Οπως δείχνει μια σειρά ερευνών, οι μαθητές που δεν κάνουν αρκετή πρόοδο τα πρώτα χρόνια στο δημοτικό σχολείο, λόγω ενός κακού δασκάλου, έχουν ελάχιστες πιθανότητες να ανακάμψουν αργότερα.

Τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα στρατολογούν συστηματικά τους πιο προικισμένους για να τους εντάξουν στο εκπαιδευτικό προσωπικό.

Αυτό το επιτυγχάνουν μέσω της αυστηρής επιλογής των ατόμων που θα φοιτήσουν σε παιδαγωγικές ακαδημίες ή ανάλογα ιδρύματα. Τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο στρατολογούν τους δασκάλους από το κορυφαίο 5%- 30% των αποφοίτων. Στην Κορέα από το 5%, στη Φινλανδία από το 10% και στο Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη από το 30%. Αντίστροφα τα κακά εκπαιδευτικά συστήματα συνήθως ελκύουν τους χειρότερους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Μέση Ανατολή -όπου το επίπεδο της παιδείας είναι ιδιαίτερα χαμηλό- οι δάσκαλοι προέρχονται από το χειρότερο 30%. Το ίδιο παρεμπιπτόντως ίσχυε και μέχρι πρόσφατα στις ΗΠΑ!

Ενα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο των καλών εκπαιδευτικών συστημάτων είναι ότι δίνουν μεγάλη έμφαση στη σωστή επιλογή των ατόμων που θα αναλάβουν ηγετικό ρόλο στο σχολείο (διευθυντές, γυμνασιάρχες λυκειάρχες). Ολες οι έρευνες δείχνουν ότι χωρίς έναν αποτελεσματικό και ικανό ηγέτη, ένα σχολείο είναι αδύνατο να αναπτύξει μια κουλτούρα υψηλών προσδοκιών ή να προσπαθεί να επιτύχει συνεχή βελτίωση. Ο μοναδικός ρόλος και η μοναδική υποχρέωση του διευθυντή ενός σχολείου είναι να επιβλέπει την ποιότητα της διδασκαλίας του απασχολούμενου εκπαιδευτικού προσωπικού. Δεν έχει καμιά άλλη γραφειοκρατική υποχρέωση, έτσι ώστε να μπορεί να αφοσιωθεί απερίσπαστα στο έργο του, που είναι η βελτίωση της διδασκαλίας των υφισταμένων του.

Υποσημείωση: Από τις 122 μελέτες του ΟΟΣΑ, μόνο οι 9 έδειξαν ότι η μείωση των μαθητών ανά τάξη και η αύξηση καθηγητών βελτιώνει τις μαθητικές επιδόσεις. Οι άλλες 103 κατέγραψαν ως κυριότερο παράγοντα την ποιότητα του εκπαιδευτικού.

Πηγή: Ελευθεροτυπία

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...
web design by