Το πρώτο σημάδι ότι ο εγκέφαλος μπορούσε όντως να παρατηρηθεί εν δράσει ήρθε τον 19ο αιώνα, όταν οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι η δραστηριότητα των νεύρων προκαλεί μεταβολές στη ροή του αίματος και στα επίπεδα του οξυγόνου. Παρακολουθώντας αυτά τα επίπεδα, μπορούσε κανείς θεωρητικά να δει μια αντανάκλαση της λειτουργίας του εγκεφάλου. Το 1890 ο Γουίλλιαμ Τζέιμς ανέφερε στο βιβλίο του Ρrinciples of Psychology το έργο του Ιταλού φυσιολόγου Άντζελο Μόσσο, που είχε καταγράψει τους παλμούς του εγκεφάλου σε ασθενείς που είχαν οπές στο κρανίο μετά από εγχειρήσεις στον εγκέφαλο.
Ο Μόσσο παρατήρησε ότι κατά τη διάρκεια της νοητικής δραστηριότητας οι παλμοί αυξάνονταν σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου, και υπέθεσε σωστά ότι οι μεταβολές οφείλονταν σε δραστηριότητα των νευρώνων στις συγκεκριμένες περιοχές. Δυστυχώς, με την τεχνολογία της εποχής εκείνης μπορούσε να κάνει κανείς τέτοιου είδους παρατηρήσεις και μετρήσεις μόνο αν το κρανίο ήταν κομμένο, ώστε να υπάρχει πρόσβαση στον εγκέφαλο.
Αν και αυτή δεν είναι μια πρακτική στρατηγική για τη μελέτη του ανθρώπινου εγκεφάλου, είναι ακριβώς αυτό που έκαναν οι επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ το 1899 – πάνω σε σκύλους, γάτες και κουνέλια. Οι επιστήμονες του Κέιμπριτζ χρησιμοποίησαν ηλεκτρικά ρεύματα για να ερεθίσουν διάφορες νευρικές οδούς σε κάθε ζώο, και στη συνέχεια μέτρησαν την απόκριση του εγκεφάλου με εργαλεία που τοποθέτησαν κατευθείαν πάνω στον ζωντανό ιστό. Απέδειξαν ότι υπήρχε μια σύνδεση ανάμεσα στην κυκλοφορία του εγκεφάλου και τον μεταβολισμό, αλλά η μέθοδός τους ήταν τόσο χοντροκομμένη όσο και βάναυση, και δεν είχε συνέχεια. Ούτε η ανακάλυψη των ακτινών X πρόσφερε μια εναλλακτική λύση, διότι οι ακτίνες X μπορούν να ανιχνεύσουν μόνο τις φυσικές δομές του εγκεφάλου και όχι τις δυναμικές και συνεχώς μεταβαλλόμενες ηλεκτρικές και χημικές διεργασίες του. Έτσι, ο ενεργός εγκέφαλος παρέμεινε εκτός πρόσβασης για άλλον έναν αιώνα. Μετά, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, περίπου εκατό χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου του Φρόυντ “Η ερμηνεία των ονείρων”, έγινε ξαφνικά ευρέως διαθέσιμη η λΑΜΣ.
H λΑΜΣ (λειτουργική Απεικόνιση Μαγνητικού Συντονισμού) αποτελεί μια παραλλαγή της συνηθισμένης μαγνητικής τομογραφίας που χρησιμοποιεί ο γιατρός σας. Οι επιστήμονες του 19ου αιώνα είχαν συμπεράνει σωστά ότι το κλειδί για να διαπιστωθεί ποιο τμήμα του εγκεφάλου βρίσκεται σε λειτουργία μια δεδομένη χρονική στιγμή είναι το γεγονός ότι όταν τα νευρικά κύτταρα είναι ενεργά, αυξάνεται η κυκλοφορία επειδή αυξάνεται η κατανάλωση οξυγόνου από τα κύτταρα. Με τη λΑΜΣ οι επιστήμονες μπορούν να χαρτογραφήσουν την κατανάλωση οξυγόνου απ’ έξω από το κρανίο, μέσω των κβαντικών ήλεκτρομαγνητικών αλληλεπιδράσεων των ατόμων στο εσωτερικό του εγκεφάλου. Έτσι η λΑΜΣ επιτρέπει τη μη παρεμβατική τριδιάστατη εξερεύνηση του φυσιολογικού ανθρώπινου εγκεφάλου ενώ αυτός βρίσκεται σε λειτουργία. Δεν προσφέρει μόνο έναν χάρτη των δομών του εγκεφάλου, αλλά δείχνει ποιες από αυτές είναι ενεργές σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή, και επιτρέπει στους επιστήμονες να παρακολουθούν πώς αλλάζουν οι ενεργές περιοχές με την πάροδο του χρόνου. Με τον τρόπο αυτό, οι νοητικές διεργασίες μπορούν τώρα να συσχετιστούν με συγκεκριμένες νευρικές οδούς και εγκεφαλικές δομές.
Στις προηγούμενες σελίδες ανέφερα σε πολλές περιπτώσεις ότι ο εγκέφαλος κάποιου συμμετέχοντα σε πείραμα είχε απεικονιστεί μαγνητικά, ή ότι σε κάποια περίσταση ήταν ή δεν ήταν ενεργό ένα συγκεκριμένο τμήμα του εγκεφάλου. Για παράδειγμα, είπα ότι ο ινιακός λοβός του ασθενούς ΤΝ δεν λειτουργούσε, εξήγησα ότι ο κογχομετωπιαίος φλοιός σχετίζεται με την εμπειρία της ευχαρίστησης και ανέφερα ότι οι μελέτες απεικόνισης του εγκεφάλου δείχνουν την ύπαρξη δύο κέντρων σωματικού πόνου. Όλες αυτές οι διαπιστώσεις έγιναν δυνατές χάρις στην τεχνολογία της λΑΜΣ. Αν και τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί και άλλες καινούργιες και συναρπαστικές τεχνολογίες, η έλευση της λΑΜΣ άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο οι επιστήμονες μελετούν τον νου, και η σημασία της συγκεκριμένης μεθόδου για τη βασική έρευνα παραμένει αξεπέραστη.
Αν καθόμασταν μπροστά σε έναν υπολογιστή που θα περιείχε τα δεδομένα μιας εξέτασης λΑΜΣ, οι επιστήμονες θα μπορούσαν να πάρουν μια εικονική τομή από οποιαδήποτε περιοχή του εγκεφάλου σας και σε οποιαδήποτε κατεύθυνση, και να δουν αυτή την περιοχή σχεδόν όπως θα την έβλεπαν αν είχαν κάνει τομή στον ίδιο τον εγκέφαλο. Η παραπάνω εικόνα, για παράδειγμα, δείχνει μια τομή κατά μήκος του κεντρικού επιπέδου του εγκεφάλου, ενώ ο συμμετέχων βρίσκεται σε κατάσταση ονειροπόλησης. Οι λίγο πιο σκοτεινές περιοχές αριστερά και δεξιά υποδηλώνουν δραστηριότητα στον μέσο προμετωπιαίο φλοιό και στον οπίσθιο φλοιό του προσαγωγίου αντίστοιχα.
Οι νευροεπιστήμονές σήμερα διαιρούν συνήθως τον εγκέφαλο σε τρεις αδρές περιοχές, με βάση τη λειτουργία, τη φυσιολογία και την εξελικτική ανάπτυξή τους. Σε αυτή την κατηγοριοποίηση, η πιο πρωτόγονη περιοχή είναι ο «ερπετικός εγκέφαλος», που είναι υπεύθυνος αφ’ ενός για τις βασικές λειτουργίες της επιβίωσης, όπως η διατροφή, η αναπνοή και ο καρδιακός ρυθμός, και αφ’ ετέρου για τις πρωτόγονες εκδοχές των αισθημάτων του φόβου και της επιθετικότητας οι οποίες υποκινούν τα ένστικτα «πάλης ή φυγής». Όλα τα σπονδυλωτά -πουλιά, ερπετά, αμφίβια, ψάρια και θηλαστικά- έχουν τις δομές του ερπετικού εγκεφάλου.
Η δεύτερη περιοχή, το μεταιχμιακό σύστημα, είναι πιο εξελιγμένη και αποτελεί την πηγή της ασυνείδητης κοινωνικής αντίληψής μας. Είναι ένα σύνθετο σύστημα που ο ορισμός του μπορεί να παρουσιάζει μικρές διαφορές από ερευνητή σε ερευνητή, γιατί παρ’ όλο που ο αρχικός προσδιορισμός του ήταν ανατομικός, το μεταιχμιακό σύστημα κατέληξε να προσδιορίζεται μέσω της λειτουργίας του, ως το εγκεφαλικό σύστημα που παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των κοινωνικών συναισθημάτων. Στους ανθρώπους το μεταιχμιακό σύστημα ορίζεται συχνά σαν ένας δακτύλιος δομών, μερικές από τις οποίες τις έχουμε ήδη συναντήσει, όπως ο μεσοκοιλιακός προμετωπιαίος φλοιός, ο πρόσθιος ραχιαίος φλοιός του προσαγωγίου, η αμυγδαλή, ο ιππόκαμπος, ο υποθάλαμος, τα στοιχεία των βασικών γαγγλίων και, μερικές φορές, ο κογχομετωπιαίος φλοιός. Το μεταιχμιακό σύστημα επαυξάνει τα αντανακλαστικά συναισθήματα του ερπετικού εγκεφάλου και παίζει σημαντικό ρόλο στη γένεση των κοινωνικών συμπεριφορών. Πολλές από τις δομές αυτής της δεύτερης περιοχής μερικές φορές ταξινομούνται μαζί στον λεγόμενο «παλαιό εγκέφαλο των θηλαστικών», τον οποίο έχουν όλα τα θηλαστικά, σε αντίθεση με την τρίτη περιοχή -τον νεοφλοιό ή «νέο» εγκέφαλο των θηλαστικών-, της οποίας οι δομές εν γένει απουσιάζουν στα πιο πρωτόγονα θηλαστικά.
Ο νεοφλοιός βρίσκεται πάνω από το μεγαλύτερο τμήμα του μεταιχμιακού συστήματος. Όπως ίσως θυμάστε από το Κεφάλαιο 2, χωρίζεται σε λοβούς και είναι υπερμεγέθης στους ανθρώπους. Είναι αυτή η φαιά ουσία που σκέφτονται συνήθως οι άνθρωποι όταν μιλάνε για τον εγκέφαλο. Στο Κεφάλαιο 2 μιλήσαμε για τον ινιακό λοβό, που βρίσκεται στην πίσω πλευρά του κεφαλιού και περιλαμβάνει τα οπτικά κέντρα πρωτοταγούς επεξεργασίας. Στο ίδιο κεφάλαιο αναφερθήκαμε και στον μετωπιαίο λοβό, που, όπως δηλώνει και το όνομά του, βρίσκεται στο μπροστινό μέρος.
Το γένος Homo , από το οποίο έχει επιζήσει μόνο το είδος Homa sapiens, οι άνθρωποι, πρωτοεμφανίστηκε περίπου πριν από δύο εκατομμύρια χρόνια. Ανατομικά, ο Ηomo sapiens έφτασε στη σημερινή του μορφή περίπου πριν από 200.000 χρόνια αλλά, όπως έχουμε ήδη πει, από συμπεριφορικής πλευράς εμείς οι άνθρωποι αποκτήσαμε τα τωρινά χαρακτηριστικά μας, όπως τον πολιτισμό, μόλις πριν από 50.000 χρόνια περίπου. Στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στον αρχικό Ηomo και τον εαυτό μας, ο εγκέφαλος διπλασιάστηκε σε μέγεθος. Ένα δυσανάλογα μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης συνέβη στον μετωπιαίο λοβό, επομένως είναι εύλογο να θεωρήσει κανείς ότι ο μετωπιαίος λοβός είναι η έδρα κάποιων από τις ιδιαίτερες ποιότητες που χαρακτηρίζουν τους ανθρώπους. Αλλά τι κάνει αυτή η διευρυμένη δομή που να επαυξάνει την ικανότητά μας για επιβίωση σε βαθμό που θα δικαιολογούσε την προτίμηση που της έδειξε η φύση;
Ο μετωπιαίος λοβός περιλαμβάνει περιοχές που ελέγχουν την επιλογή και την εκτέλεση των λεπτών κινητικών λειτουργιών -ιδιαίτερα των δαχτύλων, των άκρων των χεριών και των ποδιών και της γλώσσας-, που είναι αναμφίβολα σημαντικές για την επιβίωση στην άγρια φύση. Αξίζει να σημειώσουμε πως στον μετωπιαίο λοβό εδράζεται επίσης ο έλεγχος των κινητικών λειτουργιών του προσώπου. Όπως θα δούμε , οι λεπτές αποχρώσεις των εκφράσεων του προσώπου είναι επίσης κρίσιμες για την επιβίωση λόγω του ρόλου που παίζουν στην κοινωνική επικοινωνία. Αλλά εκτός από τις περιοχές που σχετίζονται με τις κινητικές λειτουργίες, ο μετωπιαίος λοβός περιλαμβάνει, όπως προαναφέραμε, και μια δομή που ονομάζεται προμετωπιαίος φλοιός. «Προμετωπιαίος» σημαίνει κυριολεκτικά «στο μπροστινό μέρος του μετώπου», εκεί δηλαδή όπου βρίσκεται ο προμετωπιαίος φλοιός. Αυτή ακριβώς είναι η δομή στην οποία διακρίνεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο η ανθρώπινη υπόστασή μας. Ο προμετωπιαίος φλοιός είναι υπεύθυνος για τον σχεδίασμά και την ενορχήστρωση των σκέψεων και των ενεργειών μας σύμφωνα με τους στόχους μας, καθώς και για την ενοποίηση της συνειδητής σκέψης, της αντίληψης και του συναισθήματος- θεωρείται η έδρα της συνείδησής μας .Ο μεσοκοιλιακός προμετωπιαίος φλοιός και ο κογχομετωπιαίος φλοιός, τμήματα του μεταιχμιακού συστήματος, είναι υποσυστήματα στο εσωτερικό του προμετωπιαίου φλοιού.
Αν και η ανατομική αυτή διαίρεση του εγκεφάλου σε ερπετικό εγκέφαλο, μεταιχμιακό σύστημα (ή παλαιό εγκέφαλο των θηλαστικών) και νεοφλοιό (ή νέο εγκέφαλο των θηλαστικών) έχει χρησιμότητα -και θα συνεχίσουμε να αναφερόμαστε περιστασιακά σε αυτή-, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι πρόκειται για μια απλουστευμένη εικόνα. Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Για παράδειγμα, τα σαφή εξελικτικά βήματα που υποδηλώνει αυτή η διαίρεση δεν αποδίδουν ακριβώς τον τρόπο που συνέβησαν τα πράγματα, αφού ορισμένα από τα λεγάμενα «πρωτόγονα πλάσματα» έχουν ιστό παρόμοιο με του νεοφλοιού. Επομένως, η συμπεριφορά αυτών των ζώων μπορεί να μην καθοδηγείται τόσο ολοκληρωτικά από τα ένστικτα όσο πιστεύαμε κάποτε. Επίσης, οι τρεις διακριτές περιοχές περιγράφονται σαν σχεδόν αυτόνομες, αλλά στην πραγματικότητα απαρτίζουν ένα ενιαίο σύνολο και εργάζονται από κοινού, μέσω των πολυάριθμων νευρικών συνδέσεών τους. Η πολυπλοκότητα του εγκεφάλου αντανακλάται στο γεγονός ότι από μόνος του ο ιππόκαμπος, μια μικροσκοπική δομή στα βάθη του εγκεφάλου, αποτελεί το αντικείμενο ενός ογκώδους επιστημονικού εγχειριδίου. Ένα άλλο πρόσφατο έργο, ένα ακαδημαϊκό άρθρο που περιέγραφε την έρευνα σε έναν μόνο τύπο νευρικού κυττάρου στον υποθάλαμο, είχε έκταση πάνω από εκατό σελίδες και παρέθετε 700 περίτεχνα πειράματα. Αυτός είναι ο λόγος που, παρ’ όλη την έρευνα που έχει ήδη γίνει, ο ανθρώπινος νους, τόσο ο συνειδητός όσο και ο ασυνείδητος, παρουσιάζει ακόμη τεράστιο μυστήριο και χιλιάδες επιστήμονες σε όλο τον κόσμο εξακολουθούν να εργάζονται για να φωτίσουν τη λειτουργία αυτών των περιοχών στο μοριακό, κυτταρικό, νευρικό και ψυχολογικό επίπεδο, εξιχνιάζοντας με ολοένα και μεγαλύτερη ακρίβεια το πώς αλληλεπιδρούν οι διάφορες οδοί για να παραγάγουν τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά μας.
Με την έλευση της λΑΜΣ και την αυξανόμενη δυνατότητα των επιστημόνων να μελετούν πώς συμβάλλουν οι διαφορετικές εγκεφαλικές δομές στις σκέψεις, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά, τα δύο ρεύματα που διαδέχθηκαν τον συμπεριφορισμό άρχισαν να ενώνουν τις δυνάμεις τους. Οι κοινωνικοί ψυχολόγοι συνειδητοποίησαν πως μπορούσαν να ξεκαθαρίσουν και να επαληθεύσουν τις θεωρίες τους για τις ψυχολογικές διεργασίες συνδέοντάς τες με τις πηγές τους στον εγκέφαλο. Οι γνωστικοί ψυχολόγοι αντιλήφθηκαν ότι μπορούσαν να εντοπίσουν τις ρίζες των νοητικών καταστάσεων. Αλλά και οι νευροεπιστήμονες, που έστιαζαν στη φυσική συγκρότηση του εγκεφάλου, κατάλαβαν ότι θα μπορούσαν να κατανοήσουν καλύτερα τη λειτουργία του αν γνώριζαν για τις νοητικές καταστάσεις και τις ψυχολογικές διεργασίες που παράγονται από τις διάφορες δομές. Και έτσι αναδύθηκε ένα νέο πεδίο, η κοινωνική γνωστική νευροεπιστήμη ή, πιο απλά, κοινωνική νευροεπιστήμη. Πρόκειται για το πάντρεμα τριών κλάδων: της κοινωνικής ψυχολογίας, της γνωστικής ψυχολογίας και της νευροεπιστήμης. Όπως προαναφέραμε, η πρώτη συνάντηση κοινωνικών νευροεπιστημόνων πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2001. Για να πάρετε μια ιδέα για το πόσο γρήγορα αναπτύχθηκε το πεδίο, σκεφτείτε τα εξής. Η πρώτη ακαδημαϊκή δημοσίευση για έρευνα που είχε γίνει με βάση τη λΑΜΣ εμφανίστηκε το 1991. Ολόκληρο το 1992 παρουσιάστηκαν μόνο τέσσερις τέτοιες δημοσιεύσεις. Μέχρι και το 2001, μια αναζήτηση για τις λέξεις «κοινωνική γνωστική νευροεπιστήμη» στο Διαδίκτυο έδινε μόλις 53 αποτελέσματα. Αλλά το 2007 τα αποτελέσματα για την ίδια ακριβώς αναζήτηση ήταν πάνω από 30.000,42 και οι νευροεπιστήμονες είχαν φτάσει να δημοσιεύουν μια νέα μελέτη βασισμένη στη λΑΜΣ κάθε τρεις ώρες.
Σήμερα, με τις νέες δυνατότητες που έχουν οι ερευνητές να παρακολουθούν τον εγκέφαλο εν δράσει και να καταλαβαίνουν τις ρίζες και το βάθος του ασυνείδητου, τα όνειρα του Βουντ, του Τζέιμς και των άλλων εκπροσώπων της Νέας Ψυχολογίας που ήθελαν να κάνουν αυτό το πεδίο μια αυστηρή πειραματική επιστήμη γίνονται επιτέλους πραγματικότητα. Και παρότι η αντίληψη του Φρόυντ για το ασυνείδητο ήταν προβληματική, η έμφασή του στη σημασία της ασυνείδητης σκέψης φαίνεται όλο και πιο βάσιμη. Ασαφείς έννοιες όπως το «αυτό» (id) και το «εγώ» (ego) έχουν δώσει τώρα τη θέση τους σε χάρτες της δομής, της συνεκτικότητας και της λειτουργίας του εγκεφάλου. Αυτό που έχουμε μάθει είναι ότι μεγάλο μέρος της κοινωνικής μας αντίληψης -όπως η όραση, η ακοή και η μνήμη μας- φαίνεται να προχωράει μέσα από οδούς που δεν συνδέονται με την επίγνωση, την πρόθεση ή τη συνειδητή προσπάθεια. Το πώς αυτός ο υποκατωφλικός προγραμματισμός επηρεάζει τη ζωή μας, τον τρόπο που παρουσιάζουμε τον εαυτό μας, τον τρόπο που επικοινωνούμε και κρίνουμε τους άλλους ανθρώπους, τον τρόπο που αντιδρούμε στις κοινωνικές καταστάσεις και τον τρόπο που στοχαζόμαστε τον εαυτό μας είναι το έδαφος που θα εξερευνήσουμε στα επόμενα κεφάλαια.
***
Leonard Mlodinow (Λέοναρντ Μλοντίνοφ) – Κάτω από το κατώφλι. Το νέα ασυνείδητο και τι μας διδάσκει.