βιβλία (2 άρθρα)

Πρέπει να διαβάζουν τα παιδιά τα σχολικά μαθήματά τους το καλοκαίρι;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ


Μελέτη το καλοκαίρι; Μα τι διακοπές είναι άραγε αυτές που απαιτούν διάβασμα; Η Denise Pope Cooper λέκτορας του Πανεπιστημίου Stanford στο τμήμα εκπαίδευσης αναλύει κι αιτιολογεί αν και κατά πόσο ωφελεί ένα παιδί η μελέτη σχολικών μαθημάτων μέσα στο καλοκαίρι.

Ο Harris Cooper, πρόεδρος του τμήματος Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών του Πανεπιστημίου Duke, επισημαίνει ότι παρ’ όλο που δεν υπάρχουν επίσημες έρευνες και στατιστικά νούμερα για το πόσες ώρες μελετάνε τα παιδιά κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών, παρατηρεί μια αύξηση των ωρών μελέτης τα δύο τελευταία χρόνια.

Τι λένε οι δάσκαλοι και οι καθηγητές….

Συχνά οι εκπαιδευτικοί συμβουλεύουν τους γονείς: «Το καλοκαίρι τα παιδιά πρέπει να κάνουν επανάληψη την ύλη της τάξης τους… μία ωρίτσα διάβασμα την ημέρα…. όχι παραπάνω και θα δείτε μεγάλη διαφορά στην επίδοσή τους του χρόνου».

Στον αντίποδα υπάρχουν εκπαιδευτικοί που υποστηρίζουν ότι «η καλοκαιρινή μελέτη δεν συγκρίνεται με την μελέτη κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Η καλοκαιρινή μελέτη είναι μία πλήρης απασχόληση και αυτό δεν πρέπει κανένας γονέας να το ξεχνάει. Τα παιδιά πρέπει να χαλαρώνουν και να αποτοξινώνονται από μία σχολική χρονιά που συνήθως είναι εντατική και διόλου ευχάριστη»

kid-reading-995002_790730897611103_1619945644_n_4

Τι λένε οι γονείς.

Διακοπές μετά μελέτης… 

Η άποψη ότι στις διακοπές τα παιδιά πρέπει να μελετούν βρίσκει αρκετούς υποστηρικτές στις μέρες μας. Ιδιαίτερα όταν τα παιδιά μεταβαίνουν από μία εκπαιδευτική βαθμίδα σε μία άλλη (π.χ από το νηπιαγωγείο στο Δημοτικό, από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, από το Γυμνάσιο στο Λύκειο).

Διακοπές άνευ μελέτης… 

Από την άλλη υπάρχουν γονείς που πρεσβεύουν ότι τα παιδιά μας έχουν ανάγκη από ένα καλοκαίρι παλιομοδίτικο, χωρίς καθόλου εγκεφαλική κούραση αλλά με πολύ σωματική κίνηση, έτσι ακριβώς όπως το ζούσαμε εμείς. Γονείς που ισχυρίζονται ότι η καλοκαιρινή μελέτη δεν είναι τίποτε περισσότερο από ανιαρή δουλειά που εξουθενώνει τα παιδιά μας, αφού τους στερεί τον αυθορμητισμό, την ανεμελιά και τη φρεσκάδα που συμβολίζει το καλοκαίρι …

Η Denise Pope Cooper λέκτορας του Πανεπιστημίου Stanford στο τμήμα εκπαίδευσης αναρωτιέται: «Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι τα παιδιά εξασκούν το μυαλό τους κατά τη διάρκεια των διακοπών, τι πραγματικά διατηρούν στην μνήμη τους επιστρέφοντας το Φθινόπωρο;».

Και απαντάει σε αυτούς τους γονείς που θεωρούν ότι τρεις μήνες απραξίας και αποχής από τα μαθήματα είναι ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα για τα παιδιά τους, λέγοντας το εξής απλό: «….δεν είμαι σίγουρη ότι οι φωτοτυπίες και τα καλοκαιρινά βιβλία βοηθούν» Γιατί; Γιατί κατά τη γνώμη της για να διατηρηθεί η νέα γνώση στο μυαλό ενός παιδιού και να εμπεδωθεί, είναι απαραίτητο ο μαθητής να συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία της μάθηση ποκιλοτρόπως: γνωστικά, συμπεριφοριστικά κ.τ.λ. και φυσικά πρέπει να υπάρχει κι ένα εσωτερικό κίνητρο για να γίνει αβίαστα αυτή η διαδικασία. Και κάτι ακόμη. Χρειάζεται απαραιτήτως και την εμπλοκή του δασκάλου αλλά και των συμμαθητών… ακόμη και την αξιολόγηση που οικοδομεί αυτό που ονομάζουμε μάθηση.  Το να φορτωθεί ένα παιδί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού με έναν όγκο συστηματικής δουλειάς, δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται, γιατί κάτι τέτοιο απαιτεί την εμπλοκή και του γονέα, έστω με τη μορφή του συντονισμού, αφού το παιδί δεν μπορεί από μόνο του. Κάτι τέτοιο είναι καλώς ή κακώς ένα έξτρα βάρος για τους γονείς.

Αλήθεια ας θυμηθούμε για λίγο τα νιάτα μας… είχαμε  εμείς ποτέ διαβάσει στις διακοπές; Μα τι σόι διακοπές είναι άραγε αυτές που απαιτούν διάβασμα; Οι καλοκαιρινές διακοπές συμβόλιζαν το ανέμελο παιχνίδι, την «τεμπελιά», την καλώς νοούμενη βαριεστιμάρα, τις οικογενειακές στιγμές, χωρίς βαθμούς, χωρίς διορθώσεις, χωρίς σχόλια τύπου «προσπάθησε περισσότερα» …άντε το πολύ διάβασμα στην παραλία, ξεφύλλισμα περιοδικών με πολύ πολύ παγωτό.

_________________

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Τι και πόσο διαβάζουν οι Έλληνες;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Συνήθειες, τάσεις, μύθοι και αλήθειες, για το διάβασμα...

Οι συζητήσεις και οι απόψεις για το βιβλίο περισσεύουν, ενώ τα πραγματικά δεδομένα λείπουν. Κάθε προσπάθεια χάραξης πολιτικής για το βιβλίο προσκρούει στην Ελλάδα στην έλλειψη στοιχείων. Μετά την κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) που είχε διοργανώσει τρεις έρευνες αναγνωστικής συμπεριφοράς (1999, 2004, 2010), η εικόνα είναι θολή και η συζήτηση διεξάγεται επί τη βάσει ανεξέλεγκτων στερεοτύπων, ενώ η ελληνική κοινωνία διανύει μια από τις πιο βίαια μετασχηματιστικές περιόδους των τελευταίων δεκαετιών. Μας λείπουν επίσημες στατιστικές προσβάσιμες σε όλους, όπως έχουμε γράψει κατ’ επανάληψη.

Παρακινημένη από ένα από αυτά τα δημοσιεύματα, και στο πλαίσιο της πολιτικής χορηγιών της, η εταιρεία κοινωνικής και εμπορικής έρευνας qed market research συνεργάστηκε με «Το Βήμα» για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της παρούσας έρευνας για τις αναγνωστικές συνήθειες των Ελλήνων, με στόχο να τροφοδοτήσει έναν δημιουργικό διάλογο γύρω από τα θέματα της ανάγνωσης και του βιβλίου.

Οι ερωτήσεις εντάχθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας People of Greece που διεξάγει ετησίως η qed σε δύο κύματα από το 2009 και η οποία πραγματοποιήθηκε πανελλαδικά τον Νοέμβριο – Δεκέμβριο του 2018. Δεδομένης της μεγάλης διείσδυσης των ηλεκτρονικών μέσων και του Διαδικτύου στην πληροφόρηση και στην εκπαίδευση, δεν εξαιρέθηκαν από την έρευνα τα σχολικά και τα επαγγελματικά αναγνώσματα, προκειμένου να διερευνηθεί η αντοχή του βιβλίου όχι μόνο ως ψυχαγωγικού αλλά και ως ενημερωτικού εργαλείου.

Το προφίλ των αναγνωστών

Περίπου οι μισοί Ελληνες (44%) έχουν διαβάσει έστω και ένα βιβλίο τον τελευταίο χρόνο. Από ένα συνολικό πανελλαδικό δείγμα 1.674 ατόμων, αναγνώστες (που διάβασαν έστω ένα βιβλίο τον τελευταίο χρόνο) είναι 723 άτομα. Συστηματικοί αναγνώστες-βιβλιόφιλοι (8 και πάνω βιβλία τον χρόνο) είναι το 13%, μέτριας συχνότητας αναγνώστες (4-7 βιβλία τον χρόνο) το 11% (γυναίκες που μέσα από την ανάγνωση επιλέγουν μια διαδρομή αυτομόρφωσης και αυτοβελτίωσης, λογοτεχνία και χρηστικά βιβλία), ασθενούς συχνότητας αναγνώστες (2-3 βιβλία τον χρόνο) το 10% (νέες γυναίκες που αγαπούν την ελληνική λογοτεχνία) και τέλος περιστασιακής συχνότητας αναγνώστες (1 βιβλίο τον χρόνο) το 11% (μεγαλύτεροι άνδρες που προτιμούν βιβλία ιστορίας, πολιτικής, οικονομίας).

Από εκείνους που δηλώνουν αναγνώστες, που έχουν διαβάσει δηλαδή έστω ένα βιβλίο τον τελευταίο χρόνο, το 30% είναι περιστασιακοί αναγνώστες (1 βιβλίο), ασθενείς αναγνώστες είναι το 17% (2-3 βιβλία), μέτριοι αναγνώστες το 22% (4-7 βιβλία) και συστηματικοί αναγνώστες το 24% (8 και άνω βιβλία τον χρόνο). Το μερίδιο του χρόνου που αφιερώνουν οι Ελληνες στο διάβασμα ανάμεσα σε άλλες ψυχαγωγικές δραστηριότητες είναι 10%. Πρώτη έρχεται η μουσική (43%), ακολουθούν οι σειρές και οι ταινίες στην τηλεόραση (19%) ενώ το μικρότερο μερίδιο χρόνου αφιερώνεται στον κινηματογράφο (1%).

Οι μισοί Αθηναίοι (51%) έχουν διαβάσει έστω ένα βιβλίο τον τελευταίο χρόνο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Θεσσαλονίκη είναι 37% και στην υπόλοιπη Ελλάδα 40%.

 

Το διάβασμα σχετίζεται ευθέως με το επίπεδο μόρφωσης και κοινωνικοοικονομικής τάξης φτάνοντας στο 56% για όσους είναι μέλη της ανώτερης και μεσοανώτερης κοινωνικοοικονομικής τάξης σε σύγκριση πάντα με το 44% του συνολικού πληθυσμού. Οσοι έχουν διαβάσει έστω και ένα βιβλίο τον τελευταίο χρόνο σε σχέση με όσους δεν έχουν διαβάσει είναι πιο εξωστρεφείς, δυναμικοί και ενεργητικοί όσον αφορά τη χρήση των μέσων ενημέρωσης, ακούν πολύ περισσότερο ραδιόφωνο (48%), χρησιμοποιούν το Ιnternet (66%), είναι πιο ενεργοί στα social media (54%) και διαβάζουν περισσότερο περιοδικά (12%) και εφημερίδες (7%) τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.

Μύθοι και αλήθειες

Είναι τελικά μύθος ότι η ανάγνωση των βιβλίων αφορά τις μεγάλες ηλικίες, καθώς στην ερώτηση «Σε σχέση με πέρυσι διαβάζετε τον ίδιο αριθμό βιβλίων, λιγότερο ή περισσότερο;» αύξηση (18%) παρατηρείται στις ηλικίες 18-24, ενώ μεγαλύτερη μείωση (39%) στις ηλικίες 65-74. Ωστόσο, δεν είναι μύθος το ότι οι γυναίκες αποτελούν τον κύριο κορμό του αναγνωστικού κοινού, παρά τη διαπίστωση ότι χάνουν σταδιακά το ενδιαφέρον τους για διάβασμα καθώς μεγαλώνουν σε ηλικία. Στις ηλικίες 18-24 το 55% των ανδρών και το 73% των γυναικών δηλώνουν ότι διάβασαν κάποιο βιβλίο τους τελευταίους 12 μήνες. Τα ποσοστά αυτά μειώνονται αντίστοιχα σε 24% και 55% για τις ηλικίες 35-44 ετών και αντιστρέφονται ως προς το φύλο σε 47% (άνδρες) και 37% (γυναίκες) στις ηλικίες 65-74 ετών.

Αναγνωστικές συνήθειες και τάσεις

Η συνήθεια της ανάγνωσης δεν φαίνεται να δείχνει σημάδια ανόδου. Το 24% δηλώνει ότι την προηγούμενη χρονιά διάβασε λιγότερα βιβλία, ενώ μόνο ένα 14% περισσότερα. Από το σύνολο των ερωτωμένων, το 40% έχει επισκεφθεί έστω μία φορά βιβλιοπωλείο. Οι δημόσιες αναγνώσεις κειμένων αφορούν μικρό ακροατήριο (1%), παρ’ όλα αυτά φαίνεται ότι μπορούν να τετραπλασιάσουν την απήχησή τους, καθώς ένα 4% δηλώνει ότι ενδιαφέρεται να τις δοκιμάσει. Αντίστοιχα είναι και τα αποτελέσματα για τη συμμετοχή σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής (1%) που φαίνεται ότι μπορούν να τριπλασιάσουν (3%) την απήχησή τους, το ίδιο ισχύει και για τη συμμετοχή στις λέσχες ανάγνωσης. Παρουσιάσεις βιβλίων παρακολουθεί το 7%, ενώ ένα 8% ενδιαφέρεται να το κάνει στο μέλλον. Μόνο το 13% έχει επισκεφθεί έστω μία φορά βιβλιοθήκες και το ποσοστό που ενδιαφέρεται να τις επισκεφθεί στο μέλλον παραμένει το ίδιο. Ο μέσος έλληνας αναγνώστης διαβάζει κατά μέσο όρο 177,3 ώρες τον χρόνο, ενώ οι αναγνώστες βιβλίων διάβασαν κατά μέσο όρο 349,7 ώρες τον τελευταίο χρόνο.

Εννέα στους δέκα αναγνώστες διαβάζουν στο σπίτι (93%). Πολύ λιγότεροι (9%) στα μέσα μαζικής μεταφοράς, σε αναγνωστήρια-βιβλιοθήκες (7%) και σε καφέ (3%). Από τους χώρους του σπιτιού, η κρεβατοκάμαρα (67%) και το σαλόνι-καθιστικό (64%) είναι οι ιδανικοί χώροι ανάγνωσης. Οι έλληνες αναγνώστες δηλώνουν ότι προτιμούν να διαβάζουν καλοκαίρι, Ιούλιο – Αύγουστο (22%), όπως και τους πρώτους μήνες του φθινοπώρου, Σεπτέμβριο – Οκτώβριο (20%).

Οι προτιμήσεις των αναγνωστών

Οι αναγνώστες δηλώνουν ότι τον τελευταίο χρόνο διάβασαν κατά μέσο όρο 6,4 βιβλία. Ερωτώμενοι σε ποιες κατηγορίες εντάσσονται τα βιβλία προέκυψε ότι αυτά ανήκουν στις κατηγορίες: ελληνικό μυθιστόρημα (19%), εκπαιδευτικά βιβλία (16%), ξένο μυθιστόρημα (10%), μικρή φόρμα (διηγήματα/νουβέλες) (10%), ιστορικά βιβλία (9%). Ακολουθούν τα βιβλία για την οικονομική κρίση και τις κοινωνικές επιστήμες (5%), ενώ στις τελευταίες θέσεις βρίσκονται κατηγορίες όπως γεωγραφία-ταξίδια, τα κόμικς, η ποίηση (1%) και οι τέχνες (0%).

Σε επίπεδο ατόμων, ελληνικό μυθιστόρημα διάβασε το 35% των αναγνωστών, ξένο μυθιστόρημα το 23%, διηγήματα/νουβέλες το 20% και ιστορικά βιβλία το 13%. Ωστόσο, στην ερώτηση «Ποιο ήταν το τελευταίο βιβλίο που διαβάσατε;» οι απαντήσεις φέρνουν στην πρώτη θέση το ξένο μυθιστόρημα (17%), στη δεύτερη το ελληνικό (14%) και στην τρίτη τα ιστορικά βιβλία (13%). Θυμόμαστε περισσότερο τα ξένα βιβλία που διαβάζουμε; Μήπως θεωρούμε ότι διαβάζουμε ελληνικό μυθιστόρημα αλλά στην πράξη διαβάζουμε περισσότερο ξένους συγγραφείς; Μήπως εκλαμβάνουμε τα μεταφρασμένα στα ελληνικά μυθιστορήματα ως πρωτότυπα μυθιστορήματα; Τα ερωτήματα αξίζει να διερευνηθούν περαιτέρω.

Τα κριτήρια επιλογής των βιβλίων

Για τους αναγνώστες βασικά κριτήρια επιλογής ενός βιβλίου είναι το θέμα του βιβλίου (61%), οι συστάσεις από φίλους -γνωστούς (32%), η περίληψη στο οπισθόφυλλο (27%), ο συγγραφέας (24%), κριτικές (17% ), η μεγάλη κυκλοφορία του (11%), το εξώφυλλο (10%). Παρότι η σειρά αυτή δεν αλλάζει, ο συγγραφέας ενδιαφέρει περισσότερο στο ελληνικό μυθιστόρημα (38%) παρά στο ξένο μυθιστόρημα (25%). Στην ιστορία, πολιτική και οικονομία το εξώφυλλο, ο εκδοτικός οίκος και η σύσταση του βιβλιοπώλη παρακινούν τους αναγνώστες περισσότερο για αγορά από ό,τι σε άλλες κατηγορίες βιβλίων. Οι ίδιοι ενημερώνονται κυρίως από το βιβλιοπωλείο (45%), από φίλους – συγγενείς (44%), από εκθέσεις βιβλίων (26%), από διαφημίσεις σε εφημερίδες και περιοδικά (14%). Προμηθεύονται τα βιβλία από καταστήματα μεγάλων κεντρικών βιβλιοπωλείων (53%) ή από μικρότερα συνοικιακά βιβλιοπωλεία (50%). Μόνο το 3% έχει κάρτα δανειστικής βιβλιοθήκης.

Ψηφιακό και παιδικό βιβλίο

Σε ό,τι αφορά τα e-books, ένας στους δύο Ελληνες και δύο στους τρεις αναγνώστες γνωρίζουν την ύπαρξή τους, με 5% των Ελλήνων να δηλώνουν ότι έχουν διαβάσει τον τελευταίο χρόνο κάποιο από αυτά. Οσον αφορά τον τομέα του παιδικού βιβλίου, περίπου δύο στους δέκα Ελληνες αγόρασαν τον τελευταίο χρόνο βιβλίο για παιδιά και εφήβους έως 15 ετών. Από αυτούς οι μισοί αγόρασαν 1-3 βιβλία. Οσοι έχουν παιδιά δηλώνουν ότι το 71% των παιδιών διάβασε τουλάχιστον ένα βιβλίο τον τελευταίο χρόνο (εκτός από τα σχολικά βιβλία), δηλαδή πολύ περισσότερο από τους ίδιους. Τα βιβλία για παιδιά τα προμηθεύονται κυρίως από καταστήματα μικρότερων ή συνοικιακών βιβλιοπωλείων (50%) παρά από καταστήματα μεγάλων κεντρικών βιβλιοπωλείων (44%) ή από βιβλιοθήκες (4%).

Κοινωνική ένταξη

Οσο περισσότερο διαβάζει κανείς, τόσο περισσότερο ενταγμένος στην κοινωνία νιώθει. Ζητήθηκε από τους ερωτώμενους να απαντήσουν αν τους αφορούν οι παρακάτω δηλώσεις: «Ζω μια ζωή με νόημα, έχω στόχους και σκοπούς», «νιώθω ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται γύρω μου με υποστηρίζουν και με επιβραβεύουν», «οι δραστηριότητες της καθημερινότητάς μου με αφορούν και με ενδιαφέρουν», «συμμετέχω ενεργά στην ευτυχία και στην ευημερία άλλων ανθρώπων», «είμαι ικανός/ή να φέρω εις πέρας δραστηριότητες που μου είναι σημαντικές», «είμαι ένας καλός άνθρωπος και ζω μια καλή ζωή», «τα υλικά αγαθά που έχω ή κερδίζω (εισόδημα, σπίτι) μου είναι αρκετά για να καλύπτω τις ανάγκες μου», «νιώθω καλά στο κοινωνικό σύνολο που ανήκω και εμπιστεύομαι τους άλλους ανθρώπους», «η σχέση μου με τα θεία (θεό/θρησκεία) είναι ικανοποιητική», «είμαι αισιόδοξος/η για το μέλλον», «δεν είμαι εθισμένος/η σε τίποτα, όπως το αλκοόλ, τα ναρκωτικά ή ο τζόγος», «οι άνθρωποι με σέβονται», βάσει των οποίων υπολογίστηκε ο δείκτης κοινωνικής ενσωμάτωσής τους. Οι συστηματικοί αναγνώστες συμμερίζονται τις δηλώσεις αυτές σε ποσοστό 72%, οι μέτριοι αναγνώστες σε ποσοστό 64%, οι ασθενείς αναγνώστες σε ποσοστό 61%, οι περιστασιακοί σε 62% και οι μη αναγνώστες σε ποσοστό 56%. Στα ίδια περίπου επίπεδα ανά κατηγορία κυμαίνεται και ο δείκτης συναισθηματικής ευτυχίας.

Το βιβλίο αντίδοτο στην κρίση

Συγκρίνοντας τα βασικά ευρήματα της έρευνας σε σχέση με αντίστοιχα ευρήματα των ερευνών αναγνωστικής συμπεριφοράς του ΕΚΕΒΙ το 2004 και το 2010, η Χριστίνα Καράμπελα, διευθύνουσα σύμβουλος της qed, σχολιάζει: «Ο αριθμός των ελλήνων αναγνωστών από το 2010 μέχρι το 2018 δεν φαίνεται να αλλάζει. Επίσης δεν φαίνεται να αλλάζει και η στάση μας απέναντι στην ανάγνωση: τόσο το 2010 όσο και το 2018, το 62% των αναγνωστών δηλώνουν πως διαβάζουν το ίδιο με την προηγούμενη χρονιά, 14% περισσότερο και 24% λιγότερο. Κατά συνέπεια, ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα είχε να ξεκινήσει ένας μεγάλος διάλογος για το βιβλίο με στόχο την οργάνωση πολιτικών και ενεργειών που θα στοχεύουν στην αύξηση των παραπάνω ποσοστών. Μια ενδιαφέρουσα μετατόπιση που τα στοιχεία από το 2004 μέχρι το 2018 δείχνουν είναι η αλλαγή στη σειρά σημαντικότητας των παραγόντων που επηρεάζουν την αγορά ενός βιβλίου. Το «θέμα του βιβλίου» ήταν και παραμένει ο πρώτος και σημαντικότερος παράγοντας. Αλλαγές παρατηρούνται στο δεύτερο, τρίτο και τέταρτο κριτήριο επιλογής. Το 2004 «ο/η συγγραφέας» ήταν με σαφήνεια το δεύτερο κριτήριο ενώ σήμερα «οι συστάσεις των φίλων/γνωστών» και «το οπισθόφυλλο» απολαμβάνουν τη δεύτερη και την τρίτη θέση, ενώ «ο/η συγγραφέας» την τέταρτη. Το βιβλίο όσο περνάνε τα χρόνια γίνεται περισσότερο προϊόν; Οι αναγνωστικές επιλογές ακολουθούν και αυτές με τη σειρά τους την απαξίωση των αυθεντιών και την εστίαση της εμπιστοσύνης αποκλειστικά και μόνο στους κοντινούς και οικείους; Τι σημαίνει «συστημικό» στον χώρο του βιβλίου και της ανάγνωσης; Ενδιαφέροντα πράγματι ερωτήματα που διεκδικούν χώρο και χρόνο συζήτησης».

Και καταλήγει: «Οι Ελληνες από το 2017 και μετά, παρότι δεν ανακάμπτουν οικονομικά, έχουν αναπτύξει κάποια νεοτρόπα αντανακλαστικά συγκρατημένης αισιοδοξίας. Βάσει της ερευνητικής πλατφόρμας People of Greece της qed, που μετρά εκ του σύνεγγυς την ελληνική κοινωνία από το 2009 μέχρι σήμερα, οι δείκτες συναισθηματικής ευημερίας και κοινωνικής ενσωμάτωσης, που γνώρισαν συνεχή και εντυπωσιακή πτώση από το 2009 μέχρι το 2013, σήμερα επιστρέφουν ή και ξεπερνούν τα επίπεδα του 2009. Φαίνεται ότι οι Ελληνες χτίζουν μια νέα κοινωνική και συναισθηματική ισορροπία που βασίζεται σε ένα μοντέλο χαμηλής στόχευσης (είναι ικανοποιημένοι με λιγότερα) και μικρο-ευδαιμονίας στην καθημερινότητα (εστιάζουν στη σημασία των μικρών χαρών και των ανθρώπινων σχέσεων). Το μεγάλο ερώτημα είναι αν αυτά τα νέα αντανακλαστικά αποτελούν μετατόπιση νοοτροπίας ή εντάσσονται στο μετατραυματικό στάδιο της κρίσης και σε λίγο θα τα εγκαταλείψουμε για να διεκδικήσουμε δυναμικά το μέλλον μας. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που η συγκεκριμένη έρευνα κατέγραψε είναι πως η ανάγνωση βιβλίων ευεργετεί τη νέα μας κοινωνική και συναισθηματική ισορροπία (είτε τη χτίζουμε για να προστατευτούμε είτε τη χτίζουμε για να ενδυναμωθούμε και να επιταχύνουμε), κατά συνέπεια οφείλουμε με κάθε τρόπο να την προστατεύσουμε και να την προωθήσουμε: αξιακά, συμπεριφορικά και αισθητικά».

Δείτε εδώ ολόκληρη την έρευνα

Η ταυτότητα της έρευνας

Εταιρεία: Εταιρεία κοινωνικής και εμπορικής έρευνας qed market research

Τύπος έρευνας: Ερευνα προσωπικών συνεντεύξεων σε νοικοκυριά, με δομημένο ερωτηματολόγιο διάρκειας 15 λεπτών
με χρήση τάμπλετ

Περιοχή έρευνας: Πανελλαδική

Μέθοδος δειγματοληψίας: Τυχαία δειγματοληψία σε στρώματα

Χρόνος διεξαγωγής: Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2018

Μέγεθος δείγματος: 1.674 άτομα, ηλικίας 18-74 ετών

Σταθμίσεις: Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (2011) ως προς το φύλο, την ηλικία και την περιοχή

Προσωπικό/έλεγχοι: Στη συλλογή των στοιχείων συμμετείχαν 20 ερευνητές και 4 επόπτες. Ελεγχοι έγιναν σύμφωνα με τους κώδικες δεοντολογίας ESOMAR, ΣΕΔΕΑ/ΠΕΣΣ.

_______________________

Πηγή: tovima.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...
web design by