ποίηση (4 άρθρα)

Κώστας Καρυωτάκης - Ονειροπόλος

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Στις 21 Ιουλίου του 1928, ο Κώστας Καρυωτάκης ρίχνεται στη θάλασσα. Στις τελευταίες σημειώσεις του, έγραψε μεταξύ των άλλων: «Συνιστώ σε όσους σκοπεύουν να αυτοκτονήσουν, να αποφύγουν τη μέθοδο του πνιγμού, εάν γνωρίζουν καλό κολύμπι. Εγώ ταλαιπωρήθηκα στη θάλασσα 10 ώρες και δεν κατάφερα τίποτα!».

Εν τέλει, ο ποιητής αυτοπυροβολήθηκε στην καρδιά και πέρασε στην αιωνιότητα της λογοτεχνικής μνήμης.

Ακολουθεί το πεζό «Ονειροπόλος».

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Κάποτε, σ’ ένα μακρινό ταξίδι του, το βαπόρι πέρασε από το λιμάνι μιας επαρχιακής πόλεως όπου είχε ζήσει μικρός.

Δεν ήξερε αν ήταν μικρόβιο ή αόρατος κακοποιός, ή ακόμη τίποτε άλλο. Επίστευε όμως ότι ο Χρόνος υπήρχε στο διάστημα. Είχε αρκετές αποδείξεις.Εβγήκε έξω, θέλοντας να θυμηθεί την παιδική του ζωή. Ήταν Κυριακή. Στην πλατεία η μπάντα έπαιζε κάποια ιταλική όπερα. Ο κόσμος έκανε βόλτες ή καθόταν στο καφενείο. Τα παιδιά, όσα δεν έτρεχαν, παρακολουθούσαν τις κινήσεις του αρχιμουσικού.

Μια μακαριότης επλανάτο πάνω σ’ όλα. Είδε το πατρικό του σπίτι. Τον κήπο. Την ταράτσα, που ανέβαινε για να απλώσει τους αετούς, ή για να κηρύξει πετροπόλεμο, δένοντας βιαστικά βιαστικά χάρτινες σημαιούλες.

Τίποτε δεν άλλαξε. Οι καρέκλες του ζαχαροπλαστείου σε τρεις σειρές, όπως και τότε. Ακόμα και η πλάκα που πατούσε ήταν ίδια. Όλα ήταν τα ίδια. Μόνο που είχαν μικρύνει. Είχαν απελπιστικά μικρύνει. Είχαν χάσει το ένα τρίτο του όγκου τους.

Αλλά αυτό έγινε συμμετρικά, κ’ έτσι οι άνθρωποι που κάθονταν ακίνητοι και σιωπηλοί, σαν απόντες, γύρω στα μαρμάρινα τραπέζια, και τα κορίτσια, πιο πέρα, με τις φωτεινές γραμμές της σιλουέτας τους, υψωμένες παράλληλα προς το νερό του αναβρυτηρίου, και οι δυο γέροι, σ’ ένα μπαλκόνι, με τις θαμπές, αμφίβολες γραμμές, των χαρακτηριστικών τους, και οι μουσικοί, και ο αρχιμουσικός ακόμα, που ενόμιζε ότι κρατούσε με τη μπαγκέτα του το Χρόνο, δεν είχαν τίποτε αντιληφθεί.

Ο Χρόνος όμως εδούλευε ελεύθερα ανάμεσα τους, τρώγοντας κάθε στιγμή κάτι από τη φτωχή τους ύπαρξη.

Έμεινε εκεί αρκετή ώρα, αφηρημένος, σα να περίμενε τους μικρούς του φίλους. Για να συνέλθει χρειάστηκε ένα στριγγό σφύριγμα. Το καράβι έφευγε,

https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/e/e2/Dante_Gabriel_Rossetti_-_Proserpine.JPG/250px-Dante_Gabriel_Rossetti_-_Proserpine.JPG

Ύστερα θυμόταν έναν χορό μεταμφιεσμένων. Υποχρεωτικό ένδυμα ορισμένης εποχής. Κυρίες, με μεταξωτά ροζ ή ουρανιά κρινολίνα, με πουδραρισμένα μαλλιά, με πράσινες και χρυσές περούκες, έπεφταν ημίγυμνες, γεμάτες εμπιστοσύνη, στα χέρια των δουκών – χρηματομεσιτών και μαρκησίων – καπνεμπόρων.

Εσφίγγονταν τόσο, που τα μέτωπά τους ακουμπούσαν κάποτε στα χείλη των καβαλιέρων και η στεφάνη του κρινολίνου ανασηκωνόταν.

Παραμερίζοντας όλοι, εσχημάτιζαν ένα κύκλο στο κέντρο της αιθούσης, και τέσσερα ζεύγη, τα πιο εξαϋλωμένα, άρχισαν να χορεύουν μενουέτο. Η παραίσθησις ήταν πλήρης. Το κομμάτι θα περιείχε βέβαια δυο τριες μαγικές νότες, που επαναλαμβάνονταν σε κάθε φράση, και οι νότες αυτές δημιουργούσαν την ατμόσφαιρα της περασμένης εποχής, συνεχή, κρυστάλλινη. Τα μικρά, γρήγορα βήματα, οι κομψές υποκλίσεις, τα νοσταλγικά βλέμματα, τα γεμάτα συγκρατημένο ερωτισμό χαμόγελα, περίεργες εστάμπες που είχαν διατηρηθεί άθικτες στην προθήκη ενός μουσείου.

Έπειτα έγινε το πιο απροσδόκητο. Οι χορευτές έχασαν το λογαριασμό τους. Ενώ έπρεπε να υπολογίσουν ακριβώς πόσα χρόνια είχαν υποχωρήσει προς το παρελθόν, για να μπορέσουν να ξαναγυρίσουν και να βρούν την προσωπικότητά τους, έβλεπε κανείς πως είχαν γελαστεί. Ανεπανόρθωτα γελαστεί. Εκατό ολόκληρα χρόνια επροχώρησαν, χωρίς βέβαια να το υποπτευθούνε.

Παρακολουθούσε τώρα τις κινήσεις τους. Οι τέσσερις γυναίκες σκελετοί, θανάσιμα κομψοί, επήγαιναν προς τους αντρικούς, κ’ έπειτα επέστρεφαν με μελαγχολική χάρη, σα ν’ αναγνώριζαν το λάθος τους. Οι καβαλιέροι σταματούσαν, και το κρανίο τους εβάραινε τη γη, ενώ ψηλά, με ηλεκτρικά γράμματα που άναβαν κι έσβηναν, ήταν γραμμένο: ΑΠΟΚΡΕΩ

Άλλοτε συνέβαινε κάτι περίεργο.Ακούγοντας μια φράση ή παρακολουθώντας ένα ασήμαντο γεγονός, είχε την εντύπωση ότι το πράγμα αυτό έγινε ή ελέχθηκε προηγουμένως, άγνωστο σε ποιο μέρος και πότε ακριβώς, και ότι τώρα επαναλαμβάνεται κατά τον ίδιο τρόπο. Του φαινόταν πολύ παράξενο. Μπορεί την πρώτη φορά να ήταν όνειρο. Ολοφάνερο όμως ότι τώρα ή τότε κάποιος ήθελε να παίξει μαζί του.

https://www.museum-folkwang.de/fileadmin/_processed_/csm_Munch_Oslo_Girls_on_the_Bridge_150_497_6a96fd1178.jpg

Συνήθως αυτό γινόταν με την ομιλία πάνω στα κοινότερα θέματα. Ζητούσε λ.χ. να πληροφορηθεί για ένα δρόμο που δεν ήξερε. Ο άνθρωπος τον οποίον είχε ρωτήσει τον κοίταζε για μια στιγμή χωρίς ν’ απαντήσει, κ’ έπειτα έβγαζε το καπέλο του κ’ εσκούπιζε το μέτωπότου. Τον ρωτούσε πάλι, αλλά συγχρόνως σαν αστραπή περνούσε από το νου του η σκέψις ότι αυτή η μικρή ιστορία είχε ξαναγίνει.

Η πληροφορία που ζήτησε, η σιωπή του άλλου, η δεύτερη ερώτησή του, όλα, όλα απαράλλαχτα. Έπειτα, συνεχίζοντας τη σκέψη του, έλεγε μέσα του: “Να ιδείς που τώρα θ’ ακούσω: “Δεν ξέρω, αλλά νομίζω μετά τις γραμμές του τραμ που θα συναντήσετε””. “Δεν ξέρω, αλλά μετά τις γραμμές που θα συναντήσετε”, απαντούσε ο άγνωστος σαν ηχώ της σκέψεώς του, κ’ έφευγε βιαστικά, σκυμμένος, πνίγοντας ένα γέλιο

Εμελέτησε. Επούλησε κάποιο σπίτι που είχε, και αγόρασε χημικά όργανα. Κλεισμένος ολημέρα σ’ ένα υπόγειο, έκανε σειρές πειραμάτων, αρχίζοντας από τα πιο απλά και τολμώντας τα αδύνατα. Ανέλυε τις ουσίες, ήλεγχε τους τύπους που παραδέχτηκε η επιστήμη. Προσπαθούσε να βρει ένα λάθος στα δεδομένα της, κι από το λάθος αυτό να βγάλει το νέο στοιχείο. Μέσα στο υδρογόνο ή το οξυγόνο, μπορούσε να υπάρχει, σε μικρή βέβαια αναλογία, ο Χρόνος. Δεν αποθαρρυνόταν. Γεμάτος χαρά επανελάμβανε το πείραμα που απέτυχε.

Παρακολουθούσε τη ζωή από την εφημερίδα. Χαμογελούσε πονηρά στη σκέψη ότι κανένας δεν τον παρακολουθεί τον ίδιο. Όλοι, σκυμμένοι στις δουλίτσες τους, συλλογιζόταν μόνο πώς να τα βολέψουν. Όταν όμως θα τελειοποιούσε την εφεύρεσή του και θα περιόριζε το Χρόνο μέσα σ’ ένα γυαλί του εργαστηρίου του, να ιδούμε τους μεγαλόσχημους κυρίους που γέμισαν τον κόσμο με σαπουνόφουσκες. Να ιδούμε τι θα γίνουν οι τόκοι και τα επιτόκια τού απέναντι τοκογλύφου. Να ιδούμε με ποια ημερομηνία θα βγάζουν τις εφημερίδες τους.

https://media-dev.overstockart.com/optimized/cache/data/product_images/KL1834-1000x1000.jpeg

Τώρα η ιστορία αυτή έχει τελειώσει. Στο απομονωτήριο του ασύλου που βρίσκεται, η νύχτα και η μέρα τού είναι το ίδιο αδιάφορες. Αν μπαίνει από το φεγγίτη λίγο φως, το κοιτάζει για μια στιγμή κ’ έπειτα το επιστρέφει με όλη του την καρδιά.

Βλέπει το φωτεινό εκείνο τετραγωνάκι, δειγματολόγιο σε σχήμα βιβλίου, ν’ αλλάζει χρώματα, σα να το φυλλομετρά το αόρατο χέρι του Θεού. Ροζ, μπλε, πράσινο, μωβ… Αυτός όμως προτιμά το βελούδινο μαύρο που προεκτείνεται στο δωμάτιο όταν νυχτώσει.

Έτσι περνούνε οι ώρες, έτσι περνούνε οι μέρες κάθε ευτυχισμένου ονειροπόλου. Μένει ολομόναχος, ακίνητος μέσα στους τέσσερις τοίχους, σαν παλιά λιθογραφία στην κορνίζα της. Έχει το συναίσθημα ότι επραγματοποίησε το μεγάλο σκοπό της ζωής του. Τίποτε δεν αλλάζει από όσα τον περιστοιχίζουν.

Και ο Χρόνος δεν υπάρχει.

****

Κωνσταντίνος Καρυωτάκης 

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Οδυσσέας Ελύτης – Το ελληνικό καλοκαίρι...

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

“Στάλα στάλα συνάζει μέσα της η καρυδιά τη σκοτεινή δροσιά. Το κυπαρίσσι ερημώνει γύρω του τα πάντα κι απομένει δασύ, κυρίαρχο.
Ίδια και ο πλάτανος. Προστάτες φασματικοί των κάμπων της Αργολίδας και της Αρκαδίας.


Η συκιά σταυρώνει τα χλωμά της μέλη, τεντώνεται μες στο πετσί της το γυαλιστερό και χνουδάτο, τέλος, κάποτε, στρογγυλοκάθεται μέσα στην ίδια της την ευωδιά.

Οι ροδιές ανάβουνε σαν κοκόρια. Η ελιά, δίχως να το πολυσκεφτεί, δίνεται στον ήλιο, στον άνεμο, σ’ όλα τα στοιχεία που ρημάζουνε το κορμί της.

Οι ροδοδάφνες, που μοσκοβολούνε πικραμύγδαλο, σαλεύουνε, όμοια νερό, βαθιά στις κοίτες των ξεροπόταμων.

Σιγά σιγά, μες στο κατακαλόκαιρο, το φως αφανίζει την Ελλάδα. Χωνεύει τα νησιά, εξουδετερώνει τις θάλασσες, αχρηστεύει τους ουρανούς. Μήτε που βλέπεις πια βουνά, μήτε δέντρα, μήτε πολιτείες, μήτε χώμα και νερό. Άφαντα όλα.

summer

Πιωμένος φως – μονάχα μια σκιά μαύρη – ο άνθρωπος. Μια σκιά που μεγαλώνει, δυσανάλογα προστατευμένη από την ίδια του τη θυσία.

Η αντίσταση σ’ ένα τέτοιο φως: να ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της ελληνικής αρχιτεκτονικής.

Μέσα στη διαφάνεια, ποιο διάφανος ακόμη, πιο λευκός, ο Παρθενώνας δικαιώνει μυστηριακά την ύπαρξή του την ώρα που το μεσημέρι το αττικό φτάνει στη μεγαλύτερή του ένταση κι όπου μονάχα νεράιδες τριγυρνάν μες στο θαμπωτικό διάστημα.
Η Ελλάδα στους χάρτες ανύπαρχτη.

Λες και βρήκε ο κόσμος το μακαρισμένο τέλος του σ’ αυτή την απόλυτη ισότητα.

Κι όμως, το ίδιο αυτό φως, το αστραφταβόλο, το καταιγιστικό, που αναιρεί την Ελλάδα μες στα μεσημέρια, την αποκαθιστά πάλι το ηλιοβασίλεμα κάτω από τα φαντασμαγορικά πυροτεχνήματα του δειλινού και αργότερα κάτω από την τρυφερή παρουσία της Σελήνης.

Τότε ξαναβρίσκει τον εαυτό της η Ελλάδα. Ξαναγίνεται αυτό που πραγματικά είναι. Ξαναπαίρνει στους χάρτες τη θέση που της αξίζει. Θέλω να πω τη θέση των ονείρων.”

  ~  Ο. Ελύτης, Εν λευκώ, Ίκαρος
Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Όταν το καλοκαίρι γίνεται ποιητική έμπνευση...

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Μια συλλογή από ποιήματα που αποπνέουν καλοκαιρινό αέρα...

https://www.athensvoice.gr/sites/default/files/article/2014/04/28/66608-148203.jpg

Κ.Π. Καβάφης - «Φωνή απ' τη θάλασσα»

------------------------------------------------------

Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη,
όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη
σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός.
Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα
η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα
θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό.
Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε,
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα,
σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα,
τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός,
γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει
το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει
και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά.
Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη
της θάλασσας ο πόθος· θα σε ’πη μια λέξι
το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη
με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά.

https://www.lifo.gr/uploads/image/560633/xristianopoulos_s.jpg

Ντίνος Χριστιανόπουλος - «Η  θάλασσα»

------------------------------------------------------

Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –
μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια ἀθέατα,
ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.
Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.

https://cdn.sansimera.gr/media/photos/main/Manolis_Anagnostakis.jpg

Μανόλης Αναγνωστάκης - Ὁ Οὐρανός

------------------------------------------------------

Πρῶτα νὰ πιάσω τὰ χέρια σου
Νὰ ψηλαφίσω τὸ σφυγμό σου
Ὕστερα νὰ πᾶμε μαζὶ στὸ δάσος
Ν᾿ ἀγκαλιάσουμε τὰ μεγάλα δέντρα
Ποὺ στὸν κάθε κορμὸ ἔχουμε χαράξει
Ἐδῶ καὶ χρόνια τὰ ἱερὰ ὀνόματα
Νὰ τὰ συλλαβίσουμε μαζὶ
Νὰ τὰ μετρήσουμε ἕνα-ἕνα
Μὲ τὰ μάτια ψηλὰ στὸν οὐρανὸ σὰν προσευχή.
Τὸ δικό μας τὸ δάσος δὲν τὸ κρύβει ὁ οὐρανός.
Δὲν περνοῦν ἀπὸ δῶ ξυλοκόποι.

https://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2014/01/kariotakis.jpg

Κώστας Καρυωτάκης - Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα

------------------------------------------------------

Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα
είδα το βράδυ αυτό.
Κάποια χρυσή, λεπτότατη
στους δρόμους ευωδιά.
Και στην καρδιά
αιφνίδια καλοσύνη.
Στα χέρια το παλτό,
στ' ανεστραμμένο πρόσωπο η σελήνη.
Ηλεκτρισμένη από φιλήματα
θα 'λεγες την ατμόσφαιρα.
Η σκέψις, τα ποιήματα,
βάρος περιττό.
Έχω κάτι σπασμένα φτερά.
Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε
το καλοκαίρι αυτό.
Για ποιαν ανέλπιστη χαρά,
για ποιες αγάπες,
για ποιο ταξίδι ονειρευτό.

https://www.lifo.gr/uploads/image/804044/elyths.jpg

Οδυσσέας Ελύτης - Σώμα του καλοκαιριού

------------------------------------------------------

Ὢ σῶμα τοῦ καλοκαιριοῦ γυμνὸ καμένο
Φαγωμένο ἀπὸ τὸ λάδι κι ἀπὸ τὸ ἀλάτι
Σῶμα τοῦ βράχου καὶ ῥῖγος τῆς καρδιᾶς
Μεγάλο ἀνέμισμα τῆς κόμης λυγαριᾶς
Ἄχνα βασιλικοῦ πάνω ἀπὸ τὸ σγουρὸ ἐφηβαῖο
Γεμᾶτο ἀστράκια καὶ πευκοβελόνες
Σῶμα βαθὺ πλεούμενο τῆς μέρας!

https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/1/1c/Rimbaud.PNG

Αρθούρος Ρεμπώ - Μια εποχή στην κόλαση (απόσπασμα)

------------------------------------------------------

Καλοκαίρι τέσσερις το χάραμα
Στου έρωτα τον ύπνο βυθισμένοι
Το δασάκι στην αχνοβολή τη μυρωμένη
Από το νυχτερινό ξεφάντωμα.
 
Πέρα εκεί, στο ξυλουργείο το αχανές
Στων Εσπερίδων την ανατολή
Πηγαινοέρχονται ανασκουμπωμένοι
Οι Μαραγκοί.
Μες στων νεφών τις Ερημιές και τη γαλήνη
Θόλους λαμπρούς θα στήσουν
Όπου οι άνθρωποι
Ψεύτικους ουρανούς θα ζωγραφίσουν.
Α! τι Τεχνίτες λεβεντιά Σ
τη Βαβυλώνα υπήκοοι κάποιου βασιλιά
Λιγάκι, για χάρη τους,
Αφροδίτη Τους στεφανωμένους εραστές ν' αφήσεις.
Των Εραστών Βασίλισσα εσύ Κέρασε τους εργάτες με ρακή
Να ανασάνουν λίγο απ' τη δουλειά
Να 'ρθει το μεσημέρι, να βρουν θαλασσινή δροσιά.

http://www.greek-language.gr/digitalResources//files/image/literature/concordance/palamas/3.palamas1912.jpg

Κωστής Παλαμάς - Το καλοκαίρι

------------------------------------------------------

Απ' το κανάλι οι πάσσαρες με τ' απλωτά πανιά
γυρίζουν πρίμα,
μας φέρνουν τα ζακυθιανά λουλούδια τ' ακριβά,
το πέρασμά τους γλύκανε κ' εσένα, πικρό κύμα!
Και πιο καλοπιθύμητα και πιο φανταχτερά
κι από τα κρίνα,
πάσσαρες γοργοσάλευτες, με τ' άσπρα σας φτερά,
μας φέρνετε τ' αγόρια μας απ' τη μεγάλη Αθήνα.
Κι ανοίχτε, λιακωτά, χλωρά, φουντώστε, πασκαλιές,
του πόθου τη σκόλη˙
και σείστε τα μαντήλια σας ανάερα, λιγερές˙
παραμονεύουν οι έρωτες˙ ετοιμαστήτε, μώλοι,
το καλοκαίρι μύρισε˙ προσμένουν οι αμμουδιές
και τα πρυάρια,
πριν έμπης, άθεη χειμωνιά, να γίνουν εκκλησιές˙
οι ερωτεμένοι λειτουργοί και τα φιλιά τροπάρια.

 

 

 

 

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Λευκάδιος Χερν, ο έλληνοϊρλανδός ποιητής που αγάπησε η Ιαπωνία

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Βιογραφικά στοιχεία

Ο συγγραφέας Πάτρικ Λευκάδιος Χερν (Patrick Lafcadio Hearn) γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου του 1850 στη Λευκάδα (εξ ου και το μεσαίο όνομά του). Πατέρας του ήταν ο ιρλανδός γιατρός Κάρολος Μουσχ Χερν, που υπηρετούσε τότε στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα, και μητέρα του η Ρόζα Κασιμάτη απ’ τα Κύθηρα.

Μια μετάθεση του πατέρα του το 1856 στις Ινδίες είχε ως συνέπεια τον χωρισμό των γονέων του. Ο μικρός Λευκάδιος μετακόμισε τότε στο Δουβλίνο, όπου δοκίμασε τις πρώτες πίκρες από τη σκληρή συμπεριφορά της δεσποτικής θείας του. Στα 16 του χρόνια έχασε την όρασή του απ’ το αριστερό του μάτι. Λίγο αργότερα, ο πατέρας του πέθανε και λόγω οικονομικών δυσχερειών αναγκάστηκε να σταματήσει το σχολείο.

Σε ηλικία 19 ετών έφυγε για την Αμερική. Εγκαταστάθηκε στο Σινσινάτι, όπου έπιασε δουλειά ως δημοσιογράφος. Το 1877 μετακόμισε στη Νέα Ορλεάνη για μια σειρά άρθρων και παρέμεινε εκεί για 10 χρόνια, μεταφράζοντας έργα ξένων λογοτεχνών. Κατόπιν, η εκδοτική εταιρία για την οποία δούλευε τον έστειλε στις Δυτικές Ινδίες. Στα τρία χρόνια που έμεινε εκεί έγραψε δύο νουβέλες.

Την άνοιξη του 1890 ο Χερν ταξίδεψε στην Ιαπωνία, όπου έμελλε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του. Ασπάστηκε τον βουδισμό, παντρεύτηκε την Σέτσου Κοϊζούμι (1868-1932), κόρη μιας τοπικής οικογένειας σαμουρά, πήρε την ιαπωνική υπηκοότητα και άλλαξε το όνομά του σε Γιάκομο Κοϊζούμι.

Εργάστηκε ως καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας κι έγραψε πολλά μυθιστορήματα και ταξιδιωτικά διηγήματα, μέσω των οποίων γνώρισε στη Δύση τον πολιτισμό της Ανατολής. Στα ελληνικά κυκλοφορούν: Το αγόρι που ζωγράφιζε γάτες και άλλες ιστορίες (εκδόσεις Εστία), Εντός του Κύκλου των Ψυχών (εκδόσεις Ίνδικτος), Η Χώρα των Χρυσανθέμων (εκδόσεις Κέδρος), Ιαπωνικοί Θρύλοι (εκδόσεις Σιδέρη), Κείμενα από την Ιαπωνία (εκδόσεις Ίνδικτος).

Ο Λευκάδιος Χερν πέθανε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1904. Η επιτύμβια στήλη του, φέρει την εξής επιγραφή:

Στον Λευκάδιο Χερν, του οποίου η πένα υπήρξε πιο ισχυρή ακόμα και από τη ρομφαία του ένδοξου έθνους που αγάπησε, έθνους που πιο μεγάλη τιμή του υπήρξε ότι τον δέχτηκε στις αγκάλες του ως πολίτη και του πρόσφερε, αλίμονο, τον τάφο

https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/d/d5/Patrick_Lafcadio_Hearn_aka_Koizumi_Yakumo_-_grave_2013.jpg/1280px-Patrick_Lafcadio_Hearn_aka_Koizumi_Yakumo_-_grave_2013.jpg

Η επιτύμβια στήλη του Λευκάδιου Χερν στο νεκροταφείο Ζοσιγκάγια, στο Τοσίμα του Τόκιο

Το έργο του και η επιρροή του στη Δύση

Στα τέλη του 19ου αιώνα η Ιαπωνία ήταν ακόμη σε μεγάλο βαθμό άγνωστη και εξωτική για τους Δυτικούς. Εντούτοις, με την εισαγωγή της ιαπωνικής αισθητικής, ιδιαίτερα με την Παγκόσμια Έκθεση στο Παρίσι το 1900, το ιαπωνικό στιλ έγινε μόδα στις Δυτικές χώρες. Ετσι ο Χερν έγινε γνωστός παγκόσμια από τα κείμενά του που αφορούσαν την Ιαπωνία. Τα επόμενα χρόνια μερικοί κριτικοί θα κατηγορούσαν τον Χερν για εξιδανίκευση και εξωτικοποίηση της Ιαπωνίας, αλλά το έργο του έχει ιστορική αξία, γιατί προσέφερε στη Δύση μερικές από τις πρώτες προβιομηχανικές περιγραφές της Ιαπωνίας της Περιόδου Μεϊγί (1868-1912).

Ο Ιάπωνας ποιητής Γιόνε Νογκούτσι (1875-1947) είχε δηλώσει για τον Χερν: Το ελληνικό του ταμπεραμέντο και η γαλλική του κουλτούρα πάγωσαν όπως ένα λουλούδι στον Βορρά

Στο μυθιστόρημα του Ίαν Φλέμινγκ του 1964 Ζεις Μονάχα Δυο Φορές, ο Τζέιμς Μποντ αντιτάσσει στο περί νέμεσης σχόλιο του Μπλόφελντ «Έχεις ποτέ ακούσει τη γιαπωνέζικη έκφραση “κιρισούτε γκομέν”;» την απάντηση «Άσε τον Λευκάδιο Χερν, Μπλόφελντ».

Ο Ιάπωνας σκηνοθέτης Μασάκι Κομπαγιάσι διασκεύασε τέσσερεις ιστορίες του Χερν στην κινηματογραφική ταινία του (1965) Καϊντάν (Ιστορίες Φαντασμάτων).

Η ζωή και το έργο του Χερν παρουσιάστηκαν στο Όνειρο Καλοκαιρινής Μέρας, θεατρικό έργο που περιόδευσε στην Ιρλανδία τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2005, που ανέβηκε από την Θεατρική Εταιρεία Αφηγητών Παραμυθιών και σκηνοθετήθηκε από τον Λίαμ Χάλιγκαν. Είναι λεπτομερειακή δραματοποίηση της ζωής του Χερν, περιλαμβανομένων τεσσάρων του ιστοριών φαντασμάτων.

Το πρώτο μουσείο στον ευρωπαϊκό χώρο για τον Λευκάδιο Χερν εγκαινιάσθηκε ως Ιστορικό Κέντρο Λευκάδιου Χερν στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Λευκάδας, στις 4 Ιουλίου 2014. Το Μουσείο περιλαμβάνει πρώτες εκδόσεις, σπάνια βιβλία και ιαπωνικά συλλεκτικά αντικείμενα. Στεγάζεται σε ανακαινισμένη αίθουσα στο ισόγειο του κτιρίου του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Λευκάδας. Ο επισκέπτης με τη βοήθεια φωτογραφιών, κειμένων, εκθεμάτων μπορεί να περιηγηθεί στις σημαντικές στιγμές της εντυπωσιακής ζωής του Λευκάδιου Χερν, αλλά και στους πολιτισμούς της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ιαπωνίας του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα μέσα από το ανοιχτό μυαλό των διαλέξεων, των κειμένων και των ιστοριών του Χερν. Για τη δημιουργία του Ιστορικού Κέντρου Λευκάδιου Χερν συνέβαλαν οι Δήμοι Κουμαμότο, Ματσούε, Σιντζούκου, Γιαϊζού, το Πανεπιστήμιο Τογιάμα, η οικογένεια Κοϊζούμι και άλλοι από Ελλάδα και Ιαπωνία. Στην τελετή παραβρεθήκαν ο Πρέσβης της Ιαπωνίας, ο μορφωτικός ακόλουθος της Ιρλανδικής Πρεσβείας, ο δισέγγονος του Λευκάδιου Χερν, Μπον Κοϊζούμι και η σύζυγός του Σόκο, ο διευθυντής του Αμερικάνικου Κολλεγίου και ο διεθνούς φήμης γλύπτης Μασαάκι Νόντα, το γλυπτό του οποίου κοσμεί τον χώρο του Πνευματικού Κέντρου.

Υπάρχει επίσης ένα πολιτιστικό κέντρο με το όνομα του Χερν στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ στη βορειοανατολική Αγγλία.

Στην Ιαπωνία τρία κύρια μουσεία για τον Λευκάδιο Χερν βρίσκονται στο Ματσούε, στο Κουμαμότο και στο Γιαϊζού.

https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/4/45/Hearn_House_NOLA_Cleveland_Front.jpg/1280px-Hearn_House_NOLA_Cleveland_Front.jpg

Το πρώην σπίτι του Λευκάδιου Χερν στη Λεωφόρο Κλήβελαντ στη Νέα Ορλεάνη διατηρείται ως καταγεγραμμένο ιστορικό αξιοθέατο

 

Πηγή: sansimera.gr

Κατηγορίες:
Ιστορία
web design by