Οδυσσέας Ελύτης (2 άρθρα)

Στις 18 Οκτωβρίου του 1979, ο Οδυσσέας Ελύτης βραβεύεται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Σαν σήμερα, στις 18 Οκτωβρίου του 1979, η Σουηδική Ακαδημία αναγγέλλει την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Οδυσσέα Ελύτη «για την ποίησή του, που με φόντο την ελληνική παράδοση, με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική οξύνοια ζωντανεύει τον αγώνα τού σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργία»

Ο Οδυσσέας Ελύτης μιλάει για τις συνέπειες του βραβείου Νόμπελ:

Δύο ειδών μπορεί να είναι οι συνέπειες: ψυχολογικές και πρακτικές. Από τις πρώτες, ευτυχώς, ούτε μία δεν σημειώθηκε στην περίπτωση τη δική μου. Θέλω να πω ότι στην πνευματική μου υπόσταση, το γεγονός αυτό δεν εβάρυνε καθόλου. Θα ήταν ανόητο να νιώσω ότι έγινα ξαφνικά σπουδαίος ή ότι έπρεπε ν’ αλλάξει ο τρόπος που ζω ή αντιμετωπίζω τα πράγματα. Πολύ περισσότερο να προσπαθήσω να προσαρμόσω την τέχνη μου στις απαιτήσεις ενός κοινού που από ελληνικό γινότανε διεθνές. Έχω κληρονομήσει από τους Αρβανίτες προγόνους της μητέρας μου ένα πείσμα που μου βγήκε σε καλό.

Από τα πρώτα μου βήματα μου εδόθηκε να συλλάβω σε γενικές γραμμές το οικοδόμημα που θα ήθελα να πραγματοποιήσω. Το έφερα ως εδώ με μερικές επιτυχίες αλλά και με αβαρίες πολλές. Σήμερα, το μόνο που με νοιάζει είναι να ‘χω υγεία και χρόνους, για να το ολοκληρώσω. Πάντοτε με χίλιες δυσκολίες και πάντοτε πλησιάζοντας κατά προσέγγιση το ιδανικό. Δεν βλέπω λοιπόν σε τι θα μπορούσε το γεγονός του Νόμπελ να ωφελήσει ή να βλάψει, όταν οι επιδιώξεις μου είναι αυτές. «Τομή» από την άποψη την πνευματική, το επαναλαμβάνω, δεν υπάρχει.

Βεβαιότατα όμως υπάρχει από την άποψη την πρακτική. Έγινε η ζωή μου άνω – κάτω. Αυτόν το σωρό από αιτήματα που αναγκαζόμουν ως τώρα με δυσφορία να υφίσταμαι στα όρια τα ελληνικά, φαντασθήτε τον πολλαπλασιασμένο επί 20 ή 30. Στην αρχή είπα: Θα βάλω τα δυνατά μου να τα βγάλω πέρα, εωσότου γίνει η επίσημη απονομή. Κι ύστερα θα ησυχάσω.

Πού να ‘ξερα ότι το μεγάλο κακό θα συνεχιζότανε ύστερα. Ξέρετε, πριν να φύγω από την Στοκχόλμη, πήγα ν’ αποχαιρετήσω τον Γραμματέα της Ακαδημίας, τον κ. Γκύλλενστεν, ένα θαυμάσιο άνθρωπο. «Έχετε υπ’ όψιν σας», μου είπε, «ότι θέλοντας, και μη, δύο χρόνια της ζωής σας θα πάνε χαμένα». Το θεώρησα μιαν υπερβολή, ένα σχήμα λόγου. Και όμως ο ενάμισης χρόνος πέρασε και ακόμα να βρω λίγη ώρα ν’ ανοίξω τα χειρόγραφά μου.

Βέβαια φταίει και ο χαρακτήρας μου. Δεν είχα ποτέ το ταλέντο να βάζω τους άλλους να δουλεύουν για μένα. Συνήθισα να τα κάνω όλα μόνος μου. Έχω απαντήσει με το χέρι μου σε πάνω από χίλια διακόσια γράμματα. Έχω στείλει εκατοντάδες αυτόγραφα. Έχω κάνει εννέα φιλμς για ξένες τηλεοράσεις. Αλλά το πιο δύσκολο απ’ όλα είναι οι αρνήσεις. Επειδή δεν αρκεί ν’ αρνείσαι προσκλήσεις, κάποτε πολύ συγκινητικές, πρέπει και να δικαιολογηθείς και να ευχαριστήσεις.

 

Χώρια το άλλο μαρτύριο: των εκδοτών που ερίζουν μεταξύ τους και σε εμπλέκουν σε μυστηριώδη συμβόλαια ή των μεταφραστών που σου υποβάλλουν τριάντα και σαράντα ερωτήματα και διευκρινίσεις. Αυτά όλα είναι πολύ αντιποιητικά πράγματα που οφείλεις να τα ξεπεράσεις όσο γίνεται πιο γρήγορα. Προσπαθώ. Με τις αρνήσεις μου έχω ήδη δημιουργήσει πολλές δυσαρέσκειες. Αλλ’ αυτό, φαίνεται, είναι το τίμημα του βραβείου εφόσον το δέχτηκες. Κι εγώ το δέχτηκα.

***

Aπό μια συνομιλία του Οδ. Ελύτη με τον Αντώνη Φωστιέρη και το Θανάση Νιάρχο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «η λέξη» Μάρτης – Απρίλης 1981

Πηγή: logomnimon.wordpress.com

Κατηγορίες:
Λεξιλογικά

Οδυσσέας Ελύτης – Το ελληνικό καλοκαίρι...

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

“Στάλα στάλα συνάζει μέσα της η καρυδιά τη σκοτεινή δροσιά. Το κυπαρίσσι ερημώνει γύρω του τα πάντα κι απομένει δασύ, κυρίαρχο.
Ίδια και ο πλάτανος. Προστάτες φασματικοί των κάμπων της Αργολίδας και της Αρκαδίας.


Η συκιά σταυρώνει τα χλωμά της μέλη, τεντώνεται μες στο πετσί της το γυαλιστερό και χνουδάτο, τέλος, κάποτε, στρογγυλοκάθεται μέσα στην ίδια της την ευωδιά.

Οι ροδιές ανάβουνε σαν κοκόρια. Η ελιά, δίχως να το πολυσκεφτεί, δίνεται στον ήλιο, στον άνεμο, σ’ όλα τα στοιχεία που ρημάζουνε το κορμί της.

Οι ροδοδάφνες, που μοσκοβολούνε πικραμύγδαλο, σαλεύουνε, όμοια νερό, βαθιά στις κοίτες των ξεροπόταμων.

Σιγά σιγά, μες στο κατακαλόκαιρο, το φως αφανίζει την Ελλάδα. Χωνεύει τα νησιά, εξουδετερώνει τις θάλασσες, αχρηστεύει τους ουρανούς. Μήτε που βλέπεις πια βουνά, μήτε δέντρα, μήτε πολιτείες, μήτε χώμα και νερό. Άφαντα όλα.

summer

Πιωμένος φως – μονάχα μια σκιά μαύρη – ο άνθρωπος. Μια σκιά που μεγαλώνει, δυσανάλογα προστατευμένη από την ίδια του τη θυσία.

Η αντίσταση σ’ ένα τέτοιο φως: να ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της ελληνικής αρχιτεκτονικής.

Μέσα στη διαφάνεια, ποιο διάφανος ακόμη, πιο λευκός, ο Παρθενώνας δικαιώνει μυστηριακά την ύπαρξή του την ώρα που το μεσημέρι το αττικό φτάνει στη μεγαλύτερή του ένταση κι όπου μονάχα νεράιδες τριγυρνάν μες στο θαμπωτικό διάστημα.
Η Ελλάδα στους χάρτες ανύπαρχτη.

Λες και βρήκε ο κόσμος το μακαρισμένο τέλος του σ’ αυτή την απόλυτη ισότητα.

Κι όμως, το ίδιο αυτό φως, το αστραφταβόλο, το καταιγιστικό, που αναιρεί την Ελλάδα μες στα μεσημέρια, την αποκαθιστά πάλι το ηλιοβασίλεμα κάτω από τα φαντασμαγορικά πυροτεχνήματα του δειλινού και αργότερα κάτω από την τρυφερή παρουσία της Σελήνης.

Τότε ξαναβρίσκει τον εαυτό της η Ελλάδα. Ξαναγίνεται αυτό που πραγματικά είναι. Ξαναπαίρνει στους χάρτες τη θέση που της αξίζει. Θέλω να πω τη θέση των ονείρων.”

  ~  Ο. Ελύτης, Εν λευκώ, Ίκαρος
Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...
web design by