Ιστορία (50 άρθρα)

Η Ιστορία των διακοπών: Πώς ξεκίνησαν όλα;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Οι πρώτοι καλοκαιρινοί παραθεριστές της Ιστορίας, τα μπαιν-μιξτ της Αττικής, τα rooms to let και ο παραθεριστικός τουρισμός, όπως εξελίχθηκε ανά τους αιώνες.

Ποιοι ήταν οι πρώτοι άνθρωποι στην Ιστορία που καθιέρωσαν τις καλοκαιρινές διακοπές; Πότε προσφέρθηκε το πρώτο τουριστικό πακέτο και γιατί στην Ελλάδα θεωρούνται τόσο «ιερά» τα μπάνια του λαού; Επιχειρούμε μια βουτιά στην ιστορία των καλοκαιρινών διακοπών και των ταξιδιών αναψυχής, μιας ανάγκης τόσο παλιάς όσο και η ανθρωπότητα.

Οι εκδρομές των αρχαίων

Πολλούς αιώνες πριν ακουστεί για πρώτη φορά η λέξη «τουρίστας» στην ανθρωπότητα, οι αρχαίοι πολιτισμοί είχαν αγκαλιάσει την αξία του ταξιδιού, από την στιγμή που ανακαλύφθηκε ο τροχός και το χρήμα. Από τα εμπορικά ταξίδια της Μεσοποταμίας ξεκινά μια παράδοση χιλιετηρίδων, που φυσικά δεν άφησε ασυγκίνητα τα ιδιαζόντως ανήσυχα πνεύματα των αρχαίων Ελλήνων.

Μπορεί να μην είχαν «θεσμοθετηθεί» οι καλοκαιρινές διακοπές, αλλά οι αρχαίοι ημών έβρισκαν πάντα αφορμές να εκδράμουν προς υπαίθρια θέατρα, θρησκευτικές τελετές, μαντεία και ιερατεία, φημισμένα ιατρικά κέντρα όπως το ασκληπιείο της Κω, θερινούς αγώνες και τελετές, με αποκορύφωμα φυσικά τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Από τότε ωστόσο τίθεται και ο ταξικός χαρακτήρας των ταξιδιών, αφού μόνο τα μέλη των υψηλότερων κοινωνικών τάξεων είχαν την δυνατότητα να ταξιδέψουν.

istoria-diakopwn_675-4_345629_DCD139

Οι ρωμαϊκές εξοχικές κατοικίες

Αυτοί στους οποίους χρωστάμε την καθιέρωση της έννοιας των καλοκαιρινών διακοπών είναι οι αρχαίοι Ρωμαίοι. Από τον 2ο π.Χ. αιώνα, οι εξοχικές κατοικίες των ρωμαίων αριστοκρατών αποτελούσαν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής της «υψηλής κοινωνίας». Μάλιστα, υπήρχαν οι παραθαλάσσιες εξοχικές κατοικίες, που προτιμούνταν την άνοιξη, και οι ορεινές εξοχικές κατοικίες, που προτιμούνταν τα καλοκαίρια, κυρίως για να αποφεύγονται οι ορδές λαϊκών στρωμάτων στις ακτές. Η περιοχή της Νάπολης υπήρξε αγαπημένο θέρετρο των Ρωμαίων.

Όπως αναφέρει σε σχετική του ανάλυση στο “Βήμα” ο καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας κ. Μιχάλης Τιβέριος, «η εξοχική κατοικία αντιπροσώπευε την έννοια του otium (= σχόλη, ζωή στο ύπαιθρο) σε αντιδιαστολή προς την έννοια του negotium (= καθήκον, πολιτική δραστηριότητα)». Διηγείται μάλιστα μια ιστορία από την Ρώμη της αρχαιότητας: «Όταν κάποτε ο Πομπήιος επισκέφθηκε την έπαυλη του Λούκουλλου, είπε στον Λούκουλλο ότι έχει μια έπαυλη καταπληκτική για το καλοκαίρι αλλά εντελώς ακατάλληλη για το χειμώνα. Τότε εκείνος του απάντησε ότι δεν διαθέτει λιγότερο μυαλό από τους γερανούς και τους πελαργούς για να μην αλλάζει τόπο διαμονής ανάλογα με την εποχή». Σύμφωνα με τον ίδιο καθηγητή, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έχτιζαν τις παραθαλάσσιες βίλες τους κυριολεκτικά στην άκρη της θάλασσας, έτσι ώστε να μπορούν να ψαρεύουν από την κρεβατοκάμαρά τους. Οι δε παραλίες της Ιταλίας μετατρέπονταν σε σκηνικά ρωμαϊκών… «οργίων», όπου οι άνδρες περνούσαν τις «διακοπές» τους με γυναίκες ελαφρών ηθών.

 

Ετοιμάζοντας ταξίδι… στον Μεσαίωνα

Από το τέλος των ρωμαϊκών χρόνων, μέχρι την Αναγέννηση και τις απαρχές του 19ου αιώνα, το ταξίδι συνέχιζε να παραμένει προνόμιο των υψηλών τάξεων. Τα θρησκευτικά ταξίδια και οι επισκέψεις σε ιαματικές πηγές ήταν οι δημοφιλέστερες καλοκαιρινές «διακοπές», αλλά καθιερώθηκε και ο θεσμός του «Grand Tour», των ταξιδιών που επιχειρούσαν οι γόνοι αριστοκρατών γυρίζοντας ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο (της Ελλάδας φυσικά περιλαμβανομένης, εξαιτίας της κλασικής της παράδοσης). Το «Μεγάλο Ταξίδι» δεν ήταν υπόθεση αμιγώς καλοκαιρινή, καθώς συχνά διαρκούσε περί τα τρία χρόνια και είχε ως στόχο όχι την αναψυχή αλλά την διεύρυνση των οριζόντων.

Οι πρώτοι τουρίστες

Τα πάντα αλλάζουν όταν στην ζωή της ανθρωπότητας μπαίνει η ατμομηχανή. Από τις αρχές του 19ου αιώνα, τα τρένα και τα ατμόπλοια κάνουν τα ταξίδια ασφαλέστερα και τα αστικά στρώματα μπαίνουν στο παιχνίδι των διακοπών. Σημαντικός «σταθμός» της Ιστορίας του τουρισμού είναι η ίδρυση από τον Thomas Cook του πρώτου ταξιδιωτικού πρακτορείου, που αναλάμβανε να πουλήσει πακέτα διακοπών, περιλαμβανομένων μετακινήσεων αλλά και κουπονιών διαμονής. Το ημερολόγιο έδειχνε 5 Ιουλίου του 1841, ημερομηνία γέννησης της λέξης «τουρίστας» (από την αγγλική λέξη «tour»).

istoria-diakopwn_675-3_345630_AJJ446

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι σιδηρόδρομοι φέρνουν και την αμερικανική αστική τάξη στις παραλίες, για λόγους υγείας και ξεκούρασης. Ωστόσο, το θρησκευτικό στοιχείο επικρατεί, καθώς οι σημαντικότερες παραθεριστικές δομές είναι εκκλησιαστικές και αναλαμβάνουν να προστατεύσουν τον αθώο και ιερό χαρακτήρα των καλοκαιρινών διακοπών, μακριά από καταχρήσεις και σεξουαλικά θέλγητρα, ώστε ο παραθερισμός να μην συνοδεύεται με… ένοχες συνειδήσεις, όπως αναφέρει η αμερικανίδα ιστορικός Cindy Aron, που συνέγραψε μεταξύ άλλων την «Ιστορία των Διακοπών».

Όπως αναφέρει σε συνέντευξή της πάντως, υπάρχει ο εξής στερεοτυπικός διαχωρισμός μεταξύ ευρωπαϊκής και αμερικανικής θεώρησης της θερινής ανάπαυλας: «Οι Ευρωπαίοι δουλεύουν ώστε να μπορέσουν να πάνε διακοπές. Οι Αμερικάνοι πάνε διακοπές ώστε να μπορέσουν να επιστρέψουν στη δουλειά».

Όταν κλείνουν τα σχολεία

istoria-diakopwn_675-2_345631_A59606

Η θρησκευτική σφραγίδα φιγουράρει και στον θεσμό της παιδικής κατασκήνωσης. Η πρώτη επίσημη θερινή κατασκήνωση για παιδιά ιδρύθηκε στην Ζυρίχη στα μέσα του 19ου αιώνα από έναν επίσκοπο, ενώ στην συνέχεια υποστηρίχθηκε από τον θεσμό του προσκοπισμού, δημιουργώντας μία σταθερή εναλλακτική για την σχολική ανάπαυλα.

Όσο για την τελευταία, επικράτησε για διαφορετικούς λόγους σε κάθε χώρα – στις ΗΠΑ για παράδειγμα, σύμφωνα με ιστορική αναδρομή του περιοδικού Time, η καθιέρωση των καλοκαιρινών διακοπών στα σχολεία συνδέεται με την ανάγκη των παιδικών χεριών στις αγροτικές εργασίες του καλοκαιριού. Σήμερα, φυσικά, οι σχολικές διακοπές έχουν καθιερωθεί ως δικαίωμα των παιδιών στην πνευματική ξεκούραση, αν και η διάρκεια του σχολικού έτους παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις από χώρα σε χώρα – σε ορισμένα ασιατικά κράτη για παράδειγμα διαρκεί 48 ολόκληρες εβδομάδες, την ίδια στιγμή που στην Ελλάδα το καλοκαιρινό «ραχάτι» έχει καθοριστεί στους τρεις μήνες. Δείτε εδώ την σχετική λίστα με τις καλοκαιρινές διακοπές ανά κράτος.

Τα καλοκαίρια του 20ού αιώνα

istoria-diakopwn_675-5_345628_053x52

Η κοινωνική ελίτ συνεχίζει να απολαμβάνει το μεγάλο μέρος της πίτας των καλοκαιρινών διακοπών μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε είναι που επιχειρείται ο εκδημοκρατισμός του τουρισμού, σύμφωνα με την Γαλήνη Μουτάφη, καθηγήτρια και συγγραφέα του βιβλίου «Έρευνες για τον τουρισμό στην Ελλάδα και την Κύπρο». Όπως δηλώνει σε μια ενδιαφέρουσα έρευνα του Έθνους, «μέχρι τότε διακοπές έκαναν μόνο μέλη της ελίτ, κυρίως άνδρες, διότι ο τουρισμός προϋπέθετε χρήματα, πολιτισμικό κεφάλαιο και γνώσεις. Σημαντικοί παράγοντες που ώθησαν τον παραθερισμό ήταν η ανάπτυξη των μέσων μαζικής μεταφοράς, η αύξηση της κινητικότητας των ανθρώπων, η αύξηση του εισοδήματος, η μείωση της εργάσιμης εβδομάδας, τα εργασιακά δικαιώματα (σύνταξη) κ.ά. Με φορείς πρώτα τη μεσαία τάξη και στη συνέχεια τα κατώτερα στρώματα, με τη συμμετοχή γυναικών, οι οποίες άρχισαν ”καθυστερημένα” να ταξιδεύουν, ο τουρισμός μετά τον πόλεμο αποκτά νέο περιεχόμενο».

Στην ίδια έρευνα, γίνεται λόγος για τον νόμο 4377 του 1929, στον οποίο δόθηκε σημασία στη βελτίωση των ξενοδοχειακών παροχών, ενώ την ίδια περίοδο, ελληνικές Τράπεζες πρόσφεραν σε πελάτες τους βραχυπρόθεσμες οικονομικές διευκολύνσεις υπό τη μορφή δανείων και επιδοτήσεων για τη δημιουργία ξενοδοχειακών καταλυμάτων.

Την πορεία του τουριστικού κινήματος ανακόπτει φυσικά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος που ακολουθεί. Αμέσως μετά, στην Ελλάδα ο τουρισμός θεριεύει και αποφασίζεται να αξιοποιηθούν τα θέλγητρα των νησιών, που έχουν μείνει ανεκμετάλλευτα και παρθένα ως την δεκαετία του ’50. Κάπου εκεί αρχίζει και ο «μύθος» του Ζορμπά και τα κλισέ που παραδοσιακά αποτελούν την βασική γραμμή της τουριστικής προώθησης της χώρας.

Τα μπάνια του λαού

istoria-diakopwn_675-1_345632_305Y19

Παράλληλα με την έλευση των ξένων τουριστών στη χώρα, που σήμερα αποτελεί την «βαριά βιομηχανία» της χώρας, οι Έλληνες αναπτύσσουν τις δικές τους καλοκαιρινές συνήθειες.

Η παραλία θεωρείται αυτονόητο δικαίωμα της θερινής καθημερινότητας των πολιτών, σε τέτοιο βαθμό που ο Ανδρέας Παπανδρέου επικαλέστηκε τον σεβασμό στα «μπάνια του λαού», αρνούμενος να καταφύγει εσπευσμένα στις κάλπες στα τέλη των ‘80s. Φυσικά, η εξόρμηση του λαού στις παραλίες ήταν μια ιστορία πολύ παλαιότερη. Τον Μεσοπόλεμο, για παράδειγμα, γίνεται το σημαντικότερο «άνοιγμα» το οποίο επιτρέπει στα πλήθη να συγχρωτιστούν στις ακτές. Διαβάστε για παράδειγμα τι ανέφερε το περιοδικό Πάνθεον σε έκδοση του 1936 για τις περίφημες «μικτές» παραλίες μπαιν-μιξτ:

«Τώρα επεκράτησε παντού να γίνωνται μπαιν-μιξτ και πρέπει ο άνδρας να είναι προσεκτικός απέναντι των γυναικών και να μην προκαλή με τη στάση του επεισόδια, που μπορούν νάχουν δυσάρεστες συνέπειες. Επειδή οι γυναίκες είναι αναγκασμένες να δείχνουν μέλη του σώματος, που εις άλλες περιστάσεις είναι κρυμμένα, δεν πρέπει να παρατηρούμε εκείνες που λούζονται μαζί μας με τέτοιο τρόπο, ώστε και αυτές να τις ενοχλούμε και μεις να φαινώμαστε κακοαναθρεμμένοι. Δεν απαγορεύονται δε μόνον οι ενοχλήσεις με τα μάτια και οι χειρονομίες, αλλά και κάθε άλλο που δυσαρεστεί τις ξένες κυρίες. Το μπανιερό του ανδρός πρέπει να είναι σεμνό και να μη αναγκάζει τις κυρίες να γυρίζουν το βλέμμα αλλού. Αλλά και οι κινήσεις των λουομένων πρέπει να είναι προσεκτικές. Συμβαίνει πολλές φορές να προκαλή την αηδία μία απρόσεκτη κίνηση και να προκαλή σχόλια που δεν είναι κολακευτικά».

Τις παραθαλάσσιες συνήθειες του λαού παλαιότερων δεκαετιών παρακολουθούμε και σε σπαρταριστές ασπρόμαυρες κωμωδίες, όπως για παράδειγμα στην θρυλική «Θεία από το Σικάγο», που συνοδεύει τις ανιψιές της στην Λούτσα, με τον μπαμπά τους να επιβάλλει στρατιωτική συμπεριφορά στις λουόμενες κόρες του, ή σε σκηνές όπως τα αμμόλουτρα της κινηματογραφικής μητέρας του Κώστα Βουτσά και την άλωση παρθένων νησιών από τουριστικούς καρχαρίες στις «Γοργόνες και Μάγκες».

Ο εν Ελλάδι παραθερισμός ως σήμερα

Στις επόμενες δεκαετίες, ελληνικό καλοκαίρι σημαίνει νησιά, rooms to let και greek kamaki, αλλά και διακοπές διαρκείας για κάθε οικογένεια. Τα πιο λαϊκά στρώματα επιλέγουν τα πατρικά τους σπίτια, τα χωριά τους ή τα φθηνά δωμάτια σε παραθαλάσσια θέρετρα για όλο το καλοκαίρι. Τα νησιά γνωρίζουν δόξες χάρη στο διεθνές jet set που τα επισκέπτεται, ιδιαίτερα στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, οπότε και οι παγκοσμίου φήμης έλληνες κροίσοι φιλοξενούν διάσημους αστέρες. Οι πιτσιρικάδες της πόλης κατηφορίζουν προς τις κοντινές παραλίες, στοιβαγμένοι σε λεωφορεία, ενώ το ελληνικό κράτος θεσπίζει και τα κουπόνια κοινωνικού τουρισμού, μία ακόμη ένδειξη του αυτονόητου χαρακτήρα που έχουν πάρει οι εν ελλάδι διακοπές ως δικαίωμα.

Τα πράγματα αλλάζουν όσο ανεβαίνει το βιοτικό επίπεδο και όσο οι Έλληνες βρίσκουν διεξόδους, χάρη σε φθηνά αεροπορικά εισιτήρια και αξιοποίηση «χειμερινών» αργιών, σε προορισμούς του εξωτερικού. Έτσι, τα καλοκαιρινά τους ταξίδια διαρκούν λιγότερο, ενώ αναπτύσσονται περισσότερο οι εξειδικευμένοι τομείς τουρισμού (θρησκευτικός, εναλλακτικός, φυσιολατρικός, τρίτης ηλικίας, αγροτουρισμός κ.ο.κ.) Και μπορεί τα τελευταία χρόνια, οι έρευνες να κάνουν λόγο για αυξανόμενα ποσοστά όσων, λόγω κρίσης, δηλώνουν πως δεν θα κάνουν καθόλου διακοπές, αλλά οι εξορμήσεις στις κοντινές παραλίες επανέρχονται στο προσκήνιο, ενώ τα καταλύματα των νησιών γεμίζουν και πάλι ασφυκτικά με ξένους τουρίστες.

_________________

~ Γιώργος Κόκουβας

Πηγή: in2life.gr

Κατηγορίες:
Ιστορία

Οι πεντάδυμες αδερφές Dionne κι η δυσάρεστη ιστορία που τις συνοδεύει...

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Στις 28 Μαΐου 1935, σε ένα μικρό χωριό στον Καναδά, συνέβη κάτι απίστευτο. Μία γυναίκα γέννησε και διπλασίασε την ήδη πενταμελή της οικογένεια.

Έχοντας ήδη τόσα πολλά παιδιά, η Elzire Dionne ήξερε πως κάτι ήταν διαφορετικό στην εγκυμοσύνη αυτή. Είπε στον άντρα της, Oliva Edouard Dionne, πως θα πρέπει να ετοιμάζονται για δίδυμα.

Είχε κάνει όμως λάθος. Γέννησε 2 μήνες πριν την ώρα της στο οικογενειακό αγρόκτημα κοντά στο Callender του Οντάριο και σόκαρε τους γιατρούς όταν γέννησε 5 πανομοιότυπα κοριτσάκια. Και τα πέντε μωρά επιβιώνουν. Πήραν τα ονόματα Marie, Cecile, Yvonne, Émilie και Annette

Τα νέα για τα πεντάδυμα μαθεύτηκαν πολύ γρήγορα. Άνθρωποι από όλο τον κόσμο τους ζητούσαν συμβουλές, τους υποστήριζαν και τους έκαναν ακόμα και δωρεές.

Αφού ένα τσίρκο από το Σικάγο προσφέρθηκε να τα αγοράσει από τους φτωχούς γονείς από το Οντάριο, η κυβέρνηση μπήκε στην μέση για να ‘προστατέψει’ τα μωρά από την εκμετάλλευση.

Τότε ήταν που ξεκίνησε η τραγική τους ιστορία…

Η οικογένεια είχε υπογράψει συμβόλαιο για να πουλήσει τα μωρά τους σε ένα τσίρκο στο Σικάγο αλλά η κυβέρνηση παρενέβη.

Ακύρωσε το συμβόλαιο και ανακήρυξε ανίκανους τους γονείς, με αποτέλεσμα να τους πάρει τα παιδιά.

Η επιμέλεια πέρασε στο κράτος με τον γιατρό που τις ξεγέννησε, Dr. Allan Dafoe, να έχει τον τελικό λόγο. Τα κορίτσια μεγάλωσαν με χρήματα από τον Ερυθρό Σταυρό.

Διαμορφώθηκε μία περιοχή παρατήρησης έξω από το δωμάτιο που ζούσαν τα κορίτσια, όπως βλέπουμε σε ζωολογικούς κήπους. Επιστήμονες και επισκέπτες παρατηρούσαν τα κορίτσια να παίζουν, να γελάνε και να μαθαίνουν.

Καθώς μεγάλωναν, τραβούσαν το ενδιαφέρον όλο και περισσότερων με αποτέλεσμα να φτάσουν να έχουν 6,000 επισκέπτες τη μέρα.

Το πρόγραμμά τους ήταν συγκεκριμένο και όλα γινόντουσαν την προγραμματισμένη ώρα. Τις είχαν πάει στην Βασίλισσα Ελισάβετ το 1939, στον Clark Gable, τον James Stewart, τον Bette Davis και άλλους διάσημους αστέρες.

 Υπολογίζεται πως τα πεντάδυμα έφεραν κέρδη $51 εκατομμύρια στην κυβέρνηση από τουρίστες αλλά μόνο λίγα από αυτά τα χρήματα έφτασαν στην οικογένεια από τα κορίτσια και καθόλου στις ίδιες.

Ο κόσμος τις χρησιμοποιούσε για να πουλήσει πάνες, δημητριακά, οδοντόκρεμες, απορρυπαντικά και βασικά οτιδήποτε χρησιμοποιεί ένα νοικοκυριό.

Το 1943, η οικογένεια Dionne πήρε πίσω την επιμέλεια των κοριτσιών, αλλά δεν ήταν μία χαρούμενη επανένωση. Σε συνεντεύξεις τους, τα κορίτσια μίλησαν για την κακοποίηση που βίωσαν από τους γονείς τους.

Τις έλεγαν πως ήταν βάρος στην οικογένεια και δεν τις άφηναν να βλέπουν τα άλλα 5 τους αδέρφια, ενώ τις τιμωρούσαν πιο βαριά από τα άλλα παιδιά.

Είπαν πως δεν ήξεραν πως ο πατέρας τους είχε βγάλει χρήματα από την εκμετάλλευσή τους μέχρι αφού μετακόμισαν.

Όσο μεγάλωναν, έχαναν επαφές με τους γονείς τους και αργότερα παντρεύτηκαν. Έκαναν δικά τους παιδιά και μπορούσαν επιτέλους να ζήσουν φυσιολογικές ζωές.

Ωστόσο, η ζωή τους δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Η Emilie πέθανε στην ηλικία των 20 μετά από κρίση και η Marie πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία το 1970.

Γράφτηκαν πολλά βιβλία και γυρίστηκαν ντοκιμαντέρ για την ιστορία τους και το 1997 γεννήθηκαν τα εφτάδυμα McCaughey στην Iowa. Νιώθοντας σύνδεση προς τα 7 μωρά, έγραψαν ένα ανοιχτό γράμμα προς τους γονείς τους.

«Η ζωή μας καταστράφηκε από την εκμετάλλευση που δεχτήκαμε στα χέρια της κυβέρνησης. Ελπίζουμε να μάθετε από την ιστορία μας και να μην αφήσετε τα παιδιά σας να πάθουν τα ίδια.»

Το 1998, οι αδερφές έκαναν μήνυση στην κυβέρνηση και πήραν $2.8 εκατομμύρια αλλά η Yvonne πέθανε το 2001.

Οι δύο αδερφές που έχουν επιβιώσει σπάνια δίνουν συνεντεύξεις αλλά γιόρτασαν τα 83α τους γενέθλια.

Ζουν ήσυχη ζωή όπως όλοι οι παππούδες αλλά θα έχουν για πάντα μία θέση στην ιστορία για την κακοποίηση που βίωσαν.

***

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Ιστορία

Η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που έδωσε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Στην Ελλάδα οι γυναίκες ψήφισαν για πρώτη φορά στις δημοτικές εκλογές του 1934. Για να ψηφίσουν σε βουλευτικές εκλογές έπρεπε να περάσουν ακόμα 22 χρόνια, αφού ψήφισαν για πρώτη φορά στις 19 Φεβρουαρίου του 1956. Ωστόσο, η Ελλάδα άργησε αρκετά να δώσει δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, σε σχέση με πολλές χώρες του κόσμου. Για παράδειγμα οι ΗΠΑ, έδωσαν δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες το 1920, ενώ η Αυστρία, η Γερμανία και η Πολωνία 2 χρόνια νωρίτερα.

Η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που έδωσε δικαίωμα στις γυναίκες, το έκανε το 1906. Και μάλιστα στις εκλογές του Μαρτίου του 1907, 19 γυναίκες εξελέγησαν στην βουλή. Αυτή η χώρα λοιπόν ήταν η Φινλανδία, που μετά τις γενικές απεργίες του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου του 1905, έδωσε στις γυναίκες το αναφαίρετο δικαίωμά τους να εκλέγουν και να εκλέγονται.

Η Νορβηγία ακολούθησε το 1913 και η Δανία το 1915. Στην Ελλάδα θεσπίστηκε το 1930, αλλά δεν αφορούσε όλες τις Ελληνίδες. Μπορούσαν να ψηφίσουν μόνο όσες είχαν κλείσει τα 30 και είχαν τελειώσει το Δημοτικό. Δικαίωμα ψήφου σε βουλευτικές εκλογές απέκτησαν το 1952, σχεδόν μισό αιώνα μετά τη Φινλανδία.

Αν και η πρώτη Ευρωπαϊκή χώρα, η Φινλανδία ήταν η τρίτη χώρα στον κόσμο που έδωσε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Πρώτη ήταν η Νέα Ζηλανδία το 1893, και δεύτερη η Αυστραλία το 1902. Για πρώτη φορά στον πλανήτη, δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες που είχαν ιδιόκτησία δόθηκε από την Tynwald, την βουλή της νήσου του Μαν, το 1881. Η νήσος του Μαν, ανήκε στην Μεγάλη Βρετανία και το στέμμα, αλλά είχε μερική αυτονομία.

http://www.tynwald.org.im/education/women/Pages/VotesForWomen.aspx

Πηγή:.e-daily.gr

Κατηγορίες:
Ιστορία

Είναι, άραγε, αυτό το πρώτο καταγεγραμμένο τροχαίο με ζώο;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Ένα ιδιαίτερο μνημείο βρίσκεται στα αρχαία τείχη της Έδεσσας. Μια έμμετρη επιγραφή διηγείται, με συγκινητικό τρόπο, σε πρώτο πρόσωπο, σαν να μιλούσε ένα μικρό γουρουνάκι τον θάνατό του!

«χοῖρος ὁ πᾶσι φίλος, τετράπους νέος, ἐνθάδε κεῖμαι Δαλματίης δάπεδον προλιπὼν δῶρον προσενεχθείς καὶ Δυρράχιν δὲ ἐπάτησα Ἀπολλωνίαν τε ποθήσας καὶ πᾶσαν γαίην διέβην ποσὶ μοῦνος ἄλιπτος νῦν δὲ τροχοῖο βίῃ τὸ φάος προλέλοιπα Ἠμαθίην δὲ ποθῶν κατιδεῖν φαλλοῖο δὲ ἅρμα ἐνθάδε νῦν κεῖμαι τῷ θανάτῳ μηκέτ’ ὀφειλόμενος»

 

«Ο χοίρος, ο φίλος όλων, ο τετράποδος νέος, ενθάδε κείμαι, έχοντας αφήσει τα χώματα της Δαλματίας όπου είχα δοθεί ως δώρο. Πόθησα και πάτησα το Δυρράχιο και την Απολλωνία μόνος μου, χωρίς να μείνω πίσω, διάβηκα όλη τη γη με τα πόδια. Τώρα όμως από τροχαίο έχασα το φως της ημέρας, πάνω στη στιγμή που ποθούσα να δω την Ημαθία και την πομπή της φαλλοφορίας σε άρμα, και κείμαι εδώ μη χρωστώντας πια τίποτα στον θάνατο»

Σύμφωνα με την έμμετρη επιγραφή, ο χοίρος ξεκίνησε μαζί με τον κύριο του από τη Δαλματία και πέρασε από το Δυρράχιο, όχι όμως την Απολλωνία, τη δεύτερη αφετηρία της Εγνατίας οδού στην Αδριατική θάλασσα. Στη συνέχεια, ως πολιτιστικοί ή μάλλον θρησκευτικοί τουρίστες, ταξίδεψαν προς τη Μακεδονία που αναφέρεται ποιητικά ως Ημαθία, για να πάρουν μέρος στη μεγάλη γιορτή των Φαλλοφορίων προς τιμή του Διόνυσου, αντίστοιχων

Επειδή όμως ο χοίρος σκοτώθηκε από τους τροχούς της άμαξας, ενταφιάστηκε στην περιοχή εκτός, των τειχών της αρχαίας Έδεσσας και το ανάγλυφο τοποθετήθηκε πάνω από τον τάφο του.

Το “ανάγλυφο του χοίρου” βρέθηκε το 1968 κατά τη διάρκεια αρχαιολογικής ανασκαφής ενσωματωμένη στα υστερορωμαϊκά τείχη της Έδεσσας.

Κατατάσσεται στη σπάνια κατηγορία των αφιερωμένων σε ζώο ταφικών αναγλύφων. Είχε κτιστεί ανάμεσα στις λιθοπλίνθους του τείχους, όπως και άλλα μαρμάρινα μνημεία (βωμοί, ανάγλυφες στήλες κ.λ.π.) κατά τη· υστερορωμαϊκή επιδιόρθωσή του, που προκλήθηκε από τον κίνδυνο των βαρβαρικών επιδρομών το β’ μισό του 3ου αι.μχ

***

Γιώργος Γιώτης

Πηγή:  antikleidi.com

Κατηγορίες:
Ιστορία

Το κρασί στην αρχαία Ελλάδα

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Η άμπελος ήταν γνωστή σε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα και σε όλους τους παράκτιους θύλακες που είχαν αποικίσει οι Έλληνες, από την Καταλονία ως την Κριμαία. Στην πραγματικότητα, η κατανάλωση οίνου θεωρείτο σύμβολο της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας.

Ήταν σημάδι του βαρβαρισμού τους ότι οι βάρβαροι έπιναν μπύρα. Στις περιπτώσεις που ήξεραν το κρασί – και οι Έλληνες παραδέχονταν ότι οι άλλοι πολιτισμοί δεν το αγνοούσαν εντελώς – το κακομεταχειρίζονταν. Το κρασί το ίδιο, στην ακατέργαστη και μη αραιωμένη μορφή που σπάνια έπιναν οι Έλληνες, ήταν γλυκό και, εξαιτίας του ζεστού κλίματος και της μικρής παραγωγής, συνήθως πλησίαζε το ανώτατο όριο της κλίμακας περιεκτικότητας σε αλκοόλ, δηλαδή το 15-16%, αντί του 12,5% το οποίο θεωρείται φυσιολογικό σήμερα. Πολύ συχνά, στην επιφάνειά του επέπλεαν στέμφυλα ή είχε μούργα και έπρεπε να το σουρώσεις πριν το ανακατέψεις ή το σερβίρεις. Επομένως, τα κόκκινα κρασιά θα πρέπει να ήταν πολύ σκουρόχρωμα και με πολλές τανίνες.

Η ευωδιά του αρχαίου κρασιού έλεγαν ότι είχε ισχυρή επίδραση στους λάτρεις του κρασιού και ενίοτε τη συνέκριναν με το άρωμα των λουλουδιών. Μερικά άλλα αρώματα όμως μπορεί να μη μας φαίνονταν οικεία στη σύγχρονη εποχή. Κατ’ αρχάς, το κρασί αποκτούσε τη γεύση του αγγείου στο οποίο το μετέφεραν ή το φύλαγαν’ και δε χρησιμοποιούσαν τότε τα δρύινα βαρέλια που χαρίζουν στα σύγχρονα κρασιά το χαρακτηριστικό άρωμα βανίλιας. Εννοούμε μυρωδιά πίσσας ή ρετσινιού, που χρησιμοποιούσαν στο σφράγισμα των αμφορέων, ενώ σε κάποιες περιστάσεις, το κρασί έπαιρνε τη μυρωδιά του πρόβιου ή κατσικίσιου δέρματος, από τους ασκούς όπου το φύλαγαν. Μερικές φορές, σε διάφορα στάδια της διαδικασίας παρασκευής και προετοιμασίας, πρόσθεταν κι άλλα συστατικά, όπως θαλασσινό νερό, αρωματικά βότανα, μυρωδικά και, σε μια περίπτωση, μέλι και ζυμάρι.

Ο Αριστοτέλης, στη διατριβή του «Περί μέθης”, αναφέρει την οινοποσία από «ροδίτικη χυτρίδα”, στην οποία προσέθεταν ένα εκχύλισμα από μείγμα σμύρνας, σχίνου, άνθους κρόκου και Βαλσάμου κινναμώμου. Προφανώς, όταν ζεσταινόταν το αγγείο, τα μυρωδικά μείωναν τη μεθυστική δύναμη του υγρού που περιείχε.

Κατά το Μνησίθεο, έχουμε τρία διαφορετικά χρώματα κρασιού: το «μαύρο», το «άσπρο» και το «κιρρό», δηλαδή το κεχριμπαρένιο.

Τα άσπρα και τα κεχριμπαρένια κρασιά ήταν ή γλυκά ή ξηρά, τα μαύρα μπορούσαν να είναι επίσης και μέτρια. Ο Ιπποκράτης πάλι, στη διατριβή του «Περί διαίτης», διακρίνει τα κρασιά και σε «αρωματικά» ή «χωρίς άρωμα», «λεπτά» ή «παχιά», σε «δυνατά» ή «πιο αδύναμα».

Ο Θεόφραστος λέει ότι κάποιες φορές τα κρασιά ανακατεύονταν.

Οι Έλληνες, αντίθετα από τους Ρωμαίους που ακολούθησαν, δε φαίνεται να είχαν ιδιαίτερη προτίμηση σε συγκεκριμένες ποικιλίες, αλλά οπωσδήποτε αναγνώριζαν την αξία της παλαίωσης – κάτι που εξέπληττε τους αρχαιοδίφες ως τα τέλη του 18ου αιώνα, όταν τα κρασιά χαλούσαν πολύ γρήγορα. Αυτή η παρανόηση πρέπει να οφείλεται απλώς στο γεγονός ότι, στις αρχές του Μεσαίωνα, οι εύκολοι στο σφράγισμα πήλινοι αμφορείς έπεσαν σε δυσμένεια και αντικαταστάθηκαν από λιγότερο αεροστεγή δοχεία. Η ηλικία του κρασιού ήταν σημαντικό ζήτημα για τους ειδήμονες κι ενέπνευσε τον καλοφαγά Αρχέστρατο να γράψει μερικούς τρομερά κακούς και περίτεχνους στίχους, οι οποίοι κάνουν τους σύγχρονους ειδήμονες να μοιάζουν εντελώς στερημένοι φαντασίας

 

Μετά, αφού πιείς μια γερή γουλιά προς τιμή του Διός Σωτήρος, πρέπει να πιείς ένα παλιό κρασί, που να κουβαλάει στους ώμους του κατάλευκο κεφάλι, ένα κρασί που να έχει τους υγρούς του βοστρύχους στεφανωμένους με άσπρα λουλούδια, ένα κρασί της  θαλασσοδαρμένης Λέσβου. Και επαινώ το βύβλινο κρασί της ιερής Φοινίκης, αν και δεν το συγκρίνω με το άλλο. Διότι, αν δεν το έχεις ξαναπιεί και ώσπου να το συνηθίσεις, θα σου φανεί πιο αρωματικό από της Λέσβου, γιατί διατηρεί το άρωμά του για πολύ περισσότερη ώρα, αλλά, όταν το πίνεις συχνά, θα σου φανεί πολύ κατώτερο, ενώ n εκτίμηση σου για το λεσβιακό θα ανέβει στα ύψη, αφού είναι ανώτερο όχι μόνο από κάθε άλλο κρασί αλλά κι απ’ την αμβροσία. Και μερικοί αλαζονικοί πομφόλυγες μπορεί να πουν περιφρονητικά ότι το φοινικικό είναι το γλυκύτερο απ’ όλατα κρασιά, αλλά εγώ δε θα τους δώσω σημασία. [. .. ] Το κρασί της Θάσου είναι κατάλλnλο για ευγενική οινοποσία, αρκεί να είναι παλιό, φορτωμένο με πολλές χρονιές.

Η ιδιότητα του κρασιού να βελτιώνεται όσο παλιώνει προκάλεσε κάποιες δυσμενείς για το ανθρώπινο είδος συγκρίσεις. Ο ήρωας ενός έργου του Ευβούλου, για παράδειγμα, παρατηρεί πως οι εταίρες εκτιμούν το παλιό κρασί, αλλά όχι τους ηλικιωμένους άντρες.

Σ’ ένα απόσπασμα του Κρατίνου, βρίσκουμε μια πιο εκλεπτυσμένη σύγκριση με την ανθρώπινη ζωή. Ο Κρατίνος μιλάει για «οίνο μενδαίο που ενnλικιώνεται” (ηβώvτα, στην κυριολεξία θαλερό ή έφηβο) και μας θυμίζει έτσι τα σύγχρονα διαγράμματα ωριμότητας της «ζωής” ενός κρασιού, τα οποία χωρίζουν τις περιόδους ωρίμανσης σε: «στη στιγμή του”, «στην κατάλληλη στιγμή του”, «κουρασμένο” «έχει ξεπεράσει τα όριά του.

Ο κύριος όγκος του κρασιού που κατανάλωναν οι Έλληνες ήταν κοινό κρασί τοπικής παραγωγής, από τη συγκομιδή μικρών ανειδίκευτων κτημάτων. Οι Αθηναίοι αποκαλούσαν αυτό το κρασί τρικότυλο ή «κρασί του λίτρου” (κυριολεκτικά ίσο με τρεις κοτύλες, δηλ. τρία μικρά ποτήρια), επειδή, σύμφωνα με το λεξικογράφο Ησύχιο, μπορούσες να αγοράσεις τρεις κοτύλες μ’ έναν οβολό μόνο. Μερικά εντούτοις ήταν πολύ υψηλότερης ποιότητας, εισάγονταν από περιοχές διάσημες για τα κρασιά τους και καλλιεργούνταν σε μεγάλα κτήματα.

Τέτοια κρασιά συναντάμε συχνά στις κωμωδίες, σε λίστες μαζί με άλλες λιχουδιές, αν και στην ανώτατη Βαθμίδα Βρίσκουμε λιγότερα είδη κρασιών παρά ψαριών, για παράδειγμα, κατ’ επιταγή των ποιητών – τα κρασιά σπάνια ξεπερνούν τα τρία ή τέσσερα τη φορά. Δε συμφωνούν όλες οι πηγές μας για το ποια ήταν τα κορυφαία κρασιά, αλλά τα κρασιά της Θάσου, της Χίου και της Μένδης, πόλης της Χαλκιδικής, θεωρούνταν τα διαπρεπέστερα της κλασικής περιόδου για τους περισσότερους. Σ’ αυτά πρέπει να προσθέσουμε τα κρασιά της Λέσβου, τα οποία Βρίσκουμε σποραδικά στις λίστες από πολύ νωρίς, από τις αρχές του 5ου αιώνα, αν και ο Πλίνιος πιστεύει ότι η φήμη τους χρονολογείται από τα τέλη του 4ου. Οι ήρωες των θεατρικών έργων διαπραγματεύονται άνετα τις περίεργες ιδιότητες κάθε κρασιού, το χαρακτηριστικό χρώμα και άρωμά του, τη γλυκύτητά του, όπως στο λόγο του Διονύσου από ένα έργο του Ερμίππου:

Με το κρασί της Μένδης, οι θεοί μουσκεύουν τα μαλακά τους τα στρώματα. Και μετά είναι ένα κρασί της Μαγνησίας, απαλό κι ευχάριστο (μειλιχόδωρον], κι ένα θασιώτικο, που στην επιφάνειά του γλιστράει το άρωμα των μήλων’  αυτό κρίνω ως το καλύτερο απ’ όλα τα κρασιά, εκτός από το άψογο κρασί της Χίου, που διώχνει κάθε πόνο.

Ίχνη της δημοτικότητας των καλών κρασιών της κλασικής περιόδου δε Βρίσκουμε μόνο στα υπολείμματα της αρχαίας γραμματείας, αλλά και σε θραύσματα αμφορέων που Βρέθηκαν στην Αγορά της Αθήνας και αλλού. Καθεμιά από τις σημαντικές πόλεις που έκαναν εξαγωγή κρασιών εμφιάλωνε την παραγωγή της σε χαρακτηριστικά αγγεία που είχαν πάνω κάτω ομοιόμορφο σχήμα, όπως μπορούν να διακρίνουν οι αρχαιολόγοι.

Οι Χίοι μάλιστα χρησιμοποιούσαν τους αμφορείς τους ως διακριτικό σύμβολο στο νόμισμά τους. Έτσι επιβεβαιώνεται αυτό που υπονοούν τα αποσπάσματα των κωμωδιών, ότι τα κρασιά των πόλεων αυτών ήταν ειδικά προϊόντα, με αναγνωρίσιμα  χαρακτηριστικά. Μερικές πόλεις ειδικεύονταν στην παραγωγή ενός είδους κρασιού μόνο, άλλες παρήγαγαν περισσότερα. Το χιώτικο κρασί, για παράδειγμα, έβγαινε σε τρεις τύπους: αυστηρό (ξηρό), γλυκάξον (γλυκό) και ένα ονομαζόμενο αυτόκρατο, κάτι ανάμεσα στα δύο.

Η ιδιαιτερότητα αυτών των κρασιών μπορεί να εξηγηθεί ως αποτέλεσμα της φυσικής επικράτησης συγκεκριμένων ποικιλιών και κάποιων παραδοσιακών μεθόδων, συγκεκριμένων σε κάθε περιοχή. Δεν είναι συμπτωματικό ότι αυτά τα ξεχωριστά κρασιά, χωρίς καμία εξαίρεση, προέρχονταν από απομονωμένες αγροτικές οικονομίες, κάτι που ισχύει στην κυριολεξία στην περίπτωση νησιών όπως η Θάσος και η Χίος, ή όπως η Μένδη, που περιτριγυριζόταν από Βαρβάρους.

Είναι σημαντικό από την άποψη αυτή ότι το λεσβιακό κρασί παίρνει το όνομά του από τό νησί, τη γεωγραφική ενότητα, κι όχι από τις πόλεις, Μυτιλήνη, Ερεσό και Μήθυμνα, τις πολιτικές οντότητες που καταλάμβαναν την έκτασή του. Μερικές πολύ σποραδικές αναφορές μαρτυρούν ότι οι αρχαίοι παραδέχονταν τη λιγότερο χειροπιαστή ιδιότητα της terroir, της μαγικής επιρροής δηλαδή συγκεκριμένων κομματιών γης. Απ’ ό,τι φαίνεται, το καλύτερο χιώτικο κρασί προερχόταν από μια περιοχή στα Βορειοδυτικά του νησιού, που ήταν γνωστή ως Αριουσία.

Μαθαίνουμε επίσης την ύπαρξη ενός κρασιού που λεγόταν βύβλινο, το οποίο, παρ’ όσα λέει ο Αρχέστρατος, δεν προερχόταν από τη φοινικική Βύβλο, αλλά από μια περιοχή της Θράκης απέναντι στις Βορειοδυτικές ακτές της Θάσου, η οποία περιοχή ανήκε ενδεχομένως στην επικράτεια κάποιας πόλης της περιοχής, ίσως στη Θάσο την ίδια.

Η Θάσος μας προσφέρει, εξ αντιδιαστολής, την καλύτερη απόδειξη για μία άκρως οργανωμένη αμπελουργία ευρείας κλίμακας, η οποία οφειλόταν στις παρακινδυνευμένες αλλά ευλογημένες παραδοσιακές μεθόδους και στο καλό χώμα, στοιχεία που συμπλήρωνε και μια σχετική νομοθεσία. Κάποιες επιγραφές που Βρέθηκαν στο νησί αποκαλύπτουν ότι η πολιτική παρέμβαση στο εμπόριο κρασιού ήταν έντονη και πολύ εκτεταμένη. Σε γενικές γραμμές, οι νόμοι ασχολούνταν με την ποιότητα και αυτή η μέριμνα στάθηκε ευεργετική όχι μόνο για τους ντόπιους καταναλωτές του θασιώτικου κρασιού αλλά και για τους εξαγωγείς, των οποίων η επιτυχία εξαρτιόταν από τη διατήρηση της φήμης του νησιού σε υψηλά επίπεδα

***

Απόσπασμα από το βιβλίο του Τζειμς Ντειβιντσον «Αρχαίοι Αθηναίοι – Ηδονές, καταχρήσεις και πάθη» Εκδότης: Περίπλους

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Ιστορία

Το πρώτο παράπονο πελάτη στην ιστορία!

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Υπάρχουν πολλά που πρέπει να πούμε για τανθρώπινο είδος και πως έχει αλλάξει όλα αυτά τα χρόνια. Ωστόσο, αυτό που μένει αναλλοίωτο σε βάθος χιλιετιών φαίνεται πως είναι η έκφραση παραπόνων, σύμφωνα με πρόσφατη αποκάλυψη των αρχαιολόγων.  Το παλαιότερο παράπονο που έχει εκφραστεί ποτέ, είναι σκαλισμένο σε μια πέτρινη πλάκα και προέρχεται από την αρχαία Μεσοποταμία.

Το εν λόγω αρχαιολογικό εύρημα, το οποίο χρονολογείται περίπου στο 1.750 π.Χ βρέθηκε στην αρχαία πόλη Ουρ, γνωστή για τα εντυπωσιακά Ζιγκουράτ (ογκώδεις κατασκευές της Μεσοποταμίας) που βρίσκεται τώρα στο σημερινό Ιράκ. Η πλάκα αποτελεί  μήνυμα καταγγελίας από έναν άντρα που ονομάζεται Νάνι σε έναν προμηθευτή με το όνομα Εα-Νασίρ. Ο Εα-Νασίρ προφανώς παρέδωσε τον λανθασμένο βαθμό χαλκού μετά από το ταξίδι του στον περσικό κόλπο για να συλλέξει το μέταλλο. Είναι επίσης υπεύθυνος για λανθασμένες οδηγίες αλλά και για καθυστερήσεις στην περαιτέρω παράδοση. Και το κορυφαίο όλων, ήταν αγενής όταν οι υπάλληλοι του Νάνι έσπευσαν να παραλάβουν την παραγγελία. Σας ακούγεται οικείο;

«Για ποιον με περνάτε και με αντιμετωπίζετε με τέτοια περιφρόνηση», γράφει ο Νάνι, όπως μεταφράζει ο ασσυριολόγος καθηγητής της Μεσοποταμίας Λέο Όπενχάιμ. «Έστειλα ανθρώπους να πάρουν τα χρήματά μου, αλλά μου συμπεριφερθήκατε με θράσος στέλνοντάς τους με άδεια χέρια κάθε φορά και όλα αυτό κάτω από εχθρικό έδαφος».

Ο πίνακας αποτελεί μέρος της μόνιμης συλλογής του  Βρετανικού Μουσείου. Η γλώσσα στην πλάκα είναι η ακκαδική, η παλαιότερη γνωστή σημιτική γλώσσα (γλώσσες που προέρχονται από τη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένης της εβραϊκής, της αραβικής και της αραμαϊκής) και η γραφή της σε σφηνοειδή γραφή, που χρησιμοποιήθηκε για να γραφτεί η σουμέρια γλώσσα. Το δισκίο δεν είναι πολύ μεγάλο, με διάμετρο 11,6 έως 5 εκατοστά (4,6 ιντσών).

Μετά από όλα αυτά υποψιαζόμαστε ότι ο Νάνι ίσως δεν αγόρασε ξανά χαλκό από τον Εα-Νασίρ, καθώς συνεχίζει να λέει στην επιστολή: ”Να ξέρετε ότι από εδώ και πέρα δεν θα δεχθώ εδώ χαλκό από εσάς αν δεν είναι εξαιρετικής ποιότητας. Θα επιλέγω τα πλινθώματα ξεχωριστά στην αυλή μου και θα ασκώ το δικαίωμά μου να το απορρίψω κάθε φορά που δεν μου αρέσει, επειδή με αντιμετωπίσατε με περιφρόνηση ».

Ο Εα-Νασίρ ίσως δεν πάτησε ποτέ ξανά στην Ουρ, καθώς το μίσος του Νάνι έδειχνε άσβεστο…

Πηγή: iflscience.com

Κατηγορίες:
Ιστορία

7 παράξενα από την άγνωστη πλευρά του Βυζαντίου

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Οι κίνδυνοι του επαγγέλματος

Στο Βυζάντιο από τους 88 αυτοκράτορες που βασίλευσαν από το 330 ως το 1453 μόνο οι μισοί πέθαναν από φυσικά αίτια. Σε αυ­τούς, μάλιστα, δεν συμπεριλαμβάνονται όσοι δεν άσκησαν ποτέ την εξουσία ή ήταν συμβασιλείς. Οι υπόλοιποι δολοφονήθηκαν ή σκοτώθηκαν ύστερα από εξέγερση ή εκθρονίστηκαν και ακρωτηριάστηκαν, ή βασανίστηκαν με άλλον τρόπο.

Για παράδειγμα, 5 πέθαναν έπειτα από το μαρτύριο της τύφλωσης. Πολλοί υποχρεώθηκαν να κλειστούν σε μοναστήρι και μόνο 5 έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Στους αυτοκράτορες που «ατύχησαν» δεν περιλαμβάνονται οι βασιλόπαιδες που ευνουχίστηκαν για να μη διεκδικήσουν τον θρόνο. Υπολογίζεται, λοιπόν, ότι πάνω από το 1/3 των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου πλήρωσε βαρύτατο τίμημα για τον θρόνο. Ωστόσο, ποσοστιαία στην εξόντωση αυτοκρατόρων προηγούνται οι Ρωμαίοι, αφού από τον Αύγουστο ως τον Διοκλητιανό (27π.Χ.–305 μ.Χ.) δολοφονήθηκαν περισσότεροι από τους μισούς.

Περί συμβόλων…

Τα βασιλικά σύμβολα ήταν κυρίως η χλαμύδα και το στέμμα, ενώ από τον 10ο αιώνα ιδιαίτερη σημασία απέκτησαν τα κόκκινα πέδιλα, που μόνο οι αυτοκράτορες μπορούσαν να φορούν. Στις επίσημες απεικονίσεις τους οι βυζαντινοί βασιλείς εμφανίζονται να κρατούν στο δεξί χέρι τους σκήπτρο, που συχνά καταλήγει σε σταυρό ή λάβαρο, σύμβολο της εξουσίας τους. Στο αριστερό κρατούν την «ακακία», ένα μεταξωτό σακουλάκι γεμάτο χώμα, που παραπέμπει στη ματαιότητα των εγκοσμίων.

Άλλοτε, στο αριστερό χέρι εμφανίζονται να κρατούν μια σφαί­ρα που πάνω της υπάρχει ένας σταυρός. Το κόκκινο είναι το χρώμα του αυτοκράτορα, άλλοτε ζωηρό και άλλοτε βαθύ, που πλησιάζει το μενεξεδί. Με κόκκινο μελάνι βάζει την υπογραφή του, τα ρούχα που φοράει είναι πορφυρά, πορφυρή επίσης είναι η διακόσμηση μέσα στο παλάτι, πορφυρό είναι και το χρώμα της βασιλικής κρεβατοκάμαρας.

Και ένας, και δύο, και τρεις…

Ένα από τα δικαιώματα του αυτοκράτορα στο Βυζάντιο ήταν η δυνατότητα να στέφει άλλους ως (συν)αυτοκράτορες. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλιζόταν η επιθυμητή διαδοχή στον θρόνο. Αν δεν υπήρχε συναυτοκράτορας, τον θρόνο μπορούσε να πάρει η αυτοκράτειρα. Κανένας περιορισμός δεν υπήρχε στον αριθμό των αυτοκρατόρων που μπορούσαν να συνυπάρχουν (χωρίς, βέβαια, να αμφισβητείται η εξουσία του νόμιμου αυ­τοκράτορα). Επί Ρωμανού Α΄ ήταν πέντε, ενώ επί Κωνσταντί­νου Δ΄ ο στρατός ζητούσε να είναι τρεις, γιατί, με αξιοθαύμα­στη ευλάβεια, πίστευε ότι έπρεπε να εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή το πρότυπο της Αγίας Τριάδας.

Αν είσαι και παπάς…

Στο Βυζάντιο, μολονότι ο αυτοκράτορας νομοθετούσε, ποτέ δεν ήταν υπεράνω του νόμου. Η νομοθεσία ήταν η μόνη δύναμη στην οποία και ο ίδιος ο αυτοκράτορας ήταν υποχρεω­μένος να υποχωρεί. Κάποτε ένας συγκλητικός είχε προσκληθεί σε δείπνο από τον αυτοκράτορα Ιουστίνο Β΄. Την ίδια όμως ώρα έπρεπε να βρίσκεται στο δικαστήριο, όπου είχε κληθεί για κάποια υπόθεσή του. Ο συγκλητικός θεώρησε καλό να μην απουσιάσει από το αυτοκρατορικό δείπνο, πιστεύοντας ότι δεν κινδύνευε να τιμωρηθεί για την απουσία του στο δικαστήριο. Όμως το δικαστήριο τον καταδίκασε σε μαστίγωση και ο αυτοκράτορας δεν επιχείρησε να κάνει καμιά παρέμβαση για να ακυρωθεί η δίκαιη αυτή απόφαση.

 

Το δωμάτιο των πορφυρογέννητων

Πορφύρα ονομαζόταν ένα από τα δωμάτια στα οποία έμενε η αυτοκρατορική οικογένεια. Οι τοίχοι του από πάνω ως κάτω σχημάτιζαν ένα τέλειο τετράγωνο και η οροφή του είχε το σχήμα της πυραμίδας. Είχε θέα προς το λιμάνι, σε μια περιοχή όπου υπήρχαν γλυπτά τα οποία παρίσταναν ταύρους και λιο­ντάρια. Πάτωμα και τοίχοι είχαν μαρμάρινη επένδυση, με μάρμαρα που οι αυτοκράτορες προμηθεύονταν από τη Ρώμη. Το χρώμα των μαρμάρων ήταν πορφυρό, με λευκά στίγματα, σπαρμένα όπως η άμμος, εδώ και εκεί. Από το χρώμα αυτών των μαρμάρων φαίνεται ότι το δωμάτιο είχε πάρει την ονομα­σία «Πορφύρα».

Οι παγίδες της διαδοχής

Με το πέρασμα του χρόνου καθιερώθηκε η συνήθεια να ανακηρύσσεται διάδοχος του θρόνου εκείνος ο γιος του αυτοκράτορα που είχε γεννηθεί πρώτος στην Πορφύρα, που  οι τοίχοι της ήταν ντυμένοι με μεταξωτό ύφασμα βαμμένο στο κόκκινο χρώμα της πορφύρας. Πολλές φορές ξεσπούσαν αντιζηλίες ανάμεσα στον πορφυρογέννητο διάδοχο και στα άλλα αδέλφια του, τα οποία ήταν συχνά μεγαλύτερα, γεννη­μένα πριν ο πατέρας τους ανακηρυχθεί αυτοκράτορας. Οι αντιζηλίες ήταν πιο έντονες όταν οι άλλοι γιοι του αυτοκρά­τορα ήταν ετεροθαλείς, αφού πολλοί αυτοκράτορες είχαν παιδιά από προηγούμενους γάμους.

Πολλές φορές, ο υπο­ψήφιος για το ανώτατο αξίωμα τέλειωνε τη ζωή του στη φυλακή, στην απομόνωση, αφού προηγουμένως είχε υπο­βληθεί σε βασανιστήρια, που περιλάμβαναν συχνά την τύ­φλωση, το κόψιμο της γλώσσας ή της μύτης, ή και άλλα χειρότερα. Ένας αδελφός εκθρονισμένος που του επέτρεπαν να απομονωθεί για πάντα σε κάποιο μακρινό μοναστήρι, για να περάσει την υπόλοιπη ζωή του σαν καλόγερος, με προσευχές και νηστείες, έπρεπε να θεωρείται τυχερός.

Ουδέν κακόν αμιγές καλού…

Τις ανώτερες και εμπιστευτικές θέσεις της διοίκησης στο Βυ­ζάντιο τις καταλάμβαναν συχνά ευνούχοι. Η περίεργη, εκ πρώ­της όψεως, αυτή συνήθεια είχε την εξήγησή της. Οι ευνούχοι δεν ήταν δυνατόν να έχουν απογόνους, ώστε για χάρη τους να ραδιουργούν. Ωστόσο, ένας άγραφος αλλά απαράβατος νόμος τούς εμπόδιζε να καταλάβουν το υπέρτατο αξίωμα του αυτο­κράτορα, προφανώς γιατί στην περίπτωση αυτή δεν ήταν δυ­νατόν να αγνοηθεί το δικαίωμα της κληρονομικότητας στην αυτοκρατορική εξουσία.

***

Η άγνωστη πλευρά του Βυζαντίου - Ιστορικά παράδοξα -  Ιωάννης Γρυντάκης, Γεώργιος Δάλκος, Άγγελος Χόρτης, Έκτορας Χόρτης. Εκδόσεις Μεταίχμιο

Πηγή: antikleidi.com

Κατηγορίες:
Ιστορία

Η ζωγραφική της Επανάστασης του 1821

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

“Ο Λεόν Μπατίστα Αλμπέρτι, στην πραγματεία του Περί ζωγραφικής που γράφτηκε το 1435, θεωρεί την «ιστορία» – δηλαδή τη ζωγραφική με αφηγηματικό θέμα – ως την ύψιστη μορφή τέχνης. […] Τα θέματα της ζωγραφικής της «ιστορίας» (μυθολογικά, θρησκευτικά, ιστορικά, αλληγορικά) περιέκλειαν αισθητοποιημένη όλη την κλίμακα των ιδανικών του Δυτικού Πολιτισμού. Η τέχνη ήταν η κιβωτός, όπου ο δυτικός κόσμος είχε καταθέσει κωδικοποιημένες σε εικόνες όλες τις αξίες του.”

Η ιστορική ζωγραφική και η προσωπογραφία της Επανάστασης δεσπόζουν κατά την πρώτη περίοδο του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, περίοδο κατά την οποία αγωνιωδώς αναζητούνται ταυτοτικά χαρακτηριστικά σε όλες τις εκφάνσεις της ύπαρξής του. Η τέχνη καλείται κι αυτή να παίξει τον δικό της θεσμικό και λειτουργικό ρόλο σε αυτήν την αναγκαιότητα, γεγονός που διαφαίνεται “στην επείγουσα μέριμνα” του νέου κράτους, να ιδρύσει το Σχολείο των Τεχνών (31 Δεκεμβρίου 1836), να φέρει ξένους διδασκάλους και να στείλει υποτρόφους, κυρίως στην Ακαδημία του Μονάχου.

“Η ιστορία ημών θέλει γραφή. Θέλετε την γράψει και την εμψυχώσει δια των εικόνων σας. Οι ήρωές μας αποθνήσκουν και ματαίως οι απόγονοί μας θέλουν ζητεί επιπνοίας ηρωισμού και φιλοπατρίας εις το ήθος των…” Αυτά τα λόγια απευθύνει ο Ιωάννης Κωλέττης προς τους αδερφούς Γεώργιο και Φίλιππο Μαργαρίτη, δύο από τους βασικούς εκπροσώπους της ζωγραφικής της Επανάστασης, υποδηλώνοντας τον ιδεολογικό ρόλο που η ιστορική ζωγραφική του νεόδμητου κράτους όφειλε να παίξει. Ακούγεται λίγο… “στρατευμένο”, αυτό όμως ήταν και στην πραγματικότητα. Από τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα του Γεωργίου Μαργαρίτη είναι ο πίνακας με τον τίτλο “Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ορμά έφιππος προς την Ακρόπολη”, λάδι σε μουσαμά, με διαστάσεις 94 Χ 117 εκ., που φιλοξενείται στη Συλλογή του Ιδρύματος Ε. Κουτλίδη.

Στην ίδια συλλογή συμπεριλαμβάνεται και ο πίνακας του Διονυσίου Τσόκου, με τίτλο “Η φυγή από την Πάργα”, έργο του 1847, σε μικρότερο μέγεθος, διαστάσεων 37 Χ 47 εκ. Χαρακτηριστικά έργα του ιδίου είναι επίσης οι πίνακες με τους τίτλους, “Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη” και “Κωνσταντίνος Κανάρης”, μια προσωπογραφία του Έλληνα ναυάρχου των θρυλικών Ψαρών.

Ovi_greece_119aΤα περισσότερα ωστόσο δείγματα του είδους φέρουν την υπογραφή του Θεόδωρου Βρυζάκη, που θεωρείται και ο βασικότερος εκπρόσωπος της ιστορικής ζωγραφικής του απελευθερωτικού αγώνα. Ο Βρυζάκης, γιος θύματος του Αγώνα, ήταν ο πρώτος υπότροφος που εστάλη για σπουδές στην Ακαδημία του Μονάχου. Οι επιρροές των Γερμανών δασκάλων του εξάλλου, εκπροσώπων του γερμανικού ρομαντικού φιλελληνισμού, είναι διακριτές σε όλα του τα έργα. Κάποιοι από τους πιο αντιπροσωπευτικούς του πίνακες είναι: “Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης”, “Η έξοδος του Μεσολογγίου”, “Αποχαιρετισμός στο Σούνιο”, “Προσωπογραφία Αναγνωστόπουλου”, “Στα στενά των Δερβενακίων”, “Δυο πολεμιστές”, “Η Ελλάς ευγνωμονούσα” κ.ά. Χαρακτηριστικό των έργων του Βρυζάκη είναι το “μνημειακό τους μέγεθος”, έργα δηλαδή μεγάλων διαστάσεων επιβλητικού ύφους, προορισμένα να κοσμήσουν δημόσια κτήρια, τα ανάκτορα και γενικότερα τους επίσημους χώρους της Αθήνας, που εκείνη την εποχή βρισκόταν σε οργασμό ανοικοδόμησης.

Οι Νικηφόρος Λύτρας και Νικόλαος Γύζης, ζωγράφοι της ώριμης Σχολής του Μονάχου, θεωρούνται εκπρόσωποι ενός μεταγενέστερου είδους ζωγραφικής, της Ηθογραφίας. Σίγουρα πάντως, δεν εντάσσονται στους χαρακτηρισμένους καλλιτέχνες της “ιστορικής ζωγραφικής”. Ωστόσο, τρεις δικοί τους πίνακες με θέματα εμπνευσμένα από τον Αγώνα είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς: “Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη”, έργο του Λύτρα, που βρίσκεται στην Πινακοθήκη Αβέρωφ, στο Μέτσοβο, “Το ψαριανό μοιρολόι”, έργου του ιδίου με θεματολογία που αντλεί από τη σφαγή στα Ψαρά, αγορασμένο με χρήματα του κληροδοτήματος Γ. Αβέρωφ και το οικείο σε όλους μας “Κρυφό Σχολειό” του Νικολάου Γύζη, για το οποίο περιττεύουν οι συστάσεις, ως εικόνα τουλάχιστον.

Ovi_greece_119b

Τη δική του, εντελώς ξεχωριστή πινελιά στη ζωγραφική του Αγώνα, έδωσε και ο Παναγιώτης Ζωγράφος, με τα έργα του “Πόλεμος των Βασιλικών”, “Πόλεμος της Τριπολιτζάς”, “Μάχη και πρώτη πολιορκία των Αθηνών” και “Η πολιορκία των Αθηνών από τον Κιουταχή”, το πιο γνωστό του ίσως έργο, μια υδατογραφία, που βασίζεται σε διήγηση του Μακρυγιάννη.

Ovi_greece_119cΟ λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος, με τη δική του ιδιαίτερη καλλιτεχνική σφραγίδα, υπέγραψε μια προσωπογραφία με τον τίτλο “Αθανάσιος Διάκος”, μια ζωγραφική απεικόνιση του θανάτου του Μάρκου Μπότσαρη κοντά στο Καρπενήσι, έναν εξαιρετικά χαρακτηριστικό πίνακα με τον τίτλο “Μ. Μπότσαρης – Οδ. Ανδρούτσος – Αθ. Διάκος”, που προκρίνει το πνεύμα ομαδικότητας και συνεργασίας των τριών πολεμιστών, καθώς και τον πίνακα με τίτλο “Ρήγας – Κοραής”, όπου οι δύο οραματιστές των συνεργαζόμενων υπόδουλων βαλκανικών λαών και της δημιουργίας ενός ευνομούμενου δημοκρατικού κράτους υποβαστάζουν την κατάκοπη, ταλαιπωρημένη Ελλάδα.

Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι, πέρα από τους Έλληνες ζωγράφους, πολλοί ξένοι άφησαν πλούσια καλλιτεχνική παραγωγή, εμπνευσμένη από τα θέματα της Ελληνικής Επανάστασης.

Ο Ευγένιος Ντελακρουά, ηγετική μορφή του Γαλλικού Ρομαντισμού του 19ου αιώνα, με πιο διάσημο έργο του έναν πίνακα που απεικονίζει συμβολικά τη Γαλλική Επανάσταση, εμπνεύστηκε από τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων και άφησε μνημειακούς πίνακες. “Τα ερείπια του Μεσολογγίου” είναι από τα γνωστότερα ίσως έργα του γύρω από την Ελληνική Επανάσταση. Ο ζωγράφος απεικονίζει συμβολικά την Ελλάδα, με μία γυναίκα που φοράει ελληνική φορεσιά, έχοντας το στήθος της γυμνό και ενώ είναι έτοιμη να πεθάνει. Το έργο εμπνέεται από την τραγική έκβαση που είχε η πολυήμερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Στους μουντούς τόνους του θανάτου απεικονίζεται από τον ίδιο και “Η σφαγή της Χίου”, “Η Μάχη του Γκιαούρη με τον Πασά”, καθώς και άλλα έργα του.

Ovi_greece_119eΟ φιλέλληνας αρχαιολάτρης Louis Dupré απεικόνισε, το 1821, την πρώτη πράξη της Επανάστασης και στη συνέχεια πίνακες αφιερωμένους σε μορφές των αγωνιστών, όπως οι πίνακές του με τους τίτλους “Νικολάκης Μητρόπουλος”, “Δημήτριος Μαυρομιχάλης”, “Ο Φώτο Πίκος από το Σούλι” κ.ά. Με τις προσωπογραφίες των αγωνιστών ασχολήθηκε και ο Δανός ζωγράφος Adam Fiedel, που έζησε στην Ελλάδα από το 1821 μέχρι το 1824 και γνωρίστηκε με πολλές από τις ηγετικές μορφές του Αγώνα, τις οποίες και ζωγράφισε. Κάποιοι από τους τίτλους των πινάκων του: “Θεόδωρος Κολοκοτρώνης”, “Ανδρέας Μιαούλης”, “Μαντώ Μαυρογένους”, “Μπουμπουλίνα” και πολλοί άλλοι. Επιστρέφοντας στην Αγγλία, κυκλοφόρησε συνολικά 241 λιθογραφίες με πορτρέτα Ελλήνων αγωνιστών.

Ο ζωγράφος L. Muller υπογράφει τον πίνακα με τίτλο “Έλληνες με καριοφύλια” και ο Γάλλος Ary Scheffer, τις “Σουλιώτισσες Γυναίκες”. Έργα τους εμπνευσμένα από την Ελληνική Επανάσταση άφησαν επίσης οι ζωγράφοι, Peter Von Hess, François-Émile de Lansac, Auguste Vinchon, Louis Garneray, Ludovico Lipparini, καθώς και ο Γερμανός αξιωματικός του στρατού και ερασιτέχνης ζωγράφος, Karl Krazeisen, στον οποίο οφείλουμε πολλές προσωπογραφίες, με κυρίαρχη εκείνη του Ιωάννη Μακρυγιάννη, από τον ομότιτλο πίνακά του.

“Το αγγελτήριο του θανάτου του Ευγένιου Ντελακρουά, το 1863, τον αναφέρει ως «ζωγράφο ιστορίας» και είναι ίσως μία από τις τελευταίες φορές στην Ιστορία της Τέχνης, που γίνεται χρήση αυτού του όρου.” Η ζωγραφική της ιστορίας καταλύθηκε από τον Ρεαλισμό, καλλιτεχνικό κίνημα που ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα.

Πηγή: ovigreek.wordpress.com (Λίλιαν Μπαντάνη)

Κατηγορίες:
Ιστορία

Τι είναι «αι ειδοί του Μαρτίου»;

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Λίγες πράξεις είχαν τη δύναμη από μόνες τους να διαμορφώσουν την ιστορία και να θέσουν τα θεμέλια μιας νέας εποχής. Μια από αυτές ήταν η δολοφονία του Γάιου Ιούλιου Καίσαρα στις 15 Μαρτίου ή διαφορετικά, κατά τους Ρωμαίους, στις «Ειδούς του Μαρτίου».

Η συγκέντρωση τρομερής δύναμης στο πρόσωπο του Καίσαρα και η συνεχής αυξανόμενη επιρροή του στην πολιτική ζωή της Ρώμης που έδειχνε μια πορεία προς τη μοναρχία, ήταν η αιτία να σχεδιαστεί η δολοφονία του από επιφανείς ανθρώπους.

Τα γεγονότα της ημέρας της δολοφονίας του Καίσαρα αναφέρονται από διάφορες πηγές και παρουσιάζουν τις τελευταίες δραματικές στιγμές του Ρωμαίου ηγέτη σαν να είναι βγαλμένες από σαιξπηρικό έργο, ενώ κάποιες λεπτομέρειες που αναφέρονται κάνουν δύσκολη της επαλήθευση τους από τους ιστορικούς. Σε ένα αγώνα προειδοποιήσεων, από μέρους των φίλων του Καίσαρα και αποφασιστικότητας και αντοχής από μέρους των συνωμοτών, αυτή η ταραχώδης μέρα σηματοδότησε τόσο συμβολικά όσο και θεσμικά το μέλλον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι συνωμότες έστησαν το σκηνικό της δολοφονίας στη συνεδρίαση της συγκλήτου στις 15 Μαρτίου.

«Θέλω ένα απροσδόκητο θάνατο»

Ήδη την προηγούμενη μέρα της δολοφονίας, στις 14 του Μαρτίου, σε ένα συμπόσιο που παρευρέθηκε ο Καίσαρας, είχε ερωτηθεί ποιο θάνατο θα προτιμούσε. Ο Ρωμαίος ηγέτης τότε απάντησε: «Έναν απροσδόκητο», χωρίς βέβαια να υποψιάζεται τι τον περίμενε την μέρα που θα ξημέρωνε. Αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη προειδοποίηση που έγινε στον Καίσαρα από φίλους του, που ίσως είχαν πληροφορηθεί ή προέβλεψαν την επερχόμενη συνωμοσία.

Το όνειρο της γυναίκας του και η προειδοποίηση του οιωνοσκόπου

Το πρωί της τραγικής μέρας, η γυναίκα του Καίσαρα Καλπουρνία, του διηγήθηκε πως το προηγούμενο βράδυ ονειρεύτηκε πως τον αγκάλιαζε όντας δολοφονημένος και είδε ότι κατέρρευσε η οροφή του σπιτιού. Ο Καίσαρας, αν και δεν συνήθιζε να λαμβάνει σοβαρά υπόψη τέτοιου είδους σημάδια ως προειδοποιήσεις, θορυβήθηκε εξαιτίας της ανησυχίας της γυναίκας του και κάλεσε οιωνοσκόπους να του εξηγήσουν τους οιωνούς εκείνης της μέρας. Όλοι συμφώνησαν πως οι θυσίες έδειξαν πως οι οιωνοί ήταν καθόλα αρνητικοί. Εκείνο το πρωί όλα θύμιζαν την προειδοποίηση του οιωνοσκόπου Σπουρίννα πριν από κάποιες μέρες, όταν είχε ανακοινώσει στον Καίσαρα έναν κίνδυνο όχι μετά από τις ειδούς του Μαρτίου. Την ημέρα εκείνη ο Καίσαρας θα ξαναντάμωνε με τον Σπουρίννα.

https://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2015/03/Gaius_Julius_Caesar.jpg
Ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας

Ο Βρούτος καθησυχάζει τον Καίσαρα

Ο Καίσαρας, κυρίως εξαιτίας πιέσεων που δέχτηκε από τη γυναίκα του, σκέφτηκε να στείλει τον Αντώνιο να ειδοποιήσει τους συγκλητικούς πως η συνάντηση θα ακυρωνόταν. Εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε στο σπίτι του ο Δέκιμος Βρούτος, ο οποίος αφού περιγέλασε τους οιωνοσκόπους, τον καθησύχασε λέγοντας του πως θα ήταν πιο σωστό προς τους συγκλητικούς, αν ήθελε να ακυρώσει τη συνεδρίαση, να παραβρεθεί και να το ανακοινώσει ο ίδιος. Τελικά, αφού του φόρεσε τα υποδήματα, πήρε τον Καίσαρα από το χέρι και τον συνόδευσε μέχρι τη Σύγκλητο.

Ο Βρούτος, εκείνο το πρωί, ξεκίνησε οπλισμένος από το σπίτι του για την οικία του Καίσαρα, ενώ οι άλλοι συνωμότες μαζεύτηκαν όλοι μαζί στο σπίτι του Κάσσιου και μετά κατευθύνθηκαν στον χώρο συνάντησης στη Στοά του Πομπηίου.

Μόλις ξεκίνησε ο Καίσαρας με τον Βρούτο για το χώρο της συνάντησης, ένας σκλάβος έτρεξε αμέσως στο σπίτι του Καίσαρα και ζήτησε να μείνει εκεί μέχρι την επιστροφή του Καίσαρα γιατί είχε κάτι πολύ σημαντικό να του ανακοινώσει. Θεωρείται πως αυτή ήταν η πρώτη προειδοποίηση, εκείνη τη μέρα για τη συνωμοσία και την επερχόμενη δολοφονία του Ρωμαίου ηγέτη.

https://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2015/03/Gaius_Julius_Caesar_Curia.jpg
Ο Καίσαρας δολοφονήθηκε μπροστά στον ανδριάντα του Πομπηίου στη ρωμαϊκή Γερουσία (Curia) στις "Ειδούς του Μαρτίου" (15 Μαρτίου 44 πΧ) 
 

Στην πορεία τους προς τη ρωμαϊκή Γερουσία (κουρία) το πλήθος ήθελε να προσεγγίσει τον Καίσαρα καθώς ήταν αγαπητός και σαφώς ο πιο δημοφιλής άνδρας της Ρώμης, αλλά και για να του ζητήσει χάρες και διάφορα αιτήματα.

Η προειδοποίηση του Έλληνα σοφιστή που αγνόησε ο Καίσαρας

Μέσα σε όλο αυτό το πανδαιμόνιο, ο Ελληνας σοφιστής και δάσκαλος ελληνικών Αρτεμίδωρος, ο Κνίδιος (γιός του Θεόπομπου από την Κνίδο) χάρη στον οποίο μετά την μάχη στα Φάρσαλα ο Καίσαρας ανακήρυξε την πόλη ελεύθερη, καταφέρνει να πλησιάσει τον Καίσαρα και του παραδίδει ένα σημείωμα που πληροφορούσε για τη συνωμοσία εναντίον του! Ο Αππιανός, αντίθετα με τον Πλούταρχο που παραθέτει την πιο πάνω πληροφορία, αναφέρει πως ο Αρτεμίδωρος έφτασε μετά τη δολοφονία του Ρωμαίου ηγέτη. Ο Καίσαρας μέσα στον συνωστισμό δεν πρόλαβε ποτέ να διαβάσει το σημείωμα και όταν μπήκε μέσα στην κουρία με τον Βρούτο, τον Κάσσιο, τον Κάσκα και τους άλλους συνωμότες, είχε το σημείωμα ακόμα μαζί του. Μέσα από το πλήθος, ο Καίσαρας ξεχώρισε και τον οιωνοσκόπο Σπουρίννα που τον είχε προειδοποιήσει για τους κινδύνους που του επιφύλασσαν οι ειδοί του Μαρτίου.

 
Τότε ο Καίσαρας απευθύνθηκε στον οιωνοσκόπο και θέλοντας να τον κοροϊδέψει του είπε: «Είναι οι ειδοί του Μαρτίου και ακόμα δεν μου έχει συμβεί τίποτα!». Και ο Σπουρίννας του απάντησε: «Ναι αλλά δεν έχουν ακόμα περάσει!».

Εν τω μεταξύ, η αποφασιστικότητα και η ψυχραιμία των συνωμοτών δοκιμαζόταν συνεχώς με αναπάντεχο τρόπο. Κάποιος πλησίασε τον Κάσκα, έναν από τους συνωμότες, τον πήρε από το χέρι και του είπε «Εσύ Κάσκα μας κρύβεις το μυστικό, αλλά ο Βρούτος μου τα αποκάλυψε όλα».

Αμέσως όμως κατάλαβε πως μιλούσε για άλλο πράγμα. Λίγο μετά, ο συγκλητικός Ποπίλιος Λένας πλησίασε τον Κάσκα και τον Βρούτο και τους είπε με χαμηλή φωνή πως προσεύχεται μαζί τους για να αποπερατώσουν το έργο που έχουν στο μυαλό τους. Τους προέτρεψε επίσης να κάνουν γρήγορα γιατί πλέον η συνωμοσία είχε γίνει γνωστή.

 

Καταρρέει η γυναίκα του Βρούτου και διαδίδουν ότι πέθανε

Σαν να μην έφτανε η ανησυχία που προκάλεσε ο Ποπίλιος Λένας, ένας δούλος από την οικία του Βρούτου, κατέφθασε τρέχοντας για να ανακοινώσει στον αφέντη του πως η γυναίκα του Πορκία πέθαινε. Πράγματι, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, η Πορκία πανικοβλημένη από την τρομερή ανησυχία για το σχέδιο που θα συμμετείχε και ο Βρούτος, ξαφνιαζόταν από τον παραμικρό θόρυβο, έβγαινε έξω από το σπίτι και ρωτούσε τους περαστικούς να μάθει τι κάνει ο Βρούτος και έστελνε ανθρώπους στο Φόρο για να μάθουν αν είχε συμβεί κάτι. Εξαιτίας αυτής της ξέφρενης κατάστασης της, η Πορκία κατέρρευσε κάνοντας τους υπηρέτες να πιστέψουν πως θα πέθαινε. Σε αυτή την είδηση ο Βρούτος δεν αντέδρασε καθόλου παρόλο τον πόνο και την ανησυχία για τη γυναίκα του. Ήξερε πως η εγκατάλειψη του σχεδίου σε αυτή τη στιγμή πιθανότατα να εξελισσόταν μοιραία για όλους.

Η φονική επίθεση

Μέσα στη σύγκλητο, οι αρχαίοι συγγραφείς προσπάθησαν να αποδώσουν με λεπτομέρεια τα τραγικά συμβάντα και τις τελευταίες στιγμές του Καίσαρα. Οι σημαντικότερες πληροφορίες για το συμβάν στη Σύγκλητο προέρχονται από τον Πλούταρχο και τον Σουητώνιο.

 
Μόλις μπήκε ο Καίσαρας στο αίθριο, οι συνωμότες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, η μια μαζεύτηκε γύρω από το έδρανο που κάθισε ο Καίσαρας και η άλλη στάθηκε μπροστά του. Μόνο ο Βρούτος Αλβίνος έμεινε έξω από την αίθουσα για να σταματήσει τον Αντώνιο, όταν θα ερχόταν στην κουρία. Όταν ο Καίσαρας κατευθύνθηκε προς το έδρανο του, ο Τίλλιος Κίμβρος έπεσε στα πόδια του και μαζί με άλλους συγκλητικούς τον παρακαλούσε να ανακαλέσει στην πατρίδα τον αδερφό του που βρισκόταν στην εξορία. Την παράκληση του Τίλλιου Κίμβρου υποστήριξαν επίμονα και άλλοι συγκλητικοί, φιλώντας κάποιοι τα χέρια και άλλοι το στήθος του πανίσχυρου ηγέτη. Ο Καίσαρας απέρριψε τις παρακλήσεις τους και εξαιτίας της ασφυχτικής πίεσης που δεχόταν άρχισε να δείχνει την αγανάκτηση και τον θυμό του προς στους συγκλητικούς. Εκείνη τη στιγμή ο Τίλλιος Κίμβρος τράβηξε με τα δύο του χέρια την τήβεννο του Καίσαρα κατεβάζοντας τον κάτω από το λαιμό. Αυτό ήταν το σύνθημα για να αρχίσει η φονική επίθεση.
Την πρώτη μαχαιριά την εξαπέλυσε ο Κάσκας στο λαιμό του δικτάτορα αλλά το τραύμα δεν ήταν θανάσιμο. Ο Καίσαρας ξαφνιασμένος άρπαξε το μαχαίρι και φώναξε στα Λατινικά «Επικατάρατε Κάσκα, τι κάνεις?» και ο Κάσκας τρομαγμένος φώναξε στα Ελληνικά «Αδερφέ βοήθεια!».
 

Όλοι οι συνωμότες είχαν μαζί τους ένα μαχαίρι και άρχισαν να χτυπάνε τον δικτάτορα παντού, μέχρι και στο πρόσωπο και τα μάτια. Ο Καίσαρας από τον πόνο και την αγωνία προσπαθούσε να ξεφύγει από τους δήμιούς του, αλλά όπου γύριζε έβρισκε μπροστά του έναν ακόμα συγκλητικό που έριχνε μαχαιριά. Όλοι οι συγκλητικοί συνωμότες έπρεπε να τον μαχαιρώσουν για να λάβουν όλοι μέρος στη δολοφονία.

«Και σύ τέκνον Βρούτε?»

https://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2015/03/BRUTUS.jpg
Μάρκος Ιούνιος Βρούτος (Quintus Servilius Caepio Brutus ή Marcus Junius Brutus, 85 – 42 π.α.χ.χ.) 
 

Ο Βρούτος, πιστός ακόλουθος του Καίσαρα και πιθανότατα πατέρας του, τον μαχαίρωσε στη βουβωνική χώρα. Συνολικά μαχαιρώθηκε 23 φορές. Όσον αφορά στη διάσημη τελευταία φράση του Καίσαρα: «Και σύ τέκνον Βρούτε?», ο Πλούταρχος στον βίο του Καίσαρα δεν την αναφέρει, ενώ αντίθετα, η φράση τονίζεται στο Βίο του Βρούτου όπου ο συνωμότης είναι το κεντρικό πρόσωπο της βιογραφίας και επομένως τονίζεται με δραματικό τρόπο η προδοσία της συμμετοχής του στη δολοφονία του Καίσαρα. Ο Σουητώνιος από την άλλη, αποδίδει στον Καίσαρα την φράση και: «Σύ τέκνον» αντικρούοντας προηγούμενη αναφορά του ότι ο δικτάτορας πριν από τον θάνατο του έβγαλε μόνο ένα βογγητό και δεν είπε καμιά λέξη.

Ο διάσημος γιατρός Αντίστιος εξέτασε το πτώμα του και κατέληξε πως από τις 23 μαχαιριές, μόνο μία ήταν θανάσιμη, η δεύτερη που χτύπησε τον Καίσαρα στο στήθος.

Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, ο Καίσαρας ξεψύχησε κάτω από το άγαλμα το Πομπηίου, είτε γιατί ρίχθηκε εκεί από τους συνωμότες είτε επειδή σύρθηκε τυχαία ο ίδιος εκεί την ώρα που ξεψυχούσε. Ο βιογράφος από τη Χαιρώνεια τονίζει πως όλη η σκηνή της συνωμοσίας εκτυλίχθηκε μπροστά από το άγαλμα του Πομπηίου, σαν να νομιμοποιούσε ο ίδιος τη συνωμοσία και να έπαιρνε τελικά την εκδίκηση του από τον Καίσαρα με ένα είδος αιματηρής θυσίας.

Πηγή: mixanitouxronou.gr (Μάριος Καμένου)
Κατηγορίες:
Ιστορία

Η «χρυσή» κορινθιακή σταφίδα και η «σταφιδική» εξέγερση του 1893!

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Η παραγωγή σταφίδας στην Ελλάδα

Η κορινθιακή σταφίδα καλλιεργείται στον ελλαδικό χώρο από τους ομηρικούς χρόνους, ενώ γραπτές αναφορές για το εμπόριό της υπάρχουν από τον 12ο αιώνα. Στα τέλη του 19ου αιώνα οι εξαγωγές σταφίδας αποτελούσαν έως και το 75% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, γεγονός που συνέβαλε, τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων, στην ανασυγκρότηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, στη δημιουργία των πρώτων βιομηχανικών πυρήνων, καθώς και στον αστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας την ίδια περίοδο. Θεωρείται παγκοσμίως μοναδικό προϊόν, δεδομένου ότι στην Ελλάδα παράγεται άνω του 80%, είναι δε ποικιλία διπλής χρήσης, δηλαδή μπορεί να αποξηρανθεί ή να οδηγηθεί στην οινοποίηση.

Η σουλτανίνα καλλιεργείται κυρίως στην Κρήτη από το 1922 και ως καλλιεργούμενη ποικιλία είναι τριπλής χρήσης, δηλαδή μπορεί να διατεθεί ως νωπό προϊόν (επιτραπέζιο σταφύλι), να αποξηρανθεί ή να οδηγηθεί στην οινοποίηση. Κατάγεται από την περιφέρεια Σουλτάνε του Ιράκ, από την οποία πήρε και το όνομά της. Από εκεί μεταφέρθηκε αρχικά στη Μικρά Ασία, από όπου η καλλιέργειά της μεταδόθηκε και στις άλλες χώρες. Η ουσιαστική επέκταση της καλλιέργειας στην Ελλάδα άρχισε μετά τον διωγμό του ελληνικού στοιχείου της Ιωνίας (1912-24), οπότε κατέφυγαν στην Ελλάδα πολλοί έμποροι και καλλιεργητές σουλτανίνας, ενώ νέα ώθηση δόθηκε το 1923. Κατά την περίοδο αυτή η καλλιέργειά της αναπτύχθηκε ραγδαία στην Κρήτη. Στη συνέχεια γνώρισε ανάπτυξη και στην Κορινθία, όπου βρήκε κατάλληλες συνθήκες κλίματος και εδάφους και τέλος επεκτάθηκε σε άλλες περιοχές της χώρας.

Η ελληνική παραγόμενη σταφίδα (κορινθιακή και σουλτανίνα) ανταγωνίζεται σε μια παγκόσμια αγορά όπου διακινείται συνολική ποσότητα περίπου 1.050.000 τόνων, και στην οποία προσφέρονται 260.000-300.000 τόνοι σουλτανίνας παραγωγής Τουρκίας, περίπου 300.000-350.000 τόνοι αποξηραμένων σταφυλιών παραγωγής της Καλιφόρνιας (ΗΠΑ), περίπου 200.000 τόνοι σταφίδας διαφόρων τύπων από την Κίνα, 4.000-7.000 τόνοι μαύρης σταφίδας (currants) από ΗΠΑ και Αυστραλία, καθώς και ποσότητες που παράγονται σε Ιράν, Αφγανιστάν, Ουζμπεκιστάν, Νότιο Αφρική, Αυστραλία, Χιλή και αλλού.

Στην Ευρωπαϊκή Ενωση καταναλώνονται ετησίως περίπου 250.000-280.000 τόνοι σταφίδας (κορινθιακή και σουλτανίνα) και αποτελεί τον κύριο αποδέκτη της ελληνικής σταφίδας (κυρίως της κορινθιακής). Η συνολική ζήτηση της Ε.Ε. καλύπτεται με εισαγωγές από τρίτες χώρες, κυρίως από Τουρκία, ΗΠΑ, Ιράν, Ν. Αφρική και Χιλή.

Δύο είδη κορινθιακής σταφίδας έχουν κατοχυρωθεί ως προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ). Πρόκειται για την «Κορινθιακή Σταφίδα Βοστίτσα» που παράγεται στην περιοχή της Αιγιαλείας του νομού Αχαΐας και τη «Σταφίδα Ζακύνθου» που παράγεται στον νομό Ζακύνθου. Η «Σταφίδα Ηλείας» είναι τύπος κορινθιακής σταφίδας που έχει αναγνωρισθεί ως προϊόν Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ενδειξης (ΠΓΕ), ενώ ΠΓΕ είναι και η «Σταφίδα Σουλτανίνα Κρήτης».

Η εξέγερση της σταφίδας

Με την άφιξη του 1899 είχε ήδη ανατείλει το έβδομο έτος από την έναρξη της μεγάλης σταφιδικής κρίσης που έπληξε, κατά κύριο λόγο, τους σταφιδοκαλλιεργητές καθώς και όλα τα κοινωνικά στρώματα στις σταφιδοπαραγωγούς περιοχές της Βορειοδυτικής Πελοποννήσου στο τέλος του προηγούμενου αιώνα. Η σταφιδική κρίση ξέσπασε το 1893 ως απόρροια της μονοκαλλιέργειας και της μονοεξαγωγής της σταφίδας σε συνάρτηση με τη γενική οικονομική δυσπραγία της χώρας και τις αντίξοες διεθνείς συγκυρίες.

Η αλόγιστη επέκταση των σταφιδαμπελώνων καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ακολουθώντας συγκυριακές ανάγκες κατανάλωσης της σταφίδας, είχε ενταθεί με το άνοιγμα της γαλλικής αγοράς, την οποία οι σταφιδοπαραγωγοί της Πελοποννήσου περιέβαλλαν με υπέρμετρη αισιοδοξία για μόνιμη διοχέτευση του προϊόντος τους. Ενώ όμως η αγγλική αγορά, όπου η σταφίδα χρησιμοποιείτο σε ξηρά μορφή στη ζαχαροπλαστική για την κατασκευή διαφόρων γλυκισμάτων και κυρίως για την κατασκευή της παραδοσιακής πουτίγκας, που καταναλωνόταν ευρύτατα και από τα λαϊκά στρώματα, ήταν μόνιμη και σταθερή, η απορρόφηση της σταφίδας από τη Γαλλία, όπου χρησιμοποιείτο για την παρασκευή οίνων λαϊκής κατανάλωσης, είχε ημερομηνία λήξεως, εφόσον οφειλόταν στην καταστροφή των γαλλικών αμπελώνων από τη φυλλοξήρα. Η ανάκαμψη των γαλλικών αμπελώνων από την ασθένεια είχε ως αποτέλεσμα να κλείσει απότομα η γαλλική αγορά όσο απότομα είχε ανοίξει. Οι συνέπειες αυτού του γεγονότος υπήρξαν καταστροφικές για τη χώρα εφόσον πλέον υπήρχε ένα μόνιμο ετήσιο πλεόνασμα στην παραγωγή της κορινθιακής σταφίδας το οποίο ήταν αδύνατον να καταναλωθεί.

Πλατωνική βοήθεια

Λόγω της προϊούσης σταφιδικής κρίσεως, οι βουλευτικές εκλογές του Απριλίου του 1899 διενεργήθηκαν μέσα σε ένα κλίμα οικονομικής δυσπραγίας αλλά και δυσπιστίας των κατοίκων των επαρχιών της Πελοποννήσου: «Αχρηματία πιέζει πάσας τας γεωργικάς και κτηματικάς τάξεις… Και όμως οι περιοδεύοντες πολιτικοί μας όλα αυτά τα βλέπουν με πλατωνικάς συγκινήσεις» επισημαίνει στις αρχές της χρονιάς η εφημερίδα «Ακρόπολις».

Ο νέος πρωθυπουργός Γ. Θεοτόκης, που διαδέχθηκε τον Αλ. Ζαΐμη, αμέσως μετά την εκλογή του δήλωσε ότι η τύχη των «σταφιδοφόρων περιοχών» ήταν στο στόχαστρο της κυβέρνησης. Πράγματι, σύντομα κατατέθηκε στη Βουλή το νέο νομοσχέδιο, το οποίο εκτός των άλλων ρυθμίσεων για την άρση της σταφιδικής κρίσης οδήγησε στην ίδρυση της Σταφιδικής Τράπεζας τον Ιούνιο του 1899. Μέτοχοι της τράπεζας, της οποίας η διάρκεια ορίστηκε για μια εικοσαετία, ήταν όλοι οι σταφιδοκτηματίες που εισέφεραν σταφιδόκαρπο μέσω του εις είδος φόρου ή του εξαγωγικού δασμού.

Ωστόσο ήδη από τις αρχές της σύστασης της Σταφιδικής Τράπεζας άρχισαν να διατυπώνονται οι πρώτες αμφιβολίες ως προς τη χρησιμότητα και την αποτελεσματικότητά της. Πράγματι, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της η Σταφιδική Τράπεζα δεν κατόρθωσε να εκπληρώσει την αποστολή της, σύμφωνα με τις προσδοκίες των σταφιδοπαραγωγών. Ετσι οι σταφιδοπαραγωγοί πληθυσμοί εξακολουθούσαν να υποφέρουν από έλλειψη κεφαλαίων και πόρων. Σύμφωνα με μαρτυρίες των συγχρόνων, οι πόλεις ήταν «νεκρωμένες» λόγω απουσίας κάθε εμπορικής συναλλαγής, ενώ πολλοί αγρότες στην ύπαιθρο αδυνατούσαν να καλλιεργήσουν τα κτήματά τους, πολλώ δε μάλλον να πληρώσουν τα χρέη τους.

Η ακμή και η παρακμή

Και όλα αυτά συνέβαιναν στις πρώην ακμάζουσες περιοχές της Πελοποννήσου, όπου συνέρρεε ο χρυσός από την επικερδή εξαγωγή της σταφίδας, οπότε και οι πλούσιοι σταφιδέμποροι της Πάτρας και των άλλων πόλεων επιδείκνυαν τον πλούτο τους με την κατασκευή πολυτελών οικημάτων και δημοσίων κτιρίων, παρακολουθώντας θεατρικές παραστάσεις ή εισάγοντας πολλά και ποικίλα αντικείμενα για την πολυέξοδη διαβίωσή τους, συνήθειες που ακολουθούσαν κατά το δυνατόν και οι κάτοικοι κωμοπόλεων ή ακόμη και χωριών, εφόσον όλος ο κόσμος που πλαισίωνε την οικονομία της σταφίδας ευημερούσε.

Η βελτίωση του επιπέδου ζωής, αν όχι όλων των αγροτών, τουλάχιστον μιας μεγάλης μερίδας, υποδηλώνεται με τα εξωτερικά σημεία του πλούτου, που άλλοτε ήταν ίδιον εξαιρετικών και μεμονωμένων περιστάσεων, όπως με ωραία σπίτια ή ακόμη και με νεοκλασικά μέγαρα, που κοσμούν ακόμη ορισμένα χωριά, με έπιπλα και αντικείμενα που συχνά εισάγονταν από το εξωτερικό, με μεταφορικά μέσα κτλ., ενώ σε πολλές πόλεις και κωμοπόλεις υπήρχαν πλήρη σχολεία, σύλλογοι, λέσχες, καφενεία και ωραία καταστήματα.

Χαρακτηριστικό του χώρου στον οποίο αναφερόμαστε είναι η διαρκής επικοινωνία μεταξύ πόλης και υπαίθρου, η οποία δεν επιτρέπει μια διχοτομική πρόσληψη στη σχέση αγροτικού-αστικού χώρου. Μέσω αυτής της επικοινωνίας επιτυγχάνεται η πρόσληψη και η ανταλλαγή πολιτισμικών προτύπων, καθώς και η από κοινού αντιμετώπιση της σταφιδικής κρίσης με κοινή σύμπλευση και στόχους όταν η σταφιδική κρίση πλήττει τις σταφιδοφόρες επαρχίες την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα.

Η εξέγερση των αγροτών

Εκτός από τις αντιδράσεις και τις επιθετικές ενέργειες των αγροτών στην ύπαιθρο χώρα εναντίον φοροεισπρακτόρων ή άλλων κρατικών υπαλλήλων με σκοπό την εκδίωξή τους ­ εκδηλώσεις που αποτελούν πάγιες και παραδοσιακές πρακτικές, οικείες στους αγροτικούς πληθυσμούς από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους ­ εμφανίζονται κατά τη σταφιδική κρίση καινοφανείς μορφές κοινωνικών διεκδικήσεων στις οποίες συγκαταλέγονται οι αντιδράσεις και οι ενέργειες των σταφιδοπαραγωγών πληθυσμών που ανάγονται στις σύγχρονες μορφές διαπραγμάτευσης. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται τα παλλαϊκά συλλαλητήρια, τα ψηφίσματα και οι αναφορές προς την κυβέρνηση, τη Βουλή και τον βασιλιά που περιλαμβάνουν συγκεκριμένα αιτήματα και διεκδικήσεις.

Οι σταφιδοπαραγωγοί πληθυσμοί με τους συνεχείς αγώνες τους πέτυχαν κάποιες ευνοϊκές διευθετήσεις, γεγονός που συνηγορεί για τον δυναμισμό του σταφιδικού κοινωνικού κινήματος, το οποίο ανάγκασε το κράτος να ασκήσει παρεμβατική πολιτική, εγκαταλείποντας την τακτική αναβλητικότητας και κωλυσιεργίας. Τα όποια θετικά αποτελέσματα όμως μειώνονταν κατά πολύ λόγω της πολυπλοκότητας των συμφερόντων των άμεσα ενδιαφερομένων μερών. Οι διαφορές που χώριζαν τους σταφιδοπαραγωγούς πληθυσμούς λόγω των κατά τόπους αντιτιθεμένων συμφερόντων ήταν τόσο μεγάλες ώστε οι σύγχρονοι να μιλούν για «Δεύτερο Πελοποννησιακό Πόλεμο».

Καθ’ όλη τη διάρκεια της σταφιδικής κρίσης αυτός ο «Πελοποννησιακός Πόλεμος» διεξαγόταν μέσω των αλλεπάλληλων συλλαλητηρίων και κινητοποιήσεων των διαφόρων περιοχών που είχαν αντίθετα συμφέροντα. Τα συμφέροντα συναρτώνταν και απέρρεαν κυρίως από την ποιότητα της σταφίδας που παρήγε η κάθε περιοχή και είχαν άμεσο αντίκτυπο στις συζητήσεις του Κοινοβουλίου.

Ενα άλυτο πρόβλημα

Στο μεταξύ οι σοδιές απούλητης σταφίδας σωρεύονταν όλο και πιο απειλητικά, με αποτέλεσμα οι σταφιδοπαραγωγοί πληθυσμοί να βρίσκονται σε συνεχή αναβρασμό χωρίς να επιτυγχάνεται η άρση των οικονομικών αδιεξόδων. Χαρακτηριστικά, η εφημερίδα των Καλαμών «Καθημερινή» ανέφερε στις 9 Ιουνίου 1899 ότι το σταφιδικό ζήτημα ομοίαζε με το γλωσσικό επειδή και τα δύο παρέμεναν άλυτα.

Μερικά χρόνια αργότερα, κατά το τέλος της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα, το σταφιδικό ζήτημα άρχισε να χάνει την οξύτητά του για πολλούς λόγους, ο σημαντικότερος από τους οποίους ήταν η μετανάστευση στην Αμερική και η αστυφιλία. Την ίδια περίοδο σηματοδοτείται η αρχή μιας νέας εποχής για τη χώρα. Οι κλυδωνισμοί που είχε προκαλέσει η σταφιδική κρίση έγιναν σταδιακά αισθητοί με την εμφάνιση νέων μορφών οικονομικής εκμετάλλευσης και κοινωνικών ανακατατάξεων.

 

Πηγή: kathimerini.gr (της Δήμητρας Μανιφάβα), tovima.gr (Καίτη Αρώνη-Τσίχλη, επίκουρη καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου. )

Κατηγορίες:
Ιστορία
web design by