Social Media (3 άρθρα)

Η δικτατορία της υποχρεωτικής ευτυχίας

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Η διαρκής αναζήτηση της προσωπικής ευτυχίας υπονομεύει τη σταθερότητα των ανθρώπινων και κοινωνικών δικτύων αφού οι άνθρωποι παύουμε να βλέπουμε και να υπολογίζουμε και να συναισθανόμαστε τους συνανθρώπους μας – οι επισημάνσεις δύο έγκριτων κοινωνιολόγων-ψυχολόγων.
Πλέον ζούμε υπό ένα άτυπο δικτατορικό καθεστώς ευτυχίας. Η επιδίωξη της διαρκούς ικανοποίησης διέπει κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων, οι οποίοι καταλήγουν να νιώθουν αναγκασμένοι να αισθάνονται και να σκέφτονται αποκλειστικά θετικά. Τα τελευταία χρόνια η ευτυχία δεν αποτελεί μόνον δικαίωμα όλων των ανθρώπων αλλά και υποχρέωσή τους. Η αποτυχία και η δυστυχία δεν αντιμετωπίζονται ως ενδεχόμενα, έτσι είμαστε όλοι καταδικασμένοι να είμαστε επιτυχημένοι και πάντα ευτυχισμένοι.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 έκανε την εμφάνισή της στις ΗΠΑ και μια νέα «επιστήμη της ευτυχίας», βάση της οποίας αποτελεί η αποκαλούμενη θετική ψυχολογία. Σήμερα, πολλά χρόνια μετά, γιατροί και σύμβουλοι προσωπικής ανάπτυξης (life coaching), διασημότητες τύπου Οπρα Γουίνφρεϊ και πάσης φύσεως ειδικοί είναι έτοιμοι να μας διδάξουν πώς να είμαστε ευτυχισμένοι. Σύμφωνα, ωστόσο, με τη διακεκριμένη κοινωνιολόγο Εβα Ιλούζ, καθηγήτρια στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, και τον ισπανό ψυχολόγο Εντγκαρ Καμπάνας, συγγραφείς του δοκιμίου «Happycratie. Comment l’industrie du bonheur a pris le contrôle de nos vies» (Ευτυχιοκρατία – Πώς η βιομηχανία της ευτυχίας ελέγχει τις ζωές μας), το διαρκές κυνήγι της ευτυχίας επιφέρει πλήθος επιπτώσεων –πολιτικών, ιδεολογικών, επιστημονικών και οικονομικών–, κυρίως επειδή η διαρκώς αναπτυσσόμενη βιομηχανία της υποχρεωτικής ευτυχίας συνέβαλε στη μετατόπιση πολλών ευθυνών από την κοινωνία στους ανθρώπους.

«Το κίνημα της θετικής ψυχολογίας υποστηρίζει πως η ευτυχία αποτελεί αποκλειστικά ζήτημα προσωπικών επιλογών, ότι ο καθένας μπορεί, με την αρωγή των ειδικών και την επεξεργασία των σκέψεων και των συναισθημάτων του, να γίνει ευτυχισμένος και πως μια φυσιολογική ζωή δεν εξαρτάται από την απουσία δυσκολιών και από το πώς αισθάνεται ο καθένας, αλλά από τη διαρκή επιδίωξη να αισθανόμαστε διαρκώς ολοένα πιο ευτυχισμένοι» σημείωσαν οι ίδιοι, μιλώντας στη La Repubblica, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου τους στην Ιταλία (στην Ελλάδα αναμένεται να κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Πόλις). Υπογράμμισαν επίσης πως οι υποθέσεις πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η θετική ψυχολογία είναι περισσότερο ιδεολογικές παρά επιστημονικές. Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε να μετατραπεί η αναζήτηση της ευτυχίας σε βιομηχανία.

Σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω ανάπτυξη της θετικής ψυχολογίας διαδραμάτισε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, γιατί έπειτα από περισσότερα από δέκα χρόνια από την εκδήλωσή της, πολλές από τις αρνητικές συνέπειες κατέληξαν να είναι χρόνιες. «Η αίσθηση ανασφάλειας, η απουσία δυνατοτήτων, η αγωνία για το μέλλον έθεσαν τις βάσεις ενώ οι συνθήκες ήταν κατάλληλες ώστε η προτροπή για απόσυρση στον εαυτό μας να κυριαρχήσει στα μυαλά των ανθρώπων. Οπότε η αυξανόμενη ζήτηση και προσφορά θεραπειών, υπηρεσιών και προϊόντων της ευτυχίας θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως αιτία και συγχρόνως σύμπτωμα μιας πολιτισμικής τάσης να αναζητάμε εντός μας τα ψυχολογικά κλειδιά και την απαραίτητη θέληση με στόχο να ξεπεράσουμε τις ανασφάλειες» εξήγησαν οι δύο επιστήμονες.

Σε αυτήν την τάση ανήκει και πρακτική της ενσυνειδητότητας (mindfulness) σύμφωνα με την οποία η εσωτερίκευση των προτεραιοτήτων μας αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό τρόπο ώστε να κερδίσουμε την ευημερία και να εδραιώσουμε τους εαυτούς μας στη φρενήρη πραγματικότητα. Αλλά «όπως συμβαίνει και με πολλά άλλα προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά και προβάλλονται από τους ειδικούς της ευτυχίας, η πρακτική της ενσυνειδητότητας αντλεί τη δύναμή της από την υπόσχεση ότι αποτελεί πανάκεια για όλα τα ενδημικά προβλήματα του νεοφιλελευθερισμού. Και επιμένει πως οι ρίζες των προβλημάτων πρέπει να αναζητηθούν στους ανθρώπους και όχι στην κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα».

Ποιος είναι, όμως, ο αντίκτυπος της διαρκούς επιδίωξης της ευτυχίας; Στους χώρους εργασίας «κατέληξε να αποτελεί μια χρήσιμη στρατηγική για την αιτιολόγηση κεκαλυμμένων οργανωτικών ιεραρχιών και την υποταγή των εργαζόμενων στην επιχειρηματική κουλτούρα». Μέσω της επίκλησης της ευτυχίας οι επιχειρήσεις μπόρεσαν να μεταθέσουν τις όποιες ευθύνες στους εργαζομένους τους, καταλογίζοντάς τους ακόμα περισσότερες για τις όποιες αποτυχίες, όχι μόνον τις προσωπικές αλλά και της επιχείρησής τους. Μπορεί να έγιναν πιο αποδοτικοί αλλά «ό,τι καθιστά ευτυχισμένες τις επιχειρήσεις δεν καθιστά απαραίτητα ευτυχισμένους και τους εργαζομένους».

 

Σε ψυχολογικό επίπεδο, η διαρκής αναζήτηση της ευτυχίας επέφερε τη δημιουργία μιας νέας τυπολογίας ανθρώπων, των «κυνηγών» ή «υποχόνδριων» της ευτυχίας, σύμφωνα με τους δύο συγγραφείς. Πρόκειται για ανθρώπους που καταλήγουν να έχουν εμμονή με τον εαυτό τους και να επιθυμούν να ακυρώσουν πάση θυσία κάθε μελανό στοιχείο της ζωής τους.

Αλλά η δικτατορία της ευτυχίας υπονομεύει και τη σταθερότητα των ανθρώπινων και κοινωνικών δικτύων καθώς, αναζητώντας διαρκώς την προσωπική μας ευτυχία, οι άνθρωποι παύουμε να βλέπουμε και να υπολογίζουμε και να συναισθανόμαστε τους συνανθρώπους μας. Γιατί η προσωπική ευτυχία «είναι μια ατομιστική έννοια και η αναζήτησή της δημιουργεί ένα εμμονικό πλαίσιο διαβίωσης, εντός του οποίου η μοναδική μας έγνοια είναι η ψυχική μας ζωή».

Και αυτό αποτελεί μια άσχημη είδηση και για την ψυχική μας υγεία και για την κοινωνία, προειδοποιούν η Εύα Ιλούζ και ο Εντγκαρ Καμπάνας και εξηγούν τους λόγους. «Στην πρώτη περίπτωση γιατί ο εσωτερικός κόσμος δεν αποτελεί έναν τόπο όπου θα θέλουμε να ζούμε διαρκώς. Μελέτες έχουν αποδείξει πως η υπερβολική προσήλωση στον εαυτό μας σχετίζεται με υψηλά επίπεδα άγχους, κατάθλιψης, δυσαρέσκειας, ανησυχίας και ναρκισσισμού».

Σε ό,τι αφορά την κοινωνία, «ο εσωτερικός κόσμος δεν αποτελεί το μέρος όπου μπορούν να επιτευχθούν σημαντικές κοινωνικές αλλαγές. Η ευτυχία δεν είναι μόνον κομφορμιστική καθώς προωθεί επίσης την επικίνδυνη αντίληψη πως όταν οι περιστάσεις είναι δύσκολες, ο καθένας θα πρέπει να ανησυχεί μόνον για τον εαυτό του και ότι ο καθένας παθαίνει ότι του αξίζει. Η ευτυχία μάς καθιστά υπεύθυνους για την ύπαρξή μας, κάνοντας μας να πιστεύουμε πως αποτελεί επιλογή, αλλά η πεποίθηση αυτή εμπεριέχει μια αρνητική πλευρά. Εάν η ευτυχία αποτελεί επιλογή, αυτό συνεπάγεται πως επιλογή αποτελεί και η δυστυχία. Εάν οι καταθλιπτικοί, οι αποτυχημένοι, οι ναρκομανείς, οι άνεργοι δεν είναι ευτυχισμένοι, αυτό οφείλεται στο ότι δεν προσπάθησαν αρκετά».

Η επιδίωξη της ευτυχίας αλλά και η κυριαρχία των social media συχνά οδηγεί και στην παραποίηση της πραγματικότητας αλλά και της απώλειας του εαυτού μας, φαινόμενο που πλέον παρατηρείται σε όλον τον κόσμο και ειδικά μεταξύ της νεολαίας. «Για τους έφηβους η ευτυχία κατέληξε να αποτελεί υποχρέωση. Πρέπει με κάθε κόστος να δείχνουν ευτυχισμένοι και αυτό ξεπερνά κάθε πολιτισμικό, κοινωνικό και φυλετικό πλαίσιο. Αφορά αδιακρίτως όλες τις νέες γενιές. Υφίσταται ένα καταπιεστικό αίτημα για τη δημιουργία και την κοινοποίηση στη συνέχεια, μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μιας αποκλειστικά θετικής εκδοχής του εαυτού».

Οσον αφορά την ποινικοποίηση των αρνητικών συναισθημάτων, «η επιστήμη της ευτυχίας προώθησε την ιδέα σύμφωνα με την οποία τα συναισθήματα μπορούν να χωριστούν σε θετικά (καλά) και σε αρνητικά (κακά). Αυτός είναι ένας αυστηρός διαχωρισμός ο οποίος παραβλέπει πως σε ό,τι αφορά τα συναισθήματα, εάν θέλουμε να τα κατανοήσουμε πραγματικά δεν μπορούμε να τα διαχωρίζουμε. Η οργή μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικές επιλογές και να επιφέρει ταπεινώσεις, αλλά καθιστά δυνατή την εναντίωση στην εξουσία και ενισχύει τις διαπροσωπικές σχέσεις ενώπιον συλλογικών αδικιών και απειλών. Οι επιστήμονες της ευτυχίας παρουσιάζουν την απογοήτευση, τη δυσαρέσκεια και το μίσος ως αποτυχίες κατά το σχηματισμό της ψυχής. Αποτελούν, ωστόσο, θεμελιώδη συναισθήματα για τη δημιουργία κοινωνικών δυναμικών όπως τα συλλογικά κινήματα και η συνοχή των ομάδων. Η ιδεολογία της θετικότητας καταλήγει έτσι να αποτελεί ένα συντηρητικό πολιτικό εργαλείο», υπογράμμισαν, ολοκληρώνοντας τη συνέντευξή τους οι δύο ακαδημαϊκοί.
_______________________

Πηγή: protagon.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Η χαμένη τέχνη της χαλάρωσης

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Η Ολίβια Κίσπερ είναι 29 ετών. Γεννήθηκε στην Τσεχία και εδώ και μία δεκαετία ζει στη Βρετανία. Έχει περίπου 300.000 subscribers στο κανάλι της στο YouTube και τα βίντεό της έχουν σχεδόν 100 εκατ. views. Σε αυτά μιλάει αργά και χαμηλόφωνα στην κάμερα, τσαλακώνει χαρτιά περιτυλίγματος, χτυπά με τα νύχια της μεταλλικά ή γυάλινα αντικείμενα, γρατζουνά τα «δόντια» μιας βούρτσας μαλλιών, ψεκάζει τον αέρα γύρω της με αρωματικά σπρέι. Πρόκειται για τα διάσημα βίντεο ASMR (automonous sensory meridian response – αυθόρμητη αισθητήρια απόκριση του μεσημβρινού), αυτά που προκαλούν δηλαδή μια ανατριχίλα στο τριχωτό της κεφαλής και στη σπονδυλική στήλη και οδηγούν σε μια αίσθηση ευχαρίστησης και χαλάρωσης.

 Υπάρχουν σχεδόν 13 εκατ. τέτοια βίντεο στο YouTube. Αν πληκτρολογήσετε relaxation στο Google, θα εμφανιστούν 1 δισεκατομμύριο 60 εκατομμύρια αποτελέσματα, στη συντριπτική τους πλειονότητα links με συμβουλές και τεχνικές για το πώς μπορεί κανείς να χαλαρώσει. Έχουμε λοιπόν ξεχάσει να χαλαρώνουμε; Στο τέλος μιας κουραστικής ημέρας, το Σαββατοκύριακο, στην ετήσια άδειά μας, αναζητούμε μάταια το κουμπί του off, αδυνατώντας να αφήσουμε πίσω μας ή να βγάλουμε από το μυαλό μας τις εργασιακές και οικογενειακές υποχρεώσεις, τα άγχη και τις δυσκολίες της καθημερινότητας;

Η Άννα Στεργίου είναι 37 ετών, μητέρα δύο παιδιών, και εργάζεται σε διευθυντική θέση στον ιδιωτικό τομέα. Εδώ και λίγους μήνες συνειδητοποίησε ότι: «Όταν επιστρέφω αργά το απόγευμα στο σπίτι, αφού ασχοληθώ με τις ανάγκες των παιδιών και περάσω λίγο χρόνο μαζί τους, όσο εξαντλημένη και να είμαι, πάντα θα υπάρχει ένα ακόμα μέιλ να απαντήσω, ένα ραντεβού να προγραμματίσω, κάποια δουλειά στο σπίτι. Και μετά θα αφεθώ στην παρηγοριά της τηλεόρασης ή του τάμπλετ, όπου θα τσεκάρω Facebook και Instagram. Ποτέ όμως δεν νιώθω ότι έχω πραγματικά χαλαρώσει».

«Χαλάρωση είναι να μπορείς να μένεις μόνος με τον εαυτό σου, χωρίς αυτό να σε τρομάζει, και να του δίνεις χώρο και χρόνο να επεξεργαστεί αυτά που του συμβαίνουν», εξηγεί η Κατερίνα Μαγγανά, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια-συγγραφέας. Το κατά πόσο κανείς μπορεί να επιτύχει μια κατάσταση χαλάρωσης «έχει να κάνει με το πώς έχει βιωθεί από μικρή ηλικία το αίσθημα του να μπορεί να μένει μόνος με τον εαυτό του, χωρίς να αισθάνεται ότι κινδυνεύει από κάτι.

Όταν μένουμε μόνοι με τον εαυτό μας, μένουμε μόνοι με τις σκέψεις μας, τις επιθυμίες μας, τα όνειρά μας. Όλο αυτό είναι μια διαπραγμάτευση με τον εαυτό μας και συνδέεται με την ικανότητα να ονειροπολεί ένας άνθρωπος γύρω από τον ίδιο και τις επιθυμίες και όχι εναντίον του εαυτού, σκεπτόμενος για παράδειγμα τα προβλήματα και τις αποτυχίες», σημειώνει. Ουσιαστικά, αυτό που συμβαίνει είναι ότι δισεκατομμύρια άνθρωποι γεμίζουν κάθε λεπτό της ημέρας τους με δραστηριότητες που θα τους εμποδίσουν από το να βρεθούν σε ένα τετ-α-τετ με τον εαυτό τους. Επιστρατεύουν εργασιακές και κοινωνικές υποχρεώσεις, την «επιβεβλημένη» παρουσία στα social media ή την «υποχρέωση» να γνωρίζουν τι συμβαίνει σε φίλους, γνωστούς και την παγκόσμια κοινότητα. Περισσότεροι από 5 δισ. άνθρωποι κατέχουν κινητά τηλέφωνα παγκοσμίως και τα μισά από αυτά υπολογίζεται ότι είναι smartphones – το ένα τρίτο του πληθυσμού της Γης έχει «έξυπνο» κινητό, ενώ, σύμφωνα με βρετανική έρευνα, στις ηλικίες 16 έως 24 ετών εκτιμάται ότι περίπου το 95% είναι χρήστες smartphones, τα οποία τσεκάρουν σχεδόν ανά δέκα λεπτά.

Ποιες διακοπές;

Ο παράγων «εργασία» είναι αλήθεια ότι συχνά παίζει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία άγχους και στη συρρίκνωση του ελεύθερου χρόνου, αυτού που δυνητικά θα αξιοποιούνταν για χαλάρωση. Σε έρευνα που έγινε σε 3.000 Βρετανούς εργαζομένους, διαπιστώθηκε ότι το 69% των ερωτηθέντων συνήθως χρειάζεται να εργάζονται πέραν του ωραρίου τους – η εργασιακή πραγματικότητα δεν είναι πολύ διαφορετική στη χώρα μας ή και αλλού, κυρίως λόγω της ανασφάλειας που νιώθουν και του φόβου ότι μπορεί να χάσουν τη δουλειά τους. Επίσης, τα τεχνολογικά εργαλεία που διατίθενται διευκολύνουν την εξ αποστάσεως εργασία, αλλά έχουν επιμηκύνει τις εργάσιμες ώρες, που πλέον καλύπτουν σχεδόν όλο το 24ωρο. Κατά κανόνα, ένας εργαζόμενος απαντά σε μέιλ ή μηνύματα, προετοιμάζεται για συναντήσεις ή παρουσιάσεις και πρακτικά δουλεύει από νωρίς το πρωί έως αργά το βράδυ και το Σαββατοκύριακο. Έρευνα της διαδικτυακής ταξιδιωτικής εταιρείας Expedia κατέδειξε ότι το 53% των εργαζομένων επιστρέφουν από τις διακοπές τους χωρίς να έχουν ξεκουραστεί, επειδή χρειάστηκε να ασχοληθούν με τη δουλειά τους.

 

Τα social media, από την άλλη, επιστρατεύονται, εξηγεί η Κατερίνα Μαγγανά, επειδή «το να είσαι μόνος διαψεύδεται με το σκρολάρισμα και το ζάπινγκ. Αυτά τα μέσα τεχνολογίας προσφέρουν την ψευδαίσθηση ότι κανείς δεν μένει ποτέ μόνος». Γι’ αυτόν τον λόγο, ο χρόνος παραμονής μπροστά σε οθόνες δεν συνυπολογίζεται στον χρόνο χαλάρωσης, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι κατά κανόνα δεν καταγράφεται ως δραστηριότητα ή ως πληροφορία στον εγκέφαλο, δηλαδή ένας χρήστης που έχει περάσει δύο ώρες μπροστά σε μια οθόνη, όταν την κλείνει, δεν θυμάται τι είδε ή άκουσε. Η κυρία Μαγγανά τονίζει, δε, ότι «η χαλάρωση συνδέεται στενά με τη δημιουργικότητα. Δηλαδή, το να μπορέσεις να μείνεις μόνος με το βιβλίο και να διαβάσεις σημαίνει ότι έχεις αποκλείσει την εικόνα, ότι μπορείς να εσωτερικεύσεις πράγματα, να φαντασιωθείς, να ονειροπολήσεις, να κάνεις εσύ τις εικόνες επί αυτού που διαβάζεις, άρα κάνεις μια δημιουργική πράξη διαβάζοντας». Αντίστοιχα δημιουργικές, απολαυστικές, χαλαρωτικές δραστηριότητες είναι η μαγειρική, η κηπουρική, οι καλές τέχνες.

Χαλαρώστε, κάνει καλό

Στο βιβλίο του «The Off-Switch» o καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ Μαρκ Κρόπλεϊ υποστηρίζει, μιλώντας στην Guardian, ότι «ψυχολογικά, οι άνθρωποι που δεν μπορούν να “κατεβάσουν τον διακόπτη” είναι στρεσαρισμένοι και ευερέθιστοι, έχουν υψηλή πίεση και καρδιακούς παλμούς, και αυτό επιβαρύνει το καρδιαγγειακό σύστημα. Έχουμε επίσης αποδείξει ότι έχουν υψηλά επίπεδα κορτιζόνης, η οποία θεωρείται η ορμόνη του στρες». Και συνεχίζει: «Από άποψη συμπεριφοράς, οι μελέτες μας καταδεικνύουν ότι οι άνθρωποι που δεν μπορούν να χαλαρώσουν το βραδάκι τείνουν να καταναλώνουν περισσότερα φαγητά με ζάχαρη και λίπη, όπως πατατάκια, μπισκότα και κέικ. Μάλλον χρησιμοποιούν το φαγητό για να χορταίνουν τα συναισθήματά τους... Μακροπρόθεσμα, αυτό προσθέτει κορεσμένα λίπη στον οργανισμό, που προκαλεί αύξηση της χοληστερόλης». Στον αντίποδα, έρευνες έχουν αποδείξει ότι οι επιπλέον ώρες χαλάρωσης και ξεκούρασης είναι ευεργετικές σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα ενός εργαζομένου – έρευνα της Ernst & Young στους υπαλλήλους της κατέδειξε ότι οι δέκα επιπλέον ώρες εκτός εργασίας αύξησαν την παραγωγικότητά τους κατά 8%. Αντιθέτως, σύμφωνα με μελέτη του Αμερικανικού Ινστιτούτου Στρες, το άγχος που σχετίζεται με την εργασία κοστίζει 300 δισ. δολάρια ετησίως σε χαμένη παραγωγικότητα στις ΗΠΑ.

Η τιμή της χαλάρωσης

Ο Άλεξ Του κέρδισε το πρώτο του εκατομμύριο δολάρια στα 21 του, με μια ιστοσελίδα που πωλούσε διαφημιστικό χώρο στο ίντερνετ. Σήμερα, ο 34χρονος Άγγλος ζει στις ΗΠΑ και είναι επίσης ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της start-up Calm, που, μέσω μιας εφαρμογής, προσφέρει χαλαρωτικές αφηγήσεις και προγράμματα διαλογισμού σχεδιασμένα να ηρεμούν το μυαλό του χρήστη. Η εφαρμογή έχει 8 εκατ. χρήστες. Πριν από μερικούς μήνες, ο 45χρονος βουδιστής πρώην μοναχός Άντι Πάντικομπ αποφάσισε να μοιραστεί με τους συνανθρώπους του όσα έμαθε σε ένα βουδιστικό μοναστήρι στα Ιμαλάια και λάνσαρε την εφαρμογή Headspace, με συμβουλές για διαλογισμό, η οποία έχει ήδη 31 εκατ. χρήστες σε περισσότερες από 190 χώρες. Η αξία των Calm και Headspace μαζί εκτιμάται στα 250 εκατ. δολάρια. Έχει υπολογιστεί ότι το 2017 η αγορά προϊόντων διαλογισμού και mindfulness είχε κύκλο εργασιών σχεδόν 1,1 δισ. δολάρια και οι πωλήσεις βιβλίων που δίνουν πνευματική καθοδήγηση για να επιβιώσει κανείς στον «τρελό» σύγχρονο κόσμο είδαν αύξηση της τάξεως του 13,3% την περσινή χρονιά. Μεγάλη κερδισμένη στον αγώνα της χαλάρωσης αναδεικνύεται και η αγορά της γιόγκα, που εκτιμάται στα 80 δισ. παγκοσμίως, ενώ σε φάση ανάπτυξης (σχεδόν 16% την τελευταία πενταετία) βρίσκεται η αγορά χαλαρωτικών ποτών, με κύκλο εργασιών περίπου 300 εκατ. δολαρίων το 2018, όπως και αυτή του τσαγιού.

Πηγή: kathimerini.gr

Κατηγορίες:
Και κάτι άλλο...

Γιατι οι έφηβοι είναι κολλημένοι με τα social media

| 0 ΣΧΟΛΙΑ
internet-stuck-kids

Social media: μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δηλαδή ένας τρόπος να έρθουμε σε επαφή με τους άλλους. Πριν τον αφορίσουμε μόνο και μόνο επειδή είναι νέος, ας δούμε τα θετικά του και τις ευκολίες που προσφέρει:

  • είναι εύκολος.
  • μας προφυλάσσει από την έκθεση του πραγματικού εαυτού μας.
  • έχει πολλές εφαρμογές: συνδυάζει εικόνα, ομιλία, φωτογραφία, βίντεο, παιχνίδια κλπ…

Επίσης, θα πρέπει πριν ξεκινήσει ο προβληματισμός μας για τους έφηβους, να απευθυνθούμε στους ενήλικους εαυτούς μας: «εμείς γιατί κολλάμε;». (Ίσως αυτό και μόνο αρκεί για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να αλλάξουν, φτάνει να καταλάβουμε γιατί εμείς κολλάμε με όλα αυτά και πρώτα εμείς να ξεκολλήσουμε…).

Τα παιδιά λοιπόν, πιστεύω ότι «κολλάνε» με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γιατί δεν έχουμε κάτι καλύτερο να τους προσφέρουμε, ως κοινωνία, ως σχολείο, ως οικογένεια.

facebook-front

Οι πάντες τρέχουν για τις δουλειές τους, για τις υποχρεώσεις τους και δεν μένει ουσιαστικός χρόνος για να ασχοληθούμε με τα παιδιά (π.χ. την ώρα που γράφω το κείμενο ο μικρός μου γιος, που είναι άρρωστος και δεν πήγε σήμερα στο σχολείο, παίζει ένα παιχνίδι στον υπολογιστή!! Θα μπορούσα να επιλέξω να μην γράψω αυτό το κείμενο και να παίξω μαζί του… Όμως η παρόρμησή μου να «κάνω την δουλειά μου» με οδηγεί στο γραφείο και τον γιο μου στον υπολογιστή).

Όταν ασχοληθούμε με τα παιδιά, όταν τους προτείνουμε μια βόλτα, μια εκδρομή, μια ασχολία και όταν αυτό γίνεται συστηματικά στο πλαίσιο μιας καλά δομημένης σχέσης και όχι αποσπασματικά, τότε τα παιδιά συνήθως ανταποκρίνονται και δεν αποκτούν εξαρτήσεις. Μαθαίνουν μέσα από τις επιλογές που έχουν και επενδύουν τα ενδιαφέροντά τους σε περισσότερα από ένα πράγματα.

Κατά συνέπεια, στο ερώτημα τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε, η απάντηση είναι φαινομενικά απλή: να επενδυθούμε πρώτα (και όσο πιο νωρίς τόσο πιο καλά) εμείς σε αυτά, στην σχέση μας μαζί τους, να συνδεθούμε μαζί τους , πριν συνδεθούν με τον υπολογιστή.

Υ.Γ. και πάλι τα παιδιά θα μπούνε στο internet, στο Facebook κτλ. Όμως τότε ίσως το κάνουν με μέτρο, ακριβώς γιατί θα έχουν περισσότερες επιλογές για να μοιραστούν το χρόνο και τα ενδιαφέροντά τους!

________________

  ~ Γράφει ο Γιάννης Ξηντάρας ,πτυχιούχος Ψυχολογίας από το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Επιστημονικός Υπεύθυνος στο Κέντρο Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης «Επαφή». Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής & του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων.

  Πηγή: irafina.gr

Κατηγορίες:
Νέα
web design by