Αριστοτέλης (4 άρθρα)

Αριστοτέλης: Η ευδαιμονία των παιδιών

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

 

«Έχει ειπωθεί λοιπόν ότι η ευδαιμονία είναι ένα είδος ενέργειας της ψυχής σύμφωνα με την αρετή (εἴρηται γὰρ ψυχῆς ἐνέργεια κατ᾽ ἀρετὴν ποιά τις). […] Εύλογα λοιπόν δεν μπορούμε να ονομάσουμε ούτε το βόδι ούτε το άλογο ούτε κανένα άλλο ζώο ευδαίμον· γιατί κανένα από αυτά δεν μπορεί να συμμετέχει σε αυτή την ενέργεια. Για την ίδια αιτία ούτε ένα παιδί είναι ευδαίμον.»

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1099b25-1100a1

Ο Αριστοτέλης δεν έχει συγγράψει ξεχωριστή πραγματεία για τα παιδιά. Οι απόψεις του βρίσκονται διάσπαρτες καταρχήν στα ηθικά του έργα και στη συνέχεια στα πολιτικά και βιολογικά. Η ευδαιμονία είναι για τον ίδιο ο σκοπός της ζωής αλλά δεν έχει για όλους την ίδια σημασία. Κατά τον Αριστοτέλη, η ευδαιμονία δεν μετριέται με την καλοσύνη, την τύχη ή την ηδονή:

«Όσοι θεωρούν ευδαίμονα αυτόν που βασανίζεται και έχει βρεθεί σε μεγάλες δυστυχίες, εάν είναι αγαθός, θέλοντας και μη, λένε ανοησίες. Επειδή όμως η ευδαιμονία χρειάζεται την τύχη μερικοί θεωρούν ότι η ευτυχία είναι ευδαιμονία, ενώ δεν είναι, καθώς και η υπερβολική ευτυχία αποτελεί εμπόδιο και ίσως δεν είναι σωστό να την ονομάζουμε ευτυχία. Γιατί ο όρος ευτυχία εξαρτάται από την ευδαιμονία (πρὸς γὰρ τὴν εὐδαιμονίαν ὁ ὅρος αὐτῆς). Και το ότι όλα τα ζώα και οι άνθρωποι επιδιώκουν την ηδονή είναι απόδειξη του ότι αυτή είναι το ύψιστο αγαθό. […] Ίσως όμως επιδιώκουν όχι αυτή που νομίζουν ότι είναι ηδονή ούτε αυτή που ισχυρίζονται ότι είναι ηδονή αλλά μόνο ένα είδος της.»

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1153b19-32

Το να είναι κανείς αγαθός δεν συνιστά εχέγγυο της ευδαιμονίας υποστηρίζει ο συγγραφέας, αντιτιθέμενος στον Σωκράτη και προβάλλοντας μια πρώιμη ένσταση στη Στωική φιλοσοφία που θα ακολουθήσει. Ούτε η ικανοποίηση των βασικών ηδονών συνιστά την ευδαιμονία. Υπάρχουν ανώτερες ηδονές που προσιδιάζουν στον άνθρωπο. Η τύχη, από την άλλη, έχει άδηλα αποτελέσματα που θα φανούν σε βάθος χρόνου. Τα παιδιά είναι δυνάμει ευδαίμονα. Μπορεί να είναι χαρούμενα, να αναζητούν την ηδονή και να αποφεύγουν τη λύπη, να κατορθώνουν να ικανοποιήσουν βασικές επιθυμίες, ακόμη και να έχουν όλα τα εξωτερικά αγαθά αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Όπως δεν είναι αρκετό ούτε για τους ενήλικες.

Ως εκ τούτου, κανείς δεν γεννιέται ευδαίμων. Καθώς έχει αποκλειστεί ο παράγοντας της τύχης η ευδαιμονία βασίζεται στην ατομική προσπάθεια. Αυτό είναι ένα πρώτο στοιχείο που εξασφαλίζει τη ευδαιμονία σε όποιον την έχει επιλέξει συνειδητά. Τα παιδιά όμως έχουν την τάση να επιζητούν την άμεση ικανοποίηση των επιθυμιών τους χωρίς όρια. Το ευχάριστο είναι άπληστο:

«Τα παιδιά ζουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και πολύ περισσότερο υπάρχει σ’ αυτά η επιθυμία του ευχάριστου (καὶ μάλιστα ἐν τούτοις ἡ τοῦ ἡδέος ὄρεξις). Αν λοιπόν το παιδί δεν μάθει να πειθαρχεί και να άρχεται, θα οδηγηθεί αλλού· γιατί η επιθυμία του ευχάριστου είναι άπληστη και πηγάζει από παντού σε έναν ανόητο άνθρωπο (ἄπληστος γὰρ ἡ τοῦ ἡδέος ὄρεξις καὶ πανταχόθεν τῷ ἀνοήτῳ), και η ενέργεια της επιθυμίας αυξάνει την έμφυτη τάση, και αν οι επιθυμίες γίνουν μεγάλες και σφοδρές, αποκρούουν τη λογική ικανότητα (καὶ τὸν λογισμὸν ἐκκρούουσιν). Γι’ αυτό πρέπει οι επιθυμίες αυτές να είναι μέτριες και λίγες, και να μην εναντιώνονται στη λογική, και αυτό το αποκαλούμε ευπείθεια και σωφρονισμό- και όπως ακριβώς πρέπει να ζει το παιδί κατά τις προσταγές του παιδαγωγού, έτσι και το επιθυμητικό πρέπει να υπακούει στη λογική.»

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1119b5-15

Η ηδονή, ακόμη και η πιο βασική, θέλει τον έλεγχο του ατόμου για να εξυψωθεί σε ευδαιμονία. Ναι, τα παιδιά μπορούν να ευτυχήσουν, αλλά ο δρόμος είναι μακρύς. Η ευδαιμονία δεν είναι εύκολη υπόθεση, είναι όμως εφικτή. Ίσως όχι από μικρή ηλικία, ωστόσο οι βάσεις τίθενται εκεί. Τα παιδιά μαθαίνουν να ευτυχούν όπως και οι μεγάλοι. Η ευδαιμονία διδάσκεται και αυτό ξεκινά από νωρίς. Πρώτα από την οικογένεια, συνεχίζει με την εκπαίδευση και τέλος είναι ευθύνη της πόλεως. Αλλά χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια. Δική τους και κυρίως των άλλων. Εκείνων που θέτουν αδιαπραγμάτευτα όρια επενδύοντας σε μια μακροχρόνια ευδαιμονία. Εν τέλει, γιατί να περιμένουν να την ανακαλύψουν μόνα τους; Ας τη διδαχτούν εξ απαλών ονύχων. Τότε που όλα είναι πιο εύκολα.

Πηγή

Κατηγορίες:
Φυσική & Φιλοσοφία

Θεοδόσης Τάσιος – Αριστοτέλης, ο προφήτης των θετικών επιστημών

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Θυμάμαι έναν συμπαθή υπεύθυνον μιας ραδιοφωνικής από τηλεφώνου συνεντεύξεως προ καιρού, ο οποίος σε κάποια στιγμή εξανέστη: «Μα καλά, εσείς δεν είσθε υπερήφανος για τα επιτεύγματα των Αρχαίων Ελλήνων;».

Οχι, τόλμησα να απαντήσω· πώς μπορεί κανείς να είναι περήφανος για κάτι στο οποίο δεν έχει συνεργήσει. Είμαστε ωστόσο πολύ τυχεροί επειδή ζούμε στους ίδιους τόπους μ’ εκείνους, και επειδή μιλάμε τη συνέχεια της γλώσσας που μιλούσαν εκείνοι.

Πάντως, τώρα με τα 2.400 χρόνια απ’ τη γέννηση του γίγαντα απ’ τα Στάγειρα, μου φάνηκε ότι οι περισσότεροι συμπολίτες μας (και τα περισσότερα ΜΜΕ ίσως) δεν έδειξαν τόσο ενδιαφέρον για τις σημαντικές παγκόσμιες επιστημονικές εκδηλώσεις που οργανώνονται αυτόν τον καιρό στη χώρα μας, όσο έδειξαν «υπερηφάνεια» για τις ενδείξεις ενός πιθανού κενοταφίου…

Κι είναι κρίμα, διότι ο Αριστοτέλης (ο οποίος εκτιμούσε όλες τις χαρές του βίου) μας είχε διαβεβαιώσει ότι την «πιο ηδονική ευχαρίστηση [μας την δίνει] η σοφία» (Ηθικά Νικομάχεια 1177α, 2), δηλαδή (αν μου επιτρέπεται) μας λέει κάτι σχεδόν ανάλογο με τον πατριάρχη του Ωφελιμισμού J. Mill: «η Ποίηση συμβάλλει περισσότερο στην ευδαιμονία μας απ’ ό,τι η κατανάλωση χαβιαριού». Μόνο που δεν γίνεται να τους πιστέψομε επειδή απλώς το είπαν, αλλά χρειάζεται βιωματική εμπειρία – δηλαδή συμμετοχή και αυτενέργεια, τα οποία μερικοί κακεντρεχείς λένε πως τάχα είναι ουσιώδη εν ανεπαρκεία…

Για να τσιμπήσομε λοιπόν το αριστοτελικό δόλωμα της ηδονής μέσω της σοφίας, οι οργανωτές του πρόσφατου παγκόσμιου Συνεδρίου της Θεσσαλονίκης (το Διεπιστημονικό Κέντρο Αριστοτελικών Μελετών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου) οργάνωσαν μιαν ανοιχτή εκδήλωση (στα ελληνικά, ειδικώς για τους πολίτες της Θεσσαλονίκης), με θέμα «Αριστοτέλης και (θετικές) Επιστήμες» – στην οποία εισαγωγικώς αναφέρθηκα σε μερικές γνωστές επιστημονικές θέσεις του Σταγειρίτη, οι οποίες πιθανώς να «αρέσουν» στους συγχρόνους μας. Και είπα να τις επαναλάβω και εδώ, για όποιους τυχόν δεν έτυχε να τις έχουν διαβάσει ώς τώρα.

Κοιτάξτε πρώτα τον γνωστό πίνακα του «ενήμερου» Ραφαήλ: Ο Πλάτων με τις μεγαλοφυείς του ιδέες δείχνει τον ουρανό, ενώ ο Αριστοτέλης τείνει το χέρι του οριζόντια, υπαινισσόμενος το ισόρροπο ενδιαφέρον του «και για τα ουράνια και για τα γήινα φαινόμενα» – με προτεραιότητα όμως γι’ αυτά τα τελευταία, αφού έχει στραμμένη την παλάμη του προς τα κάτω. Και πράγματι, ο Αριστοτέλης διερευνά και τον αντικειμενικό Κόσμο και τον Ανθρωπο – χωρίς όμως καμιάν αναφορά στη Μυθολογία, η οποία μέχρι τότε συνιστούσε νόμιμη ερμηνευτική των πραγμάτων μέθοδο.

 

Τώρα, βασικό όργανο είναι η επιστημονική μέθοδος:

«Η επιστήμη καταρτίζεται απ’ τη γνώση την αναφερόμενη στις αρχές ή τα αίτια. Πριν απ’ όλα, χρέος μας είναι να ξεκαθαρίσομε τα ζητήματα που αναφέρονται στις αρχές» (Φυσ. 184α, 1 κ.ε.).

Πριν δε απ’ την παράθεση των δικών του ερμηνειών, αναφέρεται πάντοτε στις γνώμες των «αρχαιοτέρων» (σχολιάζοντας, απορρίπτοντας ή υιοθετώντας τες). Τέλος, μπροστά στην τραγικότητα της τεράστιας άγνοιάς μας, τολμά να νομιμοποιεί και την διανοητική απόδειξη του απλώς «εφικτού» μιας ερμηνείας (Μετεωρ. 344α, 5) – ανοίγοντας έτσι την πόρτα και για αναπόφευκτα σφάλματα.

Ωστόσο, ιδού ένα πάρα πολύ μικρό δείγμα επιστημονικών επιτυχιών του Αριστοτέλους, όχι μόνον ως προς την Μέθοδο, αλλά (προσεγγιστικώς έστω) και ως προς το αποτέλεσμα.

Και πρώτα στη γνώση της άβιας Υλης:

Οταν, με τα πενιχρότατα μέσα της εποχής εκείνης, προσπαθούσε ν’ ανακαλύψει τα αίτια των σεισμών, κατέληξε τουλάχιστον να διακρίνει (αμυδρώς έστω) τα «διατμητικά» κύματα της παραμόρφωσης του φλοιού της Γης, απ’ τα κύματα «πιέσεως» τα οποία όπως ξέρομε προηγούνται κάθε σεισμού. Προβάλλει λοιπόν το σωματικό ανάλογον (ρίγος και σφυγμός), και λέει: «Τον μεν των σεισμών οίον τρόμον είναι, τον δ’ οίον σφυγμόν», (Μετεωρ. 366α, 18).

Καθώς ο Κόσμος του Αριστοτέλους είναι καμωμένος από ύλην, εύλογο είναι το ενδιαφέρον του για την γένεση των στερεών σωμάτων. Τόσο πολύ, ώστε να συντάξει ειδικό κεφάλαιο «Αντοχής των Υλικών» (θα το λέγαμε σήμερα), στο οποίο, με πάθος για τη λεπτομέρεια, προσφέρει ειδικήν ορολογία για τις ιδιότητες παραμόρφωσης και θραύσης στερεών σωμάτων, μαζί με ακριβέστατες περιγραφές μηχανικής συμπεριφοράς για δεκαέξι περιπτώσεις, όπως: Πηκτόν, καμπτόν, κατακτόν, πλαστόν, ελκτόν, τμητόν, γλίσχρον κ.ά. (Μετεωρ. 385α, 11). Αλλη μία ένδειξη ότι ο Σταγειρίτης ήταν ανοιχτός προς την Τεχνολογία.

Το εντυπωσιακό ουράνιο τόξο (η «ίρις») θα είναι άλλη μία επιστημονική πρόκληση για τον Αριστοτέλη. Με τις ατελείς ακόμη αντιλήψεις της γεωμετρικής Οπτικής της εποχής (και χωρίς σαφή αντίληψη για το φαινόμενο της διάθλασης του φωτός), θα αγωνισθεί σε πλήθος σελίδων μέσα στα Μετεωρολογικά του (371 έως 374), προκειμένου να προσφέρει μια φυσική εξήγηση και σ’ αυτό το εντυπωσιακό ουράνιο φαινόμενο.

Θα αποδείξει γιατί είναι ημικύκλιο, θα εξηγήσει τις ανακλάσεις του ηλιακού φωτός πάνω στην «ψεκάδα» (όπως σε καθρεφτάκια), θα αναλύσει τη χρωματική σύνθεση – καθώς και την αντίστροφη διαδοχή χρωμάτων στο διπλό ουράνιο τόξο. Δεν θα καταφέρει όμως, φευ, να ερμηνεύσει την εμφάνιση αυτού του διπλού τόξου.

Υποστηρίζεται ότι ολόκληρη η εξέλιξη των οδοντωτών τροχών και των ελικοειδών αξόνων που χρησιμοποιήθηκαν στην Ελληνιστική Τεχνολογία (απ’ τον Αρχιμήδη έως τον Ηρωνα τον Αλεξανδρέα) στηρίχθηκε στην αριστοτελική περιγραφή περί της περιστροφής σειράς «κυκλικών δίσκων εν επαφή», όταν περιστρέψομε έναν μόνον απ’ αυτούς τους δίσκους (Μηχ. Προβλ. 848α):

Η τριβή της επαφής τους πραγματώνεται από μεγάλο πλήθος «δοντάκια» της αδρομέρειας των περιφερειών των δίσκων – γεγονός που οδήγησε στο υστερότερο τεχνητό κόψιμο μεγαλύτερων δοντιών στα γρανάζια.

Ιδού λοιπόν άλλη μια τεχνολογική ροπή του Σταγειρίτη.

Δεν τολμώ να επεκταθώ εδώ σε ανάλογα μικρή δειγματοληψία απ’ τις επιστημονικές επιτυχίες του Αριστοτέλους στις Επιστήμες των εμβίων. Αλλωστε η αποφασιστική συμβολή του Σταγειρίτη στην επιστήμη της Βοτανικής και της Ζωολογίας είναι πολύ γνωστότερη. Ωστόσο, μόνον ένα τόλμημά του στο πλαίσιο των Επιστημών του Ανθρώπου θα πάρω το θάρρος εδώ να υπογραμμίσω: Με τον συνδυασμό των εργασιών «Περί Ενυπνίων» και «Περί της καθ’ ύπνον Μαντικής», θα δώσει ερμηνείαν των ονείρων αρκετά κοντινή με τις απόψεις της σύγχρονης Ψυχολογίας – και, το σπουδαιότερο, θα ’πει:

«Αφαιρεθείσης δε της από του θεού αιτίας […], υπέρ την ημετέραν είναι δοκεί σύνεσιν ευρείν την αρχήν» (ΠΚΥΜ, 492b, 21).

Ετόλμησε να εφαρμόσει και εδώ τις ίδιες ερμηνευτικές Αρχές που χρησιμοποίησε και για όλες τις άλλες Επιστήμες.

Ενα τέτοιο μικρό υπομνηστικό σημείωμα πρέπει ωστόσο να τελειώσει με την ηθική μεγαλωσύνη του ανδρός, του οποίου εορτάζεται αυτή η επέτειος. Ετσι, θέλω πρώτα να τονίσω ότι για να μελετήσει το «τμητόν» του ξύλου ή το «πιλητόν» του μπρούντζου, ο Αριστοτέλης καταδέχθηκε να σκύψει πάνω στη δουλειά του ξυλουργού και του χαλκουργού – αντί για τη γνωστή σνομπαρία του Ξενοφώντος εναντίον τους. Κι ακόμη, βλέποντας τις επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις, θα ’πει εκείνο το προφητικό (Πολιτικά, 1253b, 34):

«Εάν τα μηχανήματα επιτελούσαν το έργο τους διατασσόμενα [αυτόματα] ή αισθανόμενα [ρομπότ], τότε δεν θα είχαν οι δεσπότες ανάγκη από δούλους».

Μια τεχνοαπελευθερωτική ουτοπία, 1.800 χρόνια πριν απ’ τον Campanella.

***

*Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ

Πηγή: kathimerini.gr

Κατηγορίες:
Φυσική & Φιλοσοφία

Έτερος Εγώ. Η φιλία στο χρόνο...

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

«Αχ όλα έπρεπε να ‘ρθούνε καθώς ήρθαν… για πάντα να χαθούνε τόσοι φίλοι, να φύγουν, να χαθούνε» (Καρυωτάκης)

«Αναγκαιότατον εις τον βίον», αφορίζει ο Αριστοτέλης για την φιλία, ανοίγοντας την εμβριθή του για την φιλία πραγμάτευση, στα κεντρικά βιβλία των Ηθικών Νικομαχείων: το Θ, το Ι και το Κ. Οικείον άπας άνθρωπος ανθρώπω και φίλον’, συνεχίζει, ενώ αποδίδει στην φιλία τον κύριο δεσμό που συνέχει τις πόλεις, περισσότερο κι από την ίδια την δικαιοσύνη: «έοικεν και τας πόλεις συνέχειν η φιλία και οι νομοθέται περί αυτήν σπουδάζειν ή την δικαιοσύνην».

Βρίσκει, μάλιστα, ότι η φιλία αναδεικνύει την κύρια ηθική ποιότητα της δικαιοσύνης, εξασφαλίζοντας την καίρια της εκπλήρωση ως αρετή. Κι είναι, βέβαια, η δικαιοσύνη η πληρέστερη αρετή, ως η μόνη «προς άλλον αρετή», εκφράζοντας το ίδιον της κοινωνικής φύσης κι ουσίας του ανθρώπου, που αναζητείται στην φιλία ως δια του άλλου, της σύζευξης προς τον έτερον ως «έτερον εαυτόν», ηθική εκπλήρωση. Η ευδαιμονία ως ολοκληρωμένη αξίωση κι άνθιση του ανθρώπου, και μάλιστα ως πολιτικού ανθρώπου, στα πλαίσια της πλήρους «ενέργειάς» του στις σχέσεις του μέσα στην πόλη.

Οι 4 φίλοι – George Romney 1796

Φιλαυτία και φιλαλληλία: αίροντας την αντίφαση μέσα στην βαθύτερη έννοια της φιλίας

Καίριες, ευριστικά καθοδηγητικές απορίες στην αριστοτελική συζήτηση είναι, από την μια, η αναγόρευση του φίλου ως «ετέρου εαυτού», αλλά και παράλληλα, προς την συζήτηση της φιλίας, και σε συνάφεια προς αυτήν ως ‘αρετή’, η έμφαση που δίδεται στην ‘φιλαυτία’. Αλλά, πώς, ετοίμως απορεί κανείς, συμβιβάζονται ο «αλτρουϊσμός» της ανάδειξης του φίλου ως «ετέρου εαυτού» με την «φιλαυτία», την πρώτιστη αρετή της αγάπης εαυτού, που ο Φιλόσοφος εξαίρει ως άδυτον της ανθρώπινης αξιοπρέπειας;

Πρωτίστως πρέπει να αναδειχθεί ότι, επειδή κυριαρχεί στις απόψεις του Αριστοτέλη για τις ανθρώπινες σχέσεις και την φιλία το ποιοτικό ηθικό κριτήριο, τις προσεγγίζει αξιολογικά με αναφορά στα ενδιαφέρονται και τα είδη προθέσεων πίσω από την αναζήτηση της φιλίας. Κριτήριο διαφοροποιήσεων, παρατηρεί, είναι το «φιλητόν», αυτό που αγαπάται στην φιλία: η διάκριση ανάμεσα στα είδη της φιλίας, με αξιολογικές συνεπαγωγές για την ποιότητα και διάρκεια της φιλίας, είναι αν αυτό που αφορά το «φιλείσθαι», το «φιλητόν», είναι το «ηδύ, το χρήσιμον ή το αγαθόν».

Η χρησιμότης αφορά τις επιχειρηματικές συνεργασίες ή εταιρικότητες, το ηδύ τις πιο ελευθεριάζουσες, ξένοιαστες παρέες ενώ το αγαθόν δηλοί κι υπαγορεύει την κοινή επιζήτηση ιδεατών ενδιαφερόντων. Η ποιότης, το βάθος και η μακροβιότης της φιλίας συμπαρακολουθεί την αξιολογική αυτή διαβάθμιση του «φιλητού», κατά το «ηδύ, το χρήσιμον ή το αγαθόν».

Είναι, εδώ, χρήσιμο να αναδείξουμε την βαθύτερη αριστοτελική έννοια της φιλίας μέσα από ένα βιβλίο εκλαϊκευτικής φιλοσοφίας που, ακριβώς, αντιδιαστέλλει την αριστοτελική φιλία προς ό,τι κρίνει ως ρηχότερες αντιλήψεις της που μας κατέλιπε, ακρωτηριάζοντάς μας ηθικά και καταδικάζοντάς μας στην μοναξιά των δυσαναπλήρωτων κενών μας, η νεωτερικότητα.

 

Ό,τι γνωρίζω το έμαθα μέσα από την τηλεόραση, «All I Know, I Learned from TV», τιτλοφορεί το βιβλίο του της εκλαϊκευτικής φιλοσοφίας ο Λυκάων φιλόσοφος Mark Rowlands (συγγραφέας και του «Ο Φιλόσοφος και ο Λύκος», για την φιλία του με ένα λύκο που τον συνώδευε στις πανεπιστημιακές διαλέξεις του!) Στο βιβλίο του για αυτά που τον «διδάσκουν» για τις ανθρώπινες σχέσεις και την σύγχρονη νεωτερική φιλία, sitcoms όπως το ‘Friends’ και το ‘Sex and the City’, παρατηρεί ότι σε αυτά κυριαρχεί και προβάλλεται ή και υποβάλλεται μια εικόνα του εαυτού ως ολοκληρωμένου, φτασμένου και φινιρισμένου που, στις σχέσεις του με τους άλλους, απλά διαφημίζει την επιτευγμένη κι επιτυχή πληρότητά του.

Μη διαπερατός στους άλλους, σαν τις Καρτεσιανές και Χιουμιανές συγκρουόμενες μπάλες του μπιλιάρδου, απρόσιτος και στις συναντήσεις του με τους «φίλους» και «εραστές», βλέπει σε αυτές απλά την ανάλωση των άλλων, επιφανειακή, παροδική και …. πολύ-ακόρεστη, όπως τα ανθυγιεινά λιπαρά της σύγχρονης κατανάλωσης, που παχαίνουν και αρρωσταίνουν, ανανεώνοντας ολόενα μια πείνα και μια δίψα που συνοδεύει την αχορτασιά της επιφανειακής, μη ουσιαστικής συνάντησης. Είμαστε, όπως συνάγει ο φιλόσοφος από τα sitcoms ‘Friends’ και το ‘Sex and the City’, «πλοία που προσπερνιούνται μέσα στο σκοτάδι».

Αυτοπροσωπογραφία σε έναν κύκλο φίλων από τη Μάντοβα -Peter Paul Rubens

Ο Εαυτός και ο Άλλος: μεθοδολογία της αριστοτελικής ηθικής επιχειρηματολογίας

Είναι χρήσιμο, σε δύο προτάσεις να εξηγηθεί η επιστημολογική ή μεθοδολογική στρατηγική για την ανάδειξη της ηθικής τελείωσης του ανθρώπου μέσα από την οπτική του φίλου ως «ετέρου εαυτού». Η αριστοτελική ηθική διαστέλλεται προς τις σύγχρονες θεωρίες για την ηθική στο ότι είναι μια ηθική του πρώτου προσώπου, αφορά το πώς μπορώ να ζήσω μια πληρέστερη, πιο ευδαίμονα ζωή μέσα από μια στρατηγική επιλογών των φρονίμων πράξεων που, στην οπτική ολόκληρης της ζωής μου, sub specie vitae, θα την αξιολογούν ως ευδαίμονα, κι εμένα ως σοβαρό σε σχέση με την ζωή μου, ως «σπουδαίο». Δεν αφορά το πώς πρέπει οι άλλοι να φέρονται.

Ούτε και χαρακτηρίζεται, ή στηλιτεύεται, όπως η Καντιανή δεοντολογική θεωρία από την ‘ηθική σχιζοφρένεια’, να ενεργώ ακόμη και ως φίλος κάτω από τις επιταγές ηθικών αρχών, τευτονικά και ρομποτικά, με τις προς τον φίλο μου πράξεις αδειασμένες από το προσωπικό στοιχείο, ως απρόσωπη ηθική επιταγή. Είναι μέσα από την οπτική του φίλου, του «άλλου» που, ωστόσο, γεφυρώνεται η διάσταση ανάμεσα στην οπτική του πρώτου προσώπου κι αυτή του τρίτου προσώπου, αφού βλέπω πώς πρέπει να ζήσω ως να ήμουν ένα άλλο πρόσωπο.

Στην ουσία γεφυρώνεται η διάσταση ανάμεσα στην οραματική για τον εαυτό φιλοδοξία και την παρατήρηση από την οποία συνάγονται οι καθολικές του πράττειν αρχές. Γεφυρώνεται επίσης το χάσμα ανάμεσα στην ηθική του πρώτου αγαθού, και εκείνη της καταξιωμένης στην πρακτική της καθημερινότητα ζωής, την ζωή των λογικών καθολικών αρχών και των αισθημάτων που συνδέονται προς τις πρακτικές επιδιώξεις, την αμεσολάβητη ζωή των αισθημάτων και την χωρίς αίσθημα ζωή των λογικών υπολογισμών της προαίρεσης.

Η σχέση με τους φίλους δεν είναι μια σχέση μη στοχαστικής αρέσκειας, αλλά εμπλέκει μια στρατηγική επιθυμίας του καλύτερου για τον φίλο, μια αγαθή προσήλωση στο αγαθό του φίλου. Αντανακλώντας, έτσι, την στοχαστική σχέση του σπουδαίου ανθρώπου με την δική του ζωή, με επιλογές που αντανακλούν όλο τον χαρακτήρα, εκφράζοντας μια προσήλωσή του στην στρατηγική της ευδαίμονος ζωής.

Φιλαυτία και φιλία προς τον έτερον εννοούνται λοιπόν σε μια αμοιβαία αντανάκλαση. Όχι μονάχα διότι άνθρωποι που μισούν τον εαυτό τους, όπως συμβαίνει με τους «μοχθηρούς» που κατά τον Αριστοτέλη δεν μπορούν να είναι φίλοι καν του εαυτού τους, δεν επιλέγονται ως φίλοι, αλλά γιατί αυτό που ισχύει σε σχέση με τον εαυτό ισχύει και διαπροσωπικά εννοείται ως μεταφορικό πρότυπο της σχέσης με τον φίλο ως άλλο εαυτό, κι αντίστροφα. Αν η φιλία σχηματίζεται στο πρότυπο της φιλαυτίας, η τελευταία μπορεί να εκπληρωθεί στην πληρότητά της ως πρότυπο μια σχέσης ανάμεσα σε ανεξάρτητα άτομα που μπορούν να σχηματίσουν μια αντικειμενική αντίληψη ο ένας για τον άλλο. Εδώ, αναδεικνύεται στην συνάφεια της οντολογικής με την επιστημολογική της διάσταση ότι ο άνθρωπος είναι φύσει κοινωνικό ον, και το δυνάμει του ατόμου μπορεί μόνο να πραγματωθεί σε κοινωνικές σχέσεις.

Hanna Pauli – Φίλοι – (1900-1907)

Από την ριζική ετερότητα της φιλίας στην υπερβατική ταυτότητα της εκπλήρωσης

Μέσα από τον φίλο ως «έτερο», την προς φίλον αγάπη, ο άνθρωπος διαβλέπει, λοιπόν, τον «έτερο εαυτό» του. Πρόκειται για μια μεταφυσική, ριζική «ετερότητα», που σε μια κοινή κίνηση προς το αγαθό, που συνιστά την ενέργεια της φιλίας, θα καταστήσουν δυνατή την καλή ζωή, δηλαδή την «ευδαιμονία» ως συστατική εκπλήρωση του εαυτού, όταν κάποιος καθίσταται ο εαυτός του σε μια αναχωρητική κίνηση πέραν του εαυτού προς τον «έτερο», μια «εκστατική» κίνηση που δεν επιτρέπει επιστροφή χωρίς κάποια μορφή διάχυσης, στην αντίληψη δια του φίλου, δια του ετέρου, της άπειρης διανοικτότητας προς την ριζική αυτή, ωστόσο συστατική, ετερότητα που συνιστά, που είναι συστατική του «τελείου», εντελεχούς εαυτού.

Ανακεφαλαιώνοντας, η περιγραφή της φιλίας από τον Αριστοτέλη, εστιαζόμενη στην σχέση αγάπης ανάμεσα σε αγαθούς, επιτρέπει στον Φιλόσοφο να ορίσει την φιγούρα του ανθρώπου ως – παράδοξα – τείνοντος εκτός ορίων, σε μια αγωνιστική κίνηση υπέρβασης του εαυτού του. Ειδικά ως άνθρωπος, «ή άνθρωπος», το ανθρώπινο όν συνιστά μια δομή διάνοιξης προς την υπερβολή εαυτού, διανοίγεται στο άλλο που τον υπερβαίνει αλλά και τον ολοκληρώνει καθ’ υπέρβασίν του. Είναι ακριβώς μια δεκτικότητα του άλλου, μια ‘φιλόξενη’ πρόσκληση προς τον άλλο, τον έτερο εαυτό. Με αυτή την έννοια, το ανθρώπινο όν τελειούται ως εαυτός, ως το τί ήν είναι του σε μια αξιακή πάντα διάσταση αναζήτησης του αγαθού του, της τελείωσής του καθώς κινείται προς το έτερόν του, τον «άλλο εαυτό» του για να ανασυνθέσει τον εαυτό του με ένα διεθλασμένο τρόπο, μέσα από τον άλλο.

Ορίζοντας πιο σωστά την τεθλασμένη αυτή, στον καθρέφτη του άλλου (εαυτού) ο άνθρωπος αναγνωρίζει τα σημεία μιας ανοικτότητας που δεν υπόσχεται μια αυτοτελή ταυτότητα – πρόκειται για έναν άλλο εαυτό που υπαινίσσεται αλλά και εμπερικλείει την κοινή διάνοιξη προς το «έτερο» που δεν είναι κάποιος άλλος ή όποιος άλλος ως συγκεκριμένη ταυτότητα. Γι’ αυτό, με τους ορισμούς του διάφορου και του ετέρου του Ι των Μετά τα Φυσικά, όπου το «διάφορο» προϋποθέτει μια ταυτότητα, ο Αριστοτέλης αποφεύγει τον όρο «διάφορος», προτιμώντας αυτόν του «έτερος». Στον έτερο (εαυτό) που είναι ο φίλος αναγνωρίζεται μια μαρμαρυγή υπόσχεσης της κοινής ανοικτότητας ή αγάπης προς το αγαθό, που προϋποτίθεται ως φιλητόν στην διαρκή και τέλεια φιλία.

Στην διάνοιξη αυτή προς το «έτερον» που υπερβαίνει τον εαυτό και διεθλασμένη μέσα από τον «έτερον» αποκαλύπτεται κανείς ως μια άπειρη δεκτικότητα. Αγαπώντας τον φίλο, διανοίγεται κάποιος και εμπλέκεται σε μια κοινή κίνηση προς το αγαθό, στην κίνηση προς την ευδαιμονία ως πληρότητα, μια πληρότητα που ταυτίζεται προς την επιθυμία, την διάνοιξη προς αυτήν, το «φιλητόν» που είναι η φιλία. Η κίνηση προς τον φίλο είναι ταυτόχρονα και κίνηση πέραν του φίλου. Μια κίνηση «πέραν», μια συστατική του εαυτού «υπέρβαση» που βρίσκεται στην αρχή της φιλίας και σαν «αρχή» της, principium, ορίζει την ουσιαστική της φιλίας ενέργεια κι εκπλήρωση.

***

Πηγή: antikleidi.com (Τίτος Χριστοδούλου)

Κατηγορίες:
Φυσική & Φιλοσοφία

Ράσελ κατά Αριστοτέλη. Απολαύστε το!

| 0 ΣΧΟΛΙΑ

Κατηγορίες:
Νέα
web design by